Φορεσιά Γυναικεία ( Νυφική )
Το νυφικό φουστάνι είναι μεταξωτό ή μαλλινομέταξο, σε πυκνή
γυαλιστερή ύφανση.
Απλώνεται φαρδύ, σχηματίζοντας πλατιές και φουσκωτές πτυχές.
Κάτω στο γύρο του είναι ραμμένα περιφερειακά πλατιά χάρτζα,
χρυσαφένια. Στολισμένη με χάρτζα είναι και η καμπζέλα - το πάνω
μέρος του φουστανιού - καθώς και ο ποδόγυρος.
Τα χρώματα που προτιμούσαν για τα νυφικά φορέματα ήταν το θαλασσί,
το ροζ, το μελιτζανί, το λαδί, το τριανταφυλλί. Πάνω από το φόρεμα φορούσαν
τον τσουμπέ, έναν επενδύτη με κοντά και περίεργα μανίκια φουσκωτά
στους ώμους κι πιο κάτω εφαρμοστά που, σκεπάζοντας την πλάτη,
κατεβαίνει ως κάτω στα πόδια και σέρνεται απλωτός με
καλοσιδερωμένες πιέτες. Στο στένωμα των μανικιών υπάρχουν
ωραιότατες διακοσμήσεις με χάρτζα, ματαξογάιτανα και χρυσά σιρίτια.
Ωραιότατο είναι και το κέντημα της πλάτης στον τσουμπέ.
Όλη η επιφάνεια από τους ώμους μέχρι τη μέση είναι στολισμένη
με κεντημένα λουλούδια από μετάξι και τη
χρυσοκλωστή. Εντυπωσιακό μπροστομάντηλο είναι η σπαλέτα
σε χρώμα λευκό, ροζ ή κίτρινο με ολόγυρα κρόσια καφασωτά.
Απαραίτητο συμπλήρωμα και στολίδι της σπαλέτας είναι τα χρυσαφικά:
οι σπίλες, τα ποντάλια, οι καρφοβέλονοι και οι στηθοβελόνες.
Τα ποντάλια και οι σπίλες τα πλαισιώνουν χρυσές αλυσιδίτσες απ΄ τις
οποίες πολλές φορές κρέμονται χρυσές καρδιές.
Εκτός από τα κοσμήματα του λαιμού η εξάρτυση από χρυσαφικά περιελάμβανε
και δαχτυλίδια και σκουλαρίκια. Υπέροχο επιστέγασμα της νυφικής
στολής ήταν το φέσι. Οι νύφες το φορούν στραβά
και πάντα στο αριστερά έτσι που να πιάνει ένα κομμάτι της χωρίστρας και
να σκεπάζει λίγο το μέτωπο.
Είναι χρυσοκέντητο και όμορφα στολισμένο. Είναι από μαύρο βελούδινο
ύφασμα κεντημένο στην επιφάνεια από χρυσοκλωστές άνθη και άλλες
γραμμικές συνθέσεις. Το πιο όμορφο και χαρακτηριστικό
κόσμημα που στολίζει το φέσι είναι η τρέμουλα, μια μετάλλινη βέργα
μήκους 10 εκ. που στέκει όρθιο στην άκρη του φεσιού.
Στην κορυφή του ο μετάλλινος μίσχος έχει ένα άνθος με δύο - τρία χρυσά
πλουμισμένα με διαμαντόπετρες.
Πάνω από το φέσι μπαίνει το νυφικό αραχνοΰφαντο
κεντητό κεφαλοπάνι, που πέφτει πλούσιο και αστραφτερό
στις πλάτες και τους ώμους
.ΑΝΤΡΙΚΗ (ΓΑΜΠΡΙΑΤΙΚΗ) Ο γαμπρός φορούσε άσπρο ομορφοκεντημένο πουκάμισο κι από πάνω το γελέκι που άλλοτε ήταν σταυρωτό και άλλοτε μονό, φτιαγμένο συνήθως από γαλάζιο βελούδο. Η πλάτη του γελεκιού ήταν από γυαλιστερό μετάξι σε χρώμα βυσσινί, κόκκινο ή παγωνί, με πλατύφυλλα φιόρα. Φορούσε ακόμα βράκα τσόχινη ή διμιτένια, που ήταν κεντημένη στις κάτω άκρες της και κάλτσες που ήταν και αυτές κεντημένες. Τη φορεσιά συμπλήρωναν το ζωνάρι, το φατσολέτο ή φέσι με μαύρη φούντα και, συνήθως, το μαντήλι του λαιμού.
ΜΟΥΣΙΚΗ
Οι μουσικές προτιμήσεις των διαφόρων περιοχών του νησιού αντικατοπτρίζουν και την πολιτιστική του ανομοιογένεια. Τα χωριά ακούνε λαϊκά και ρεμπέτικα - αποτέλεσμα της μόνιμης επαφής που είχαν με τη Ρούμελη. Η πόλη προτιμά μουσική με χορωδίες και μαντολινάτες, δείγμα της στενής σχέσης της με την Ιταλία, αφού σ΄ όλη τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, κι ως την ένωση με την Ελλάδα, τα παιδιά των πλούσιων οικογενειών σπούδαζαν ιατρική ή νομική στην Ιταλία και έφερναν, όταν γύριζαν, μαζί τους τον πολιτισμό και τις αξίες της Δύσης.
Οι Ενετοί απ’ την άλλη, προωθούσαν την κουλτούρα τους σε όλα τα Επτάνησα, με συνέπεια ακόμα και σήμερα να είναι ευδιάκριτη η μεγάλη επιρροή τους στη μουσική παιδεία.
Η Λευκάδα έχει την αρχαιότερη (μετά την Κέρκυρα) Φιλαρμονική της Ελλάδας (1850). Το δραστήριο Σωματείο συνέβαλε στην ανάπτυξη της μουσικής παιδείας των Λευκαδιτών ενώ έδωσε το παρόν σε σπουδαία ιστορικά γεγονότα, όπως η Ένωση των Επτανήσων το 1864, οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 1896, η Μεσολυμπιάδα του 1906, κ.ά. Το 1983 της απονέμεται το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Στη Φιλαρμονική λειτουργεί Μουσική Σχολή, Μπάντα, Μπαντίνα και Μουσικά Σύνολα.
Στη Λευκάδα, επίσης, δραστηριοποιούνται συγκροτήματα παραδοσιακών χορών, χορωδίες και μαντολινάτες με πανελλήνια, αλλά και διεθνή προβολή.
ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΟ ΚΕΝΤΗΜΑ
Η σημαντικότερη δραστηριότητα οικοτεχνικού χαρακτήρα - που άνθισε ιδιαίτερα στο παρελθόν και επιβιώνει ως τις μέρες μας - είναι η τέχνη του κεντήματος και του υφαντού, που αναπτύχθηκε σε αρκετούς ορεινούς οικισμούς και κυρίως την Καρυά, που έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό την παράδοση και τα έθιμα της. Τα περίφημα καρσάνικα κεντήματα - για τα οποία φημίζεται - είναι ένα μοναδικό είδος κεντητικής τέχνης, που καλλιέργησε η Μαρία Σταύρακα ή Κουτσοχέρω, όπως την έλεγαν λόγω της αναπηρίας της. Η τεχνική της γνώρισε μεγάλη απήχηση και διαδόθηκε έξω από τα όρια του νησιού, ακόμα και στο εξωτερικό. Εξαιρετικά είναι και τα υφαντά της περιοχής, φτιαγμένα με ασυνήθιστα μοτίβα και περισσή δεξιοτεχνία.
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ Η γεωργία υπήρξε για αιώνες η κυριότερη ενασχόληση των κατοίκων της Λευκάδας και η πιο σημαντική δραστηριότητα απ’ όσες εξασφάλιζαν την επιβίωσή τους. Προσφιλείς και προσοδοφόρες αγροτικές εργασίες ήταν η καλλιέργεια της ελιάς - κυρίως στα πεδινά - και η αμπελοκαλλιέργεια - στα ορεινά του νησιού - μια ασχολία αγαπητή στους Λευκαδίτες από την αρχαιότητα. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς - όπως ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (23-79 μ.Χ.) και ο Αθήναιος (160-250 μ.Χ.), ο συγγραφέας των «Δειπνοσοφιστών» - κάνουν αναφορές στο ονομαστό λευκαδίτικο κρασί. Εκτός από τις γεωργικές εργασίες, άλλες σημαντικές βιοποριστικές ασχολίες των κατοίκων ήταν η κτηνοτροφία και η αλιεία και - κατ΄ ακολουθία - το εμπόριο και οι πρακτικές τέχνες της καθημερινότητας.
Από την καθαρά γεωργική και κτηνοτροφική απασχόληση των κατοίκων προέκυψαν, παγιώθηκαν και δημιούργησαν τη δική τους παράδοση επαγγέλματα αυτονόητα στις μικρές αγροτικές κοινωνίες: του ζευγά, του θεριστή και του αλωνιστή, του μυλωνά, του λιοτρουβιάρη, του σκαφτιά, του χτίστη, του καμινέρη. Τα υπόλοιπα παραδοσιακά επαγγέλματα - του τσαγκάρη, του μαραγκού, του βαρελά, του σιδερά, του ράφτη και του εμπόρου - πλαισίωναν και συμπλήρωναν τα κύρια βιοποριστικά επαγγέλματα των φαμελιών.