http://protinews.blogspot.ro/
Μας αξίωσε, από 24 έως 31 του φετινού Μάη, να βιώσουμε ένα ανεπανάληπτο οκταήμερο με καλή
παρέα και αποκομιδή πληθώρας εντυπώσεων και παραστάσεων.
Κυρίως με συσσώρευση συναισθημάτων πατριωτισμού, διεθνισμού, κατάνυξης , ευλάβειας και θυμού.
Κυρίως με ανάπτυξη της γνώσης και της αυτογνωσίας.
Κυρίως με φόρτιση θετική της ιστορικής μνήμης.
Ο λόγος για το οχταήμερο προσκύνημα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες όπου φώλιασε, αγκαλιάστηκε,
αναπτύχθηκε, έδρασε και ήκμασε το ελληνικό στοιχείο.
Ο λόγος για τους τόπους όπου στοίχειωσε του Έλληνα ευεργέτη Ηπειρώτη η ευγενής παρακαταθήκη
της ευποïίας, της προσφοράς και της Αλληλεγγύης.
Οργανωτικός φορέας ο Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων.
Επικεφαλής του Διοικητικού της Συμβουλίου ο κ. Σπύρος Εργολάβος, ο κ. Φρίξος Πούρλης και η
κ. Αλέκα Λιαπίκου έκαναν το καλύτερο για την ευόδωση του ταξιδιού μας.
Ξεκινήσαμε κλαίγοντας από τα Γιάννενα. Παρότι Ιούνιος μήνας σχεδόν, η βροχή μας τα έκανε μούσκεμα!
Η λίμνη μουντή και βρεγμένη μας ξεπροβόδησε φιλόξενα, όπως φιλόξενα μας υποδέχεται κάθε
που τη θυμόμαστε..
Στη Βουλγαρία μπήκαμε κοντά στο μεσημέρι. Μετά το Σαντάνσκι, πόλη που διεκδικεί την πατρότητα
του Σπάρτακου στήνοντας ένα πελώριο ανδριάντα στο έμπα της, περάσαμε στο Μπλαγκόεβγκραντ,
την πρώτη μεγάλη Βουλγάρικη πόλη της διαδρομής μας και τη μοναδική που είχα επισκεφτεί μέχρι
σήμερα. Εκεί ήταν που ανέσυρα έντονες τις μνήμες από τον Αύγουστο του 1986 όπου ως μέλος του
Δ.Σ. της Ο.Γ.Ε. (Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας) είχα την τύχη να συμμετάσχω σε ογκώδη
συγκέντρωση γυναικών των Βαλκανίων για την ΕΙΡΗΝΗ.. Σαν τώρα βουίζουν στ’ αυτιά μου τα
συνθήματα και οι φωνές στη μεγάλη πλατεία της «κόκκινης παπαρούνας», τη μεγαλύτερη
απ’ ότι μας διαβεβαίωσε ο ξεναγός μας πλατεία όλης της Βουλγαρίας!
Το μήκος των αποστάσεων μας υποχρέωσε να διανυκτερεύσουμε ένα βράδυ στη
Σόφια, την πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Φθάνοντας εκεί νωρίς το απόγευμα, τύχαμε
μιας ενδιαφέρουσας ξενάγησης στα πιο σπουδαία μνημεία της πόλης όπως η Μητρόπολη
του Αλεξάντρ Νέφσκυ, το πάρκο της Ελευθερίας, η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, η «ροτόντα»
και το Θέατρο Τέχνης για παράδειγμα και γίναμε κοινωνοί του εορταστικού τρόπου αποφοίτησης
των μικρών μαθητών του Δημοτικού αλλά και των λυκειοπαίδων της πόλης. Τα στοιχεία της
παράδοσης κυρίαρχα στην πρώτη, τα στοιχεία της «άλωσης» κυρίαρχα στη δεύτερη. Τοπικές
ενδυμασίες και ντόπια μουσική και χοροί από τη μια κι από την άλλη τουαλέτες πολυτελείας με
βαρύ μακιγιάζ για τις μαθήτριες, καμπριολέ λιμουζίνες για τη φιγούρα των νεαρών, αγκαλιές,
φιλιά, ποτό , πόζες θεατρινίστικες, σεξολαγνεία, μοντέρνες, ξενόφερτες μουσικές, φούμαρα
και μεταξωτές κορδέλες, γενικά, μπαλόνια πολύχρωμα και φούσκες, πολλές φούσκες....
..Κι όλα αυτά με καταναλωτικά δάνεια τραπεζών ακόμα και .... υποτιθέμενων ελληνικών
που από ότι είδαμε, αφού έδεσαν χεροπόδαρα τον Ελληνικό λαό, έχουν κατακλύσει τα
Βαλκάνια τώρα κινούμενες φυσικά από φιλανθρωπικά αισθήματα, τι άλλο;
Πολλά μου θύμισε αυτό το σκηνικό και με πικρία με έκανε να αναρωτηθώ: τόσοι αγώνες,
τόσες θυσίες, τόσο αίμα, τόσα ενδιάμεσα χρόνια λαϊκής, σοσιαλιστικής παιδείας για να
καταλήξουν οι μαθητές εδώ; Ποιος θα αποτιμήσει άραγε και πότε το μέγεθος και το πρόσημο
αυτού του ξέφρενου πισωγυρίσματος της ανθρωπότητας στους καπιταλιστικούς τρόπους
παραγωγής, ζωής και αδυσώπητου, καθημερινού θανάτου; Ίσως οι τριγμοί των οστών του
ήρωα Δημητρώφ, που σίγουρα ησυχία δεν βρίσκουν στο βεβηλωμένο τους τάφο...
Ίσως, κάποτε αυτοί οι τριγμοί, που σήμερα συνθέτουν το «ηρωικό και πένθιμο άσμα»
της ήττας της ελπίδας και της απαντοχής των λαών της Υφηλίου, ίσως κάποτε αυτοί οι
Φύγαμε ξεκούραστοι από τη Σόφια την άλλη μέρα, πρωί-πρωί.
Καλή η μέρα και οι δρόμοι δικοί μας. Στο Ρούσε, σημαντική παραδουνάβια
πόλη μας περίμενε ο Δούναβης με τα γαλάζια νερά του. Αυτόν το Δούναβη
διέσχισε κάποτε κι ο παππούς μου ο Βαγγέλης ο Δαρδάνης, με τον Ελληνικό
στρατό, όταν όδευε ελπιδοφόρα προς Οδησσό, καθοδηγούμενος από Βενιζέλους
και Κωνσταντίνους, εκεί γύρω στο σημαδιακό 1917, στο πλευρό κάποιων «συμμάχων»
για να βοηθήσει στην αναχαίτιση της Οχτωβριανής Επανάστασης!...
Καημένε μου παππού, συγχωρεμένε...
Πολύ κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία αλλά στη Ρουμανία μέσα,
απλώνεται το Γκιούργκιου και η Βέντεα, το χωριό του Απόστολου Αρσάκη,
όπου μετά από συνεννόηση του διοργανωτή φορέα της εκδρομής,
μας υποδέχτηκε ο Δήμαρχος και άλλοι τοπικοί παράγοντες, εκπρόσωποι της εκκλησίας,
της ελληνικής κοινότητας και της Ένωσης των Ελλήνων της Ρουμανίας.
Μεταξύ τους η Ρουμάνα φιλελληνίδα συγγραφέας και διευθύντρια του εκδοτικού
οίκου «ΟΜΟΝΟΙΑ» κ. Ελένα Λάζαρ και η κ. Ολυμπία Βαντέα, μέλος του Δ.Σ.
της Ένωσης Ελλήνων Ρουμανίας που ώ! της σύμπτωσης ακούει στο πατρικό
επώνυμο Δαρδάνη, όπως και η μητέρα μου! Στη Βέντεα κάναμε τέσσερεις στάσεις:
μία στο σπίτι του Αρσάκη, σημερινό Δημαρχείο, μία στο Δημοτικό Σχολείο «Απόστ. Αρσάκης»,
μία στο Πολιτιστικό Κέντρο όπου ο Δήμαρχος δεξιώθηκε τους προσκυνητές και μία στην
οικογενειακή εκκλησία όπου και οι χαρακτηριστικές τοιχογραφίες των κτητόρων
Αρσάκηδων εκατέρωθεν της Πύλης εισόδου, εσωτερικά του χώρου, καθώς και
το τρισάγιο που εψάλλη στη μνήμη τους. Αξίζει να σημειωθεί η παρατήρηση των ιερών σκευών της εκκλησίας, όπως του άγιου δισκοπότηρου κ.α., από τον ειδικό της παρέας, το συλλέκτη κ. Φώτη Ραπακούση, υπεύθυνο του Δημοτικού Μουσείου Ιωαννίνων. Όπως αξίζει να αναφερθεί και η προσφορά προς τους οικοδεσπότες των συλλεκτικών βιβλίων με τίτλο «Ηπειρώτες Ευεργέτες» από το συγγραφέα τους , αρχιτέκτονα και πρώην Δήμαρχο των Ιωαννίνων κ. Αποστ. Παπασταύρου αλλά και άλλων βιβλίων των συνοδών ποιητών και συγγραφέων όπως της υποφαινόμενης, του κ. Εργολάβου, της κ. Γιώτας Παρθενίου, της κ. Κατερίνας Ζωγράφου και πολλών άλλων για τις εκεί βιβλιοθήκες.
Το απόγευμα καταλήξαμε στο κοντινό, πλέον, Βουκουρέστι.Μια σύντομη περιήγηση
κατάλυση στο ξενοδοχείο. Ένα ζεστό, περιποιημένο ντους εκεί, ένα πλούσιο μπουφέ
και…ύπνος βαθύς και ευεργετικός.
Η επόμενη μέρα ξημέρωσε πολλά υποσχόμενη. Η ξενάγηση στην πόλη άρχισε από τα
Ελληνικά της μνημεία όπως η Πρεσβεία στη Ρουμανία, η Εκκλησία του Ευαγγελισμού,
με την δεσπόζουσα προτομή του Ρήγα Φεραίου στον προαύλιο χώρο της,
η Ακαδημία της Ρουμανίας και ο Ελληνορουμανικός εκδοτικός οίκος «Ομόνοια»
που συστεγάζεται με την διευθύντριά του την κ. Ελένα Λάζαρ. Ακολούθησε
η περιήγηση στο Μουσείο Γκούζα όπου ένα ολόκληρο παραδοσιακό χωριό με σπίτια ,
υποστατικά, στάβλους και μαγεριά και όλος ο συναφής εξοπλισμός τους ξεδιπλώθηκε
μπροστά μας. Η θωριά των κολοσσιαίων ανακτόρων του Τσαουσέσκου,
πρώην σφετεριστή της λαϊκής εξουσίας της Ρουμανίας σε συσχέτιση με
τους πάνω από 1200 τάφους των εξεγερμένων νέων του Βουκουρεστίου,
το 1989, μας προκάλεσε σύγκρυο, θλίψη και προβληματισμό.
Όπως προβληματισμό προκάλεσαν και ο πανηγυρικοί διθύραμβοι
του ξεναγού μας στην απελευθέρωση της βίζας και στην άτακτη
μεταναστευτική φυγή της νεολαίας προς το εξωτερικό, στην εισροή
ξένου συναλλάγματος από το ξεπούλημα της εργατικής δύναμής της
στα μονοπώλια της Ευρώπης και της Αμερικής, στο επενδυτικό
ενδιαφέρον των ξένων μονοπωλίων που, όντως, έχουν εμφανώς
διεισδύσει στη χώρα, με ότι αυτό συνεπάγεται και σε πολλά άλλα δείγματα
καπιταλιστικής παλινόρθωσης που,ως φαίνεται, ακόμα αγνοούνται οι
αρνητικές τους συνέπειες. Το βράδυ είχαμε έξοδο σε συστημένο κέντρο
με παραδοσιακό, φολκλορικό πρόγραμμα, χορό και τραγούδι.
Το πρωί ξεκινήσαμε για το Μπροσθένι, το μέρος όπου έζησαν και
δημιούργησαν την περιουσία τους οι αδελφοί Ευάγγελος και Κωνσταντίνος Ζάππας.
Επισκεφτήκαμε το Σχολείο «Ευάγγελος Ζάππας», τον πύργο και την εκκλησία
των Ζαππαίων, όπου βρίσκονται οι τάφοι μελών της οικογένειας Ζάππα. Παρών
και επί της υποδοχής ο Δήμαρχος της πόλης δεξιώθηκε τους μουσαφίρηδες λιτά
και αξιοπρεπώς ενώ μας συνόδεψε σε όλη τη διάρκεια της ξενάγησης
. Το οδοιπορικό συνεχίστηκε και η αποστολή οδηγήθηκε αυθημερόν στη
μεγαλύτερη πόλη της περιφέρειας Δοβρουτσάς
που είναι και το μεγαλύτερο λιμάνι της Ρουμανίας , την Κωστάντζα
. Η ιδιοκτησία των Ζαππαίων μας ακολούθησε σε μεγάλη απόσταση
από το Μπροσθένι ενώ η καταπληκτική διαδρομή και ο απέραντος
και ατελείωτος, παραδουνάβιος κάμπος της Βλαχιάς προσφέρανε
στην όρασή μας ένα υπέροχο «χάρμα οφθαλμών».
Η υποδοχή των μελών της Ελληνικής κοινότητας Κωστάντζας ήταν
ζεστή και φιλόξενη. Πάνω από δεκαπέντε κυρίες μας περιποιήθηκαν,
μας τράταραν γλυκά χειροποίητα, φρέσκο νερό και καφέ, μας συστήθηκαν
και αναφέρθηκαν λεπτομερώς στη δράση της Κοινότητας και των μελών της.
Μας οδήγησαν δίπλα στην εκκλησία τους και μας ιστόρησαν με γλαφυρότητα
τα σχετικά με την κατασκευή και τη λειτουργία της. Με χαρά και ευγνωμοσύνη
αποδέχτηκαν την προσφορά κιβωτίων με βιβλία και σχολικά είδη για τους
μαθητές της ελληνικής Κοινότητας. Η αναμνηστική φωτογραφία στα σκαλοπάτια
της εκκλησίας αποθανατίζει απόλυτα τον ενθουσιασμό και την ικανοποίηση
που μας έδωσε η συνάντηση αυτή.
Το τετράστερο ξενοδοχείο ROYAL όπου και καταλύσαμε μας επιφύλαξε
ένα νοστιμότατο γεύμα με γλυκό, κόκκινο κρασί, αληθινό νέκταρ!
Μαμάγια λέγεται η εκτεταμένη, αμμώδης παραλία της Κωστάντζα
όπου συρρέουν κατά χιλιάδες οι λουόμενοι τη θερινή περίοδο.
Το πρωί που εμείς την επισκεφτήκαμε, λίγο πριν την αναχώρησή μας
για το Μπρασόβ, την πρωτεύουσα της Τρανσυλβανίας, δεν ήταν σε θέση
να μας αποκαλύψει την πυκνότητα των επισκεπτών της. Φύγαμε με την περιέργεια..
Το ταξίδι μας για τον επόμενο προορισμό ήταν αρκετά μακρινό και περιπετειώδες.
Θα αναφερθούμε μόνο στην υποχρεωτική αλλαγή της πορείας μας, όταν
το λεωφορείο μας προσέκρουσε, ευτυχώς χωρίς μεγάλη ζημιά, σε χαμηλή
γέφυρα και στις συχνές- πυκνές στάσεις που αναγκαστήκαμε να κάνουμε
εξ αιτίας της υπερθέρμανσης της μηχανής. Για το Μπρασόβ την πιο κοσμοπολίτικη
πόλη των Βαλκανίων με αιωνόβια και άκρως ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική
παράδοση, αφικνούμενη από τον 15ο και 16ο αιώνα μ.Χ. είχαμε μπροστά μας
κοντά τετρακόσια χιλιόμετρα να διανύσουμε. Φθάνοντας εκεί αργά το
απόγευμα το μόνο που προλάβαμε να κάνουμε ήταν ένα σύντομο τουρ
με το λεωφορείο στους δρόμους της πόλης και η στάση στην Ελληνική
Κοινότητα, όπου μας υποδέχτηκε στην αίθουσα διδασκαλίας της ελληνικής
γλώσσας η κ. Λεμονιά ή Λεμονίτα , παιδί πολιτικών προσφύγων όπως η ίδια μας
πληροφόρησε. Φανερά συγκινημένη η αυτοχρησθείσα «δασκάλα» μας περίγραψε τις
δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ελληνική μειονότητα του Μπρασόβ αλλά και των
άλλων πόλεων της Ρουμανίας από την αχαρακτήριστη στάση της Ελληνικής
Πολιτείας, που ξεκινά από την απόσυρση των δασκάλων και φτάνει έως την
έλλειψη παπάδων, βιβλίων και σχολικών ειδών. Η κατάθεση των κλάδων δάφνης
στον τάφο του Φιλόθεου Φιλήτη που έφερε από το χωριό του λόγιου-ευεργέτη,
μητροπολίτη Ούγκροβλαχίας, η φιλόλογος κ. Κατερίνα Ζωγράφου ήταν η επόμενη κίνηση.
Στον ίδιο προαύλιο χώρο της εκκλησίας όπου και το νεκροταφείο ενταφιασμού
Ελλήνων της Ρουμανίας προσκυνήσαμε και τον τάφο του
Παν. Χατζηνίκου, συνεργάτη του Ζώη Καπλάνη.
Στη συνέχεια αφού ξεφορτώσαμε κι εκεί σχολικό υλικό και βιβλία από
Ελλάδα φύγαμε για το ξενοδοχείο ALPIN που βρίσκεται σε υψόμετρο 2200 μ.
περίπου στα Καρπάθια όρη, τη φυσική συνέχεια των Άλπεων και των Πυρηναίων
στην Ανατολική Ευρώπη. Από εκεί ορμώμενοι θα επισκεπτόμασταν
την επόμενη μέρα σπουδαιότατα από αρχιτεκτονικής και ιστορικής πλευράς
Μνημεία όπως ο πύργος του δράκουλα, στο Μπραν, το εξοχικό ανάκτορο του
Καρόλου απ’ τον οποίο έλκει ρίζες καταγωγής ο σημερινός Κάρολος της
Αγγλίας (ένα εξαίρετο δείγμα γερμανικής αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής
σε συνδυασμό με παγκόσμια δείγματα αρχιτεκτονικής και διακόσμησης
που θέλησε να οικειοποιηθεί ο πολυταξιδεμένος, τότε, πρίγκιπας),
την μεγαλύτερη σε όγκο εκκλησία της Ρουμανίας, την επονομαζόμενη «μαύρη»,
γερμανική, γοτθικού ρυθμού και άλλα.
Στη Σινάïα μια κοντινή στο Μπρασόβ πόλη όπου μείναμε ένα βράδυ,
επισκεφτήκαμε το ομώνυμο μοναστήρι και την εκκλησιά του, με τοιχογραφίες
των Ελλήνων κτητόρων της. Από κει επιστροφή στο Βουκουρέστι, ένα ακόμα
τουρ στην πόλη που συμπεριέλαβε επίσκεψη στο ορθόδοξο πατριαρχείο και στο
μοναστήρι «DARVARI» , κτήμα της πάλαι ποτέ κραταιής οικογένειας των
Αρσάκηδων και μια τελευταία διανυκτέρευση στη Σόφια που μας έδωσε
το χρόνο και την ευκαιρία να επισκεφτούμε την Πινακοθήκη Σύγχρονης
Τέχνης και Λαϊκής Παράδοσης της Βουλγαρίας. Λησμόνησα να αναφερθώ
στα υπόλοιπα μέλη της παρέας, 34 στον αριθμό, αλλά μου διαφεύγουν
και τα ονόματά τους, βασικά. Ξάφνου θυμάμαι τον εκλεκτό συνάδελφο αρχιτέκτονα
Γιάννη Μπενέκο, που μαζί με τον άνδρα μου φωτογράφιζαν το κάθε τι
στο διάβα τους, τη Μαίρη τη Λαζαρίδου, τη Βούλα Νικολαïδη, το Λευτέρη
Ζώλα, την Καλίνα Τζιόβα, το ζεύγος Νούσια, τη Χριστίνα και το Σωτήρη Ζαμπακόλα,
τη Σπυριδούλα, τον Αγαμέμνονα με το μονόπρακτο του Καμπανέλλη εντός
λεωφορείου κ.α.
Μετά από ένα οκταήμερο, αλησμόνητο ταξίδι μιας ιδανικά εναρμονισμένης
συντροφιάς επιστρέψαμε στη βάση μας και στον οικονομικό εφιάλτη της Ελλάδας.
Ένα άλλο χρέος τώρα πιο επιτακτικό και πιο ασφυκτικά αναγκαίο
μας καλεί να το επωμιστούμε.
Να δούμε ποιές γερές πλάτες θα το αντέξουν.
Μαργαρίτα Φρονιμάδη- Ματάτση
Αρχιτέκτων-ποιήτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου