Η ΛΕΥΚΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 
(1941-1944) 
 Νίκος Κ. Κατηφόρης

Ομιλία για τον Σύλλογο Λευκαδίων Πάτρας «Η Φανερωμένη».


Λίγα μέρη της Ελλάδας ζήσανε τόσο έντονα και με τόση συνέπεια τη δραματική ιστορική περίοδο
1940 - 1944, όσο η Λευκάδα.
 Κι είναι κοινοτυπία να προσθέσει κανείς πως κάτι τέτοιοι «τίτλοι» ακριβοπληρώνονται:
Στο τόσο χρήσιμο βιβλίο τον Πανταζή Παπαδάτου, έργο πολλής στοργής και σεβασμού, κατονομάζονται περίπου 200 «ήρωες και μάρτυρες της Λευκάδας».
 Και το βιβλίο αυτό, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας τον προειδοποιεί, είναι αναπόφευκτα ελλιπές.
 Και - προσθέτουμε εμείς - παρατηρεί τη μία μόνο «πλευρά τον λόφου».
 Την πολυανθρωπότερη. Ναι!
 Την πολυδοκιμασμένη. Ναι.
 Την αδικαίωτη. Ναι
. Πάντα, όμως, τη μία μόνο «πλευρά τον λόφού».
 Κι όταν καθένας από μας, που ζήσαμε εκείνα τα γεγονότα, έχει στην καρδιά και στη μνήμη τον καταγραμμένη την αλήθεια τους, ανεξίτηλη, αλλά και συναισθηματικά υπερφορτισμένη,
 η ιστορική παρουσίασή τούς σε μία δημόσια συγκέντρωση με τούς όρους και τη διάρκεια
που εκ των πραγμάτων τής προσφέρονται, θ' αποτελούσε έργο ανέφικτο και πάντα ριψοκίνδυνο από πολλές απόψεις.
Και για την καθαρά ιστορική άποψη: Μέχρι και σήμερα δεν είμαστε έτοιμοι να πούμε την αλήθεια,
 όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια!
 Πολύ περισσότερο, δεν είμαστε έτοιμοι ν' ακούσούμε την επίκριση, όσοι σφάλαμε κατ όσοι φταίξαμε... Ωστόσο, κτ αν ακόμα δεν είμαστε έτοιμοι να πούμε και ν' ακούσουμε την αλήθεια ολόκληρη,
πάντα έχουμε επείγον εθνικό   καθήκον να προπαρασκευάσουμε στην κάθε στιγμή και με την κάθε ευ-καιρία την αντίστοιχη ωρίμανση μας.
-----
Με αυτές τις σκέψεις απτόλμησα να ερμηνεύσω την εντολή  που μου επιτρέπει απόψε ν' απευθύνομαι σε σας, σαν εντολή να σα. σκιαγραφήσω, σε σύντομες «λυτές σελίδες» («ουδέ καν λυτά φύλλα...») και μάλιστα ασύνδετες σελίδες τη χρονογραφία μόνο κι όχι την ιστορία της Λευκαδίτικης συμμετοχής στην Εθνική Αντίσταση .
Κι απευθύνομαι ιδιαίτερα σε σας, αγαπημένοι συναγωνιστές του ίδιυυ χαρακώματος, που με τις ατέλειωτες και βαριές θυσίες σας, με το αίμα και τα δάκρυά σας, με τους χαμούς και τους θανάτους που φαρμακώνουν την καρδιά σας, σπρώξατε τον τροχό της ιστορίας προς το μέγα αύριο, για να ζητήσω την κατανόησή σας και να σας θυμίσω το παλιό εκείνο σύνθημα της συμφιλίωσης, που υπηρετήσαμε όλοι εμείς με πειθαρχία κι εντιμότητα «το κατά δύναμιν» ο καθένας μας.
Και που αν δεν καρποφόρησε τόσο, όσο απαιτούσε το συμφέρον της πατρίδας και του λαού μας, κάτι για το οποίο σεις δεν είχατε κανένα φταίξιμο, πάντα σήμερα, έστω τόσο όψιμα, πλησιάζει επιτέλους να γίνει ολοκληρωμένη πραγματικότητα, σαν εντολή για εθνική ομοψυχία, κατά τη φραστική από επισημότατα πολιτειακά χείλη διατύπωσή της...
'Οπως σ' όλη την Ελλάδα, έτσι και στην Λευκάδα μας η προιστορία της Εθνικής Αντίστασης ήταν οι ασταμάτητοι εθνικοί και λαϊκοί αγώνες για εθνική αποκατάσταση και κοινωνική δικαιοσύνη.
Ακόμα και μέχρι σήμερα φτάνει ο απόηχος της συμμετοχής τον νησιού μας στον αγώνα του «'21»... 'Ολοι εμείς (ιδιαίτερα και με το δίκιο τους οι Σφακισάνοι) δείχνουμε με περηφάνια στους ξένους μας της «Λαγκάδα» όπού η λευκαδίτικη αποκοτιά συγκρούστηκε και προς στιγμήν συνέτριψε την αγγλική κοσμοκρατορική έπαρση...
======
'Εχω πάντα ζωηρή την παιδική ανάμνηση απ' τα χρόνια που με ξύπνησαν βαθειά χαράματα στη Βαυκερή, το φθινόπωρο τον «'35», καλώντας για το ματωμένο συλλαλητήριο..
 'Οπως δεν Θα ξεχάσω την εντύπωσή μου από την αποκάλυψη της μάνας μου (αυτός ποτέ δε μιλούσε για κάτι τέτοια...) πως τα μαλλιά τον πατέρα μου ασπρίσανε μέσα σε λίγες μέρες, όταν έμαθε πως έχασε και δεύτερο αδερφό στον πόλεμο, τώρα στη Μικρασία.
 'Ενας λαός Θρεμμένος με τέτοια ιστορική παράδοση, διαπαιδαγωγημένος απ' τους ακέραιούς ηθικούς κανόνες της τίμιας καθημερινής σκληρής, όχι απλόχερης, βιοπάλης στα βουνά, τούς κάμπούς, τις θάλασσες, τον νησιού 'μας, αλλά και ρητά διαπαιδαγωγημένος στη λατρεία της ελευθερίας και της ειρήνης από γονείς και δασκάλούς, που το Θεωρούσαν καθήκον και τιμή τούς να υπηρετήσουν την πατρίδα και τα ιδανικά της.
 Είναι πάντα ένας λαός έτοιμος για τη «μεγάλη κατάφαση».
'Ετοιμος, λοιπόν, βρέθηκε και ο Λευκαδίτικος λαός, όπως όλος ο Ελληνικός λαός,
 στις 28 Οκτωβρίου 1940.
 Απ' τον προηγούμενο κιόλας χρόνο η Ιταλική απόβαση στην Αλβανία είχε Θολώσει την πασχαλιάτικη ατμόσφαιρα με το ρίγος της απειλής ενός πολέμού.
Κι η εκπομπή του Μπάρι στην Ελληνική, που τα ραδιόφωνά μας «έπιαναν» καλύτερα κι απ' το δικό μας σταθμό, γινόταν καθημερινά και προκλητικότερη.
 Ωστόσο, όλοι θέλαμε να αισιοδοξούμε πως το φασιστικό τέρας δεν Θα έφτανε μέχρι του πολέμου.
 Και να, που έφτασε..
. Οι πιο πολλοί απ' τους συντοπίτες μας επίστρατους έπρεπε να παρουσιαστούν στο έμπεδο Πρεβέζης... Η μεταφορά τους εκεί γινόταν με βενζινόπλοια, που πηγαινοέρχονταν ασταμάτητα Λευκάδα —Πρέβεζα...
Κάτω στο λιμάνι μας ξεπροβοδούσαν τους λεβέντες  μας   , οι φαμίλιες τους και πλήθος κόσμου. Ανάμεσά τον κι εμείς... Οι φίλοι μου κι εγώ
===
 Τότε μαθητές στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίού.
 Και να βλέπουμε μ' ολάνοιχτα μάτια και ανάμεικτα συναισθήματα (Θαυμασμού, έκπληξης, περηφάνιας, ίσως και ζήλειας...) εκείνους τους μεγαλύτερούς αδερφούς μας, κάθε φορά, που ο... Καμινάρης σάλπιζε προσκλητήριο, να φιλούν βιαστικά τους αγαπημένους τους και να μπαρκάρούν στις βενζίνες.
Μοναδική αποσκευή ένα φυλαχτό, ίσως κι ένα δεματάκι με μικρούλια δώρα της μεγάλης στοργής και της μεγάλης φτώχειας.
'Ενα κλωράρι βασιλικό ή ένα λευκαδίτικο κουλούρι. Αλλά και η ακέραιη αξιοπρέπεια και αποφασιστικότητα τους:
 Τέτοιες σκηνές συνόψισε ο ποιητής μας στούς στίχους τους..
. «Είπατ' έτσι, αδερφοί μού. 'Η Θα κάνουμε κάτι μεγάλο ή δε Θα γυρίσουμε πίσω». 
Και στο δικό μας μυαλό στριφογύριζαν (νωπές, μαθητικές εμπειρίες) οι πασίγνωστοι εξαγγελτικοί αισχυλικοί στίχοι, επιγραμματική αποτύπωση τον πανάρχαιού ήθους τον λαού μας. Εξ ίσου πιστού και αμετάθετού στη λατρεία της ελευθερίας και της ειρήνης. <<  Παίδες Ελλήνων, ίτε..».
Το βράδυ της πρώτης εκείνης μέρας γυρίσαμε στα σπίτια μας μεγαλωμένοι...
 Απόλυτα συντονισμένοι στους νέους, σφοδρούς ρυθμούς της ιστορίας μας.
Η χλαλοή του πολέμου έφτανε μέχρις εμάς εδώ, σαν ασίγαστη μακρινή βροντή !
 Κι όταν πέρασε η αγωνία των πρώτων ημερών, με την πρόσκαιρη κάμψη τον μετώπου, άρχισαν να 'ρχονται τα μηνύματα της νίκης, που πύκνωναν σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάθε φορά που ακούγαμε να χτυπούν οι καμπάνες των εκκλησιών μας, ο νους μας δεν πήγαινε σε αεροπορική επίθεση ή άλλου είδους συναγερμό, αλλά ξέραμε πως αναγγέλανε κάποια καινούργια νίκη:
Αρυρόκαστρο, Κορυτσά, Άγιοι Σαράντα...
 Παράλληλα φθάνανε και τα μηνύματα υπέρτατης Θυσίας. Κι ενώ το κάθε πένθος στο μικρό μας τόπο βάραινε κάθε σπίτι κι όχι μόνο τις φαμίλιες που χτυπούσε ο χάρος, τις καρδιές αναστήλωνε η πε-ρηφάνια, γιατί όλα τα μηνύματα ιστορούσαν ηρωισμούς και λεβεντιά:
 ===
`Ετσι με τον Κώστα Σολδάτο, τον Σπύρο Βλάχο, τον Νίκο Αραβανή, τον Χριστόφορο Σουμίλα, τον Ντίνο Μανιάκη, τον Θωμά Γουρζή, αδερφό του άλλου τιμωμένου πολεμιστή μας, του τραγικού Γιώργου  Γουρζή.
 Μετά όρμησε καταπάνω στην πατρίδα μας κι η σιδερένια Χιτλερική οργή!
 Και την λύγισε.
 Και στο νησί μας άρχισε η θλιβερή επιστροφή των πικραμένων παλικαριών μας, που νιώθανε κατάβαθη την αδικία της ιστορίας:
Ν' αρπάξει την νίκη που τους χρωστούσε και να την δώσει στον εχθρό.
Και τη συνείδηση αυτής της αδικίας την είχαμε  κι όλοι εμείς, που τους δεχτήκαμε τιμωμένους -- ηττημένους...
Τότε ήταν που πρωτακούσαμε πως ο Βαυκερίτης αρχηγός Παναγιώτης Γαζής ήταν ο μόνος διοικητής μεγάλης μονάδος που την οδήγησε συντεταμένη μέχρι την έδρα της.
 Ο ίδιος πέθανε λίγο καιρό αργότερα  από το μαράζι της  ήττας. όπως λέχτηκε.
Μια από τις  δυνάμεις που θρέψανε και γιγαντώσανε στο νησί μας την Εθνική· Αντίσταση πρέπει να 'τανε και η επίγνωση αυτής της αδικίας .Μου λέγανε  τότε   (με τα μάτια μου δεν το `δα) πως  όσες φορές τύχαινε να  διασταυρωθούν στην πόλη μας οι επιστρέφοντες λεβέντες μας   ( άλουστοι , ξάγρυπνοι, αξούριστοι, όπως τους περιράφει ο ποιητής ) με τους πρώτους  Ιταλούς στρατιώτες,
δεν παραμέριζαν οι νικημένοι δικοί μας αλλά  οι νικητές Ιταλοί.
και ο καλοπροαίρετος λαός μας  ερμήνευε αυτη τη συμπεριφορά  όχι μόνο με την δίκαιη περηφάνεια των  δικών μας, αλλά και με τον  ιπποτισμό των ξ'ενων παιδιών , που ο πόλεμος τα  είχε ξεριζώσει απ' τη  βόρεια προοδευτική Ιταλία  και που έμειναν για  πολύ μικρό διάστημα στον τόπο μας .
==============
Οι Ιταλοί κατακτητές μπήκαν στο νησί μας την πρωτομαγιά του 1941.
 Η τύχη του από `κει κι έπειτα ακολούθησε τη μοίρα όλης της Επτανήσου, την οποία σχεδίαζαν να προσαρτήσουν οι Ιταλοί (με τη συναίνεση των Γερμανών) γι' αυτό και την αποχώρισαν αμέσως απ' την άλλη Ελλάδα, επιβάλλοντάς της ιδιόρρύθμο νομικό καθεστώς:
 Ιταλό Νομάρχη («πολικό διοικητή»). 
Ειδικό νόμισμα. 
Δική τούς τράπεζα (τη Banca Del Favoro )
 Δικές τους αστυνομικές, λιμενικές και τελωνειακές αρχές. (Την Καραμπινερία, το Κομάντο Ντι Πέρτο, τη Φινέτσα). 
Απαγόρεύση της ελληνικής σημαίας.
 Ιταλό Επόπτη Εκπ/σης. 
Αναγόρευση σε υποχρεωτικό γυμνασιακό μάθημα την εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας. Αποπειράθηκαν να επιβάλούν και το ιταλικό φασιστικό χαιρετισμό με την καλοθύμητη εκείνη εντολή Falutate tomana mente σε πινακίδες στην είσοδο όλων των δημοσίων καταστημάτων.
 Ωστόσο, αυτή η απόπειρα ποτέ δεν τελεσφόρησε.
 Μάλιστα και διακωμωδήθηκε απ' τα παιδιά της εποχής, κατά τον πιο απροσδιόριστο τρόπο: 
Πρόσεξαν οι μικροί μας ,  πως ο Ιταλός σκοπός που φρουρούσε την είσοδο κάποιας (δεν θυμάμαι ποια) Υπηρεσίας, πού στεγαζόταν στο επιταγμένο σπίτι σήμερα τον κ. Μαμαλούκα, ανταπέδιδε το φασιστικό χαιρετισμό, παίρνοντας τη στάση της προσοχής και χτυπώντας το πόδι του δυνατά στο βάθρο που βρισκόταν. 
Επινόησαν, λοιπόν, το εξής παιχνίδι:
 Προβάλλοντας ένας-ένας απ' τη γωνιά τον δρόμου, περνούσαν σοβαροί μπρος απ' το σκοπό, τον χαιρετούσαν φασιστικά, τον υποχρέωναν έτσι να τους ανταποδώσει τον χαιρετισμό, γύριζαν το τετρά-γωνο ξαναπερνούσαν, ξαναχαιρετούσαν και συνέχιζαν δυο-τρεις φορές, μέχρι να μην προφθάσει να τους γνωρίσει ο Ιταλός. 
=====
Ωστόσο, με τις αλλεπάλληλες διαταγές, που είτε έρχονταν από την Κέρκυρα - έδρα τον Ιταλού διοικητή στα Επτάνησα, Πιέρο Παρίνι - είτε εκδίδονταν εδώ στην Λευκάδα απ' τούς πολυποίκιλους και πολυάριθμους ιταλικούς μηχανισμούς (στρατιωτική ή πολιτική διοίκηση, καραμπινέρι, φινέτσα, λιμενική αστυνομία κ.λ.π.) γρήγορα σχηματίστηκε ένα ασφυκτικό πλέγμα απαγορεύσεων και υποχρεώσεων που χειροτέρευαν ραγδαία τη ζωή μας και που στις περισσότερες περιπτώσεις συνοδεύονταν με την απειλή εξαντλητικών ποινών, συνηθέστερη το θάνατο.
Παράλληλα, όλο και πύκνωναν οι προκλήσεις απέναντι στην ευθιξία του λαού μας.
 Πειράγματα γυναικών, βιαιότητες, ποικίλες απρέπειεςκαι αυθαιρεσίες χειροτέρευαν τις σχέσεις κατακτημένων και κατακτητών.
Και σε πολλές περιπτώσεις προκαλούσαν την αυθόρμητη αντίδραση των δικών μας.
 Στο Σύβρο, όπως μου διηγήθηκε ο τιμημένος για τους αγώνες και τις θυσίες του , φίλος μου,  Ζώης Κουτσαύτης, έπεσαν γυμνοί να κολυμπήσουν  μέσα σε νερό μιας ανοιχτής στέρνας οι Ιταλοί
 στρατιώ-τες.
 Το χωριό  θεώρησε προσβλητική αυτή τη συμπεριφορά και τους έ&ωε κακήν κακώς, αφού τους ξυλοφόρτωσε.
 Κα έδιωξε με δρεπάνια τούς Ιταλούς, που πήγαν ν' αρπάξουν τη σοδειά των χωραφιων.
Στον Αλέξανδρο έδιωξαν τους Ιταλούς άρπαγες των κοπαδιών με μια χειροβομβίδα
Η απαγόρευση του  εορτασμού της 25ης Μαρτίου το 1942  είχε και αυτή την άμεση  απόκρουσή της απ' το λαό μας:
Πλήθος μεγάλο συγκεντρώθηκε  το πρωι της γιορτής  στην Ευαγγελίστρια κι ανάμεσα  συντοπίτες μας που  δεν είχαrν εκκλησιαστεί ποτέ, μέχρι τότε.

======
Κι όταν τελείωσε  η  πανηγυρική λειτουργία, όλο σχεδόν αυτό το πλήθος, κατά πολυάνθρωπες ομάδες, που η μία ακολουθούσε την άλλη σε μικρή απόσταση, κατευθύνθηκε προς την παραλία, απ' το δρόμο της Αγοράς, ακολουθώντας την καθιερωμένη ως τότε διαδρομή των παρελάσεων κι έφτασε μέχρι το κηπάριο της Στήλης των Πεσόντων.
Απ' όσο θυμάμαι ήταν μια αυτοσχέδια κι αυθόρμητη εθνική εκδήλωση.
Και το νόημά της το κατάλαβαν καλά οι Ιταλοί, όπως είμαι σε Θέση να σας βεβαιώσω, φέρνοντας στη μνήμη μου συγκεκριμένα σκηνή με υπαλλήλους της Banca Del Fανοrο...
 Προσπάθησα, αλλά δεν μπόρεσα να θυμηθώ τα χαρακτηριστικά ενός άλλοy εθνικού παρόμοιου εορτασμού, πάλι στη Μητρόπολη, με την ευκαιρία της γιορτής τον Ακάθιστού Ύμνου, που έστειλε την ευαισθητοποιημένη εθνική μνήμη ακόμη πίσω, στα χρόνια τον Βυζαντίου.
Και θα `ταν κατάκριτη παράλειψή μου, αν δεν κατέθετα σήμερα εδώ κι αυτή την μαρτυρία μου:
 Πως και σε κείνη την κατοχική εθνική περιπέτεια, η πατρίδα μας κι ο λαός της βρήκαν συμπαράσταση, καταφύγιο, στήριγμα την Ορθοδοξία μας.
Τυχόν απληροφόρητούς, καλόπιστους αμφισβητίες, παρακαλώ να θελήσούν να πληροφορηθούν το αγωνιστικό ανάστημα τον παπα-Φιλίππου Ρομποτή. ('Οταν το 1944 μπήκε αμαρτωμένος σπίτι μας, στον Άγιο Πέτρο, νόμισα πως ζωντάνεψε μπροστά μου ο παπα-Φλέσσας).
Του γλυκύτατου και ταπεινού την καρδία παπα-Θεοδόση Γε-ωργάκη.
Κι ακόμα τον ανεξίκακού ηγουμένου παπα-Γαβριήλ Ρομποτή, που άνοιγε διάπλατα τις πύλες τον μοναστηριού, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, για να δεχθεί κάθε κυνηγημένο χωρίς ποτέ να δείξει προτίμηση ή αποστροφή ανάλογη με την αγωνιστική προέλευση ταυ Ξένου του.
=============
 Γιατί όπως μου είχε εκμυστηρευτεί η απλοϊκή καρδιά του  αυτός, άνθρωπος αγγράμματος, δεν τα κατάφερνε να ξεδιαλύνει τα μπερδέματα εκείνων των ημερών και στις προσευχές του παρακαλούσε τον Θεό να δώσει βοήθεια σ' αυτόν που 'χε το δίκιο.
Και βέβαια ο καλός εκείνος ιερωμένος ήξερε πως η φιλοξενία που παρείχε (συνηθέστερα σε οπαδούς των ΕΑΜικών οργανώσεων) δεν ήταν καθόλου ακίνδυνη.
 Μπορούσε να τον στοιχίσει μέχρι και τη ζωή του.
 Τόσο, μάλιστα, που είχε φτηνύνει η ανθρώπινη ζωή τα χρόνια εκείνα..
 Η σύγκρουση του  κατακτητή με το λαό μας πρωτοπήρε μαζικό χαρακτήρα και ξεχωριστή σοβαρότητα στη «μάχη της σοδειάς», για να δανειστώ τον καθηγιασμένο απ' τους αγώνες της Θεσσαλίας όρο.
 Ο Ιταλόί  κατακτητής απ' την πρώτη στιγμή με δρακόντεια νομοθετικά μέτρα, (η πρώτη σχετική διαταγή που γνωρίζω έχει ημερομηνία 13/5/1941 και αφορά το λάδι ), με ασταμάτητο σκληρό διωγμό, με στενό αποκλεισμό των θαλασσών μας, με ξυλοδαρμούς και φυλακίσεις  ( και στα τρία χρόνια της κατοχής) επεδίωξε να ληστέψει ολόκληρη την παραγωγή τον νησιού μας.
 Λάδι, κρασί, σταφίδα, δημητριακά, ιχθυοπαραγωγή, το αλάτι των αλυκών  κ.λ.π.
καθώς  οι εμπορικές ανταλλαγές με την άλλη Ελλάδα είχαν απαγορευθεί . και - βέβαια - η μέριμνα του δυνάστη για τούς υποδούλους ήταν ανύπαρκτη, το φάσμα της πείνας απλώθηκε γρήγορα-
-ρήορα  σε πόλη  και χωριά και έφτασε σε τέτοιο σημειο, ώστε να `χουμε πυκνά  κρούσματα αδενοπάθειας, κυρίως σε παιδάκια, ακόμα δε και αβιταμινώσεις εξώφθαλμες
 'Ενα απ' τα χωριά μας που λέγεται πως δcκιμάστηκε  περισότερο ήταν η Εξάνθεια.
Εκεί ακούγαμε τότε σ' αυτό το χωριό των  προκομμένων και των  ευημερούντων (πριν και μετάτην κατοχή) Εξανθειτών, υπήρξαν οικογένειας που ξεγελούσαν την πείνα τούς με ρίζες
 από γαϊδουράγκαθα.
=================
.. Η αντίδραση σε μια τέτοια απειλή κατά τον Λευκαδίτικου λαού έπαιρνε το καθαρό νόημα εθνικής μάχης.
 Μάχης, που δόθηκε (και σε μεγάλο βαθμό κερδήθηκε) χάρη στο Θάρρος και την εφευρικότητα των συμπατριωτών μας, αλλά και την φωτισμένη καθοδήγηση των ντόπιων ΕΑΜικών οργανώσεων.
 Ο καθένας φρόντιζε να αποκρύψει όσο μπορούσε μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς του,
 αναδεχόμενος τον κίνδυνο ενός τέτοιου τολμήματος που δεν ήταν καθόλου φανταστικός.
 Γιατί πολλοί σύρθηκαν σε κολαστήρια τον κατακτητή και υποβλήθηκαν σε φοβερά μαρτύρια, για να αποκαλύψουν πού έκρυβαν το βιος τους.
 Τότε ξεπήδησαν ανάμεσά μας και οι - όπως λέγανε οι Ιταλοί - κοντραμπαντιέρηδες, οι - δήθεν - λαθρέμποροι.
Τα παλικάρια, που αψηφώντας την απαγόρευση, κινδύνους και συνέπειες και σπάζοντας τον ατσάλινο ιταλικό κλοιό, από νύχτα σε νύχτα και από σπιάντζα σε σπιάντζα, με βάρκες ή και μονόξύλα, κάνανε το παράνομο ανταλλακτικό εμπόριο με τις γειτονικές ακτές της Ακαρνανίας ή της Ηπείρου, χαλαρώνοντας το βραχνά των στερήσεων στο νησί, δίνοντας και σε μας τούς άλλους το έμπρακτο παράδειγμα της απαλλαγής απ' το δέος τον κατακτητή.
 Ωστόσο, από δω και πέρα αυτή η χρονογραφική αναδρομή είναι αδύνατο να προχωρήσει μ' άλλο τρόπο, παρά με την ευλαβική αναφορά στην οργανωμένη και καθοδηγούμενη αντιστασιακή δράση. Και πρώτα θα χαιρετίσει εκείνους, τους συμπολίτες που κράτησαν τίμια την ελληνική Θέση τους απ' την «αντίπερα όχθη», όπως π.χ. τον μπάρμπα Τάσο Πολίτη. Δοξασμένο πολεμιστή του ελληνοϊταλικού πολέμου, αντάρτη των ΕΟΕΑ και πάντα πρόθύμο, χωρίς ίχνος μισαλλοδοξίας, να δώσει την βοήθειά του στους κυνηγημένους των μετακατοχικών τρομερών γεγονότων.
====
 Τον γυμνασιάρχη μας Θεοδόση Σταματέλλο που με ολοκάθαρη καρδιά αναλώθηκε στην προσπάθεια να περιφρουρήσει την ελληνική νομιμότητα στο Γυμνάσιό μας στα χρόνια της κατοχής και να περιο-ρίσει τους κινδύνους που ζώνανε από παντού τους μαθητές του.
Τους Κολυβαίους - Καiζεραίους, που για καιρό είδαν να διαλύεται το σπιτικό τους, καθώς ο πρώτος γιος είχε εξοριστεί στους Παξούς κι οι άλλοι δύο γιοι, με τους γονείς και την μονάκριβη αδερφή τους κρατιούνταν στην ιταλική φυλακή. 
Τ' αδέρφια Γιώργο κατ Αριστείδη Σταύρο, που ριψοκινδυνεύοντας δίνανε ψωμί και καταφύγιο σε κάθε κυνηγημένο 'Ελληνα, που έφτανε στο νησί τους, τη Σπάρτη . 
Τους Φιλιππαίους - Μήτσο και Αλέκο, που και αυτοί προσφέρανε τις ίδιες πατριωτικές υπηρεσίες στο κτήμα τους στο Ξηρόμερο τον Αη Πέτρο. 
Τον Ψωμοσάκη, τον Κώστα Μαραγγό, τον Πάνο Δελαπόρτα, που στην άμεση απειλή να εκτελέσουν μπρος στα μάτια τον τον πρωτότοκό τον απάντησε «κι αυτόν και τ' άλλα μου παιδιά  και όλους μας. Αλλά εγώ έχω άσπρα μαλλιά και στα γεράματά μου ρουφιάνος δεν γίνομαι». 
Κι ύστερα θα σταθώ σε σας, αγαπημένοι μου συναγωνιστές, που σας έζησα από κοντά και σας είδα να δίνεστε ολοκαύτωμα στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα, ακάματοι, ασυγκράτητοι, ανυπέρβλητοι, περιφρονητές των κινδύνων, συνεπαρμένοι απ' τα μεγάλα οράματά σας για μία πατρίδα ελεύθερη, για ένα λαό ελεύθερο, για έναν κόσμο ειρηνικό και δίκαιο. 
Οράματα για τα οποία είστε έτοιμοι να θυσιάσετε (και θυσιάσατε...) και την ατομική κατ την οικογενειακή σας ησυχία, 
Πολλοί την αρτιμέλειά σας, ακόμα και αυτή τη ζωή σας. 
=================
Εσείς, παιδιά Λευκαδιτόπονλα, όταν ακούτε τα ονόματα εκείνων να προσηκώνεστε από σεβασμό και, μάλιστα, το γρηγορότερο να μάθετε να τα ξεχωρίζετε κι όταν η ιστορική αδικία τα επικάλυψε με τη σιωπή ή και την συκοφαντία, όπως τα ονόματα: 
Του Στάθη Ζαβιτσάνου, του άκακου κι αλλού πρωτοπόρού της κομμουνιστικής ιδέας στο νησί μας, που το κούρεμα στο μαγαζάκι  του  απειλούνταν με αποβολή απ' το Γυμνάσιο, που γνώρισε όλους τους τόπους εξορίας κι όλες τις ελληνικές φυλακές, που περπάτησε όλα τα ηπειρωτικά βουνά στα χρόνια τον μεγάλου ξεσηκωμού, που είδε να συντρίβονται οι ΕΑΜικές ελπίδες του και να ξαναμπαίνει στον κύκλο των... διωγμών, των σκληρότερων μετακατοχικών διωγμών, αλλά δεν έχασε την υπομονή, την πίστη, την ελπίδα τον ούτε ποτέ ξεστόμισε πικρό λόγο γι' άνθρωπο κι ήταν ευτυχισμένος γιατί διαισθανόταν το σεβασμό και την οργή στα μάτια των ομοϊδεατών του

Τον Νίκου Καρφή, που είχε ξεχάσει τα χρόνια εκείνα τι Θα πει κίνδυνος ή κόπος και που κουβαλούσε πεζοπορώντας πολλές φορές χιλιόμετρα ξυπόλητος παράνομα έγγραφα, περνώντας μέσα απ' τα εχθρικά μπλόκα. Που ήξερε (καλύτερα απ' τον καθένα μας) τη σημασία της προσφοράς του, μα δεν επέτρεψε ποτέ στον εαυτό τον την οίηση, την αυτοπροβολή ή την οποιαδήποτε ανταπόδοση. 
Του  Κώστα Σάντα, που ανεβαίνοντας όλα τα σκαλιά της αγωνιστικής συνέπειας και προσφοράς έφτασε μέχρι την κορυφή της υπέρτατης θυσίας, δίνοντας κι αυτήν ακόμα τη ζωή του. 
Του  Βαγγέλη Βανδώρου, του Κώστα Κοντογιώργη, της Ελένης Γιαννούλη
"Οχι μόνο γιατί προσέφερε στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα τον πρωτοκαπετάνιο του νησιού, τον θρυλικό καπετάν-Σταυραετό, τον Πάνο Γιαννούλη και τον αδερφό τον Μήτρο, αλλά γιατί κι η ίδια είχε φτάσει σε τέτοιο υψηλό σημείο συντονισμού με τις επιταγές του  ηρωικού εκείνου καιρού, ώστε τον Σεπτέμβριο τον '43,κραταύμενη από μήνα στις φυλακές Λευκάδας και βλέποντας τον Ιταλό  σκοπευτή να εκτελεί διαταγή και να παίρνει Θέση στο οπλοπολυβόλο του, στραμμένο προς τους άνδρες κρατούμενους της φυλακής, πήδησε   (Ψηλή, ξερακιανή, με τις φουστάνες τις τοπικής φορεσιάς) κι έφραξε την κάνη τον όπλού με το κορμί της
=====
Του Ζώη Κούρτη - Φασόλια, που μαζί με την δασκάλα Χρυσαυγή Μεσσήνη, έδωσε τη λεβεντιά, την εξυπνάδα, την κοινωνική απήχηση και ζωτικότητα στην εθνική αλληλεγγύη.
Του Τάκη Μανιάτη, που απ' τη θέση τον διερμηνέα των Γερμανών είχε γίνει το μάτι και το αυτί τον ΕΑΜ κι έσωσε ζωές. 
Την αφήγηση του τίμιου αγωνιστή Ποσειδώνα Λογοθέτη, αυτόπτη και αυτήκοου, που πρόσφερε τη ζωή τον στον αγώνα «σαν μία μόνη σπονδή της καρδιάς του» για να ξαναναφερθούμε στον ποιητή, την πρόσφερε χίλιες φορές και στην εξής περίσταση: Λίγο καιρό πριν την γερμανική κατάρρευση ήρθε στο Τάγμα διαταγή να ανατιναχθεί η γέφυρα του Αχελώου. Οι Εγγλέζοι σαμποτέρ κάμανε «αναγνώριση» και γυρίζοντας στην έδρα είπαν πως με τις συνθήκες αχύρωσης και φρούρησή: της, η γέφυρα Θ' ανατιναζόταν μ' έναν μόνο τρόπο: 
Αν κάποιος; εθελοντής προσφερόταν να γίνει ο ίδιος η βόμβα της ανατίναξης φορτωμένος εκρηκτικά. Ο Διοικητής τον Τάγματος ρώτησε τους άνδρες τον αν ανάμεσά τους_ προσφέρεται κάποιος γι' αυτή την επιχείρηση αυτοκτονίας. 
Και τότε πετάχτηκε μπροστά στο Τάγμα, λαμπρός από μεγαλείο της αυτοθυσίας του . ο σχεδόν έφηβος καπετάνιος της ανταρτοεπονίτικης ομάδας   ο Ζώης Κούρτης:. 
Κι αφού διδάχτηκε το ρόλο του κι αποχαιρετίστηκε με τούς συναγωνιστές του, έφυγε για την τριήμερη πεζοπορία προς τη γέφυρα και το ολοκαύτωμά του.
 Και πεζοπόρησε προς το μεγάλο στόχο για δύο ολόκληρες ημέρες.
===========
 Μέχρι που τον πρόφτασε νέα διαταγή να γυρίσει στο Τάγμα, γιατί νεότερη εκτίμηση της Μέσης Ανατολής διεπίστωνε επικείμενη την αποχώρηση των Γερμανών και την ανατίναξη,
 όχι μόνο άχρηστη, αλλά και βλαβερή. 
Εσείς, παιδιά Λευκαδιτόπουλα, όταν περνάει από το πλάι σας ο Σεραφείμ Θεοφύλακτος, αυτό το «χούφταλο» που κυλάει ακοίμητο πάνω στο γερασμένο ποδήλατό του ή ο Καλλίστρατος Γατζίας, το άλλοτε ποτέ δικό μας ισοδύναμο τον κλασσικού Γαβριά, να παραμερίσετε με σεβασμό. 
Ο πρώτος οργάνωσε δύο μυθιστορηματικές αποδράσεις από τις ιταλικές φυλακές, από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η πρώτη, ενώ της δεύτερης, που επρόκειτο κυριολεκτικά ν' αδειάσει τις φυλακές της Λευκάδας, το «σύνθημα» δεν δόθηκε, γιατί στο μεταξύ έγινε η ιταλική κατάρρευση και η αποφυλάκιση των κρατουμένων.
 Ο δεύτερος άρπαξε από τα φοβερά νύχια των Γερμανών κάτω στην παραλία μας και έσωσε Εβραίο, απ' τον τραγικό σωρό του καλοκαιριού τον 1944, που πέρασε στο Λιμάνι μας με ξεκίνημα την Κέρκυρα και τέρμα τους φρικτούς κλίβανούς της «τελικής λύσης».
 Και οι δυο ξέρανε πως προκινδυνεύανε μέχρι Θανάτου. 
Και το αποδεχτήκανε. 
Το ίδιο να κάνετε για τον Γεράσιμο Λογοθέτη
"Ενα βράδυ στο κρατητήριο ξύπνησε απ' τις φωνές κάποιας, που βασανίζανε οι Ιταλοί.
 Μετά ακούσαμε να τον κατεβάζούν δέρνοντας.
 Άνοιξε η πόρτα και τον πέταξαν με κλωτσιά μέσα.
 Πεταχτήκαμε να τον βοηθήσουμε.
 Κι εκείνος ο λεβέντης (τότε το '43 ήταν παιδί  ), παρεξηγώντας την κίνησή μας και έχοντας μοναδική ακόμα και την ώρα εκείνη έγνοια τον αγώνα, για να μας αναπτερώσει το ηθικό, όπως νόμιζε, μας λέει: «Μη φοβάστε, ορέ Δεν πόναγα, αλλά φώναζα για να με χτυπάνε!» 
========== 
Το ίδιο για το Θωμά Κοντογιώργη-Μπαλέρτα: 'Ενα βράδύ  του Νοέμβρη 1942 παρουσιάστηκε στο σπίτι του  ο Πάνος Γιαννούληςκαι είπε πως δεν ήταν πλέον καιρός για τίποτ' άλλο, παρά μόνο καιρός αγώνα για το ξεσκλάβωμα.
 Κι εκείνος, ο Θωμάς, « αφείς τα δίχτυα ακολούθησε αυτώ»  και βάδισε μέχρι το τέρμα περήφανα τον πικρό και δύσκολο δρόμο της τιμής... 
Τέτοιους ανθρώπους χάλκεψαν εκείνοι οι χρόνοι και οι ΕΑΜικές οργανώσεις. 
Που αρχικά... απ' το πιο δοκιμασμένο και αγωνιστικά έμπειρο κομμάτι τον λαού μας, τους κομμουνιστές. 
Κι αυτή η πανηγυρική αναγνώρισή τούς ,  την χρωστώ, σαν ηθική τακτοποί-ησή μου απέναντι τούς: Με το βάρος της καλλιεργημένης τότε σύγχυσης`, τους πρώτους μήνες μετά την οργάνωσή μου σκεφτόμούν πολλές φορές πως όλα τους ήταν «καλά και άγια», μόνο που «εκ των πραγμάτων» σ' έφερνε να συνεργάζεσαι μ' αυτό το κακό ανθρώπινο είδος, τους κομμουνιστές.
 Μέχρι πού είδα κι έζησα το μεγαλείο της αυταπάρνησης και τη; αυτοθυσίας τους και απαλλάχτηκα απ' τον μπαμπούλα..
 Αυτός, άλλωστε, ο κομματικός χώρος μας, έδωσε και τους περισσότερους άξιους και αναγνωρισμένους ηγέτες του αγώνα με πρώτον τον πολυσέβαστο και λαοφίλητο γιατρό  Ξεν. Γρηγόρη. 
Κι ας  τολμήσω μια ξηρή και ελλιπέστατη αναφορά στο έργο του ΕΑΜ:
 Αναστήλωσε με τους καθοδηγητές και τον τύπο του (εθνι-κό Ξύπνημα, Σπίθα, κi άλλα) το φρόνημα του λαού μας.
 Τον στήριξε στη διατήρηση της εθνικής του περηφάνιας.
 Οργάνωσε και με επιτυχία διεξήγαγε τη «μάχη της δεξιάς» τον αγώνα για δίκαιη διανομή των εφοδίών της ΕΟΧΑ και τον Ερυθρού Σταυρού, το χτύπημα τον μαυραγοριτισμού, της ανηθικότητας και του δοσιλογιμού  , που στα χρόνια της Ιταλοκρατίας κρατήθηκε σε νούμερα λα γότερα κι από τα δάχτυλα των δύο χεριών. 
Οργάνωσε τον αγώνα της νεολαίας , με πρώτους καθοδηγητές τους ήρωες και μάρτύρες, Στράτο Τσέγιο και Σπύρο Ροντογιάννη — Μελά και το τιμημέ-νο αντάρτικό μας, τον πολυδοξασμένο ΕΛΑΣ Λευκάδας, που τίμησε το νησί μας σε χίλιες μάχες και επιχειρήσεις.
 ========
 Το Γυμνάσιό μας σ' όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής ακόμη και πριν συνδεθούν μαζί τον οι αντιστασιακές οργανώσεις, ήταν φλογερό αντιστασιακό καμίνι.
 Θα χαιρετίσω όλους (εκτός από δύο θλιβερές... εξαιρέσεις) τους τότε καθηγητές μας, όπως τους Τάκη Βεργίνη, Πέτρο Γρηγόρη, Χαράλαμπο Περδικάρη. 
Με τη διδασκαλία τους κρατούσαν σε εγρήγορση τις καρδιές μας.
 Θα Θυμίσω: 
Μαθήτριες και γονείς αποκρούουν ανένδοτα τη Θρασεία αξίωση τον κατηχητή να διασκεδάσούν οι αξιωματικοί τον τον Οκτώβρη 1941 μαζί τον εορτασμό της πορείας προς την Ρώμη από μαθητική — δήθεν - παράσταση που Θα έδιναν τα κορίτσια στη λέσχη τους, ο Νίκος Καρτάνος και ο Γιάννης Δελαπόρτας ανεβαίνουν νύχτα στο Γυμνάσιο και γεμίζουν τους τοίχους των καθηγητικών γραφείων με εθνικοαπελενθερωτικά συνθήματα. 
Ο Γιώργος Σκυριανός μουτζουρώνει με φούμο την ιταλόγνωση πινακίδα τον Γυμνασίου, την ίδια βραδιά της ημέρας, που την κρέμασαν οι Ιταλοί. 
Την επομένη την ξήλωσαν βίαια και ντροπιασμένα.
 Στην ΣΤ" τάξη τον 1943 μαθητές ματαιώνούν οριστικά το φασιστικό χαιρετισμό (και σε μικρότερες τάξεις αρκετοί μαθητές, αρνούνται το salutate Roman cumente), ξεφτιλίζούν το μάθημα της Ιταλικής γλώσσας, επιβάλλουν την διδασκαλία της Ελληνικής Ιστορίας, συμπιέζούν σε Θέση άμυνας το δοσίλογο καθηγητή, απεργούν κατά τις εθνικές γιορτές και σ' άλλες περιπτώσεις στεφανώνούν 
(ο Ανδρέας Θάνος και ο Στέφανος Γράψας) τη στήλη των πεσόντων τις 25/3/1942. 
=======
Εκδίδουν τακτικά την παράνομη εφημερίδα τους «Μαθητικοί Αγώνες:» περνούν στην παρανομία και όταν αργότερα συλλαμβάνονται, αντιμετωπίζουν με θάρρος την δοκιμασία της ανάκρισης και της φυλάκισης.
Αργότερα, πολλοί απ' αυτούς βγαίνουν στο βουνό.
Ανάλογη δραστηριότητα έχουν κι οι άλλες ΕΑΜικές νεολαιΐστικες οργανώσεις.
Η οργάνωση της εξοχής, που έδωσε στον ΕΛΑΣ πλήθος ηρωικούς αγωνιστές και στελέχη, όπως ο Πάνος Ζαβιτσάνος   Ο Φώντας Κατωπόδης, ο Γιάννης Αραβανής - Φιάκας, ο Γιάννης Κομινάτος και τόσοι άλλοι. 
Η εξωσχολική οργάνωση της πόλης, με στελέχη όπως ο Δήμος Μαλακάσης, ο Κώστας Σοϋδιας, ο Φίλιππος Βερίκιος, ο Φανούριος Μηόρσας και τόσοι άλλοι.
 Δικό της τόλμημα το κόψιμο τον σχοινιού της Ιταλικής σημαίας στην παραλία και (την ίδια βραδιά) το λέρωμα της προσωπογραφίας τον «Ντούτσε», που τιμωρήθηκε με εβδομαδιαία διακοπή της διανομής ψωμιού.
Από τούς Θριάμβούς τον ΕΛΑΣ Λευκάδας θα σταθώ σε δύο μόνο:
 Το καλοκαίρι τον 1943, κάτω από την καθοδήγηση της πολιτικής οργάνωσης, τη φωτεινή καθοδήγηση του Σπύρου Φατούρου, με φλογερό απόστολο του ξεσηκωμού τον αλησμόνητο ήρωα και μάρτυρα Αντώνη Καραμπόίκη, υποχρέωσε με τα λιανοτούφεκά του τον (ακόμα πανίσχυρο στο νησί μας) Ιταλό κατακτητή να συνθηκολογήσει και να μην βλάψει την αγαπημένη μας Βαυκερή, που απειλούσε με αφανισμό για τον αφοπλισμό και την αιχμαλωσία τριών Καραμπινιέρων.
Σ' αυτή την περίπτωση είχαν προσφεθρεί να συμπράξουν και οικογένειες από τα χωριά Χαραδιάτικα, Αη Λια κ.λ.π.
 Στην ένδοξη μάχη τον Καρβασαρά πραγματοποίησε τη λεπτότερη, ίσως, επιχείρηση,
την αθόρυβη εξουδετέρωση τον γερμανικού φυλακίού, όπού πρώτος όρμησε ο Πάνος Γιαννούλης  κι αστραπιαία  ξέκαμε 7 - 8 από τους 30 περίπου Γερμανούς, αφού προηγουμένως είχε ξεκάμει το σκοπό τον φυλακίού
====
. Στον ίδιο, άλλωστε, τον γεννημένο πολεμιστή Πάνο Γιαννούλη, τον δεξιό τεχνίτη των όπλων, τον άφοβο και προνοητικό ηγέτη, καταγράφονται κι άλλα θαυμαστά περιστατικά τόλμης και αξιοσύνης, όπως η εξουδετέρωση της ιταλικής περιπόλου τον Νοέμβρη 1942, στην παρυφή της πόλης, που ξεσήκωσε κύματα ενθουσιασμού ανά-μεσα στο Λευκαδίτικο λαό όλον τον νησιού κι αργότερα η απόκρουση των Ιταλών στη Ράχη του Βαλαωρίτη.
 Μα η Λευκαδίτικη συμμετοχή στην Εθνική μας Αντίσταση δεν περιορίστηκε στα όρια της Λευκάδας και της περιοχής.
 Ακούστε μια απήχηση της εκτός Λευκάδας συμμετοχής:
 'Ενα από τα έγκυρα συγγράμματα με θέμα την Αντίσταση, είναι το πολυτιμότερο έργο που τιτλοφορείται «Στ' άρματα! Στ' άρματα! ». Στο εξώφυλλο τον πρώτον τόμού διαβάζει κανείς ανάπλαση αυτόγραφου τον δικού μας, του Λευκαδίτη, Άγγελού Σιλελιανού (το μεγαλόπνευστο επίγραμμα στην Αντίσταση), που τ' αντιστασιακά αυθόρμητα ξεσπάσματά του χρονολογούνται από τις πρώτες μόλις μέρες της σκλαβιάς και που υπήρξε ο αναμφισβήτητος και πανάξιος πνευματικός ηγέτης τον λαού μας, στα μαύρα χρόνια της κατοχής, αληθινή αποκαλυψιακή  σάλπιγγα, με κορυφαίες ανακρούσεις τον περίφημο αποχαιρετισμό τον Παλαμά στο Α" νεκροταφείο, τη συγκλονιστική διάλεξη στο φιλολογικό μνημόσυνο τον, τον εθνεγερτικό επικήδειο αποχαιρετισμό στον Μαλακάση, τη Μητρόπολη Αθηνών...
 Λίγες σελίδες πιο κάτω υπάρχει φωτογραφία με τη λεζάντα «Ελληνίδα Αντάρτισσα».
 Η Ελληνίδα Αντάρτισσα της φωτογραφίας δεν είναι άλλη από την δική μας, τη Λευκαδίτισσα Τζαβέλαινα... Στο βιβλίο τον για το «χαιδάρι  », ο Κορνάρος μνημονεύει ονόματα των 200 ηρώων που πέσανε την πρωτομαyιά τον 1944 από τα βόλια τον εκτελεστικού των Γερμανών, αφού χορέψανε το «Εχε γεια καημένε κόσμε» και τραγουδήσανε τον Εθνικό'Υμνο.
========
 Ανάμεσα στα ιερά ονόματα αυτών των αθάνατων εθνομαρτύρων καταγράφει και τον δικό μας 
Βασίλη Φίλιππα και μάλιστα με το λευκαδίτικο παρεπώνυμό τον Τάμπανος... 
'Οποιος Θελήσει ν' ασχο-ληθείί με τη Θαυμαστή αντιστασιακή δραστηριότητα της Ομοσπονδίας των Επτανησιακών Σωματείων της Αθήνας, Θα ξεχωρίσει πρώτο ανάμεσα στα πρώτα ονόματα τον δικού μας Νίκου Γ. Κατηφόρη, γενικού γραμματέα της Ομοσπονδίας, αν δεν κάνω λάθος και ΕΑΜικού Συνδέσμου και καθοδηγητή της..
. Οι Αγρινιώτες αντιστασιακοί θυμούνται και ριγούν τον ηρωικό ταγματάρχη, στρατιωτικό υπεύθυνο τον μόνιμου, λευκαδίτικού ΕΛΑΣ, τον Κώστα Κατωπόδη, πού αντιμετώπισε το εκτελεστικό στο Αγρίνιο, ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα μας. 
Η αντιστασιακή ιστορία της Μακεδονίας μας είναι δεμένη με δικά μας, Λευκαδίτικα ονόματα, όπως τον, πού υπηρετήσανε ε-κεί ψηλά το 'Εθνος και τον λαό με τις ξεχωριστές αρετές και ικανότη-τές τ Γιώργη Κοντογιώργη, τον Βαγγέλη Κτενά, τον Γεράσιμου Γρηγόρη ΠΟΥ ΥΠΗΡΕΤΉΣΑΝΕ εκεί ψηλά το Εθνος και τον λαό μας με τις ξεχωριστές αρετές και Ικανότητές τους 
... Στην κινηματογραφική ταινία «Η τραγωδία τον Αιγαίου» ο φακός φθάνει κάποτε και στο φοβερό κολαστήριο της Μέρλιν και διαβάζει στους τοίχους ύστατα μηνύματα των μελοθανάτων.
 Ανάμεσά τους και το μήνυμα του Άγγελου Βλασσόπουλου, του Αγιοπετρίτη συμπατριώτη μας.
 Στο προσκλητήριο των κατοχικών νεκρών τον Πολυτεχνείού προβάλλει και η νεανική μορφή του Κώστα Γιαμαλάκη, τον μοναχογιού, πού ο ηρωικός του  Θάνατος συγκλόνισε την μικρή μας
 κοινωνία της εποχής... 
-=======
Τέλος, όπως είναι πασίγνωστο, ο δικός μας Λάκης Σάντας, ήταν ο ένας από τους δύο ανυπότακτούς νέους "Ελληνες, που κατέβασαν τη χιτλερική σημαία από την Ακρόπολη.
 Αδέρφια του κάτω και του απάνω κόσμού, που ο βιαστικός και πρόχειρος λόγος μου είτε δεν στάθηκε καθόλου είτε στάθηκε με ατέλειες και σφάλματα στα άγια και τίμια ονόματά σας και στην πολύτιμη και δοξασμένη συνεισφορά σας στην Εθνική Αντίσταση, συγχωρήστε με γι' αυτό.
 Αδέρφια και παιδιά μου, αφουγκραστείτε μαζί μου την εντολή των ηρώων και των μαρτύρων μας και ας μας γίνει δίδαγμα, πίστη και τρόπος ζωής:
 Κρατήστε, φύλάξτε ακέρατη την εθνική ομοψυχία.
 Στο δρόμο Παλιοκατούνα - Εγκλουβή υπάρχει μια συγκλονιστική γλυπτική σύνθεση:
 Σε μία άκρη παγωμένη - νεκρή μία μάνα.
 Σε μικρή απόσταση λιγωμένα - νεκρά τα δύο ανήλικα κοριτσάκια της.
Κάπου εκεί παγωμένα, ψόφια τα ζωντανά τούς. Δύο γίδες, μία γαϊδούρα.
Ο μύθος τον εμφυλίου λέει, για τη γλυπτική σύνθεση, πως η μάνα και τα κοριτσάκια, μαθαίνοντας στην Παλιοκατούνα τη μεταγωγή τον πατέρα από τα κρατητήρια της πόλης για τη φυλακή της Ζακύνθου, ξεκίνησαν με βαρύ καιρό να πάνε να τον αποχαιρετήσούν.
 Στη Λιμπιά τις έκλεισε το χιόνι
. Η τραγική μάνα ασφάλισε στ' απόχιονο τα μικρά της και γυρνώντας εδώ κι εκεί κίνησε να ζητήσει βοήθεια.
 Πιο κει έσπασε το πόδι της.
 Ακινητοποιήθηκε, την πήρε το χιόνι στην αγκαλιά τον και την κοίμισε για πάντα, να πάψει να σκέφτεται και να πονάει.
 Τα δύο μικρά, σαν περνούσε η ώρα και έγερνε η μέρα, φοβισμένα κίνησαν να βρουν τη μάνα.
 Πιο κει δεν μπορούσαν πλέον να περπατήσουν πάνω στο πάγο. Αγκαλιάστηκαν. Έσκυψε το χιόνι, κοί-ταζε, χαμογέλασε θλιμμένα και τ' αγκάλιασε για πάντα με τ' άσπρο  σεντόνι του.
====
 Τα πήγε μακριά απ' αυτόν τον κόσμο, που τους ήταν άπονος και σκληρός.
 Και βέβαια, μην ψάξετε να βρείτε αυτή την ανύπαρκτη γλυπτική σύνθεση, που κάποτε Θα πρέπει κι αυτή να στηθεί, για να μας θυμίζει τα δεινά της αδερφοδιχόνοιας.
 Ωστόσο, αν τύχαινε και περνούσατε πρωί 18 Φλεβάρη 1948 από τη θέση εκείνη, θα βλέπατε με τα ίδια σας τα μάτια αυτό που σας διηγήθηκα.
 Μάνα, η Λουκία, Θυγατέρα τον Κώστα Γαζή.
 Αδέρφια, παιδιά, αιωνία η μνήμη ηρώων και μαρτύρων του κάθε ελληνικού στρατοπέδου.
 Η Εθνική μας συνείδηση προστάζει: Ποτέ πια διχόνοια:
 Εθνική ομοψυχία! 
Δόξα κατ τιμή στην Εθνική Αντίσταση. 
Τόση δόξα και τόσοι δοξασμένοι, τόσος πόνος και τόσοι πονεμένοι 
πώς να χωρέcονν στο φτωχό μου λόγο;
 Άλλωστε, τα ονόματά σας και το έπος σας λάμπουν χαραγμένα με πύρινα, αιώνια γράμματα στην καρδιά   και  τη μνήμη  του λαού μας. 
Στην καρδιά και τη μνήμη μου. .

Προσγράψτε μου σαν πρόθεση δικαιοσύνης  , το ότι έπεισα την ψυχή μου , να μιλήσω 
για τις δοκιμασίες και τούς αγώνες των πιο  δικών μου  , των πιο αγαπημένων μου πάνω στη γη προσώπων, φίλων και   συγγενών