Με https://aromalefkadas.gr/ απολαύστε στιγμές απ το Λευκαδίτικο καρναβάλι !Το καρναβάλι των γυναικών ξεκίνησε

   

Φαρομανητά 2023, το καρναβάλι των γυναικών ξεκίνησε.
Πρώτο γκρουπ που φωτογραφίσαμε ήταν το: «Elisabeth στο παζάρι», της Σίας Βουτσινά.



Ετήσιος Αποκριάτικος χορός του Συλλόγου ΛΕΥΚΑΔΙΩΝ Πάτρας Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ





ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Ο Σύλλογος ΛΕΥΚΑΔΙΩΝ Πάτρας 

Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ , 

σας προσκαλεί στις 17-2-2023

  Ημέρα Παρασκευή , ΒΡΆΔΥ  και ώρα 9.00 μ.μ. 

 στον ετήσιο αποκριάτικο χορό  του Συλλόγου 

στο   κέντρο , LIDO ,28ης Οκτωβρίου

 Ροΐτικα  Πατρών τηλ. 2610525037 , 6906869251

με εξαιρετικό φαγητό και ζωντανή μουσική !!



Με τιμή για το Δ.Σ.

ο Πρόεδρος Τα μέλη

Μενού

Πλατό τυριών
Τέσσερα τυριά.
Σαλάτα Καίσαρα παραδοσιακή και ανάμικτη λαχανικών και ντομάτας
Κυρίως γεύμα
Χοιρινό γάστρας
Μοσχαράκι με ριζότο και πατάτες τηγανιτές
Μπιφτέκι μοσχαρίσιο
Φιλέτο κοτόπουλο
Λιγκουίνι με μπουκές κοτόπουλο και ντοματινια.
  
Αναψυκτικά , μπύρες, κρασί, 
Επιδόρπιο. 
Καρυδόπιτα με παγωτό.
 

Το παλιό Λευκαδίτικο καρναβάλι


Του Ηλία Π. Γεωργάκη

Αλήθεια τι μνήμες ξεσηκώνει μέσα μου το παλιό Λευκαδίτικο καρναβάλι. Εκείνους τους αξέχαστους χορούς στο θρυλικό «Πάνθεον», το μπρίο, το κέφι, τα κόκκινα-μπλε στο πέτο. Τις παρλάτες του Βούλη, τους διακόσμους του Γιάννη Αθηνιώτη και του Δήμου Μαλακάση. Το «Πάνθεον» αντικατόπριζε το μεγαλείο της Λευκαδίτικης ψυχής. Του Λευκαδίτη που έκανε το πόνο του χορό. Τη φτώχεια του σερπατίνα. Και την αγάπη για τη ζωή την έκανε τραγούδι, ξενύχτι, μεθύσι. Ο αξέχαστος Βούλης Βρεττός εγραψε το 1972 (αναφερόμενος στο Λευκαδίτικο Καρναβάλι) ότι «ο Λευκαδίτης απ’ όταν γεννηθεί έχει στο αίμα του την αποκριά, ζει το καρναβάλι γιατί το νοιώθει πραγματικά και δίνεται σ’ αυτό ολόψυχα και το περιμένει σαν μια όαση μέσα στη χειμωνιάτικη επαρχιώτικη πλήξη». Και είχε δίκιο. Μόνο που οι καιροί άλλαξαν. Και η τηλεόραση μας καθήλωσε στην πολυθρόνα. Δυστυχώς. Το παλιό Λευκαδίτικο καρναβάλι έμεινε αξέχαστο γιατί είχε χορό, ξεφάντωμα, ξενύχτια. Έμεινε αξέχαστο και όσοι το έζησαν- το αναπολούν- γιατί δεν υπήρχε υποκρισία, δεν υπήρχε η τηλεοπτική ισοπέδωση. Είχε κατάθεση ψυχής, ειχε ειλικρίνεια. Παρά τη φτώχεια και την κακουχία της εποχής ο Λευκαδίτης διασκέδαζε με την καρδιά του, συμμετείχε, αγαπούσε τη ζωή.



Όπως έγραψε ο αείμνηστος Πανταζής Κοντομίχης («Λευκαδίτικες σελίδες» – εφημερίδα του Μουσικοφιλολογικού Συλλόγου OΡΦΕΥΣ -1963), απ’ το 1880 μέχρι περίπου το 1905, ο φημισμένος Λευκαδίτης ζωγράφος Σπύρος Γαζής, πατέρας της κυρίας Ουρανίας Αρβανίτη, που ήταν σπουδαγμένος στη Βενετία, είχε αναλάβει την καλλιτεχνική και ευπρόσωπη εμφάνιση της μάσκαρας στη Λευκάδα. Επιτηρούσε, έντυνε, διευθετούσε, χρωμάτιζε και σχεδίαζε αποκριάτικα κοστούμια, σύμφωνα με την ευαισθησία του και την αισθητική του διάθεση, χωρίς να παίρνει ούτε μια δεκάρα. Παρουσίαζε τότε εξαίσιες μασκαράτες σε ομαδικά καρναβάλια μέσα στην πλατεία με διάφορες σατιρικές απαγγελίες τσουχτερές αλλά και μορφωτικές. Έντυνε αρλεκίνους, κολομπίνες, ντομινό, σεΐχηδες, παληάτσους, το δωδεκάθεο, μαχαραγιάδες, πιερόττους, πρίγκηπες, τους ήρωες του ’21 και άλλες ιστορικές και παραβολικές παραστάσεις. Οι μαζικές αποκριάτικες εμφανίσεις ήταν φημισμένες για την οργανωτική τους εκτέλεση και μαζευόντανε κόσμος και κοσμάκης από τα γύρω για να παρακολουθήσει τα χάζα. Τον ίδιο καιρό, άλλος μερακλής που διοργάνωνε μάσκαρες με μορφωτικότατο περιεχόμενο ήταν ο τσαγκάρης, ιεροψάλτης και αγαθότατος Λευκαδίτης Θοδωρής Θεμελής ή Μπολμπόλης κι έκανε με μάσκες ολόκληρες θεατρικές υπαίθριες παραστάσεις στην Πλατεία με αποκριάτικο περιεχόμενο. Παράστησε την «Αμαρτωλών σωτηρία», την «Ιουδήθ», τους «Καλαβρέζους», τη «Φιορέντσα» με έμμετρες απαγγελίες και μαζευόντανε πολύς κόσμος ν’ ακούσει και να δει. Μαθαίνω πως όλα αυτά τα έμμετρα σατιρικά του ο σχωρεμένος μπάρμπα Θοδωρής τα κρατούσε και ίσως τώρα να τα κατέχουν οι κληρονόμοι του, που ‘ναι στην Αθήνα, γι’ αυτό δεν θα πρέπει να χαθούνε.

Από το 1905 μέχρι τον πόλεμο του ’12, ίσως και παλαιότερα -όχι όμως εξακριβωμένα- καθιερώθηκε το γαϊτανάκι, που είναι φράγκικη αποκριάτικη συνήθεια, γιατί απαντάται το Μεσαίωνα, στην Ιταλία προπαντός. Το γαϊτανάκι γινόταν στην πλατεία (να, γιατί διασκέδαζε τότε ο κοσμάκης, τώρα θέλουμε εισιτήρια και εισόδους για να ξεσκάσει ο λαουτζίκος), ξέχωρα απ’ τις περιοδείες που έκανε στις φτωχογειτονιές του Πουλιού, της Άγια-Κάρας και του Αη-Αντωνιού, και λάβαινε μέρος όλος ο λαός, πλούσιοι και φτωχοί. Το σκάριαζαν ο Πάνος Κατωπόδης ή Καουτσούς, ο Θωμάς Κονιδάρης, ένας ιταλιάνος τσαγκάρης που ξέμεινε στη Λευκάδα ο Μαστροριζάριο και ένας χωροφύλακας, που αγάπησε τη Λευκάδα, ονόματι Ζωγράφος που ήταν και φίνος χοροδιδάσκαλος. Το Γαϊτανάκι είχε την ιδιορρυθμία να τυλίγονται και να ξετυλίγονται σ’ ένα κοντάρι έγχρωμες κορδέλες με διάφορες τυποποιημένες χορευτικές φιγούρες και που έπρεπε κανείς με μαεστρία και ακρίβεια, γιατί αλλιώς μπερδεύονταν και δεν εύρισκες άκρη και πάτο. Το έπλεκαν και το ξέπλεκαν οκτώ ή δώδεκα χορευτές σε ρυθμό καντρίλιας και στα τελευταία χρόνια οι διοργανωτές βάνανε να κρατάει το κοντάρι ο πελώριος Τάσος Κατσής (ο ασκητής της Βαγιάς), που τον ντύνανε με διαόλου κέρατα και ουρά και σεργιάνιζε το γαϊτανάκι στις γειτονιές με την τρελλή του παρέα. Δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει κανένας Λευκαδίτης που να θυμάται τις φιγούρες. Μόλις και μετά βίας θυμούνται μερικές διασκορπισμένες και συγκεχυμένες φιγούρες οι κ.κ. Σπύρος Αχείμαστος, Γιάννης Καλυβιώτης, Νιόνιος Κονιδάρης, Μαρινάκης και μερικοί άλλοι που ήτανε χορευταράδες στα νιάτα τους. Τέλος ο χορός του γαϊτανακιού διατηρήθηκε μέχρι το 1922.

Απ’ το 1922 μέχρι το Β’ Παγκ. Πόλεμο μεσολαβήσανε οι τραγικότητες και οι συμφορές στη Μικρασία και ο κόσμος έχασε στο διάστημα αυτό την όρεξή του και δεν ξανάγιναν μαζικά και λαϊκά καρναβάλια στην Πλατεία. Παρ’ όλα αυτά όμως ο Λευκαδίτης δεν τόβαλε κάτω. Μια χρονιά, τις Αποκριές, έτυχε να γίνουν δημαρχιακές εκλογές και οι Λευκαδίτες θελήσανε να τις σατιρίσουνε. Μερικοί νέοι τους κατσαρίστηκε να ντυθούνε με ξερά κολλάρα, παριστάνοντας τους «υποψηφίους δημάρχους» και από πίσω τους καμιά δεκαριά ντυμένοι «νάνοι», που κρατούσανε σκούπες και σκουπόξυλα. Όταν λοιπόν ένα βράδυ στην πλατεία γινόταν η προεκλογική συγκέντρωση και ήταν μαμούδια ο κόσμος για το «λόγο», ξάφνου από ένα ατσούπι της Πλατείας ξεκαμπίσανε οι «νάνοι» με τους υποψηφίους δημάρχους – μασκαράδες. Το τί σαματάς έγινε δε λέγεται. Όλος ετούτος ο κόσμος που «άκουγε με προσοχή το λόγο», ενώθηκε με τους «νάνους» κι αρχίσανε τη διασκέδαση. Επακολούθησε διαλογική έμμετρη συζήτηση μεταξύ των «νάνων» και των «μασκαρεμένων» υποψηφίων, με πετυχημένα πιπεράτα στιχάκια και έμμετρες ερωταποκρίσεις με αποκριάτικο περιεχόμενο. Έτσι, και οι υποψήφιοι δήμαρχοι (οι ξεμασκάρωτοι) ικανοποιηθήκανε γιατί είχανε «κόσμο» στην προεκλογική τους συγκέντρωση αλλά και ο κοσμάκης διασκέδασε με τα κωμικά γκέσα που κάνανε οι μασκαρεμένοι «νάνοι».

Απο την πλευρά του ο αξέχαστος Βούλης Βρεττός -με την μοναδική του πένα- εγραψε το 1972 για το λευκαδίτικο καρναβάλι:

– O Λευκαδίτης απ΄οταν γεννηθεί έχει στο αίμα του την αποκριά, ζει το καρναβάλι γιατί το νοιώθει, πραγματικά και δίνεται σ’ αυτό ολόψυχα και το περιμένει σαν μια όαση μέσα στην χειμωνιάτικη επαρχιώτικη πλήξη. Απ΄ τα σπάργανα μέχρι τα βαθιά του γεράματα μασκαρώνεται όχι για να καλυφθεί και να υποκριθεί αλλά γιατί έτσι το νοιώθει. Σκασίλα του αν την άλλη μέρα θα βρει κενωμένο φαϊ ή αν θα βγει έξω κουρελής. Όλα τα θυσιάζει για μιας βραδιάς ξεφάντωμα καρναβαλιού, για μια ντορατζίδικη εμφάνιση μασκέ, για λίγες στροφές του βάλς και ρεβεράνς της μαζούρκας, για την εκτέλεση λίγων παραγγελμάτων καντρίλιας και λανσιέδων. Όσο κι΄αν όσο κι΄αν ειναι κατσουφιασμένος και μουτρωμένος, όσο κ’ αν φαίνεται άπραγος και σοβαρός, μόλις πατήσουν οι απόκριες δεν τον κρατάς, ούτε με τις αλυσίδες απο το πέραμα του Κάστρου, ούτε με τα κλειδιά απ΄τα χάνια του Κατίνη και του Τετράδη.

-Οι τουαλέτες, κατι το καταπληκτικό!. Από δυο μήνες μπροστά όλες οι μοδίστρες της χώρας πιασμένες. Ράβανε και δεν προφταίνανε. Τα εμπορικά ξεπούλησαν όλα τους τα νέα υφάσματα, λαμέ, τούλια, μαροκέν, λούτρια, σιφόν, βελούδα, μεταξωτά, ταφτάδες, δαντέλες, μπροκάρ κλπ. ενώ οι κομμώτριες μερόνυχτα ξαμαλιάζανε, τσουρουφλίζανε και μπογιατίζανε κεφάλια, ξύνανε και ξεφλουδίζανε νύχια, χαλκομανιάζανε μούτρα και βγάζανε… τρίχες η δε αισθητικός πλανιάριζε κρέατα, έσπαζε μπιμπίκια, έξυνε μασχάλες και ζύμωνε και τέντωνε με σελοτεϊπα, στήθια.

-Η πόλις ειχε στολιστεί αποκριάτικα ενώ σ΄ολους τους πόντζους, τα πρεβάζια, τις προβολές και τις σοάντστες ειχαν απλωθεί πολύχρωμες καρπέτες, κιλίμια, διάδρομοι, ταπέτα, κουβέρτες και σφρίδια ακόμη, οι δε πόντζοι ειχαν γεμίσει απο ανθρώπινες μουτσούνες, αμασκάρωτες βέβαια, που ήταν πιο εντυπωσιακές και κωμικές από τις μασκαρεμένες.

-Εκεί στο «ΠΑΝΘΕΟΝ» κάθε βράδυ, μια μεγάλη μάζα ανθρώπων(πάσης τάξεως, φύλου και ηλικίας) πήγαινε κι ερχότανε σαν άμπωτης και πλήμμυρα, μέσα στην πίστα καθώς κι απάνω στη σκηνή και γαλαρία πούλεγες πως δεν θα έβγαινες άλλο απο μέσα, απ’ το αδιαχώριστο και το χορό μα περισσότερο απ΄το δεφτέρι και μολύβι του Γούρμου και Μουτρούκαλη οι οποίοι δεν ήσαν μονάχα μπουφετζήδες αλλα και μέλη της ορχήστρας – τα δυο πρώτα πιάνα της παλαιάς Λευκάδας.

»Ο Γούρμος κι ο Μουτρούκαλης
το ταιριαστό ζευγάρι
σου πέρνανε και τον παρά,
σου κάνανε και τη χάρη!».


Απ΄τον φωταγωγό του «Πάνθεον», πέφτανε βροχή οι σερπατίνες, τα κομφετί και τα μπαλόνια ενώ οι σοκολάτες, τα παστέλια και τα μαντολάτα του Φιλίππου «Χαρία», Μεσσήνη, Μπόρσα και Μπαλωμένου σε ταράζανε στον τριόμφο, τη μουντσουφλιά και κατακεφαλιά. Στο κέντρο της πίστας όλοι οι σύγχρονοι τύποι της Λευκάδας στα νούμερα τους: σόλο χορό τραγούδι, σκέτς μα ξέχωρα ο Γιώργος ο Βερδίκης, στις άφθαστες ταυρομαχίες του, ο Λώλος Μαλλιαρής ως Σαρλώ, ο Κεφάλας γυναίκα του δρόμου με την ομπρέλα του πάντα, κι ο Ζαχαρής στα ζεμπέκικα και χασάπικα, ανεβασμένος στους ώμους του Δήμου Σάντα και Τζετζέκου, κάνοντας εκείνους τους απίθανους μορφασμούς και γκριμάτσες. Κι όσοι δεν αντέχανε να δια… πιστωθούν, καθόντανε σε κάποια άκρη ή απάνω στη γαλαρία στιβαγμένοι σαν παστές σαρδέλλες και κάνανε ντόρο με τις μάσκαρες. Αυτοί την παθαίνανε χειρότερα. Χειρότερα ακόμα την παθαίνανε οι καθυστερημένοι που δεν κατορθώσανε να προχωρήσουν μέσα στο «ΠΑΝΘΕΟΝ» απο την πολυκοσμία και γινότανε παπάκια απο τη βροχή και κατάμαυροι απ΄την τσιμπισά που τρώγανε εξω στο στενό, περιμένοντας στα χαμένα μήν αδειάσει καμιά θέση ή μη βρεθεί καμιά μάσκαρα που να θέλει συνοδό. Έτσι κάθε βράδυ το «ΠΑΝΘΕΟΝ» ηταν στις φλόγες.

-Xoρεύτηκε το γαϊτανάκι που δίδαξε ο ακούραστος παλιός χορευταράς και μέτρ Νιόνιος Κονιδάρης (Πατσάς), αφιχθείς επί τούτου εξ Αθηνών. Μετά έγινε το φάτο! Εκτέλεση μουσικού προγράμματος απο την ποντικίσια μπάντα που διηύθυνε ο Βερδίκης «εν εξάλλω καταστάσει», χρησιμοποιώντας για μπακέτα τα σβούρδουλα του παλιού παιδονόμου, κυρ Αναστάση με τα μουστάκια. Για όργανα χρησιμοποιήθηκαν η Γκράν – κάσα του Μπούζου, το μπάσο του Κουφάκια, το ταμπούρλο του Λίζα, τα πιάτα του Μπατίστα, το φλαούτο του Βαγγέλη Καζάζη, το τρομπόνι του Αποστόλη Μπρούμη, το κλαρίνο του Καμπύλαφκου, τα βιολιά του Ταμπατούρλα και Μπουμπούλια, η φλογέρα του γέρου-Καπογιανέλου, το ντέλφι της Πριγάμπας, το κλάξον του «Σάμψον» του Μπάλτσα. Παιχτήκανε και τραγουδηθήκανε θαυμάσιες παλιές και νέες μελωδίες ως και τοπικά τραγούδια που ειχε σκεπάσει ο χρόνος όπως: «άσπρο, μαύρο, κόκκινο της Κογιογούς το κόσκινο», «δεν έχουμε λεπτά, να πάμε σινεμά, τσιρμπόμ-τσιρμπόν..», »έλα κι΄εσύ μαζί μ΄εμέ, στου Παναγή στου Μπελεμέ, δεν ξέρω τώρα που θε νάβρω και του Κόκκινου το μαύρο – ελεήστε Χριστιανοί που να βρώ τον Κουτσουνή, για που πρέπει να του δίνω, για να βρώ τον Φερεντίνο», «Με το σεισμό, μα τι κακό, αχ! ειναι πράγματι πολύ τρομακτικό», «Μια δεκάρα της Μπούζαινας, και τα γατιά του Τσούφλα, του Μπαλωμένου οι γάιδαροι και Σκλεπετή οι σκύλοι..». »Ω! Πω-πώ, ψυχή μου πράμα, ποιός θαπλώσει να το πάρει, αρμυρήθρες απ΄τη Γύρα, και παγούρς απ΄ το Ιβάρι. Απο τον τεκέ Κοκούτσες απ’ τη Σάλτενη χυβάδια, καποσάντες απ΄ τις λούτσες, ω! πώ, πω ψυχή μου πράμα, άμα φάς θα ξαναζήσεις, μάραθο απο το Κάστρο, κάρδαμο Μεγάλης Βρύσης». Σόλο τραγούδησε ο Ανδρέας ο Όπερας (Ντούσκας), που τον συνόδευσαν ο Ζαχαρής, ο Μάριος Χόρτης, ο Πούλος, ο Πάπιος κι ο Λομπράνος. Εκεί παρουσιάστηκε κι ο Θοδωρής ο Κβέλης κι είπε το παλιό του τραγούδι που έλεγε πάντα στις ταβέρνες ενώ ο ψευδός Ταρντανέλιας τραγούδησε το τραγούδι που έλεγε κάποτε ερωτευμένος. Το μουσικό πρόγραμμα έκλεισε με το Ντε Βαλαμόντε που τραγούδησε τη »Ξανθιά Βαρόνη», έκανε κορνέτα με τη μύτη και χόρεψε το χορό του διαβόλου, μα γλίστρησε και βρέθηκε ξαφνικά στα ποδάρια του, μια νεκροκεφαλή!

Συζήτηση τῆς Βάσως Κτενᾶ μέ Χαρά Παπαδάτου, Γεῶργο Γιαννόπουλο καί Βούλη...

Τρεις Έλληνες δισεκατομμυριούχοι στην Αυστραλία





Και άλλοι πέντε πολυεκατομμυριούχοι στον κατάλογο των 200 πλουσιοτέρων Αυστραλών
Οι πλούσιοι Έλληνες της Αυστραλίας γίνονται… πλουσιότεροι!

Αυτό προκύπτει από τον κατάλογο των 200 πλουσιοτέρων Αυστραλών που δημοσίευσε το περιοδικό Australian Financial Review.

Σύμφωνα με τον κατάλογο, στην πρώτη θέση με προσωπική περιουσία 15.57 δισεκατομμυρίων δολαρίων είναι η οικογένεια του Anthony Pratt και στην 2η η Gina Rinehart με 13.81 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Νέος Κόσμος» στην πρώτη θέση των πλουσιοτέρων Ελλήνων της Αυστραλίας πέρασε και πάλι ο Κώστας Μακρής και η οικογένειά του (προέρχονται από την Αδελαΐδα, αλλά, ως έδρα αναφέρεται το Gold Coast) με $ 1.32 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο κ. Μακρής είναι 69ος στη γενική λίστα.

Ο Νίκος Πολίτης έπεσε στην 74η θέση. Πέρυσι ήταν στην 55η της γενικής κατάταξης με περιουσία $1.35 δισεκατομμυρίων, ενώ φέτος «περιορίστηκε» στα $ 1.23 δισεκατομμύρια. Ο Πολίτης, ο δεύτερος Έλληνας στη λίστα των δισεκατομμυριούχων της Αυστραλίας, έχει ως κύριες επιχειρηματικές δραστηριότητες την πώληση αυτοκινήτων και τα ακίνητα.
Στην 3η θέση των Ελλήνων δισεκατομμυριούχων είναι η οικογένεια του Νίκολα Πασπάλη από το Ντάργουϊν, που, εκτός των άλλων, ασχολείται και με την καλλιέργεια μαργαριταριών.
Εκτός δισεκατομμυριούχων αλλά με πολλά εκατομμύρια και στην 4η θέση των ομογενών Κροίσων βρίσκεται ο Μελβουρνιώτης Σπύρος Αλυσανδράτος, με 931 εκατομμύρια δολάρια. Γεννημένος στην Κεφαλονιά, ο Σπύρος Αλυσανδράτος έχει ένα από τα μεγαλύτερα ταξιδιωτικά γραφεία του κόσμου σήμερα.

Στα ακίνητα έχει επενδύσει και ο Θίο Καρύδης (5ος) με προσωπική περιουσία 815 εκατομμυρίων δολαρίων.
Στην 6η θέση των πλουσιοτέρων Ελλήνων της Αυστραλίας βρίσκεται η οικογένεια του Χάρη Σταμούλη με 767 εκατομμύρια δολάρια. Και ο Χ. Σταμούλης (με έδρα τη Μελβούρνη) δραστηριοποιείται κυρίως στον χώρο των ακινήτων. Η αξία του σπιτιού του στο Toorak λέγεται ότι αξίζει 70 εκατομμύρια δολάρια.

Στην 7η θέση με 662 εκατομμύρια δολάρια βρίσκεται ο Κέρι Χαρμάνι με επενδύσεις σε ορυχεία.
Στην 8η θέση είναι η Kayla Itsines και ο Tobias Pearce με 486 εκατομμύρια δολάρια. Η Kayla Itsines είναι η μοναδική Ελληνίδα στη λίστα.

http://www.makeleio.gr/%CE%B5%CF%80%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CF%81%CE%

Ο Κολοκοτρώνης πλοίαρχος στη Λευκάδα

Νίκος Ασπρογέρακας, Φιλόλογος

Το ακόλουθο κείμενο είναι μια ελάχιστη απόδοση φόρου τιμής στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, τον αρχιστράτηγο του ΄21, τους-πέρα από ταξικές διακρίσεις-Λευκαδίτες και σε όσους έλληνες συνέδραμαν στη σωτηρία του νησιού μας από τους τουρκαλβανούς του Αλή-πασά, κατά την περίοδο 22/5 έως 6/7 του 1807.

Ο φετινός εορτασμός της 2ης εκατονταετηρίδας της επανάστασης του 1821 φέρνει στο νου μας τα ηρωικά κατορθώματα των προγόνων μας αλλά και τις ιστορικές φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών του αγώνα. Ηγετική μορφή του ο Γέρος του Μοριά, ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης. Οι περισσότεροι γνωρίζουν τη συμβολή του στην έκρηξη της επανάστασης, στις μάχες του Βαλτετσίου, των Δερβενακίων, στην άλωση της Τριπολιτσάς, στην αντιμετώπιση του Ιμπραήμ. Ακόμη την περιπέτεια της φυλάκισής του στον εμφύλιο, την ανυστερόβουλη βοήθειά του στον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας και τέλος την καταδίκη και τη φυλάκισή του στην Ακροναυπλία επί Αντιβασιλείας, καθώς και τις τιμητικές διακρίσεις από την πολιτεία την τελευταία δεκαετία της ζωής του.



Γνωρίστηκαν το 1807 στη Λευκάδα, αλληλοεκτιμήθηκαν και έγιναν αδελφοποιτοί




Στο παρόν κείμενο θα αναφερθώ στο πρώτο από τα δύο περιστατικά-θεωρώ ότι δεν είναι ευρέως γνωστά-στα οποία έδρασε ο Κολοκοτρώνης και τα οποία σχετίζονται με την ιδιαίτερή μου πατρίδα, τη Λευκάδα. Στο πρώτο ενήργησε ως πλοίαρχος στην άμυνα της Λευκάδας για να αποκρούσει την επίθεση του Αλή Πασά στα 1807 και στο δεύτερο, το 1810, συμμετείχε στο πλευρό της Αγγλίας στην κατάληψη του νησιού και την εκδίωξη των Γάλλων.

Τα Επτάνησα μετά την άλωση του 1204 πέρασαν διαδοχικά στην κυριαρχία Φράγκων και Βενετών έως το 1797. Από το 1797 έως το 1800 περιέρχονται στους Γάλλους του Ναπολέοντα. Από το 1800 μέχρι το 1807 δημιουργείται η ημιαυτόνομη Ιόνια Πολιτεία από τους Τούρκους και Ρώσους. Η δεύτερη γαλλική κυριαρχία διαρκεί από το 1807 έως το 1814. Τέλος για 50 χρόνια (από το 1814 μέχρι το 1964) υπόκεινται στην αγγλική προστασία, ενώ το 1864 ενώνονται με την Ελλάδα. Μόνο η Λευκάδα στη διάρκεια της Ενετοκρατίας (1386-1797) υπέστη και την τουρκική κατοχή για 205 χρόνια (1479-1684).



α. Σημαία της Επτανήσου Πολιτείας. Σε κυανό ύφασμα το κίτρινο φτερωτό λιοντάρι της Βενετίας. Κλειστό ευαγγέλιο με 7 λόγχες (=τα επτά νησιά). Υψωνόταν στα Επτάνησα από το 1800 έως το 1807

β. Γεώργιος Μοντσενίγος (1765-1836). Ζακυνθινός κόμης βενετικής καταγωγής, πληρεξούσιος του Τσάρου στην Ιόνιο Πολιτεία




Βρισκόμαστε στα 1807. Από το 1801, με τη συνθήκη της Κων/λης, αφού προηγήθηκε η ήττα του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, ιδρύεται, με τη σύμπραξη Ρώσων και Τούρκων, νέο κράτος στα Επτάνησα με την ονομασία «Πολιτεία των Επτά Ηνωμένων Νήσων» υπό την επικυριαρχία της Τουρκίας και προστασία της Ρωσίας. Ενεργό ρόλο στην οργάνωση του ενιαίου κράτους και στη σύνταξη νέου συντάγματος παίζει ο Ι. Καποδίστριας, ως γραμματέας της γερουσίας.



α. Αλή Πασάς Τεπελενλής-το Ασλάνι (λιοντάρι)-των Ιωαννίνων. (1740-1822). β. Αντώνης Κατσαντώνης (1775-1809). Αναγνωρισμένος από τον Καποδίστρια ως γενικός αρχηγός των κλεφτών της Δυτικής Ελλάδας.




Ο Αλή Πασάς παρακινούμενος από τον Ναπολέοντα, ο οποίος αντιμετώπιζε τη συμμαχία Ρώσων-Άγγλων-Αυστριακών, και θέλοντας να τιμωρήσει την Αγία Μαύρα (Λευκάδα), που λειτουργούσε ως καταφύγιο των καταδιωκόμενων αρματολών της Ηπείρου, σχεδίαζε από καιρό την κατάληψή της «υποσχόμενος εις τας αγρίας ορδάς του, γέρας της νίκης, τας γυναίκας και τας περιουσίας των Λευκαδίων και ομνύων επί του Κορανίου, ότι θα διέτεμνε τας κοιλίας των μητέρων, ίνα μη υπάρξη ουδ’ εν τω μέλλοντι ίχνος των εχθρών του και ότι εν Λευκάδι δεν θα έμενε λίθος επί λίθον…». ΄Ετσι το 1806 καταλαμβάνει Πρέβεζα και Βόνιτσα, οχυρώνει τα δυο φρούρια στην απέναντι Ακαρνανική ακτή, το Φρούριο του Τεκέ ή του Γρίβα και του Αγίου Γεωργίου, και το 1807 επιχειρεί με μια μεγάλη δύναμη Αλβανών (5.000 πεζών και 6.000 ιππέων) υπό την ηγεσία του γιου του Βελή, ο οποίος ενισχύεται με 18 κανόνια, 50 γάλλους τεχνικούς και 30 πυροβολητές, την κατάληψη του νησιού.



Κάστρο του Αγ .Γεωργίου στην Πλαγιά (το πρώτο) και του Τεκέ ή Γρίβα. Κατασκευάστηκαν το 1806-1807 από τον Αλή Πασά ως ορμητήρια κατά της Λευκάδας.

Μπροστά στον επικείμενο κίνδυνο η Ιόνιος Γερουσία με διαταγή της (22/5/1807 -παλαιό ημερολόγιο) ανέθεσε την κεντρική ευθύνη και τον όλο συντονισμό των αμυντικών και πολεμικών επιχειρήσεων στον Ι. Καποδίστρια, ως έκτακτο στρατιωτικό διοικητή της Αγίας Μαύρας, ανώτατο επόπτη της άμυνας. Ο Καποδίστριας αποδέχτηκε με μετριοφροσύνη το ρόλο του: «Θα υπηρετήσω εις Αγίαν Μαύραν… αισθάνομαι ότι αι δυνάμεις μου είναι απεριορίστως κατώτεραι της υπηρεσίας εις την οποίαν εκλήθην. Δεν θα παραλείψω εντούτοις να ασχοληθώ μετ΄ ακραιφνούς ζήλου και δραστηριότητος εις το να ανταποκριθώ εις την εμπιστοσύνην δια της οποίας με τιμά η εξοχοτάτη γερουσία μετά γενναιοφροσύνης»



Από αριστερά: α. Ενετικό φρούριο Αγ. Μαύρας. Υπέστη συνολικά 12 πολιορκίες. β. Οχυρό Αλεξάνδρου ή torretta, Στις αλυκές των Καρυωτών. Το όνομά του χάριν του Τσάρου Αλεξάνδρου. γ. Οχυρό Κωνσταντίνος, το μικρότερο, κοντά στο Καλλιγώνι. Το όνομα προς τιμήν του αναδόχου του Τσάρου Αλεξάνδρου. Τρία αμυντικά οχυρά για την άμυνα της Λευκάδας




Ο Καποδίστριας οργανώνει την «Άμυνα της Λευκάδας» με την κατασκευή οχυρωματικών έργων, με τη συνεργασία του με τους αρματολούς της Ηπείρου (Κατσαντώνη, Μπότσαρη, Τζαβέλα, Λεβεντάκη, Καραΐσκο, Βαρνακιώτη, Μπουκουβαλαίους), την πρόσκλησή του προς επώνυμους φίλους του και αγωνιστές (Περραιβό, Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας), και τέλος με τη στρατολόγηση τριών νέων λόχων από Ρουμελιώτες καθώς και δύο ταγμάτων από την Πελοπόννησο: ενός μανιάτικου (με επικεφαλής τον Πιεράκη Ζανέτ-μπέη) και ενός μικτού μοραΐτικου (επικεφαλής ο Αναγνωσταράς).



Από αριστερά α. Φώτος Τζαβέλας (1770-1809). Σουλιώτης οπλαρχηγός. β. Γεώργιος Βαρνακιώτης (1778-1842) Ξηρομερίτης οπλαρχηγός. γ. Νότης Μπότσαρης (1756-1841). Σουλιώτης οπλαρχηγός. Υποστράτηγος επί ΄Οθωνα

Επίσης ο Καποδίστριας θεωρούσε πρωταρχικής σημασίας ζήτημα τη δημιουργία ναυτικής δύναμης όχι μόνο για την άμυνα του κράτους και την εξασφάλιση των θαλασσών του, αλλά και για την ευπρέπεια του εμπορικού ναυτικού του και την επιδίωξή του να φανεί αντάξιο της ρωσικής προστασίας. Γι αυτό και συστήνει τη ναυτική δύναμη της Ιονίου Πολιτείας εκμισθώνοντας συνολικά εννέα πλοία. Επειδή όμως η οικονομία του κράτους δεν ήταν ανθηρή για να εκμισθώνει και να εξοπλίζει τα πλοία και να συντηρεί τα πληρώματά τους ο έκτακτος επίτροπος πρότεινε στους καπετάνιους η πολιτεία να περιοριστεί στα έξοδα για τη συντήρηση και διατροφή των πληρωμάτων των πλοίων τους και αντί για τη δαπάνη της ναύλωσής τους τα πλοία να εξασφαλίσουν έσοδα από καταδρομικές επιχειρήσεις. Τα λάφυρα θα διανέμονταν: τα μισά θα ήταν των πλοιάρχων και θα τα μοιραζόταν όλο το προσωπικό σε ίσες μερίδες και τα άλλα μισά θα δίνονταν στην κυβέρνηση. Ο έκτακτος επίτροπος θα ζητούσε από τη γερουσία να δοθούν, μέσω της ρωσικής ναυτικής διοίκησης, σε όλους ρωσικά έγγραφα αναγνωρίσεως και να ρυθμιστεί με ασφαλή τρόπο η εξέταση και η κρίση «περί των λειών». Οι πλοίαρχοι αποδέχτηκαν την πρόταση του Καποδίστρια κι έτσι τα τρία μεγάλα πλοία αυξήθηκαν σε τέσσερα και προστέθηκαν άλλα πέντε μικρότερα.

Σε ένα από αυτά Κυβερνήτης είναι ο Θ. Κολοκοτρώνης. Ενώ ετοιμαζόταν να συστρατευθεί ως καπετάνιος της ξηράς με το μικτό μοραΐτικο τάγμα υπό τον Αναγνωσταρά αναβαθμίστηκε σε πλοίαρχο. Ο ίδιος στα απομνημονεύματά του όπως τα υπαγόρευσε στον Τερτσέτη: «όταν ετοιμαζόμουν δια να υπάγω εις την Αγίαν-Μαύρα με έπεσαν επάνω ο Αναγνωσταράς, οι Πετιμεζαίοι ….και λοιποί οφφικιαλέοι και με είπαν ότι ¨μην πηγαίνης και ημεις έχομεν την άδειαν να έχωμεν ένα πλοίον και εάν θέλεις εμβαίνεις εις αυτό¨. Και έτζι εύρηκαν ένα σαμπέκο τούρκικο με δέκα κανόνια, το αγοράσαμεν και εμβήκα Καπετάνιος εις αυτό. Επήρα διαβατήριον, επήγα στους Κορφούς, εκεί με έδωσαν την άδειαν να χτυπώ στεριάς και θαλάσσης τους τούρκους».



α. Αναγνωσταράς (1760-1825). ταγματάρχης στα Επτάνησα. β. Σιαμπέκο: μικρό ιστιοφόρο ή και κωπήλατο, με στενό σκαρί. Κατάλληλο για καταδρομές, πειρατεία, αποβατικές επιχειρήσεις, βοηθητικές αποστολές ή μεταφορά μηνυμάτων. Παρόμοιο με το «Άγιος Γεώργιος» του Κολοκοτρώνη.




Το ελαφρό τρικάταρτο καταδρομικό με πλήρωμα 37 ναύτες και 80 πεζοναύτες βαφτίστηκε «Άγιος Γεώργιος». Με αυτό ο Κολοκοτρώνης κατέπλευσε στη Λευκάδα. Εκεί άλλοτε υπερασπιζόταν το νησί από ενδεχόμενη επίθεση και άλλοτε απέπλεε σε καταδρομικές επιχειρήσεις. Απέκτησε μεγάλη ναυτική πείρα, την οποία θα αξιοποιήσει αργότερα στις επιχειρήσεις με τον αγγλικό στόλο στο Αιγαίο και στη μοίρα ΜΟΡΙΑΣ, η οποία αντιμέτωπη με τον τουρκικό στόλο θα σώσει την Ύδρα από την καταστροφή. Ο Κολοκοτρώνης βελτίωσε τις ικανότητές του στη ναυτική τέχνη αφού στις επιχειρήσεις του στην Αγία Μαύρα συνεργάστηκε με εμπειρότατους καπετάνιους-κυρίως Κεφαλλονίτες:

-τον Ιωάννη Κούπα, καπετάνιο στη «Μεγάλη Δούκισσα Μαρία», σκαρί με 16 πυροβόλα και 60 ναύτες.

-τον Σπυρίδωνα Καλλιγά, πλοίαρχο της «Αγίου Γερασίμου», με τον ίδιο εξοπλισμό και πλήρωμα.

-τον Διονύσιο Κουντουρή, κυβερνήτη της «Αγίας Ευαγγελίστριας», σαμπέκο με 18 πυροβόλα και 60 ναύτες.

-τους Βουτσινά, Ποταμιάνο, Ριτσαρδόπουλο , Σαρακηνό και Καραβιά.

Έχοντας την άδεια για καταδρομικές επιχειρήσεις κατά των τούρκων επέδραμε στις Αχαγιές, τοποθεσία κοντά στην Πάτρα, όπου έκαψε τα σπίτια, τους μύλους, τα μαγαζιά και τα κτήματα του Σαϊτ- Αγά, τούρκου μεγαλογεωκτήμονα της περιοχής, με περιουσία που εκτεινόταν από την Πάτρα μέχρι την Ηλεία. Συνέλαβε ως ομήρους υπηκόους του και απέσπασε πλούσια λάφυρα. Με την επιχείρηση αυτή πέτυχε δύο στόχους: και τους τούρκους εκδικήθηκε, για όσα κακά του είχαν προξενήσει, και προσόδους απέκτησε για το πλήρωμά του και την Επτάνησο Πολιτεία.

Επιστρέφοντας θριαμβευτικά στη Λευκάδα αντί για επαίνους και τιμές, τον περίμενε η φυλακή. Η επιδρομή του προκάλεσε τα αντίποινα των τούρκων, οι οποίοι απαγόρευσαν το εμπόριο τροφίμων από την Πελοπόννησο προς τα Επτάνησα-κυρίως τη Ζάκυνθο- ενέργεια που έβλαπτε τους εμπόρους και προκάλεσε την καταγγελία του Κολοκοτρώνη στην Επτανησιακή Γερουσία και τη ρωσική Αρχή. Με εντολή της τελευταίας ο Κολοκοτρώνης φυλακίστηκε στη ναυαρχίδα του ρωσικού στόλου «την Ευαγγελίστρια». Έγκλειστος στα αμπάρια του πλοίου υπέβαλε την αναφορά του στον Καποδίστρια:

Προς τον εξοχώτατο κόντε Ιωάννη Καποδίστρια, Κομισσάριο, Στραορδινάριο εις την νήσον της Αγίας Μαύρας . Παρά του καπετάν Κολοκοτρώνη, ραπόρτο (αναφορά).

Σας ειδοποιώ, ότι δια προσταγής του Τζενεράλε Παπαδοπούλου, ευρίσκομαι εις το αρέστο, (φυλακή)μέσα εις το καράβι του Αρχηγού μου Μαγιόρ κ. Ελευθερίου Κυριακοβίτσι όθεν παρακαλώ να μου δοθούν οι πάγες (τακτικές οφειλές-μισθοί)) μου και το κοντράτο (συμφωνία, συμβόλαιο) ως ταις 20 του παρόντος, όπου μου λείπουν 1500 γρόσια. Προσέτι σας φανερώνω, ότι δεν είμαι άξιος της δουλεύσεως και κατά το κοντράτο μου ζητώ τη λιτσέντζα μου ( άδεια απουσίας, απόλυση) δίδοντας σας το αβίζο (προειδοποίηση) από την σήμερον έως να συμπληρωθούν αι ημέραι είκοσι της σταλίας, (αναμονής) όπου διαλαμβάνεται το κοντράτο. (συμφωνία).


Τη 20 Ιουλίου 1807.

Δούλος ταπεινός




Ο Καποδίστριας στην πρόταση του Γραμματέα της Επικρατείας επί των εξωτερικών υποθέσεων για την τιμωρία του Κολοκοτρώνη απαντά στις 8/7: «Ανέγνων το πολύτιμον έγγραφον της Υ. Εκλαμπροτάτης Αυθεντίας, το οποίον ομιλεί περί του συνεπειών τούτων, περί της εξεταζομένης τιμωρίας του. Είδον το επίσημον έγγραφον της Α.Ε. του Πληρεξουσίου και την απάντησίν σας, τα οποία περί το θέμα τούτο αναστρέφονται, και επαναλαμβάνω εις την Υ. Εκλαμπροτάτην Αυθεντίαν ό,τι υποβάλλω επίσης επί τη ευκαιρία ταύτη προς την Εξοχωτάτην Γερουσίαν, ότι θα εφαρμόσω την τακτικήν του να συμπέσουν <αι επιδιώξεις μου> μετά των επιδιώξεων του Κράτους διά την διόρθωσιν του Κολοκοτρώνη ……….μετά της ενταύθα Στρατιωτικής Διοικήσεως».

Ο Καποδίστριας σε συνεννόηση με το στρατηγό Παπαδόπουλο ικανοποιούν το αίτημα του Κολοκοτρώνη και δεν του επιβάλλουν κάποια ποινή:

«Προς την Εξοχωτάτην Γερουσίαν Ο εν Αγία Μαύρα Έκτακτος Επίτροπος

Εκ του Εκτάκτου Επιτροπείου τη 29 Ιουλίου 1807.

Ο Εκλαμπρότατος Γραμματεύς της Επικρατείας του εκείσε Τμήματος με τιμά <αποστέλλων> τας διαταγάς των Υ.Υ.Ε.Ε. εν σχέσει προς τον Πλοίαρχον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην διά του εγγράφου του της 23 Ιουλίου:

«Την 20ήν ο Κολοκοτρώνης έλαβε τον μηνιαίον μισθόν του και με ειδοποίησεν ούτος κατά το συμβόλαιόν του ότι επεθύμει να απαλλαγή των υποχρεώσεών του. Η κατακράτησις του μηνιαίου μισθού του, προταθείσα εις την Εξοχωτάτην Γερουσίαν υπό της Αυτού Εξοχότητος του κυρίου Πληρεξουσίου Υπουργού, δεν είναι μέτρον το οποίον δυνατόν να εκτελέσωμεν ευκόλως. Το πλήρωμα, μη έχον ευθύνην διά την διαγωγήν του Πλοιάρχου, θα θελήση τους μισθούς του ή θα ζητήση τουλάχιστον την διατροφήν του ή θα θελήση να λάβη άδεια…….. . Έπειτα, κατόπιν της δοθείσης μοι εντολής διά μέσου του εκείσε Τμήματος Εξωτερικών Υποθέσεων, ο Κολοκοτρώνης υπέστη την φυλάκισιν ολίγων ημερών, και ο μοναδικός Τούρκος τον οποίον ούτος είχεν επί του πλοίου του απεστάλη εις Ζάκυνθον· ο έτερος είχεν ήδη αποσταλή προηγουμένως εις Κέρκυραν. Ας μη φανή ελαφρά η ποινή διά της οποίας επεδιώχθη να διορθώσωμεν τον προειρημένον Πλοίαρχον.»

Αλλά ας επιστρέψουμε στο μέτωπο των επιχειρήσεων. Η παλλαϊκή άμυνα που εφάρμοσε ο Καποδίστριας, ο έλεγχος της θάλασσας και της διαύλου από το ναυτικό της Επτανήσου Πολιτείας και τα ρωσικά πλοία, η ενδυνάμωση του ενετικού κάστρου και των οχυρωμάτων Αλεξάνδρου και Κωνσταντίνου, η αποχώρηση των Τούρκων από τη συμμαχία με τους Γάλλους, ο βομβαρδισμός του φρουρίου του Τεκέ από το ρωσικό ναυτικό αλλά κυρίως η φθορά των στρατευμάτων του Αλή από τις επιθέσεις των οπλαρχηγών Αντώνη Κατσαντώνη και Νότη Μπότσαρη, οι οποίοι πραγματοποιούσαν επιθέσεις στα νώτα των Τουρκαλβανών και εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό τους, ανάγκασαν τον Αλή Πασά να αποσυρθεί και να εγκαταλείψει την επιχείρηση κατάληψης του νησιού τέλη Ιουνίου- αρχές του Ιουλίου του 1807.

«Ο αυτοπροσώπως τοποτηρητής του εν Λευκάδι πολέμου, Καποδίστριας, την διχόνοιαν και παραλυσίαν ταύτην του Τουρκικού στρατοπέδου θεωρών, συνεννοήθη μετά των εv Ακαρνανία και Αιτωλία αρματολών, όπως ούτοι καταδιώκοντας τας χώρας του Αλή, απασχολήσωσι την προσοχήν του στρατού αυτού εκ της Λευκάδος εις άλλα πολεμούμενα μέρη. Χάριτι των λεηλασιών αυτών και επιδρομών εις τας Τουρκικάς απέναντι χώρας, ένθα καίουσι χωρία και κώμας των εχθρών»……. «το ήμισυ του Τουρκικού στρατού, το ανθηρότερον και εκλεκτότερον εγκατέλειψε την πολιορκίαν της Λευκάδος, επιδοθέν εις τον καταδιωγμόν των ανδρείων τούτων. Αλλ’ οι ανδρείοι ούτοι, εκτελούντες το σχέδιον του επιτηρητού, και παροτρυνόμενοι υπό των προτροπών του αρχιεπισκόπου Άρτης Ιγνατίου, επίφερον παντού πυρ και μάχαιραν, ουδεμίαν άνεσιν δίδοντες προς τους καταδιώκοντας αυτούς».

Η Μεγάλη αυτή επιτυχία των επτανησιακών και ελληνικών δυνάμεων γιορτάστηκε στις 7 Ιουλίου με συμπόσιο και γλέντι και με τη συμμετοχή πολλών αγωνιστών. Θα παραθέσω και εγώ, όπως και οι άλλοι που έχουν αναφερθεί στο γεγονός, αυτολεξεί την περιγραφή από τον Καποδίστρια: «Ο Σεβασμιώτατος Ιγνάτιος, μολονότι εις κακήν κατάστασιν υγείας, μετέβη εις την εξοχήν, εις την θέσιν «Μαγεμένο», και υπό τα δένδρα των κήπων τούτων κατεσκήνωσε μεταξύ των γενναίων του, οι οποίοι υπερβαίνουν τον αριθμόν των τετρακοσίων. Η ημέρα ήτο λαμπροτάτη. Καθήμενοι υπό την μεγάλην σκιάν πυκνοφύλλου καρυάς ο Σεβασμιώτατος Ιγνάτιος, η Α.Ε. Ο Στρατηγός κύριος Παπαδόπουλος και εγώ ευρέθημεν εν μέσω οπλαρχηγών, και ιδιαιτέρως του συνετού και ανδρείου Μπότσαρη, του αρειμανίου Κατσαντώνη και άλλων, των οποίων η συγκράτησις των ασυνήθων ονομάτων των δεν είναι εύκολον πράγμα. Τον πρώτον τούτον κύκλον επλαισίωνον, καθήμενοι επίσης εις κύκλον, όλοι οι άλλοι.



α. Ιγνάτιος ο Ουγγροβλαχίας (1765-1828). Αρχικά Μητροπολίτης Άρτας, μετέπειτα Βουκουρεστίου. Συμμετείχε στην άμυνα της Λευκάδας επικεφαλής 400 Ηπειρωτοσουλιωτών, β. Η ιστορική συνάντηση, στου «Μαγεμένου», 7/7/1807

Η πρωΐα ηναλώθη διά την ακρόασιν παρά των πλέον ευγλώττων της διηγήσεως των κατορθωμάτων των. Ηκολούθησε γεύμα, το οποίον είχεν όλα τα χαρακτηρστικά των γευμάτων των ηρωικών χρόνων, των αδομένων υπό του Ομήρου. Τελικώς η μουσική, το άσμα, ο χορός. Περί της ημετέρας πολιτείας και περί της προστασίας ήτις την υποστηρίζει έγινεν αναφορά δι’ ολίγων, και ούτοι πείθονται πλέον ότι η Πολιτεία θα μείνη πάντοτε πατρίς των, αφού έδωσαν εις την πατρίδα ταύτην δείγματα συμπαθείας και αφού της παρέχουν κατά τον παρόντα πόλεμον διακεκριμένας και σημαντικωτάτας υπηρεσίας. Ούτοι πρόκειται να αναχωρήσουν εντός ολίγων ημερών με καλλιτέραν εκπαίδευσιν και κατόπιν του καθορισμού μερικών κανόνων, εκ των οποίων δύναται να προσδοκάται ότι ίσως παρωθηθή εις μεγαλύτερα γεγονότα η αληθώς εις βαθμόν ηρωισμού γενναιότης των ανδρών τούτων, των μοναδικών εις την δύναμιν της ψυχής και εις την καρτερίαν των εις τον αγώνα και εις το να υπομένουν παν είδος στερήσεως.».

Σε αυτή τη συγκέντρωση δε διαπιστώνεται η παρουσία του Κολοκοτρώνη. Απλώς εικάζεται.. Ούτε ο Καποδίστριας, ούτε ο Ιγνάτιος αναφέρονται σε αυτήν, αν και παρόντες στην εκδήλωση, αλλά ούτε και ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης μνημονεύει το γεγονός. Λευκάδιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι την ημέρα της συνάθροισης κατέπλευσε με το «Αγιος Γεώργιος» και μάλλον ήταν παρών. Είναι πιθανόν όμως λόγω της καταγγελίας σε βάρος του να απουσίαζε ή να είχε ήδη κρατηθεί.

Ο βίος δυστυχώς της Επτανήσου Πολιτείας υπήρξε σύντομος (επτά έτη) και το τέλος της θλιβερό. Μία μέρα μετά τον πανηγυρικό εορτασμό συνέβη «ανατροπή που κατέπνιξε την Ιόνιο Πολιτεία στα σπάργανα». Η συνθήκη του Τιλσίτ ανάμεσα στον Αυτοκράτορα της Γαλλίας Ναπολέοντα και τον Τσάρο Αλέξανδρο της Ρωσίας και ειδικότερα με το άρθρο 2 καθόριζε: « Η Α.Μ. ο αυτοκράτωρ Ναπολέων θα κατέχει ως απόλυτος κτήτωρ και κυρίαρχος τας επτά Ιονίους νήσους». Η συνθήκη αυτή που κοινοποιήθηκε στην Ιόνιο Πολιτεία στις 30 Ιουλίου, άφησε εμβρόντητο τον Καποδίστρια, ο οποίος διατάσσονταν στις 6 Αυγούστου να παραδώσει το νησί στη Γαλλική φρουρά και να επιστρέψει στην Κέρκυρα.

Ο Κολοκοτρώνης επέστρεψε στη Ζάκυνθο γιατί δεν άντεχε να αλλάξει πάλι σημαία. ΄Όμως δε θα μείνει άπραγος. Τους επόμενους μήνες θα συνεχίσει τον αγώνα κατά των τούρκων στη θάλασσα, όταν στη σύναξη της Σκιάθου θα συνεργαστεί με τους Σταθά, Λαζαίους, Νικοτσάρα, ως Διοικητής της μοίρας του Μοριά, που αποτελούνταν από δέκα πλοία.

Μετά τις θαλάσσιες δράσεις του, τη μύησή του στη Φιλική Εταιρία το 1818, θα επιστρέψει τον Ιανουάριο του 1821 στον αγαπημένο του τόπο, το Μοριά και συγκεκριμένα τη Μάνη, για να ηγηθεί της επανάστασης και να ελευθερώσει τον τόπο του. Δε θα λησμονήσει όμως την προεπαναστατική ναυτική του θητεία , την οποία θα αξιολογήσει με τα θυμόσοφα λόγια του: «από τα δυο στοιχεία, γη και πέλαγος, το δεύτερο είναι το πολυτιμότερο δι’ ημάς: Φεύγουν οι στεριαίς, από παντού αγναντεύομε θάλασσα».

Σημείωση: Για το άρθρο αυτό λήφθηκαν υπόψη οι πηγές:

- Τερσέτη, διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής, υπαγόρευσε Θεόδωρος Κ. Κολοκοτρώνης, ΑΘΗΝΗΣΙΝ 1846, τυπογραφείο Νικ. Φιλαδελφέως

- ΑΡΧΕΙΟΝ Ι. Καποδίστρια, τόμος Β΄ Κέρκυρα 1978

- Παναγιώτη Χιώτη, σειράς ιστορικών απομνημονευμάτων, Αθήνα 1979. Εκδόσεις Καραβία.

- Αρχείο Μητροπολίτου Ιγνατίου Ουγγροβλαχίας GRGSA-CA- PRI085.01 1799-1836 (Γ.Α.Κ.)

- και 14 βοηθήματα, που λόγω στενότητας χώρου δεν παρατίθενται εδώ, είναι όμως στη διάθεση των αναγνωστών στο e-mail Aspronik@sch.gr.