"Κύριε η εν πoλλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή..".


Κασσιανή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Κασσιανή
Η Κασσιανή ή Κασ(σ)ία, ή Εικασία, ή Ικασία (μεταξύ 805 και 810 -
 πριν το 865)
ήταν βυζαντινή ηγουμένηποιήτριασυνθέτρια, και υμνογράφος στην
 οποία και
 αποδίδεται το ψαλλόμενο την Μεγάλη Τρίτη τροπάριο που αρχίζει
με τις λέξεις:
 "Κύριε η εν πoλλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή..".
Η ζωή και το έργο της καλύπτεται από μια ασάφεια. 
Αρχικά, το όνομά της, το οποίο απαντάται στις πηγές με τις τέσσερις
 προηγούμενες παραλλαγές. Το πρώτο, (Κασσιανή), προέκυψε
 επειδή ίσως
 το όνομά της
 δεν ήταν συνηθισμένο και της δόθηκε όνομα καλογερικό, δηλαδή
τη θηλυκή
 μορφή του
 γνωστού καλογερικού ονόματος Κασσιανός. Το δεύτερο, (Κασ(σ)ία)
, χρησιμοποιείται 
                                                          
από την ίδια στην ακροστιχίδα του μοναδικού σωζόμενου κανόνα της. 
Τέλος οι δύο τελευταίες παραλλαγές, (Εικασία ή Ικασία), προέκυψαν
 από το λάθος ενός αντιγραφέα που προσέθεσε το γράμμα «Ι».[1]
Πρώτος βυζαντινός χρονογράφος που παρέχει στοιχεία περί της ζωής
 της Κασσιανής
 είναι ο Συμεών ο Μάγιστρος,
 τον οποίο και
 ακολουθούν πολλοί άλλοι
μεταξύ δε 
 κ.ά. 
Η Κασσιανή είναι μία από 
τους πρώτους μεσαιωνικούς
 συνθέτες τα έργα των
 οποίων σώζονται αλλά και
 μπορούν να ερμηνευτούν
 από σύγχρονους 
ειδικούς και μουσικούς.


 Περίπου   50 από τους ύμνους
 έχουν διασωθεί 
και 23 από αυτούς 
περιλαμβάνονται στα λειτουργικά βιβλία της
. Ο ακριβής αριθμός τους είναι εξαιρετικά δυσχερές να
 προσδιοριστεί,
 καθώς πολλοί ύμνοι αποδίδονται σε διαφορετικά
 πρόσωπα σε διάφορα 
χειρόγραφα, 
ενώ συχνά δε σώζεται το όνομα του υμνογράφου.
Επιπλέον, σώζονται 789 μη λειτουργικοί της στίχοι.
 Πρόκειται κυρίως για «γνωμικά»,
 όπως για παράδειγμα το παρακάτω:
«Απεχθάνομαι τον πλούσιο άντρα που γκρινιάζει
σαν να ήταν φτωχός.»
Τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία σαν αγία στις 7 Σεπτεμβρίου.[2]

Η ζωή της [Επεξεργασία]

Γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 στην Κωνσταντινούπολη
και ήταν γόνος φεουδαρχικής
 οικογενείας.[3] Ο πατέρας της Κασσιανής, επιφανές μέλος αυτής
της οικογένειας φαίνεται πως 
του είχε απονεμηθεί ο τίτλος του Κανδιδάτου στην αυλή της
 Βασιλεύουσας.[4] Όταν μεγάλωσε
 συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της.
Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών
 ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός,
 αναφέρουν ότι έλαβε μέρος 
στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο,
 την οποία είχε οργανώσει η μητριά του 
Ευφροσύνη. Σε αυτή, που τοποθετείται χρονικά ή στο 821 ή στο 830,[5]
 ο αυτοκράτορας 
επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο.
Θαμπωμένος από την 
ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε:
 «Ὡς ἂρα διά γυναικός ἐῤῥρύη τὰ φαῦλα» «Από μία γυναίκα 
ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]»
, αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα.
 Η Κασσία, ετοιμόλογη,
 του απάντησε: «Ἀλλά καὶ διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω»
 «Και από μία γυναίκα [ήρθαν
 στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα
της σωτηρίας από την
 ενσάρκωση του Χριστού μέσω τηςΠαναγίας.
 Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν:
-Εκ γυναικός τα χείρω. 
-Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.
Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να
 απορρίψει την Κασσιανή και 
να επιλέξει τη Θεοδώρα από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας
για σύζυγό του.
Πάντως το επεισόδιο αυτό αμφισβητείται από τους νεώτερους ιστορικούς.
 Τα κύρια επιχειρήματα είναι ότι οι διηγήσεις του επεισοδίου
 εμφανίζονται 100 περίπου χρόνια 
αφού έζησε οΘεόφιλος,το διήγημα περιέχει μοτίβα από την
 περιοχή του μύθου και της 
μεταγενέστερης δημώδους παράδοσης η οποία δημιουργήθηκε
σταδιακά μέσα στους 
εικονολατρικούς κύκλους ως αντίδραση ενάντια στο
 μεροληπτικό εγκώμιο
Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την
Κασσιανή είναι ότι το 843 ίδρυσε
ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης,
 κοντά στα τείχη της πόλης, του 
οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη.[7] Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν
 την επιλογή της αυτή
 στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή
 του Θεόδωρου του 
Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. 
Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου,
 η οποία έμελλε 
να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση
βυζαντινών λειτουργικών 
βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα, με αποτέλεσμα
τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).
 Στη συνέχεια η Κασσιανή εξαφανίζεται από το ιστορικό
προσκήνιο, 
αν και καμιά βυζαντινή ή άλλη πηγή, κοσμική ή
εκκλησιαστική δεν μας πληροφορεί 
αν εξορίστηκε από τους εικονομάχους ή τους
 εικονόφιλους αυτοκράτορες.

To Υμνογραφικό της έργο [Επεξεργασία]

Στην Κασσιανή αποδίδονται μια σειρά από λειτουργικά ποιήματα:
 ένας κανόνας Περί των νεκρών ο οποίος σώζεται μόνο σε ένα χειρόγραφο
 και στην ακριστιχίδα του αναφέρεται το όνομα της ποιήτριας.
Επίσης στην ποιήτρια αποδίδεται το τετραώδιο του Μεγάλου Σαββάτου
 Άφρων γηραλέε. Σώζονται επίσης 21 Στιχηρά Ιδιόμελα, δηλαδή
μικρότερα ποιήματα προς τιμήν διαφόρων Αγίων για ορισμένες μέρες
του εκκλησιαστικού έτους, από τα οποία σήμερα χρησιμοποιούνται
 στην επίσημη λειτουργία μόνο 7. Γενικά είναι δύσκολο να διαπιστωθεί
 η συγγραφική αυθεντικότητα των κομματιών
, γιατί δεν μπορούν να στηριχθούν στοιχεία πάνω
στα χαρακτηριστικά του συγγραφικού ύφους.
Εκτός από τα λειτουργικά ποιήματα η Κασσιανή συνέταξε
 μια σειρά από πνευματώδη ημιθρησκευτικά επιγράμματα, που τους έχει αποδοθεί
 ο χαρακτηρισμός Γνώμαι κι έτσι εμφανίζονται στα χειρόγραφα.
 Έχουν γραφεί στον βυζαντινό 12σύλλαβο, ο οποίος ρυθμίζεται
σύμφωνα με τον τονισμό της λέξης και σπάνια υπερβαίνουν
τις δύο γραμμές σε έκταση. Σ΄αυτές περιγράφονται ανθρώπινες
 ιδιότητες και χαρακτήρες. Σε αυτά εξυμνείται η φιλία,
 η εξυπνάδα η σιωπή κατά την κατάλληλη στιγμή.
 Επίσης καυτηριάζονται διάφορες ανθρώπινες
αδυναμίες όπως η φιλαργυρία, η ανοησία, το ψεύδος κ.α.
[8]

Το Τροπάριο της Κασσιανής [Επεξεργασία]

Wikisource logo
Στη Βικιθήκη υπάρχει υλικό που έχει σχέση με το θέμα:
Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος
συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της,
 επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν
 πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι 
όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της
 γράφοντας το τροπάριο της όταν 
αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας.
 Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον 
είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε,
 μη επιθυμώντας να αφήσει
 το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο.
 Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο
 πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της
και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. 
Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε
μέσα από μία ντουλάπα στην
 οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε
 και μετάνιωσε που για μία στιγμή 
υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. 
Στη συνέχεια βρήκε τα 
χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε.
 Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε
 ένα στίχο στον ύμνο.
 Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν
«ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ 
Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα
, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». 
Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν
στην ντουλάπα 
αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της.
 Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά
 την αναχώρηση του αυτοκράτορα, 
διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια
ολοκλήρωσε τον ύμνο.

Η Κασσιανή και…το τροπάριό της

Η Κασσιανή και…το τροπάριό της


«Ελεύθερο Βήμα»
Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.
Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωσή τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το « Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.
Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», ένα επίκαιρο άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα με θέμα:
«Η Κασσιανή και…το τροπάριό της»
  
Κάθε χρόνο το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στους Ορθόδοξους Ναούς το τροπάριο της Κασσιανής, ένας από τους πιο δημοφιλείς ύμνους μετανοίας, που συγκινεί κάθε πιστό και αναφέρεται στη μνήμη μιας πόρνης, την οποία γλίτωσε ο Ιησούς από το λιθοβολισμό και εκείνη άλειψε αργότερα με μύρο τα πόδια του και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Σε αυτή τη γυναίκα αναφέρεται το τροπάριο και έχει σκοπό να τονίσει την αξία της μετάνοιας στη ζωή μας, μετάνοια που προαπαιτείται και για τη σωστή συμμετοχή μας στα Πάθη του Κυρίου.
«Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος». (μεταγραφή Φώτη Κόντογλου)

Εάν ρωτήσουμε σε ποια αμαρτωλή γυναίκα αναφέρεται το τροπάριο, οι περισσότεροι θα απαντήσουν, εσφαλμένα, ότι αναφέρεται στην ίδια την Κασσιανή ή στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Μεγάλο λάθος! Σε ποια γυναίκα, αλήθεια, αναφέρεται και ποια ήταν η Κασσιανή;
Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος. Αγιογραφία σε Ξύλο Αυγοτέμπερα. Έργο της αγιογράφου Αγγελικής Τσέλιου.
Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος. Αγιογραφία σε Ξύλο Αυγοτέμπερα. Έργο της αγιογράφου Αγγελικής Τσέλιου.
Η αμαρτωλή γυναίκα του ύμνου αυτού είναι ανώνυμη, μια μοιχαλίδα, που ο Χριστός την έσωσε, όταν το έξαλλο πλήθος των Φαρισαίων ήθελε να την  λιθοβολήσει για το ηθικό της παράπτωμα, με την περίφημη φράση του: «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω επ’ αυτήν». Και η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα, όταν αργότερα ο Ιησούς βρέθηκε στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου του λεπρού, αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της στον σωτήρα της Χριστό. Αγοράζει αρώματα, ντύνεται σεμνά και ταπεινωμένη, με δάκρυα στα μάτια, έρχεται και πλένει τα πόδια του Ιησού και τα σκουπίζει με τα ξέπλεκα μαλλιά της.
Το περιστατικό αναφέρουν οι τρεις από τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (κστ`, 6-7),  ο Μάρκος (ΙΔ` 3) και ο Λουκάς που γράφει (ζ. 37-38): «Και ιδού γυνή εν τη πόλει, ήτις ην αμαρτωλός, και επιγνούσα ότι ανάκειται εν τη οικία του Φαρισαίου, κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα, ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω». Κανένας από τους τρεις δεν αναφέρει το όνομά της από σεβασμό, ίσως, στη μνήμη της και για να αποφύγουν τη δημόσια διαπόμπευσή της.
Η Κασσιανή ήταν βυζαντινή ποιήτρια που έζησε τον 9ο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με στοιχεία για τη ζωή της, που αντλούμε από Βυζαντινούς χρονογράφους (Κωδινός, Γλυκάς, Πτωχοπρόδρομος, Ζωναράς, Γεώργιος Αμαρτωλός κ.α.), επειδή δεν την επέλεξε ως σύζυγό του ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, έγινε μοναχή και αφιερώθηκε στη λατρεία του Θεού και την ποίηση.
Ο Θεόφιλος (813-842) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας και η βασιλεία του χαρακτηρίζεται από την τελευταία εικονομαχική ακμή. Σύμφωνα με τους βυζαντινούς χρονογράφους το 830 μ.Χ., η δεύτερη γυναίκα του πατέρα του, η Ευφροσύνη, θέλοντας να βρει άξια σύζυγο στο θετό γιο της διοργάνωσε ένα είδος καλλιστείων, στέλνοντας εντολή σε όλα τα θέματα, τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας, να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες, που κατάγονταν από τις ευγενέστερες οικογένειες, σε μια αίθουσα του Παλατιού κι έδωσε στο Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο για να το δώσει σ’ αυτήν που θα προτιμούσε.
Δώδεκα «κάλλιστοι παρθέναι» ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και κατέφθασαν στο Παλάτι. Ανάμεσα στις υποψήφιες ξεχώρισαν δύο: η Κασσία, κόρη εξαίσιας ομορφιάς, η οποία καταγό-ταν από οικογένεια ευπατρίδων, και η επίσης αρχόντισσα Θεοδώρα.
Ο νεαρός αυτοκράτορας θαμπώθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής και θέλοντας να δοκιμάσει την ευφυΐα της τη ρώτησε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» δηλαδή ότι «από τη γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα», υπονοώντας την Εύα και το προπατορικό αμάρτημα. Η Κασσιανή όμως αποστόμωσε τον Θεόφιλο ανταπαντώντας του «αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττω», δηλαδή ότι «και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα, τα ευγενέστερα», υπονοώντας την Παναγία και τη γέννηση του Χριστού. Η απάντηση κακοφάνηκε στον αυτοκράτορα που της είπε «ω γύναι! Είθε να εσίγας» και διάλεξε για σύζυγό του την ωραία, αλλά σεμνή Θεοδώρα από την Παφλαγονία δίδοντάς της το χρυσό μήλο της εκλογής.
Η Κασσιανή απογοητεύθηκε από την αποτυχία της και πήρε την απόφαση να αποτραβηχτεί από τον κόσμο και να μονάσει. Λέγεται μάλιστα ότι μετά την αποτυχία της είπε: «Επειδή δεν έγινα βασίλισσα του πρόσκαιρου τούτου κόσμου, θα γίνω υπήκοος της αιώνιας Βασιλείας του Χριστού». Έκτισε με δικά της χρήματα ένα μοναστήρι, που πήρε αργότερα το όνομά της, ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και αφιερώθηκε στη λατρεία του Χριστού και στην ποίηση.
Εκεί στο μοναστήρι εκδήλωσε το έμφυτο καλλιτεχνικό της ταλέντο και το βαθύ θρησκευτικό της συναίσθημα συνθέτοντας εκκλησιαστικούς ύμνους, τροπάρια και Ιδιόμελα. Στην ήσυχη ατμόσφαιρα του μοναστηριού συνέθεσε και το περίφημο «Τροπάριο της Κασσιανής» από το όνομά της, που αργότερα η Ορθόδοξη Εκκλησία το καθιέρωσε ως Δοξαστικό του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.
Σύμφωνα με μια ρομαντική, αλλά καθόλου αληθινή παράδοση, ο Θεόφιλος δε λυτρώθηκε ποτέ από τον έρωτα που του ενέπνευσε η ομορφιά της Κασσιανής και την αναζητούσε στα Μοναστήρια της αυτοκρατορίας του. Κάποτε που έφτασε στο μοναστήρι της, η Κασσιανή κρύφτηκε για να αποφύγει την ανεπιθύμητη αυτή συνάντηση. Ήταν τότε που συνέθετε το ιδιόμελο της. Το κείμενο βρισκόταν στο αναλόγιο μισοτελειωμένο, ως τη φράση: “ών (ποδών) έν τώ παραδείσω Εύα το δειλινόν”.
Ο Θεόφιλος διάβασε το τροπάριο, αναγνώρισε το ύφος της Κασσίας, και θέλησε να την πειράξει για μια ακόμα φορά. Πήρε τη γραφίδα και συμπλήρωσε τη φράση“κρότων τοίς ωσίν ηχηθείσα τώ φόβω εκρύβη”, κάνοντας έτσι υπαινιγμό στο φόβο που αυτή ένιωσε όταν άκουσε τον θόρυβο των βημάτων του. Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η Κασσία γύρισε στο κελί της και με έκπληξη είδε την επέμβαση του Θεόφιλου. Χωρίς όμως να απαλείψει τη φράση, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον ύμνο της.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι εκτός από τη θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με κοινωνική ποίηση, γνωμικά και επιγράμματα. Τα θέματά της αναφέρονταν στο χαρακτήρα του ανθρώπου, στους καλούς τρόπους, τη γυναίκα, τη φιλία, την ευτυχία, το ήθος κ.α. Η Κασσιανή εκοιμήθη στις 7 Σεπτεμβρίου στην ιδιαίτερη πατρίδα της την Κάσο. Μέχρι σήμερα υπάρχει η λάρνακα και το ψηφιδωτό, καθώς και εντοιχισμένη πλάκα με χρονολογία 890 μ.Χ. Τα λείψανα της Αγίας Κασσιανής μεταφέρθηκαν αργότερα στην Ικαρία.
Το επεισόδιο της Κασσιανής με το Θεόφιλο ήταν φυσικό να περάσει και στην περιοχή της νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, όπου γράφηκαν πολλά ποιήματα και τρυφερά διηγήματα και μυθιστορήματα. Το θέμα της Κασσιανής επηρέασε έντονα πολλούς Βυζαντινούς χρονογράφους, ιστορικούς και φιλολόγους, όπως τον Κωστή Παλαμά, τον Ψυχάρη, τον Πολίτη κ.α.
Φιλόλογος – Συγγραφέας