Ο Δημοτικός Ανθών – Γράφει ο Νίκος Βαγενάς


ανθωνας2
Ανθών ή επί τω λαϊκοτέρω Ανθώνας, αποκαλούνταν ο Δημοτικός Κήπος-αλσύλιο, δυτικά του παλαιού Νοσοκομείου. Επρόκειτο για ένα ολόκληρο σχεδόν, οικοδομικό τετράγωνο μήκους περί τα 100μ και άλλου τόσου πλάτους. Στην άμεση επαφή με τη σημερινή οδό Βαρζέλη και καθ’ όλο το μάκρος αυτής, εκτεινόταν το παλαιό Νοσοκομείο του νησιού, του οποίου η ανέγερση χρονολογούνταν, επί Αγγλικής Προστασίας κατά το 1836, δηλαδή κάμποσα χρόνια μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1825.
Σ’ αυτό το μακρόστενο ισόγειο κτήριο, έγινε μία προσθήκη ορόφου κατά το μισό σχεδόν του μήκους του, μερίμνη του Δημάρχου Λευκαδίων, γιατρού Ευσταθίου Βερροιώτη (1899 – 1907). Οι παλαιότεροι των συμπολιτών (κάτι σκόρπιοι πούχομε απομείνει τέλος πάντων), ασφαλώς, θα ενθυμούνται το κτήριο εκείνο που ήταν βαμμένο στο χρώμα της ώχρας και έφερε μόνον παράθυρα κατά μήκος της προειπωμένης οδού. Οι διάφορες είσοδοι βρισκόνταν στη δυτική πλευρά του αύλειου χώρου, ο οποίος μετά την ανακάλυψη του τσιμέντου, στρώθηκε με αυτό το άθλιο υλικό.
ανθωνας 3
Την ίδια χρονική περίοδο της ανέγερσης του Νοσοκομείου, κατά μήκος της βόρειας και νότιας πλευράς κατασκευάστηκαν λίθινα ισόγεια σπιτάκια στα οποία στεγάστηκαν οι άπορες οικογένειες. Μέχρι και τα μισά περίπου της δεκαετίας του 1960, τα σπιτάκια αυτά διατηρούνταν εξυπηρετώντας, τον ίδιο σκοπό επί 130 «συναπτά έτη».
Μία τρίτη σειρά σπιτιών, που εξυπηρετούσαν ομοίως στεγαστικές ανάγκες των απόρων, μορφοποιήθηκε κατά μήκος του νεοδιανοιγμένου, τότε, δρόμου απέναντι από τον παλιό σωζώμενο Παιδικό Σταθμό. Τα σπίτια αυτά ήταν υπερυψωμένα πάνω σε λιθόκτιστη βάση-τσόκολο, έχοντας όμως ξύλινο δάπεδο. Ήταν πιο ευρύχωρα, από τα προηγούμενα λίθινα ισόγεια, αφού σε κάθε ένα απ’ αυτά φιλοξενούνταν δυο οικογένειες.
Ο σκελετός τους ήταν ξύλινος (ξυλόπηκτος) και έφεραν τετράκλινη στέγη. Ας θεωρηθεί ευτύχημα η εργασία του αείμνηστου Δήμου Μαλακάση τόσο η περιγραφή, που προέβηκε για τα παλιά σπίτια, όσο και τα θαυμάσια σκίτσα που τη συνοδεύουν. Έτσι, μέσα στον τόμο ΣΤ΄ – 1984 της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, δανειστήκαμε δυο σκίτσα εκείνης της εργασίας (Φωτ. 1-2) όπου για μας τους γηγενείς (που ηλικιακά διανύομε κάποιες δεκαετίες), έχουν ιδιαίτερη συναισθηματική αξία, καθώς μέσ’ από αυτά ξεπροβάλλουν ολοζώντανα πρόσωπα, πράγματα και δρώμενα.
ανθωνας 4
Ο χώρος που περικλειόταν, τότε, μεταξύ Νοσοκομείου και νεοφτιαγμένων σπιτιών, χρησιμοποιήθηκε για δενδροφύτευση από τους Άγγλους, φυτεύοντας, αποκλειστικά, ευκάλυπτους. Αυτά τα δένδρα του νοτίου ημισφαιρίου (βλέπε Αυστραλία) διαδόθηκαν στην Ευρώπη όχι για καλλωπιστικούς σκοπούς, αλλά για λόγους υγιεινής και φαρμακευτικής κατά της ελονοσίας. Υπήρξαν ως συστάδες, ένα φυσικό κωνωπο-απωθητικό όπου εκτός από τις ελώδεις περιοχές, φυτεύονταν στα προαύλια Σχολείων, Νοσοκομείων, Φυλακών, Στρατοπέδων κ.α. Μάλιστα η χρήση τους ειδικά γι’ αυτό τον σκοπό υπήρξε μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες.
Γενικά η όλη αναμόρφωση του χώρου, έδωσε στην περιοχή την προσωνυμία «Καινόργια Χώρα» προς αντιδιαστολή από την παλιά. Όταν τα ηνία της πόλης ανέλαβε ο προειπωμένος Δήμαρχος Ε. Βερροιώτης, εκτός από την μερική προσθήκη ορόφου στο υπάρχον Αγγλικό Νοσοκομείο, προέβηκε σε μια ακόμη διευθέτηση του δενδροφυτευμένου χώρου. Μία διευθέτηση, η οποία έπρεπε να συνάδει με τον όρο «Δημοτικός Κήπος» δηλαδή μια εισαγώμενη, προ πολλού, παρέμβαση στις μεγάλες αδειές (πλατώματα) όπου μέσω αυτής, δινόταν μια σύγχρονη εικόνα του πολιτισμού που όφειλε νάχει μια πόλη.
Έτσι, ο χώρος εμπλουτίστηκε με επιπρόσθετα, διαφορετικά, δένδρα και φυτά (λεύκες, πλατάνια, ροδοδάφνες, αγριοτριανταφυλλιές) γινόμενος περισσότερο οικείος στους δημότες. Επί πλέον η μέχρι τότε άφρακτη, δυτική, πλευρά του Κήπου, τοιχίστηκε με κτιστή λιθοδομή η οποία έφερε ομοίως λιθοκολώνες, τετραγωνικής διατομής, τοποθετημένες μάλιστα σε ισαποστάσεις. Τα ενδιάμεσα κενά των λιθοκολώνων, ενισχύθηκαν με σιδερένιο κιγκλίδωμα, καθώς επίσης με σιδερό-φυλλα ήταν κατασκευασμένος και ο πυλώνας (πορτόνι) ο οποίος στηριζόταν στα άκρα σε, ομοίως, κτιστές λιθοκολώνες.
Οι παλαιότεροι θυμούνταν ότι ο εν λόγω Δήμαρχος, εκτός του ότι ήταν φανατικός σε ό,τι αφορούσε την ευταξία και τον ευπρεπισμό της πόλης (επιθεωρώντας αυτοπροσώπως τα πάντα), είχε ορίσει το άνοιγμα και το κλείσιμο του Κήπου, ιδίως σε συγκεκριμένες εποχές και ώρες.
ανθωνας 1
Δεν κατέστη γνωστό να βρεθεί η χρονολογία κατασκευής μιας εξαγωνικής εξέδρας (Σκίτσο Α΄) η οποία μάλιστα έφερε συγκλίνουσες πλευρές. Βρισκόταν κοντά στη νότια πλευρά του Κήπου απέχοντας όμως από τα λιθόκτιστα σπιτάκια της ίδιας πλευράς. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι ο χώρος αυτός, αρχικά αποκαλέστηκε ως «Κήπος του Βαλαωρίτη» για να μεταπηδήσει αργότερα, ως ονομαστικός προσδιορισμός, στο Boschetto της παραλίας, ιδίως μετά το 1925 όταν στο χώρο εκείνο τοποθετήθηκε η προτομή του ποιητή.
Έτσι ο Δημοτικός Κήπος, αποκαλέστηκε ως «Ανθών» λόγω της λουλουδιαστής εικόνας που συνέθεταν οι ροδοδάφνες και οι αγριοτριανταφυλλιές, ενώ ο μέχρι τότε ονομαστικός προσδιορισμός του Boschetto, εξοβελίστηκε, αποδιδόμενος πλέον (αφρόνως βεβαίως) στο Ηρώον των Πεσόντων. Δυστυχώς, οι τότε τοπικοί κρατούντες, δεν παρέμβηκαν δυναμικά για την διόρθωση των σφαλερών ονομασιών αφήνοντας τον απλό κόσμο να διαμορφώσει τις ονομασίες, σύμφωνα με τη δική του αντίληψη(1).
Η προειπωμένη εξέδρα, στο μέσον της επιφανείας της έφερε ένα παραδοσιακού τύπου μονοφάναρο και επικοινωνούσε με την εδαφιαία στάθμη με τρεις κτιστές σκάλες. Οι παλιότεροι λέγανε ότι η επιφάνειά της, πριν καλυφθεί με τσιμέντο, την τελευταία περίοδο της ζωής της, ήταν πλακόστρωτη. Ως κατασκευή ήταν το επίκεντρο των διαφόρων δρώμενων, αναλόγως της εποχής και της περιπτώσεως. Από μαρτυρίες υπεργήρων (τότε, 1963) συμπολιτών, εκτός από τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις, υπήρχαν και ’κείνες που εξελίσσοντο κατά την διαμορφούμενη γενική ευθυμία, ιδίως τις Κυριακές όταν, βεβαίως, ο καιρός ευνοούσε τις υπαίθριες συνάξεις.
Έτσι κατά το πέρας της εαρινής περιόδου ή αρχή της θερινής, η εξέδρα μετατρεπόταν σε μία μικρή υπερυψωμένη πλατεία, όπου η Φιλαρμονική Εταιρεία Λευκάδος, απέδιδε στο φιλόμουσο κοινό, διάφορα «κομμάτια» (μαρς, εμβατήρια, άριες κ.ά.) αθάνατων κλασσικών έργων, συνάδοντα, πάντοτε, με την περίπτωση. Ανάλογα της προτεραιότητας, ως προς τη χρονική στιγμή, η εαρινή περίοδος έληγε ή αντιθέτως η θερινή άρχιζε, είτε με την εθιμοτυπική εμφάνιση της Φιλαρμονικής το βράδυ της, τοπικής εορτής της Πεντηκοστής (της Φανερωμένης δηλαδή) είτε με την καθιερωθείσα συναυλία, για την επέτειο της Ένωσης της Επτανήσου.
Κατά βάση οι δυο αυτές βαρυσήμαντες εκδηλώσεις, σηματοδοτούσαν την αλλαγή εποχής, όπου μέσα στον περίβολο του Ανθώνα πραγματοποιούνταν οι συναθροίσεις των, πάλαι ποτέ, συμπολιτών, ιδίως τα καλοκαιρινά βράδυα που έκανε ζέστα. Επειδή η κεντρική πλατεία της Χώρας κατεχόταν από την ανώτερη κοινωνική τάξη, ο Ανθώνας κατακλυζόταν από τους λοιπούς κατοίκους, όχι μόνον τα βράδυα αλλά και τα καυτά μεσημέρια, αναζητώντας δροσιά κάτω από τα δασύφυλλα δένδρα.
Μερικοί φιλόμουσοι κάτοικοι, συγκροτούσαν ομάδα μουσικών και η εξέδρα μετατρεπόταν σε πίστα χορού, όπου τα ζευγάρια (ανεξαρτήτου ηλικίας) χόρευαν ευρωπαϊκούς χορούς. Ας μη θεωρηθεί υπερβολή, αφού το βαλς, οι καντρίλλιες και οι σιλανσιέδες ήταν ήδη γνωστά στο ντόπιο στοιχείο, πολύ πριν της Ένωσης της Επτανήσου. Χοροί των σαλονιών, ασφαλώς, αλλά όμως πέρασαν και στον απλό κόσμο.
Για παράδειγμα, όταν οι καντρίλλιες και οι σιλανσιέδες, έπεσαν στην αφάνεια, πέραν του μισού αιώνα και οι νέοι φυσικά τους αγνοούσαν, ξαναήρθαν στην τοπική ζωή, λίγο πριν ξεψυχήσει η δεκαετία του 1980. Έκαναν ξανά την εμφάνισή τους, μέσα από ένα θνησιγενές Σωματείο, την «Παλιά Λευκάδα» με δάσκαλο-καθοδηγητή το μακαρίτη Ι. Καλυβιώτη. Μαγαζάτορας ήταν ο άνθρωπος, είδη τσαγκαρικής πουλούσε. Δεν είχε σχέση με αρχοντικές οικογένειες και όμως τους χορούς αυτούς τους βίωσε και με αρκετή συνέπεια, τους μετέδωσε στα νέα, τότε, παιδιά του Σωματείου. Ευτυχώς γι’ αυτό, γιατί τη σκυτάλη παρέλαβε ο «Ορφέας» Λευκάδας και έτσι σήμερα μπορούμε να ελπίζομε ότι δεν θα χρειαστεί να ξαναπέσουν στην αφάνεια.
Η επακολουθήσασα κοσμογονική επανάσταση των Μπολσεβίκων (;), ώθησε αρκετές πλούσιες οικογένειες (όχι μόνον του νησιού) να καταφύγουν, χάριν ασφαλείς, στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και η μετανάστευση προς τις χώρες της Αμερικής (κυρίως στην Αργεντινή) ήταν οι βασικοί παράγοντες που η πόλη έχασε τον ιδιότυπο χαρακτήρα της, αφού το πληθυσμιακό κενό συμπληρώθηκε από κατοίκους της υπαίθρου και, αρκετά πρόσφατα, από διάφορους νεο-επήλυδες κυρίως του δημοσιο-ϋπαλληλικού τομέα.
Άγνωστη είναι η χρονολογία, για τον γράφοντα, κατά την οποία συνετελέσθηκε η αποδόμηση της πρόσοψης του Ανθώνα κατά μήκος της σημερινής οδού Θ. Στράτου. Ειδικώτερα, κατεδαφίστηκαν οι κτιστές κολώνες και αφαιρέθηκαν τα ενδιάμεσα κιγκλιδώματα, τα οποία πήραν την άγουσα προς ευπρεπισμό άλλων ομοειδών έργων. Δεν είναι διόλου απίθανο, τα κιγκλιδώματα να επανατοποθετήθηκαν στο τοιχο-φραγμένο πλέον, κατά το 1925, Boschetto και η συμπλήρωση των υπολοίπων πλευρών του, να έγινε με κιγκλιδώματα του αυτού σχεδίου.
Μετά το σεισμό του 1948, όλος ο εσωτερικός χώρος του Ανθώνα, κατακλύστηκε από αντίσκηνα, εντός των οποίων φιλοξενούνταν σεισμοπαθείς οικογένειες. Απέναντι από την πλατεία της «Ευαγγελίστριας» και κοντά στον (μετέπειτα) Παιδικό Σταθμό, στήθηκε το «Βαρέλι» του ΠΙΚΠΑ, δηλαδή το ημικυλινδρικό σιδερένιο-λυόμενο κτήριο, για την κάλυψη των παιδικών ιατροφαρμακευτικών αναγκών που είχαν οι… σκηνίτες.
Μερικά χρόνια αργότερα, οι σεισμόπληκτοι αποχώρησαν από τον Ανθώνα, όπου οι προνομιούχοι (όρα: κρατικάνθρωποι) μετεστεγάστηκαν στα πηλόκτιστα της Αμπελώνας (Νεάπολη) ενώ οι κατίβοι (όρα: παρακατιανοί) πήραν την άγουσα για τα «Βαρέλια», σαν και ’κείνο του ΠΙΚΠΑ. Όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει, οι διακρίσεις μεταξύ πιάτσας και Δημοσίου, δεν είναι φυτό που ξεφύτρωσε ξαφνικά, αλλά προϋπήρχε και δη εντέχνως καλλιεργηθέν.
Σε πολύ κοντινή χρονολογία, αρχές μόλις του 1950 (και κάτι παραπάνω), στη βορειοδυτική γωνία του Ανθώνα κατασκευάστηκε ο «γερασμένος» σήμερα Παιδικός Σταθμός με ξυλεία, η οποία ήταν προσφορά του Βασιλείου της Σουηδίας. Το κτήριο μορφοποιήθηκε σε σχέδια που αποστάλθηκαν μαζί με την υλική βοήθεια και πράγματι ακόμα και σήμερα, αποτελεί θαυμάσιο δείγμα αρχιτεκτονικής και χρήσης. Μετά από λίγο χρονικό διάστημα, το κτήριο του ΠΙΚΠΑ μεταστεγάστηκε απομένοντας πλέον ο παραμελημένος χώρος του Ανθώνα με αποκλειστική συντροφιά τα «κουρασμένα» αγγλικά σπίτια.
Στο νοτιοδυτικό άκρο του περιβόλου, όπου το ακραίο λιθόκτιστο σπιτάκι, λειτουργούσε, μέσα σ’ αυτό, καφενείο κατά το μάλλον ή ήττον υπαίθριο, κάτω από τα πανύψηλα αιωνόβια δένδρα. Το περιορισμένο εμβαδόν του κτίσματος, ώθησε τον καταστηματάρχη Νίκο Δερμάνη, όπως χρησιμοποιεί τον εσωτερικό χώρο για την παρασκευή καφέδων, αφεψημάτων και του λοιπού εξοπλισμού (ψυγείο με πάγο, πάγκος, ράφια κ.ά.) καθώς και για την φύλαξη ευπαθών επίπλων, όπως ήταν οι πτυσσόμενες πάνινες πολυθρόνες, οι ψάθινες καρέκλες, τα ξύλινα τραπεζάκια. Ως συνήθως τα μικρά, κυκλικά τραπεζάκια παραμέναν έξω με κάθε καιρό.
Το τέλος του Ανθώνα διαμορφώθηκε κατά δόσεις!!! Γύρω στα 1964 το αλσύλιο υλοτομήθηκε κατά το μισό του εμβαδού του, με σκοπό την ανέγερση του νέου Νοσοκομείου. Για τον πλήρη καθαρισμό του χώρου, κατεδαφίστηκαν τα λιθόκτιστα σπιτάκια, κατά μήκος της βόρειας και νότιας πλευράς του. Ασφαλώς και δεν σχολιάζεται η ανέγερση ενός κοινωφελούς έργου, αλλά γιατί ειδικά σ’ εκείνη τη θέση;
Μήπως η αξία αγοράς ενός αντιστοίχου οικοπέδου, θα ματαίωνε την υλοποίηση ενός τόσο σημαντικού έργου; Η άφρονος παραχώρηση του χώρου, υπό του Δήμου Λευκάδας, θύμιζε αγοραστή υποδημάτων ο οποίος θέλοντας να κάνει οικονομία, αντί των καινουργών κορδονιών, προτίμησε την αντικατάστασή τους, με παλιά. Έτσι για λόγους οικονομίας, ενώ η αξία γης, τότε, ήταν χαμηλή, προτιμήθηκε να καταστραφεί ένα έργο της φύσης (σε αγαστή συνεργασία με ’κείνο του ανθρώπου), του οποίου την επιβλητική εικόνα δημιούργησε ο χρόνος. Δεν μπορεί κανίς να κόβει υπερ-αιωνόβια δένδρα, δεν έχει το ηθικό δικαίωμα καθ’ οιανδήποτε ιδιότητα και δικαιολογία εάν επικαλείται. Πάντοτε υπάρχουν λύσεις(2).
Στη συνέχεια, επί ακράτου… δημοκρατικού μένους, υλοτομήθηκε το υπόλοιπο αλσύλιο και δη ύστερα από τον σεισμό του 1973, προκειμένου να εξευρεθεί χώρος (αν είναι δυνατόν!) για την στέγαση δυο Δημοτικών Σχολείων της πόλης. Έτσι, τα μοναδικά στοιχεία που απόμειναν να υπενθυμίζουν τον, πάλαι ποτέ, Ανθώνα, είναι το κτήριο του παλιού κρατικού Παιδικού Σταθμού(3) καθώς και ένας… νεαρός πλάτανος (70-80 ετών, αρκετά νέος για τα δεδομένα ηλικίας του δένδρου) ο οποίος διέφυγε τον πέλεκυ, όχι επειδή το έλεος συγκράτησε το χέρι του δημίου, αλλά επειδή βρισκόταν σε επαφή με την παλιά πρόσοψη του αλσυλίου, οπότε και η παρουσία του εθεωρήθηκε ως μη ενοχλούσα.
Τον ίδιο χρόνο εγκατάστασης των Σχολείων, κατεδαφίστηκε ολοσχερώς η εναπομείνουσα τοιχοδομή της παλιάς πρόσοψης και στη θέση της κατασκευάστηκε ευτελές τοιχάριο, το οποίο συνίσταται από απλό σενάζ σκυροδέματος. Μάλιστα από το σώμα του, αναφύεται κιγκλίδωμα, προσομοιάζον στον αντίστοιχο τύπο των Σωφρονιστικών Καταστημάτων.
Επειδή όμως ο πλάτανος, όπως παραπάνω σημειώθηκε, επιβουλεύεται τη σωματική ακεραιότητα του αντιαισθητικού περιφράγματος, καλούνται οι αρμόδιοι επί εκτάκτων καταστάσεων, όπως παρέμβουν πάραυτα (όπως στην αντίστοιχη περίπτωση των ευκαλύπτων του «Μαρκά») προς υπεράσπιση του απειλουμένου. Είναι ανάγκη να ακρωτηριάσουν (κι ακόμα να εκριζώσουν) το πόδι του παιδιού, πριν μεγαλώσει κι άλλο και καταστρέψει το… παπούτσι! Δεν έχετε ακούσει την παλιά ατάκα των Μπουρανέλλων για κάποιον που περπατά κουτσά: «Άστονε αυτόνε! Πάει έτσι γιατί τ’ πονάει το παπούτσ’!».
Πικρή η αλήθεια! Σε τούτη την παραπαίουσα πόλη, κάθε δένδρο που μεγαλώνει υπόκειται σε απηνή διωγμό, έως της τελικής του πτώσεως. Κάθε δένδρο που, για ορισμένους διακοσμητές περιβάλλοντος χώρου, κακώς μεγαλώνει, καταστρέφει «υπεσχημένα (προεκλογικά ως συνήθως) έργα, τα οποία «υλοποιήθηκαν εν μέσω αγωνίας και πόνου ψυχής, δια την πολυπόθητον επανεκλογήν».
Άραγε φταίνε τα δένδρα εάν κατά την υλοποίηση ενός έργου δεν λαμβάνονται επαρκώς υπ’ όψη οι μελλοντικές συνέπειες; Δυστυχώς, ως συνήθως, δεν υφίστανται προβλέψεις, έστω και κοντόφθαλμες, ειμή μόνον μελέτες υλοποίησης. Μόνον που στο κράτος των μελετών (γνωστό σε όλους) τα έργα καταλήγουν ελαττωματικά ή κατά το κοινώς λεγόμενο έργα… αμελέτητα!!!
__http://www.kolivas.de/archives/158203______________________________________
(1) Μη νομίσει κανείς ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά σήμερα!
(2) Οι Μουσουλμάνοι έχουν εντελώς διαφορετική αντίληψη για δένδρα. Αντικαθιστούν την έλλειψη τεμένους. Για όσους εξασκούν την επιστήμη του αρχιτέκτονα, δεν χάνουν τίποτε ν’ αναζητήσουν τη φιλοσοφία κατασκευής του τεμένους της Κόρντοβας.
(3) Πού καιρός για κοινωνικές ευαισθησίες ενός κράτους, που δαπανούσε μισθούς και εφόδια για τη διατήρηση των κολαστηρίων του Αιγαίου. Τα παιδιά έπρεπε να τύχουν της αρωγής του Σουηδικού Στέμματος και να σπεύσει το, τότε, κράτος «Λιγούλης» να χαρακτηρίσει το κτήριο του Παιδικού Σταθμού ως… κρατικό!

Δεν υπάρχουν σχόλια: