Το Οθωμανικό Υδραγωγείο της Αγίας Μαύρας [Α΄ΜΕΡΟΣ]
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Όταν διέρχεται κάποιος από το δρόμο που οδηγεί από τον Πόντε στο Κάστρο, τις μέρες που η στάθμη των νερών είναι χαμηλή, βλέπει στ’ αριστερά του, μέσα στη λιμνοθάλασσα, μια σειρά βυθισμένων ερειπίων που ξεκινάει από το ύψος περίπου του Πόντε και σε πλήρως ευθεία γραμμή καταλήγει εκατόν πενήντα περίπου μέτρα βορειότερα της σύγχρονης κινητής Γέφυρας (ή: αριστερά εκείνου που βγαίνει από το νησί), εκεί που βρίσκεται «το σπίτι του Καλκάνη». Οι βυθισμένες αυτές πέτρες είναι προσφιλές αναπαυτήριο αλλά και ορμητήριο των γλάρων. Τι είναι οι πέτρες αυτές; Είναι τα υπολείμματα του oθωμανικού υδραγωγείου της Αγίας Μαύρας.
Όταν διέρχεται κάποιος από το δρόμο που οδηγεί από τον Πόντε στο Κάστρο, τις μέρες που η στάθμη των νερών είναι χαμηλή, βλέπει στ’ αριστερά του, μέσα στη λιμνοθάλασσα, μια σειρά βυθισμένων ερειπίων που ξεκινάει από το ύψος περίπου του Πόντε και σε πλήρως ευθεία γραμμή καταλήγει εκατόν πενήντα περίπου μέτρα βορειότερα της σύγχρονης κινητής Γέφυρας (ή: αριστερά εκείνου που βγαίνει από το νησί), εκεί που βρίσκεται «το σπίτι του Καλκάνη». Οι βυθισμένες αυτές πέτρες είναι προσφιλές αναπαυτήριο αλλά και ορμητήριο των γλάρων. Τι είναι οι πέτρες αυτές; Είναι τα υπολείμματα του oθωμανικού υδραγωγείου της Αγίας Μαύρας.
Το υδραγωγείο αυτό κατασκευάστηκε1 τον 16ο αιώνα για να υδρεύσει την πόλη της Αγίας Μαύρας (η οποία βρισκόταν μέσα στο Κάστρο μέχρι το 1684, οπότε οι νέοι κυρίαρχοι της Λευκάδας, οι Βενετοί, τη μετέφεραν στη θέση που βρίσκεται σήμερα) και το δυτικό του πόλισμα, το «μπόργο» της Αγίας Μαύρας, τη λεγόμενη «Χώρα»2, που βρισκόταν εκεί που, όπως προαναφέραμε, βρίσκεται σήμερα «το σπίτι του Καλκάνη». Το μήκος του από τη Μεγάλη Βρύση ως στην Αγία Μαύρα ήταν περίπου 3 χιλιόμετρα. Ήταν για την εποχή του ένα «έργο ιδιοφυΐας», όπως γράφει, στις αρχές του 19ου αι., ο γάλλος περιηγητής F. Pouqueville.
Ξεκινούσε από την (και σήμερα ονομαζόμενη) Μεγάλη Βρύση, ένα χιλιόμετρο περίπου νότια της σημερινής πόλης, περνούσε μέσα από την Αμαξική κατά μήκος του δρόμου, εκεί που περνάει το σημερινό παζάρι. Κατά μήκος αυτού του δρόμου οι Τούρκοι κατασκεύασαν 5 βρύσες, τελευταία των οποίων ήταν η «Κάτω βρύση», που σώζεται ακόμα – όχι βέβαια στην αρχική της μορφή. Σημειωτέον: Στη θέση της σημερινής πόλης είχε πιθανότατα σχηματισθεί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας (1479-1684) ο μικροσυνοικισμός της Αμαξικής: στη συνοικία του «Πουλιού» κατοικούσαν χριστιανοί και στο υπόλοιπο μέρος λίγοι Τούρκοι αγάδες που είχαν εκεί αγροικίες.
Η πρώτη καμάρα του υδραγωγείου πρέπει να ήταν κάπου κοντά στην Κάτω Βρύση (στις εσκαφές για το σύστημα αποχέτευσης κατά τη δεκαετία του ’80 βρέθηκαν κατάλοιπα της στο σημείο αυτό). Την εποχή που κατασκευάστηκε το υδραγωγείο, αλλά και αρκετά αργότερα, η θάλασσα έφτανε μέχρι αυτό το σημείο. Από εκεί ακολουθούσε την πορεία της σημερινής οδού Δαίλπφερδ, περνούσε μπροστά από το σημερινό «Κάρμα» και συνέχιζε «καρφί» μέσα στη λιμνοθάλασσα μέχρι τη Χώρα.
Β. ΤΡΟΠΟΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
Στον πυθμένα της λιμνοθάλασσας, κατά μήκος και πλάτος του υπό κατασκευήν έργου, μπήκε μια στρώση ως σταθερή θεμελίωση. Η κοιτόστρωση αυτή αποτελούνταν από αργολίθους, κροκάλες και από τμήματα άλλων επεξεργασμένων λίθων, το σύνολο των οποίων ενισχυόταν με κονίαμα από σβησμένο ασβέστη, άμμο και ηφαιστειακή τέφρα, δηλαδή από το μείγμα το καλούμενο «μπορτσολάνα» ή, κατ’ άλλους «μποτζαλάνα». Είναι αυτονόητο ότι η κοιτόστρωση αυτή δεν είχε το ίδιο πάχος παντού: ήταν πιο «παχιά» εκεί που ο βυθός έχει κοιλώματα και πιο λεπτή ή μηδενική εκεί που το βάθος της λιμνοθάλασσας το επέτρεπε. Η «παχιά» κοιτόστρωση αποτυπώνεται στο Σχέδιο 1 με τις ενδείξεις δ-δ. Η πιο λεπτή κοιτόστρωση αποτυπώνεται στο Σχέδιο 1 με τις ενδείξεις στ-στ και η τμηματική (: αλλού λεπτή, αλλού μηδενική) με τις ενδείξεις ε-ε μόνο στο σημείο όπου θα «πατούσε» η πρώτη σειρά των λιθοπλίνθων, οι οποίοι και θα αποτελούσαν την βάση των πεσσών του Υδραγωγείου.
Στον πυθμένα της λιμνοθάλασσας, κατά μήκος και πλάτος του υπό κατασκευήν έργου, μπήκε μια στρώση ως σταθερή θεμελίωση. Η κοιτόστρωση αυτή αποτελούνταν από αργολίθους, κροκάλες και από τμήματα άλλων επεξεργασμένων λίθων, το σύνολο των οποίων ενισχυόταν με κονίαμα από σβησμένο ασβέστη, άμμο και ηφαιστειακή τέφρα, δηλαδή από το μείγμα το καλούμενο «μπορτσολάνα» ή, κατ’ άλλους «μποτζαλάνα». Είναι αυτονόητο ότι η κοιτόστρωση αυτή δεν είχε το ίδιο πάχος παντού: ήταν πιο «παχιά» εκεί που ο βυθός έχει κοιλώματα και πιο λεπτή ή μηδενική εκεί που το βάθος της λιμνοθάλασσας το επέτρεπε. Η «παχιά» κοιτόστρωση αποτυπώνεται στο Σχέδιο 1 με τις ενδείξεις δ-δ. Η πιο λεπτή κοιτόστρωση αποτυπώνεται στο Σχέδιο 1 με τις ενδείξεις στ-στ και η τμηματική (: αλλού λεπτή, αλλού μηδενική) με τις ενδείξεις ε-ε μόνο στο σημείο όπου θα «πατούσε» η πρώτη σειρά των λιθοπλίνθων, οι οποίοι και θα αποτελούσαν την βάση των πεσσών του Υδραγωγείου.
Πάνω στη στρώση αυτή οι μαστόροι τοποθέτησαν εγκάρσια ορθογώνιους πελεκημένους ογκόλιθους (λιθόπλινθους από το κάστρο της αρχαίας Νηρίκου και μάλιστα από το ανοικοδομημένο στα Ελληνιστικά-Ρωμαϊκά χρόνια μέρος του τείχους. Όπως φαίνεται στο Σχέδιο 2, τα τμήματα των λινθοπλίνθων, που θα «πατούσαν» στις κοιτοστρώσεις, δεν είχαν όλα την ίδια μορφοποίηση ούτε τις ίδιες διαστάσεις. Άλλα είχαν μόνο τους ακραίους λινθοπλίθους και το ενδιάμεσο κενό γεμάτο από κτιστό υλικό (Σχέδιο 2: α), άλλα αποτελούνταν από ενιαίο σύνολο λινθοπλίνθων σε διάταξη γράμματος Ε (Σχέδιο 2: β) και άλλων η επιφάνεια συναποτελούνταν από τρεις λινθοπλίνθους που σχημάτιζαν το γράμμα Π (Σχέδιο 2: γ).
Σήμερα αρκετοί των λινθοπλίνθων λείπουν και έχει απομείνει μόνο η κοιτόστρωση, ενώ στις κοιτοστρώσεις, όπου η επιθαλάσσια βάση των πεσσών ανήκει στον τύπο (α), άλλες έχουν μόνο τον ένα λιθόπλινθο και άλλες φέρουν και τους δυο, εκ των οποίων ο ένας έχει μετακινηθεί ή μετακυλίσει στο πλάϊ συνεπεία των σεισμών ή της καθίζησης των κοιτοστρώσεων.
Πόσοι όμως λιθόπλινθοι υπήρχαν μέχρι την απαρχή της καμάρας; Εάν δεχτούμε τα 3 μέτρα ως ύψος της καμάρας, από τη βάση της κοιτόστρωσης, τότε με βάση τα πάχη των συνήθων λινθοπλίνθων (από 0,60-0,70 μ.) στο διάστημα αυτό χωρούσαν 3 τεμάχια, όπως εμφαίνεται στην όψη που αποτυπώνει το Σχέδιο 3.
Ύστερα σύνδεσαν τον τρίτο επάνω λιθόπλινθο με τον επόμενό του με τόξο, όπως δείχνει το Σχέδιο 3. Το τόξο αυτό («καμάρα») ήταν κτιστό, όπως δείχνει το Σχέδιο 3. Οι «καμάρες» του υδραγωγείου ήταν 360. Πάνω σ’ αυτές τις «καμάρες» στρώθηκε ένας δρόμος για απ’ ευθείας επικοινωνία του Κάστρου και της Χώρας με την Αμαξική, μήκους ενός (1) χιλιομέτρου, στενός περί το 1,30 μέτρα (όσο περίπου και το πλάτος των υποκείμενων λιθόπλιθων), πλατύτερος κοντά στη μέση, και δύσβατος.
Σε δυο σημεία οι καμάρες ήταν πλατύτερες για να επιτρέπουν το πέρασμα των μονόξυλων από το ένα μέρος της λιμνοθάλασσας στο άλλο3. Η δική μας αυτοψία επιβεβαίωσε την εξ αυτοψίας μαρτυρία του Π. Ροντογιάννη και τις παλιές περιγραφές για το σημείο αυτό. Στην ίδια απόσταση του νεότερου δρόμου (του πριν από το 1960) και για τον ίδιο λόγο (αλλά κυρίως, νομίζω, για την «κυκλοφορία» των ψαριών από το ιβάρι της Laguna στο ιβάρι του Αβλαίμονα και αντίστροφα) είχαν αφεθεί 5 καμάρες και εξ αυτού το σημείο αυτό λεγόταν «Πέντε καμάρες».
Πάνω από το δρόμο αυτό με τις 360 «καμάρες» περνούσαν οι πήλινοι αγωγοί («χασνάδες») που μετέφεραν το νερό. Πού ακριβώς όμως ήταν τοποθετημένος ο υδραγωγός; Δύο είναι οι πιθανές θέσεις: η πρώτη να είναι εντοιχισμένος (όπως στο πεδινό διάστημα της πόλης), να «πατά» δηλαδή στο άνω επίπεδο του υδραγωγείου και η δεύτερη να ήταν πλήρως εντοιχισμένος μέσα στο σώμα της φέρουσας τοιχοποιϊας. Πιο πιθανή είναι η πρώτη, διότι σε περίπτωση διαρραγής του, θα επισκευαζόταν πιο εύκολα αν βρισκόταν στη θέση αυτή.
Στο επάνω μέρος του υδραγωγού κατά ορισμένα διαστήματα ανοιγόταν μια οπή (Οι οπές αυτές στην έκθεση του Πίνι, που θα δούμε στο Β΄ Μέρος του παρόντος, ονομάζονται fori). Πάνω σε κάθε οπή εφαρμοζόταν (χωρίς να αφήνει κανένα κενό) ένας αεραγωγός (θα λέγαμε κάτι σαν μικρή και λεπτή καμινάδα), ο οποίος στην κορυφή είχε ένα «καπάκι» (όπως ο σημερινές καμινάδες) για να μην πέφτουν διάφορα υλικά εντός του και καταλήγουν στον υδραγωγό (Αυτοί οι αεραγωγοί στην έκθεση του Πίνι ονομάζονται spiragli. Το σύστημα αυτό των fori και spiragli (αποτυπώνεται στο Σχέδιο 3) εξασφάλιζε την ομαλή ροή του νερού εντός του υδραγωγού: ο αέρας, που εγκλωβιζόταν μέσα στον υδραγωγό και, φυσικά, εμπόδιζε την κυκλοφορία του νερού, μέσω των fori περνούσε στα spiragli, ανέβαινε στην κορυφή τους και αποβαλλόταν στην ατμόσφαιρα. Το σύστημα των fori και spiragli ήταν εγκατεστημένο στη βόρεια πλευρά του υδραγωγείου, όπως φαίνεται και στο Σχέδιο 3 και όπως μας το δείχνουν πολύ καθαρά παλιά χαρακτικά της εποχής, τα οποία μας δίνουν μια σαφή εικόνα συνολικά του υδραγωγείου και τα οποία θα παραθέσουμε στο Β΄ Μέρος του παρόντος.
Γ. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Στην τοπική παράδοση (την οποία κατέγραψε πρώτος ο Φλωρεντινός γιατρός και λόγιος Alessandro Ρini (1653-1717), για να την επαναλάβουν και άλλοι ταξιδιώτες και οι συμπατριώτες μας ιστορικοί, με εξαίρεση τον Π. Ροντογιάννη), το υδραγωγείο κατασκευάστηκε στα χρόνια της βασιλείας του σουλτάνου Βαγιαζίτ Β΄(1481-1512). Σύμφωνα μ’ αυτήν ο σουλτάνος είχε αναθέσει έναντι εκατό χιλιάδων τσεκινίων την εκτέλεση του έργου σε ένα μη κατονομαζόμενο τεχνίτη, ό οποίος, όταν αποπερατώθηκε το έργο, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ένα περίσσευμα τριάντα χιλιάδων τσεκινίων με «ανταμοιβή» να του κοπεί με εντολή τού σουλτάνου το κεφάλι, διότι δεν δαπάνησε όλο το ποσό, που είχε διατεθεί για το έργο αυτό. Η παράδοση διαιωνίστηκε στην τοπική ιστοριογραφία και συνεχίζεται ακόμα να διαιωνίζεται ως τις μέρες μας, παρά το γεγονός ότι ο Π. Ροντογιάννης σε διαδοχικά δημοσιεύματά του4 (1965, 1980, 1988) αξιοποίησε μία έγκυρη μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία το έργο δεν κατασκευάστηκε κατά τά έτη της βασιλείας του Βαγιαζίτ Β΄ αλλά το έτος 1564, επί σουλτάνου Σουλεϊμάν Α΄του Μεγαλοπρεπούς (1520-1566).
Στην τοπική παράδοση (την οποία κατέγραψε πρώτος ο Φλωρεντινός γιατρός και λόγιος Alessandro Ρini (1653-1717), για να την επαναλάβουν και άλλοι ταξιδιώτες και οι συμπατριώτες μας ιστορικοί, με εξαίρεση τον Π. Ροντογιάννη), το υδραγωγείο κατασκευάστηκε στα χρόνια της βασιλείας του σουλτάνου Βαγιαζίτ Β΄(1481-1512). Σύμφωνα μ’ αυτήν ο σουλτάνος είχε αναθέσει έναντι εκατό χιλιάδων τσεκινίων την εκτέλεση του έργου σε ένα μη κατονομαζόμενο τεχνίτη, ό οποίος, όταν αποπερατώθηκε το έργο, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ένα περίσσευμα τριάντα χιλιάδων τσεκινίων με «ανταμοιβή» να του κοπεί με εντολή τού σουλτάνου το κεφάλι, διότι δεν δαπάνησε όλο το ποσό, που είχε διατεθεί για το έργο αυτό. Η παράδοση διαιωνίστηκε στην τοπική ιστοριογραφία και συνεχίζεται ακόμα να διαιωνίζεται ως τις μέρες μας, παρά το γεγονός ότι ο Π. Ροντογιάννης σε διαδοχικά δημοσιεύματά του4 (1965, 1980, 1988) αξιοποίησε μία έγκυρη μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία το έργο δεν κατασκευάστηκε κατά τά έτη της βασιλείας του Βαγιαζίτ Β΄ αλλά το έτος 1564, επί σουλτάνου Σουλεϊμάν Α΄του Μεγαλοπρεπούς (1520-1566).
O Ροντογιάννης στηρίχτηκε σε μία βραχύλογη και γενική πληροφορία: Τον τίτλο της περίληψης μιας σουλτανικής διαταγής που απευθύνονταν στους καδήδες της Αγίας Μαύρας και του Αγγελόκαστρου (Σημειωτέον: η περιοχή από το Αγγελόκαστρο μέχρι και τη Λευκάδα αποτελούσε μια διοικητική ενότητα) και αναφερόταν στη μεταφορά τού νερού. Τώρα διαθέτουμε ολόκληρη την εκτεταμένη περίληψη τής διαταγής αυτής, που χρονολογείται 24 Οκτωβρίου 1564 και μας πληροφορεί ότι η εκτέλεση του έργου είχε ανατεθεί στον αρχιτέκτονα (mi’mar) Κώστα, που τον ξαναβρίσκουμε λίγο αργότερα (1574) να εργάζεται στην αναμόρφωση τού Κάστρου της Αγίας Μαύρας – άρα δεν αποκεφαλίστηκε5, παρά τα θρυλλούμενα της τοπικής παράδοσης! Τελειώνοντας το έργο (1564) αυτός ο Κώστας, για τον οποίο δεν ξέρουμε άλλο τίποτε, έστειλε στην Πύλη μια έκθεση6 από την οποία συμπεραίνουμε τα εξής:
Το υδραγωγείο έφερνε το νερό στο «βαρόσι» (=προάστιο), που υπήρχε δυτικά τού Κάστρου, δηλαδή στη Χώρα, και συγκοινωνούσε μαζί του με γέφυρα. Κοντά, και όχι μέσα στο Κάστρο, είχε τοποθετηθεί ένα «υδροζύγιο» (terazυ), δηλαδή ένα υδραυλικό μηχάνημα που χρησιμεύει για να διατηρεί το νερό τη δύναμη, με την οποία ρέει στα διάφορα μέρη της πόλης. Μια μόνη βρύση είχε φτιαχτεί μπροστά στη γέφυρα, που συνέδεε τη Χώρα με το Κάστρο, αλλά ο βοεβόδας του καζά ζήτησε να γίνει και άλλη στο προάστιο, πράγμα που σημαίνει ότι η πρώτη θα ήταν στην άκρη της γέφυρας προς την πλευρά του Κάστρου και όχι του προαστίου της Χώρας. Τον Οκτώβρη τού 1564 το έργο είχε ήδη αποπερατωθεί προφανώς. Το προάστιο αριθμούσε 200 hane (=σπίτια), είχε δηλαδή έναν πληθυσμό που έφτανε τις 1.000 περίπου ψυχές το λιγότερο, αν υπολογίσουμε ότι μια οικογένεια είχε γύρω στα 4 ή 5 άτομα.
Άλλες πληροφορίες δεν υπάρχουν στην αναφορά του αρχιτέκτονα εκτός του ότι το νερό της βρύσης μπορούσε να τροφοδοτεί όχι 200 αλλά και 700 σπίτια και ότι είχε μια μόνο κάνουλα. Στη διαταγή ωστόσο, όπου περιλαμβάνεται ή σύνοψη της αναφοράς του αρχιτέκτονα, υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα στα οποία εντέλλονται να απαντήσουν οι καδήδες της Αγίας Μαύρας και του Άγγελόκαστρου. Δεν ξέρουμε τι απάντησαν αυτοί αλλά από τα ερωτήματα είναι για μας διαφωτιστικά. Τα ερωτήματα είναι γιατί ο αρχιτέκτονας δεν ανέφερε πόσο μεγάλη είναι η ροή του νερού τον Αύγουστο στις βρύσες του Κάστρου και γιατί κατασκευάστηκε βρύση έξω από το Κάστρο, ενώ η σουλτανική διαταγή δεν πρόβλεπε κάτι τέτοιο. Και στη συνέχεια δίνει εντολή στον καδή να κάνει προσωπική έρευνα και να συντάξει μια αναφορά, με την οποία να γνωστοποιεί στο Σουλτάνο πόσο νερό φτάνει μέσα στο Κάστρο, πόσοι κρουνοί δίνουν νερό τον Αύγουστο, πόσα σπίτια (hane) υπάρχουν μέσα στο Κάστρο, πόση ποσότητα νερού και πόσοι κρουνοί πρέπει να υπάρχουν, πόσο χρειάζεται στις «συνοικίες (mahalla) των φτωχών (fukara)» και των αδύναμων του προαναφερόμενου προαστίου και σε ποιες θέσεις είναι δυνατόν να γίνουν βρύσες7.
Για να συνοψίσουμε: Το υδραγωγείο κατασκευάστηκε το 1564 στα χρόνια τού Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς. Κατασκευαστής του ήταν κάποιος Κώστας, χαμένος μέσα στο πλήθος των ανωνύμων τεχνιτών του ιστ΄ αιώνα, που δεν άφησε το όνομά του σε μιαν επιγραφή, όπως έκαναν άλλοι τεχνίτες. Αντί το όνομα του μάστορα η τοπική παράδοση προτίμησε το όνομα του Βαγιαζήτ.
_________________________
Σημείωση 1: Η δημοσίευση αυτή αποτελεί σύνοψη ευρύτερης μελέτης μου επί του θέματος.
Σημείωση 2: Ανεκτίμητη υπήρξε η βοήθεια του φίλου Νίκου Βαγενά, χωρίς τη συνδρομή του οποίου το κείμενο αυτό θα ήταν πολύ φτωχότερο και πολλά σημεία του θα έμεναν σκοτεινά: Αυτός σχεδίασε, ύστερα από προσεκτική παρατήρηση και μελέτη των παλιότερων πηγών, τα πολύ κατατοπιστικά σχέδια του υδραγωγείου. Αυτός παρατήρησε πράγματα που μόνο έμπειρο μάτι παρατηρεί και μου πρόσφερε έτοιμη την ερμηνεία ορισμένων τεχνικών ζητημάτων, που προκύπτουν από την παρατήρηση αυτή και την οποία η δική μου κατάρτιση δεν μπορούσε να συλλάβει. Πρώτος εγώ και ύστερα οι φιλίστορες αναγνώστες του οφείλουμε τις ειλικρινείς ευχαριστίες μας.
_________________________________________________________________________
1 Για τα σχετικά με την κατασκευή και την αρχική μορφή του έργου μπορεί κανείς να ανατρέξει στα εξής δημοσιεύματα: α) Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, Αθήνα, 22005, σ. 465-471 και β) Σπύρος Ασδραχάς, «Το υδραγωγείο της Αγίας Μαύρας», Πατριδογραφήματα, Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2003, σ. 301-312.
2 Την εποχή εκείνη η τότε Λευκάδα διέθετε τέσσερις συνοικισμούς-«κώμες»: Την κυρίως πόλη, που βρισκόταν μέσα στο Κάστρο, το δυτικό προάστιό της τη «Χώρα», το ανατολικό προάστιό της την «Άλλη Μεριά» (εκεί που σήμερα ονομάζομε το «Κτήμα του Αυγερινού») και την «Αμαξική» στη θέση της σημερινής πόλης. Βλ. Ευτυχία Λιάτα «Η τετρακωμία της Αγίας Μαύρας. Σχόλιο σ’ ένα σχέδιο του 1684», Επετηρίς Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, τ. Θ΄, Αθήνα 2004, σ.13-34.
3 Ροντογιάννης, ό.π. σ. 467 και Ασδραχάς, ό.π. σ.309.
4Ασδραχάς, ό.π., σ. 415.
5Προφανώς, το γεγονός ότι διατάχθηκε να γίνει έλεγχος μετά την αποπεράτωση του υδραγωγείου, όχι ως προς τις δαπάνες αλλά, όπως θα φανεί παρακάτω, στην έκθεση του Πίνι (Β΄ Μέρος του παρόντος), ως προς την τήρηση των προδιαγραφών του, είναι πιθανό να έδωσε το έναυσμα για τη γένεση του μυθεύματος σχετικά με τον αποκεφαλισμό του κατασκευαστή του.
6 Το κείμενο της αναφοράς μεταφρασμένο στα ελληνικά στο: Ασδραχάς, ό.π., σ. 303.
7 Τα ερωτήματα και η εντολή της σουλτανικής διαταγής μεταφρασμένα στα ελληνικά στο: Ασδραχάς,ό.π., σ. 305-306.
_________________________
Σημείωση 1: Η δημοσίευση αυτή αποτελεί σύνοψη ευρύτερης μελέτης μου επί του θέματος.
Σημείωση 2: Ανεκτίμητη υπήρξε η βοήθεια του φίλου Νίκου Βαγενά, χωρίς τη συνδρομή του οποίου το κείμενο αυτό θα ήταν πολύ φτωχότερο και πολλά σημεία του θα έμεναν σκοτεινά: Αυτός σχεδίασε, ύστερα από προσεκτική παρατήρηση και μελέτη των παλιότερων πηγών, τα πολύ κατατοπιστικά σχέδια του υδραγωγείου. Αυτός παρατήρησε πράγματα που μόνο έμπειρο μάτι παρατηρεί και μου πρόσφερε έτοιμη την ερμηνεία ορισμένων τεχνικών ζητημάτων, που προκύπτουν από την παρατήρηση αυτή και την οποία η δική μου κατάρτιση δεν μπορούσε να συλλάβει. Πρώτος εγώ και ύστερα οι φιλίστορες αναγνώστες του οφείλουμε τις ειλικρινείς ευχαριστίες μας.
_________________________________________________________________________
1 Για τα σχετικά με την κατασκευή και την αρχική μορφή του έργου μπορεί κανείς να ανατρέξει στα εξής δημοσιεύματα: α) Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, Αθήνα, 22005, σ. 465-471 και β) Σπύρος Ασδραχάς, «Το υδραγωγείο της Αγίας Μαύρας», Πατριδογραφήματα, Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2003, σ. 301-312.
2 Την εποχή εκείνη η τότε Λευκάδα διέθετε τέσσερις συνοικισμούς-«κώμες»: Την κυρίως πόλη, που βρισκόταν μέσα στο Κάστρο, το δυτικό προάστιό της τη «Χώρα», το ανατολικό προάστιό της την «Άλλη Μεριά» (εκεί που σήμερα ονομάζομε το «Κτήμα του Αυγερινού») και την «Αμαξική» στη θέση της σημερινής πόλης. Βλ. Ευτυχία Λιάτα «Η τετρακωμία της Αγίας Μαύρας. Σχόλιο σ’ ένα σχέδιο του 1684», Επετηρίς Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, τ. Θ΄, Αθήνα 2004, σ.13-34.
3 Ροντογιάννης, ό.π. σ. 467 και Ασδραχάς, ό.π. σ.309.
4Ασδραχάς, ό.π., σ. 415.
5Προφανώς, το γεγονός ότι διατάχθηκε να γίνει έλεγχος μετά την αποπεράτωση του υδραγωγείου, όχι ως προς τις δαπάνες αλλά, όπως θα φανεί παρακάτω, στην έκθεση του Πίνι (Β΄ Μέρος του παρόντος), ως προς την τήρηση των προδιαγραφών του, είναι πιθανό να έδωσε το έναυσμα για τη γένεση του μυθεύματος σχετικά με τον αποκεφαλισμό του κατασκευαστή του.
6 Το κείμενο της αναφοράς μεταφρασμένο στα ελληνικά στο: Ασδραχάς, ό.π., σ. 303.
7 Τα ερωτήματα και η εντολή της σουλτανικής διαταγής μεταφρασμένα στα ελληνικά στο: Ασδραχάς,ό.π., σ. 305-306.
Α. Η ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΠΛΗΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟΥ
Την αρχαιότερη περιγραφή την οφείλουμε στον φλωρεντινό γιατρό και λόγιο Αλέξανδρο Πίνι, ο οποίος υπηρέτησε ως γιατρός κατά τον πόλεμο των ετών 1684-1699 στο βενετικό στόλο που διεξήγαγε πολεμικές επιχειρήσεις στο Ιόνιο, στο Αιγαίο και στην Πελοπόννησο. Καλός γνώστης τής Μεσογείου, άφησε μία ενδιαφέρουσα περιγραφή τής Πελοποννήσου (1703). Ανάμεσα στα μέρη που γνωρίζει και μελετά ως αυτόπτης συγκαταλέγεται και η Λευκάδα, για την οποία έγραψε από την Κορώνη με χρονολογία 15 Νοεμβρίου 1685 μία εκτεταμένη επιστολή ως απάντηση στα ερωτήματα που του έθετε ο φίλος του Jacobo Grandi (1646-1691), βενετός γιατρός και λόγιος με ποικίλα ενδιαφέροντα, ο οποίος την 20 Απριλίου 1685 έγραψε από τη Βενετία στον Πίνι μία επιστολιμαία διατριβή, η οποία δείχνει τη μεγάλη ευρυμάθεια και αρχαιογνωσία του και στην οποία συγκεντρώνει ό,τι του ήταν γνωστό από τις αρχαίες πηγές αλλά και από τη βιβλιογραφία για πολλούς ελληνικούς τόπους και ζητά από το φίλο του τον Πίνι περαιτέρω πληροφορίες που θα προκύπτανε από άμεση παρατήρηση.
Την αρχαιότερη περιγραφή την οφείλουμε στον φλωρεντινό γιατρό και λόγιο Αλέξανδρο Πίνι, ο οποίος υπηρέτησε ως γιατρός κατά τον πόλεμο των ετών 1684-1699 στο βενετικό στόλο που διεξήγαγε πολεμικές επιχειρήσεις στο Ιόνιο, στο Αιγαίο και στην Πελοπόννησο. Καλός γνώστης τής Μεσογείου, άφησε μία ενδιαφέρουσα περιγραφή τής Πελοποννήσου (1703). Ανάμεσα στα μέρη που γνωρίζει και μελετά ως αυτόπτης συγκαταλέγεται και η Λευκάδα, για την οποία έγραψε από την Κορώνη με χρονολογία 15 Νοεμβρίου 1685 μία εκτεταμένη επιστολή ως απάντηση στα ερωτήματα που του έθετε ο φίλος του Jacobo Grandi (1646-1691), βενετός γιατρός και λόγιος με ποικίλα ενδιαφέροντα, ο οποίος την 20 Απριλίου 1685 έγραψε από τη Βενετία στον Πίνι μία επιστολιμαία διατριβή, η οποία δείχνει τη μεγάλη ευρυμάθεια και αρχαιογνωσία του και στην οποία συγκεντρώνει ό,τι του ήταν γνωστό από τις αρχαίες πηγές αλλά και από τη βιβλιογραφία για πολλούς ελληνικούς τόπους και ζητά από το φίλο του τον Πίνι περαιτέρω πληροφορίες που θα προκύπτανε από άμεση παρατήρηση.
Την επιστολή του και την απάντηση του Πίνι τύπωσε ό Γκράντι, μαζί με άλλα κείμενα, στη Βενετία το 1686 σε βιβλίο1. Σε ένα σημείο του βιβλίου αυτού ο Γκράντι ρωτάει τον Πίνι τα εξής:
«Τώρα λένε ότι υπάρχει ένα υδραγωγείο μήκους ενός μιλίου που χρησιμεύει και ως γέφυρα στους πεζούς, μολονότι το πλάτος της είναι μόνο τρία πόδια και δεν έχει κανένα παραπέτο. Να με πληροφορήσει ή Εξοχότητα σας για τη δομή, το μέγεθος, το υλικό και τον αριθμό των αψίδων αυτού τού Υδραγωγείου• πόση είναι ή ροή τού νερού αν υπάρχουν αεραγωγοί (fori) ή οπαία (spiragli) για το νερό, όπως σ’ εκείνα της Ρώμης, και αν υπάρχει ανάμνηση ή καμιά ελληνική λατινική επιγραφή για το ποιος και σε ποια εποχή την κατασκεύασε• να μου προμηθεύσει επίσης ένα ακριβές σχέδιο της πόλης της Αγίας Μαύρας και όλου τού νησιού και των γειτονικών μερών» (Τις πληροφορίες αυτές ο Γκράντι τις αντλεί προφανώς από την περιήγηση του Jacop Spon Voyage d’ Italie, de Grece e du Levant, fait aux annes 1675 et 1676, που εκδόθηκε στη Λυόν το 1678).
Απαντώντας ο Πίνι στα ερωτήματα του Γκράντι δίνει μια λιτή, αλλά από τις ακριβέστερες περιγραφές του υδραγωγείου, που είναι η ακόλουθη:
«Για να ικανοποιήσω εν μέρει τις ερωτήσεις σας για τους τόπους της Αγίας Λαύρας, σας στέλνω ένα σχέδιο, στο οποίο μπορείτε να ιδείτε τον αριθμό των αψίδων της Γέφυρας και υδραγωγείου που είναι κατασκευασμένο σύμφωνα με τη συνήθεια και τον τρόπο των ρωμαϊκών και πισατικών και άλλων της Ιταλίας. Δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά ως προς τη στενότητα των αψίδων σε αναλογία με το ύψος, γιατί, εκτός από δυο πλατιές αψίδες απ’ όπου περνούν μικρές βάρκες, όλες οι άλλες είναι πολύ στενότερες από όσο χρειάζεται να περάσει ένα από εκείνα τα μικρά σκάφη που ετούτοι οι Έλληνες τα λένε μονόξυλα, γιατί αποτελούνται από ένα μονοκόμματο ξύλο. Οι εξαεριστήρες (fogatoi) και τα στόμια (bottini), όπως τα ονομάζει ή Αφεντιά σας αεραγωγοί (fori) και οπαία (spiragli), έχουν τοποθετηθεί το ένα με το άλλο ορισμένα βήματα κατά τον τρόπο των οχετών στην Ιταλία και υψώνονται πάνω από το επίπεδο τού νερού σαν μικροί πυργίσκοι. Το υλικό είναι καλές αλλά απελέκητες πέτρες ενωμένες με δυνατό ασβέστη. Δεν διατηρούνται πουθενά επιγραφές ή αρχαία μνημόνια, [....]. Οι ίδιοι Έλληνες διηγούνται ότι ό Σουλτάνος Βαγιαζήτ έδωσε σε ένα τεχνίτη εκατό χιλιάδες τσεκίνια για την κατασκευή τού υδραγωγείου που καθώς επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τριάντα χιλιάδες ως περίσσευμα από τη δαπάνη, ό Σουλτάνος τού έκοψε το κεφάλι γιατί δεν τα ξόδεψε εξ ολοκλήρου».
Για να κατανοήσει ο σημερινός αναγνώστης τι σημαίνουν οι όροι fori και spiragli, και να αποκτήσει μια εύληπτη εικόνα τους, πρέπει να υπενθυμίσουμε αυτά που γράψαμε στο Α΄ Μέρος του παρόντος (σχέδιο 3): Στο επάνω μέρος του υδραγωγού, που μετέφερε το νερό στο Κάστρο, κατά ορισμένα διαστήματα ανοιγόταν μια οπή: fori, λοιπόν, ήταν οι τρύπες αυτές. Πάνω σε κάθε οπή εφαρμοζόταν (χωρίς να αφήνει κανένα κενό) ένας αεραγωγός (θα λέγαμε κάτι σαν μικρή και λεπτή καμινάδα), ο οποίος στην κορυφή είχε ένα «καπάκι» (όπως ο σημερινές καμινάδες) για να μην πέφτουν διάφορα υλικά εντός του και καταλήγουν στον υδραγωγό: αυτοί οι αεραγωγοί ήταν τα spiragli. Το σύστημα αυτό των fori και spiragli εξασφάλιζε την ομαλή ροή του νερού εντός του υδραγωγού: ο αέρας, που εγκλωβιζόταν μέσα στον υδραγωγό και, φυσικά, εμπόδιζε την κυκλοφορία του νερού, μέσω των fori περνούσε στα spiragli, ανέβαινε στην κορυφή τους και αποβαλλόταν στην ατμόσφαιρα. Το σύστημα των fori και spiragli ήταν εγκατεστημένο στη βόρεια πλευρά του υδραγωγείου, όπως μας το δείχνουν πολύ καθαρά οι παραπάνω εικόνες, οι οποίες μας δίνουν μια σαφή εικόνα συνολικά του υδραγωγείου.
Στην έκθεσή του ο Πίνι γράφει ότι επισυνάπτει ένα σχέδιο του υδραγωγείου, όπου μπορούσε να ιδεί κανείς τον αριθμό των αψίδων αλλά και τη διάταξη των αεραγωγών. Θα πρόκειται για ένα σχέδιο με υπόμνημα που, ατυχώς για μας, ο Γκράντι δεν το μετέφερε στο βιβλίο του.
Β. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ-ΣΕΙΣΜΟΙ
Παραθέτουμε τις μαρτυρίες που έχουμε για τις ζημιές που υπέστη το υδραγωγείο από τους σεισμούς και οι οποίες οδήγησαν τελικά στην καταστροφή του:
Παραθέτουμε τις μαρτυρίες που έχουμε για τις ζημιές που υπέστη το υδραγωγείο από τους σεισμούς και οι οποίες οδήγησαν τελικά στην καταστροφή του:
1. 1613, μηνί Οκτωβρίου 2, ημέρα ε΄και ώρα γ΄της ημέρας άρχισαν πάλι οι σεισμοί εις την Αγίαν μαύραν…και εκρημνίσθησαν και οι καμάρες εις την Αγίαν Μαύραν.
2. 1625 μηνί Ιουνίω 18, ώρα α΄ της ημέρας, ημέρα Σάββατο εγίνη μέγας σεισμός και κόπηκαν οι καμάρες όλες…και έκαμε να έλθει το νερό εις την χώραν έως τις 20 Σεπτεμβρίου.
3. 1630 μηνί Ιουνίω 22, δύο ώρες της ημέρας έγινε σεισμός μέγας και έπεσαν όλες οι καμάρες5.
4. Κατά την πολιορκία του 1684 ο Μοροζίνι, για να κόψει το νερό των πολιορκημένων, κατάστρεψε μέρος του υδραγωγείου6.
5. 1704 Νοεμβρίου 11, το βράδυ του Σαββάτου…. και εχάλασαν παντελώς οι καμάρες όλες και οι χαζονάδες (=οι σωλήνες του αγωγού)7.
6. Και μετά το 1704 μνημονεύονται σεισμοί, που επέφεραν βλάβες στο υδραγωγείο, όπως ο σεισμός του 1760. Αλλά τότε το υδραγωγείο δεν λειτουργούσε πιά, παρά μόνο ο επ’ αυτού δρόμος: Η πόλη είχε μεταφερθεί, οι δύο συνοικισμοί («Χώρα» και «Άλλη Μεριά») δεν υπήρχαν πια, στο Κάστρο έμεναν πια μόνο η φρουρά και ελάχιστοι κάτοικοι. Το νερό των πηγαδιών στο Κάστρο, κατά τον Ροντογιάννη, αρκούσε για τις ανάγκες τους. Ενετοί, Γάλλοι, Άγγλοι το εγκατέλειψαν στην τύχη του, γιατί, προφανώς, θεωρούσαν ματαιοπονία και πολυέξοδη τη συνεχή επιδιόρθωσή του από τους συνεχείς σεισμούς (1704, 1722, 1723, 1741, 1743, 1769, 1785)8.
7. «Το 1825 πολύ μέρος της πόλεως και μέρος ενός υδραγωγείου που διασχίζει τη λίμνη καταστράφηκε από ένα σεισμό»9. Φαίνεται ότι μετά την καταστροφή αυτή εγκαταλείφθηκε και ο δρόμος του υδραγωγείου, όπως προκύπτει από πληροφορία του γάλλου ιστορικού Jean-Alexander Buchon (1791-1846), που πέρασε από τη Λευκάδα το 184110. Ήδη σε σχέδιο του J.P. Kennedy του 1820 αποτυπώνεται ο νέος δρόμος Λευκάδας-Κάστρου, στη θέση του σημερινού αλλά πολύ στενότερος. Ο δρόμος αυτός από τότε βέβαια έχει υποστεί αλλεπάλληλες διαπλατύνσεις.
8. Οι πέτρες από το κατάστρωμα του παλιού δρόμου του οθωμανικού υδραγωγείου ίσως χρησιμοποιήθηκαν γύρω στα 1900 στην ξερολιθιά που χώριζε τη Laguna από την πλατιά βόρεια τάφρο, που εκτεινόταν από τον Πόντε ως τις Φυλακές Λευκάδας11. Αυτή είναι κατά πάσα πιθανότητα και η αιτία που από τότε το υδραγωγείο και ο επ’ αυτού δρόμος βρέθηκαν στην κατάσταση που βλέπουμε εμείς σήμερα. Και για να μην μπερδεύονται οι νεότεροι ως προς τη μορφή του τοπίου: Σήμερα, η ξερολιθιά έχει αντικατασταθεί από τον τσιμεντοστρωμένο δρομίσκο, που αρχίζει από την τοξωτή ξύλινη γέφυρα (στην βορειοανατολική αρχή της παραλιακής οδού Άγγελου Σικελιανού), μπροστά από το κέντρο «Κάρμα», η οποία κατασκευάστηκε επί δημαρχίας Παναγιώτη Σκληρού (1999-2002), ακολουθεί πορεία προς τα δυτικά και καταλήγει στο Πολιτιστικό Κέντρο Λευκάδας, όπου ενώνεται πάλι με την οδό Άγγελου Σικελιανού. Ο Πόντες είναι πλέον ένα τσιμεντένιο γεφύρι. Οι Φυλακές Λευκάδας έχουν κατεδαφιστεί κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80, στη θέση τους έχει ανεγερθεί το Δικαστικό Μέγαρο και η λιμνοθάλασσα στα βορειανατολικά των φυλακών έχει μπαζωθεί και στη θέση της έχει ανεγερθεί κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’90 το Πολιτιστικό Κέντρο Λευκάδας.
________________________________________________________________________
1 Το βιβλίο, κατά τη συνήθεια της εποχής, φέρει τον ακόλουθο μακρόσυρτο τίτλο: Riosposta di Jacobo Grandi Medico Professore di Notomia in Venezia, e Academico della Crusca A una Lettera del Sig. Dottor Alessandro Pini Medico dell’ Illust: & Eccellentiss: Sig. Capitan delle Navi Alessandro Molino Sopra alcune richiste intorno S. Maura, e in Prevesa. In Venezia M.DC.L.XXXVI, Per Combi, e Lanou. Con Licenza de Superiori. Ασδραχάς, ό.π., σ. 308.
2 Πρόκειται για χαρακτικό που απεικονίζει την περιοχή του Κάστρου και της Αμαξικής την εποχή της Τουρκοκρατίας. Προέρχεται από τη συλλογή των Σπύρου και Μαίρης Σταύρου. Στο: Π. Γ. Ροντογιάννης, «Οι πρωτεύουσες της Λευκάδος», ό.π., σ. 280. Ο Ροντογιάννης δεν το χρονολογεί.
3 Χαρακτικό που απεικονίζει την πολιορκία της Αγίας Μαύρας από τους Βενετούς το 1684. Στο: Με την Αρμάδα στο Μοριά 1684-1687, Ανέκδοτο ημερολόγιο με σχέδια, Εισαγωγή-Επιμέλεια: Ευτυχία Δ. Λιάτα, Μεταγραφή κειμένου: Κ. Γ. Τσικνάκης, Κ.Ν.Ε./Ι.Ε.Ε., Ολκός 1998, σ. 55-56. (Το ίδιο στο: Ευτυχία Δ. Λιάτα, «Η “τετρακωμία” της Λευκάδας-Σχόλιο σ’ ένα σχέδιο του 1684», ΕΕΛΜ, τ. Θ΄(2003), Αθήνα 2004, σ. 30 με την παραπομπή: Βενετία, Querini Stampalia, CI, IV, Cod. XCIII, αριθ. 1347)
4 A. Paravia, S. Maura ed Amaxichi, Μουσείο Κορρέρ Βενετία. Στο: ΔΙΑΥΛΟΣ-ΔΙΩΡΥΞ ΛΕΥΚΑΔΟΣ 1688-1987, ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Λευκάδας, Λευκάδα 2008, σ. 11.
5 Οι υπ’ αριθ. 1-3 σημειώσεις ανήκουν στον ιερέα Ν. Ζαμπέλη. Δημοσιεύτηκαν στο: Ι. Σταματέλος, «Οι δέκα τρεις μνημονευόμεναι καταστροφαί Λευκάδος από το 1612 μέχρι το 1869», Εφημερίς των Φιλομαθών, 18, αριθ. 726 [24.01.1870], σ.1985-1987. Τώρα μπορεί να τις βρει κανείς στα: Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ. 479-480 και Πάνου Γ. Ροντογιάννη, «Σεισμολόγιο Λευκάδος (1469-1971)», Εταιρεία Μελέτης Λευκαδικών Μελετών, τ. Η΄, Αθήνα 1995, σ. 158-205.
6 Κωνστ. Γ.Μαχαιράς, Η Λευκάς επί Ενετοκρατίας 1684-1797, Αθήνα 1951, [φωτοανατύπωση με τη στήριξη του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας, και βιο-εργογραφία του έργου από τον Τριαντάφυλλο Ε. Σκλαβενίτη (1882-1967), Πορεία, Αθήνα 2008] σ. 25.
7 Ενθύμηση από το ληξιαρχικό βιβλίο βαπτίσεων, γάμων και αποβιώσεων της εν τη πόλει Εκκλησίας Αγίου Νικολάου 1700-1801, Αρχεία Νομού Λευκάδας. Τώρα στο: Πάνου Γ. Ροντογιάννη, «Σεισμολόγιο Λευκάδος…», ό.π., σ. 158.
8 Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.469-471.
9 Astend, The Ionian Island, London 1863, σ. 144). Η πληροφορία στο: Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.471.
10 Σπύρος Ασδραχά, «Ο Αλέξανδρος Μπυσών επισκέπτεται τη Λευκάδα», Πατριδογραφήματα, ό.π., σ. 337-344.
11 Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.471
Του Δημήτρη Σπ. Τσερέ
________________________________________________________________________
1 Το βιβλίο, κατά τη συνήθεια της εποχής, φέρει τον ακόλουθο μακρόσυρτο τίτλο: Riosposta di Jacobo Grandi Medico Professore di Notomia in Venezia, e Academico della Crusca A una Lettera del Sig. Dottor Alessandro Pini Medico dell’ Illust: & Eccellentiss: Sig. Capitan delle Navi Alessandro Molino Sopra alcune richiste intorno S. Maura, e in Prevesa. In Venezia M.DC.L.XXXVI, Per Combi, e Lanou. Con Licenza de Superiori. Ασδραχάς, ό.π., σ. 308.
2 Πρόκειται για χαρακτικό που απεικονίζει την περιοχή του Κάστρου και της Αμαξικής την εποχή της Τουρκοκρατίας. Προέρχεται από τη συλλογή των Σπύρου και Μαίρης Σταύρου. Στο: Π. Γ. Ροντογιάννης, «Οι πρωτεύουσες της Λευκάδος», ό.π., σ. 280. Ο Ροντογιάννης δεν το χρονολογεί.
3 Χαρακτικό που απεικονίζει την πολιορκία της Αγίας Μαύρας από τους Βενετούς το 1684. Στο: Με την Αρμάδα στο Μοριά 1684-1687, Ανέκδοτο ημερολόγιο με σχέδια, Εισαγωγή-Επιμέλεια: Ευτυχία Δ. Λιάτα, Μεταγραφή κειμένου: Κ. Γ. Τσικνάκης, Κ.Ν.Ε./Ι.Ε.Ε., Ολκός 1998, σ. 55-56. (Το ίδιο στο: Ευτυχία Δ. Λιάτα, «Η “τετρακωμία” της Λευκάδας-Σχόλιο σ’ ένα σχέδιο του 1684», ΕΕΛΜ, τ. Θ΄(2003), Αθήνα 2004, σ. 30 με την παραπομπή: Βενετία, Querini Stampalia, CI, IV, Cod. XCIII, αριθ. 1347)
4 A. Paravia, S. Maura ed Amaxichi, Μουσείο Κορρέρ Βενετία. Στο: ΔΙΑΥΛΟΣ-ΔΙΩΡΥΞ ΛΕΥΚΑΔΟΣ 1688-1987, ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Λευκάδας, Λευκάδα 2008, σ. 11.
5 Οι υπ’ αριθ. 1-3 σημειώσεις ανήκουν στον ιερέα Ν. Ζαμπέλη. Δημοσιεύτηκαν στο: Ι. Σταματέλος, «Οι δέκα τρεις μνημονευόμεναι καταστροφαί Λευκάδος από το 1612 μέχρι το 1869», Εφημερίς των Φιλομαθών, 18, αριθ. 726 [24.01.1870], σ.1985-1987. Τώρα μπορεί να τις βρει κανείς στα: Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ. 479-480 και Πάνου Γ. Ροντογιάννη, «Σεισμολόγιο Λευκάδος (1469-1971)», Εταιρεία Μελέτης Λευκαδικών Μελετών, τ. Η΄, Αθήνα 1995, σ. 158-205.
6 Κωνστ. Γ.Μαχαιράς, Η Λευκάς επί Ενετοκρατίας 1684-1797, Αθήνα 1951, [φωτοανατύπωση με τη στήριξη του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας, και βιο-εργογραφία του έργου από τον Τριαντάφυλλο Ε. Σκλαβενίτη (1882-1967), Πορεία, Αθήνα 2008] σ. 25.
7 Ενθύμηση από το ληξιαρχικό βιβλίο βαπτίσεων, γάμων και αποβιώσεων της εν τη πόλει Εκκλησίας Αγίου Νικολάου 1700-1801, Αρχεία Νομού Λευκάδας. Τώρα στο: Πάνου Γ. Ροντογιάννη, «Σεισμολόγιο Λευκάδος…», ό.π., σ. 158.
8 Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.469-471.
9 Astend, The Ionian Island, London 1863, σ. 144). Η πληροφορία στο: Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.471.
10 Σπύρος Ασδραχά, «Ο Αλέξανδρος Μπυσών επισκέπτεται τη Λευκάδα», Πατριδογραφήματα, ό.π., σ. 337-344.
11 Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, τ. Α΄, ό.π., σ.471
Του Δημήτρη Σπ. Τσερέ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου