Ο 26χρονος τότε Φρέντυ Γερμανός*
επισκέπτεται ως ρεπόρτερ της «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ»,
με την ευκαιρία των «Εορτών Λόγου και Τέχνης»
, το νησί μας.
Ήταν η εποχή ακόμη που το Φεστιβάλ Λευκάδας,
όπως επικράτησε αργότερα να λέγεται,
είχε πανελλήνια ακτινοβολία και όλες
οι αθηναϊκές εφημερίδες είχαν εκτενείς
ανταποκρίσεις από τους πιο έγκυρους
και γνωστούς αρθρογράφους τους –
μεταξύ άλλων ο ακαδημαϊκός Σπ. Μελάς
για τον οποίο όμως θα επανέλθουμε.
Το Ενετικό φρούριο της Λευκάδας,
που υποδέχεται,
θαυμάσια διατηρημένο,
τον επισκέπτη στην είσοδο του λιμανιού
Την Κυριακή, 14 Αυγούστου 1960,
η προαναφερθείσα εφημερίδα δημοσιεύει
τις εντυπώσεις του κ. Φρ. Γερμανού
με τίτλο «ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΜΑΓΕΥΤΙΚΗ ΛΕΥΚΑΔΑ –
ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ, ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΛΛΟΝΩΝ»
. Στο πρωτοσέλιδό της «Η επιδείνωσις της καταστάσεως στο Κογκό»,
όπου ο Κονγκολέζος ηγέτης της ανεξαρτησίας
και ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος πρωθυπουργός
της Δημοκρατίας του Κονγκό Πατρίς Λουμούμπα
απειλούσε να «εισέλθη εις την Κατάγκα
, εάν δεν αποχωρήσουν αμέσως εκείθεν τα βελγικά στρατεύματα».
Ο νεαρός τότε Φρ. Γερμανός, «ευθυμογράφος
με πηγαίο χιούμορ, παρατηρητικότητα και πρωτότυπο ύφος»,
πάει πέρα από τα καθαυτό θέματα που ήταν στην ημερήσια
διάταξη των «Εορτών Λόγου και Τέχνης».
Γράφει ένα ύμνο για το νησί μας, που μόλις
είχε αρχίσει τουριστικά να μπουσουλάει.
Συνιστούμε σε όλους, ιδιαίτερα σε όσους καταβάλλουν
εναγώνια προσπάθειες να ανακαλύψουν ακόμη την
ταυτότητα του νησιού μας … και τα συγκριτικά του
πλεονεκτήματα σε σχέση με τη μελλοντική του τουριστική
ανάπτυξη, να το διαβάσουν με προσοχή.
Πολλά έχουν ομολογουμένως αλλάξει έκτοτε,
κάποια όμως παραμένουν ακόμη μέχρι σήμερα
αναλλοίωτα στο χρόνο…
(Σημ. σ.: Διατηρήσαμε την ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου. Τα έντονα γράμματα είναι δικά μας.)
ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΜΑΓΕΥΤΙΚΗ ΛΕΥΚΑΔΑ ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ, ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΛΛΟΝΩΝ – Εντυπώσεις του κ. ΦΡ. ΓΕΡΜΑΝΟΥ |
«Κάποτε μια νέα κοπέλλα ανέβαινε ένα καντούνι της Λευκάδα
. Ήταν όμορφη και όλοι την κύτταζαν.
Αλλά φυσούσε ένας δυνατός αέρας και το κορίτσ
ι αγωνιζόταν να συγκρατήση το φουστάνι του
που απειλούσε να κάνη αποκαλύψεις
. Μερικοί Λευκαδίτες στο απέναντι καφενείο
την κύτταζαν σιωπηλοί. Αλλά ένας δεν κρατήθηκε:
«Άσε, κοπέλλα μου, τον αέρα να κάνη
τη δουλειά του» της φώναξε.
Η ιστορία αυτή είναι παρμένη από μια άγραφη
συλλογή ανεκδότων που οι Λευκαδίτες αρχίζουν
να σας τα διηγούνται από την πρώτη στιγμή που
θα πατήσετε το πόδι σας στο νησί τους.
Έχει κανείς την εντύπωση ότι
όλη η ιστορία της Λευκάδας είναι μια σειρά
από εύθυμες ιστορίες. Αλλά φυσικά δεν είναι έτσι.
Η Λευκάδα είναι ένα βασανισμένο νησί και ο τελευταίος
σεισμός του 1948 σκόρπισε γύρω του πολλή δυστυχία.
Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν μία παρηγοριά στο να μιλούν
για τη δυστυχία τους, αλλά οι Λευκαδίτες
δεν ανήκουν στην κατηγορία αυτή.
Έχουν μία σπάνια ικανότητα να υψώνονται
επάνω από τη συμφορά που τους βρήκε.
Είναι περήφανοι και δεν θέλουν να τους
λυπάται κανείς. Κάποιος μου είπε ότι το
ίδιο βράδυ του μεγάλου σεισμού ακούστηκε
ο ήχος της κιθάρας μέσα από κάποιο ερειπωμένο
καντούνι. Δεν πρέπει να σας παραξενεύη αυτό
. Κάπως έτσι θα πρέπει να έγινε.
Μία άλλη ιστορία είναι εκείνη του
Λευκαδίτη σεισμόπληκτου που αποφάσισε
μία ημέρα να πάη στο γραφείο ανοικοδομήσεως
για να ρωτήση πότε θα του χτίσουν το σπίτι του.
Ο υπάλληλος κούνησε το κεφάλι του και συμβουλεύθηκε
τα χαρτιά του. «Μάλιστα», έκανε ύστερα.
«Το σπίτι σας είναι καταχωρημένο στην ογδόη κατηγορία»
. Και ο Λευκαδίτης, γλυκά – γλυκά:
«Τι θέλεις να μου πης;
Ότι θα μου χτίσετε το σπίτι μου
ύστερα από οκτώ σεισμούς».
Έτσι αντιμετωπίζουν οι Λευκαδίτες κάθε στιγμή της ζωής τους. Με χαμόγελο, με κέφι, με χιούμορ. Το Λευκαδίτικο χιούμορ θα είναι ίσως κάποια διασταύρωση του Επτανησιακού, αλλά έχει ένα δικό του χαρακτήρα. Είναι ζεστό και ανθρώπινο. Το σπουδαιότερο ίσως είναι ότι το ταλέντο αυτό δεν είναι προνόμιο των πλουσίων ή των διανοουμένων του νησιού. Το έχουν όλοι οι Λευκαδίτες ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη που ανήκουν. Το περασμένο καλοκαίρι ανάμεσα στα άλλα καλά που ξεφόρτωσε το βαπόρι στην αποβάθρα του νησιού ήταν και μία στάρ. Ο κόσμος την κύτταξε με ενδιαφέρον καθώς περπατούσε στην προκυμαία φορώντας ένα στενό σορτς και ένας βαρκάρης φώναξε σε ένα συνάδελφό του που βρισκόταν λίγο μακρύτερα: «Είδες Αποστόλη τι σπουδαίο πράγμα είναι ο τουρισμός που δεν τον ήθελες. Τι λες τώρα;» Ο Αποστόλης φυσικά κατάπιε τη γλώσσα του μπροστά σε τέτοιο επιχείρημα και από εκείνη την ημέρα έγινε θερμός οπαδός του εσωτερικού τουρισμού.
Όλα αυτά συνθέτουν στη Λευκάδα μία ατμόσφαιρα που δεν βρίσκεται εύκολα παντού. Οι Λευκαδίτες είναι έξυπνοι και χαίρονται την εξυπνάδα τους με τον ίδιο τρόπο που άλλοι άνθρωποι χαίρονται τα χρήματά τους. Αν πάτε στη Λευκάδα θα διαπιστώσετε ότι οι Λευκαδίτες έχουν μία δική τους μέθοδο αναψυχής. Κάθονται στο Μποσκέτο, που είναι το κοσμικό τμήμα της παραλίας, και λένε ιστορίες. Οι περισσότερες αναφέρονται σε τύπους του νησιού που έζησαν πριν τριάντα και σαράντα χρόνια. Τώρα οι άνθρωποι αυτοί είναι πεθαμένοι, αλλά η νοσταλγία εκείνων που τους γνώρισαν τους κάνει κάθε βράδυ να ξαναζούν στην παραλία του Μποσκέτου.
Ίσως η «Εταιρεία Λευκαδίων Θεμάτων» να βρη κάποιο τρόπο και να αξιοποιήση το λαογραφικό αυτό υλικό μέσα στα πλαίσια των «Εορτών Λόγου και Τέχνης» που οργανώνει κάθε χρόνο. Οι γιορτές αυτές που χαρακτηρίζονται από την ποικιλία του προγράμματός των ελκύουν κάθε χρόνο όλο και περισσότερους τουρίστες. Περιλαμβάνουν μουσική, θέατρο, διαλέξεις, χορούς, ναυτικές γιορτές, επιδείξεις τοπικών εθίμων και εκδρομές στο εσωτερικό του νησιού.
Ο φετεινός εορτασμός άρχισε χθες αλλά υπάρχει πάντα καιρός για να προλάβετε. Οι γιορτές θα κρατήσουν ως τις 28 Αυγούστου. Το διάστημα δεν είναι βέβαια αρκετό για να γνωρίσετε τη Λευκάδα. Είναι όμως αρκετό για να την αγαπήσετε και να την επισκεφθήτε και του χρόνου. Πάντως άσχετα από το αν δεν περιλαμβάνωνται στο επίσημο πρόγραμμα των γιορτών φροντίστε να ακούσετε τις ιστορίες του Μποσκέτου. Δεν έχει σημασία ότι θα είσθε ξένος. Στη Λευκάδα δεν είναι κανείς ξένος.
Η Λευκάδα μοιάζει με μία ψυχή που σου ανοίγεται σιγά – σιγά. Η πρώτη επίσκεψη που σχηματίζει ο επισκέπτης φθάνοντας με το λεωφορείο ή μπαίνοντας στο λιμάνι με το πλοίο είναι πολύ φτωχή. Ο σεισμός του 1948 άλλαξε την όψη της πόλεως. Πλήγωσε θανάσιμα την αρχοντιά της και σώριασε σε ερείπια ό,τι είχε στηθεί με κόπους και με όνειρα αιώνων. Πολλά σπίτια σήμερα είναι ετοιμόρροπα. Ανάμεσα σε αυτά είναι τα αρχοντικά του Σικελιανού και του Βαλαωρίτη. Η σημερινή Λευκάδα είναι μία ωχρή σκιά του χθεσινού εαυτού της.
Αλλά αυτό είναι η πρώτη εντύπωση. Συνήθως οι εντυπώσεις αυτές ξεγελούν. Πίσω από τη χλωμή φυσιογνωμία των σπιτιών της η ψυχή της Λευκάδας χτυπά πάντα. Αυτή δεν μπόρεσαν να την καταβάλουν οι σεισμοί. Είναι μια βαθειά και ακατάλυτη δύναμη που ρίζωσε στη γη της Λευκάδας. Είναι τα γελαστά πρόσωπα των ανθρώπων του νησιού που δεν έπαψαν ποτέ να κλοδέχωνται τους ξένους. Είναι αυτή η θερμή φιλικότητα που αναβλύζει από τη ματιά τους. Είναι τα χέρια που θα σφίξετε και οι πόρτες που θα συναντήσετε ανοιχτές. Είναι το κέφι και η ζωηρότητα των ανθρώπων αυτών – τα ξενύχτια στο Μποσκέτο και οι καντάδες με την κιθάρα στα καντούνια της πόλεως.
Αλλά την ομορφιά του νησιού θα την γνωρίσετε πραγματικά από τη στιγμή που θα προχωρήσετε στο εσωτερικό του. Τότε καταλαβαίνετε γιατί οι Λευκαδίτες είναι αυτοί που είναι και γιατί γεννήθηκαν εδώ ο Βαλαωρίτης, ο Σικελιανός, οι Ζαμπέλιοι, ο Λευκάδιος Χερν. Που αλλού θα μπορούσαν να γεννηθούν;
«Βουνά γαλαζοπράσινα φρουροί ενός κάστρου ενετικού που κλει την Άγια Μαύρα» |
Το πράσινο της Λευκάδας έχει μία κρυστάλλινη ένταση. Δεν μοιάζει με το πράσινο που ξέρομε. Είναι ένα πράσινο οργιαστικό. Κυλά ορμητικά στους κάμπους σαν χείμαρρος, τρυπά τους βράχους, αναπηδά μέσα από τη θάλασσα σαν μία ζωντανή ύπαρξη. Όλη σχεδόν την ανατολική πλευρά της Λευκάδας την αγκαλιάζουν μικρά καταπράσινα νησάκια που προβάλλουν αναπάντεχα μπροστά σας καθώς το καράβι πλέει ανάμεσα στην Λευκάδα και την Ακαρνανία. Ανάμεσα σε αυτά είναι και η Μαδουρή – το αγαπημένο νησί του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Απέναντι από την Μαδουρή υψώνεται αγκαλιασμένος από μία οργιαστική βλάστηση στην δασόφυτη χερσόνησο της Αγίας Κυριακής ο τάφος του Γερμανού αρχαιολόγου Γουλιέλμου Νταίπρφελντ, που υποστήριξε πριν σαράντα χρόνια ότι η Ιθάκη του Ομήρου ήταν η Λευκάδα. Οι ανασκαφές που έγιναν μετά απεκάλυψαν στο Νυδρί τα θεμέλια του παλατιού του Οδυσσέα και έγιναν αφορμή να βρεθούν πολλά κοσμήματα ανάμεσα στα οποία και ένα περιδέραιο που λέγεται ότι ανήκε στην Πηνελόπη.
Η ιστορία δένεται στη Λευκάδα με το θρύλο. Πιο κάτω στο νοτιώτερο άκρο της Λευκάδας, υψώνεται ο Λευκάτας που ο λαός τον βάφτισε Κάβο της Κυράς γιατί σύμφωνα με την παράδοση από τον βράχο αυτό αυτοκτόνησε η θλιμμένη ποιήτρια της αρχαιότητας, η Σαπφώ. Ο Λευκάτας είναι ένας βράχος γκρίζος, φαλακρός και αφιλόξενος. Όσοι τον ζουν σε όλες του τις στιγμές λένε ότι έχει μία δική του γοητεία. Ένας πόνος είναι χυμένος στο πέτρινο πρόσωπό του – μία γραμμή απέραντης οδύνης.
«Πόθος βαθύς θανάτου με κατέχει να ιδώ τους δροσερούς λωτούς που ανθίζουν στις Αχερούσιες λίμνες» |
Τον χειμώνα όταν ο παγωμένος άνεμος ξεκολλά βράχους και χόρτα από τον Λευκάτα, οι χωριάτες που μένουν γύρω λένε ότι ακούν λυγμούς γυναικείους μέσα από τον ρόχθο των κυμάτων.
Θα πρέπει να ειπωθούν έστω και στο τέλος του άρθρου λίγα λόγια για τη Λευκαδίτισσα. Σπάνια θα συναντήσετε τόσο λυγερά και ολόϊσια κορμιά σαν τα γυναικεία κορμιά της Λευκάδας. Είχαμε πάει μία μικρή συντροφιά εκδρομή στην Καρυά, ένα από τα χωριά της ορεινής Λευκάδας. Ήταν απόγευμα – η ώρα της βρύσης. Οι γυναίκες έρχονταν για νερό με τα βαρέλια τους. Περνούσαν δίπλα από την πλατεία χωρίς να στρέφουν το βλέμμα τους, τα γέμιζαν και έπαιρναν σιωπηλές το δρόμο του γυρισμού. Όλοι προσέξαμε τον τρόπο με τον οποίο μετέφεραν το βαρέλι. Το ισορροπούσαν στην κορυφή του κεφαλιού τους και προχωρούσαν με τα χέρια στη μέση. Είχες την αίσθηση ότι κυλούσαν επάνω στο λιθόστρωτο.
Τις κυττάζαμε μαγεμένοι. Πέρασαν από δίπλα μας ανάλαφρες και περήφανες χωρίς να γυρίσουν ούτε μία φορά το κεφάλι τους δεξιά ή αριστερά. Καθώς γλιστρούσαν έτσι με τα χέρια στη μέση θύμιζαν ακαθόριστα την παράσταση κάποιου αρχαίου αμφορέα. Μία ξένη κυρία της συντροφιάς συμπλήρωσε τη σκέψη μας: «Δεν σας θυμίζουν τις Καρυάτιδες;» ψιθύρισε.
ΦΡ. ΓΕΡΜΑΝΟΣ
________________________________
* Ο Φρέντυ Γερμανός (1934-1999) γεννήθηκε στην Αθήνα με καταγωγή από τη Μυτιλήνη. Σπούδασε στην τότε Πάντειο Ανωτάτη Σχολή και στη Σχολή Δημοσιογραφίας Όλσον. Μιλούσε αγγλικά και γαλλικά. Μπήκε στο γράψιμο από 18 χρόνων. Ξεκίνησε παίρνοντας το δεύτερο βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Διηγήματος, που καθιέρωσε ο Mπάμπης Kλάρας στη «Bραδυνή». Από το 1953 ως ελεύθερος ρεπόρτερ ανέλαβε πολλές δημοσιογραφικές αποστολές σε διάφορες χώρες για λογαριασμό εφημερίδων και περιοδικών.
Εργάστηκε ως ρεπόρτερ στην «Ελευθερία» (1954-1960), ως χρονογράφος στη «Mεσημβρινή» (1960-1967) της Ελένης Bλάχου, στην «Απογευματινή» (1968-1973) για να κλείσει τον δημοσιογραφικό κύκλο του στην «Ελευθεροτυπία» (1975-1990), απ΄ την οποία παραιτήθηκε («πρόωρα», είπαν μερικοί) για να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Έγινε γνωστότατος ως ευθυμογράφος με πηγαίο χιούμορ, παρατηρητικότητα και πρωτότυπο ύφος.
Tο 1964 βγήκε το πρώτο του βιβλίο από τις εκδόσεις «Γαλαξίας», με μικρά χιουμοριστικά διηγήματα, τα οποία «δεν ήταν ακριβώς χιουμοριστικά, ούτε ακριβώς διηγήματα». Ήταν το «Mε συγχωρείτε, λάθος», το οποίο έφτασε τα 150.000 αντίτυπα τα επόμενα χρόνια. Έγραψε συνολικά 25 βιβλία τα οποία τον περιέλαβαν στη συντροφιά των πιο πολυδιαβασμένων Ελλήνων συγγραφέων του καιρού μας. Ο ίδιος πίστευε ότι η συγγραφική του καριέρα άρχισε ουσιαστικά το 1978, όταν έγραψε τον «Εχθρικό πλανήτη», μια σειρά από φανταστικά διηγήματα, κι ένα χρόνο αργότερα το «Ένα γελαστό απόγευμα». Tο 1985, με το ιστορικό του μυθιστόρημα «Ακριβή μου Σοφία», άνοιξε έναν καινούργιο κύκλο που συνεχίστηκε με τα βιβλία «Η εκτέλεση», 1986, «“Ελλη Λαμπέτη», 1996, «Τερέζα», 1997, κ.ά. «Το αντικείμενο», που αναφέρεται στη ζωή του Νίκου Ζαχαριάδη, είναι το τελευταίο του χειρόγραφο που εκδόθηκε, το 2000.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου