ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΣ: ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ


Παρασκευή, 6 Φεβρουαρίου 2009


ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΗ



«Γυρτός που βρέθηκα ξανά στο αχάριστο τραπέζι»

                                      Κ .Γ.  Καρυωτάκης



Ο ποιητής Κ.Γ. Καρυωτάκης (1896 –1928) πέρασε ένα διάστημα της παιδικής του ηλικίας στην Λευκάδα (ο πατέρας του ως νομομηχανικός εργάστηκε σε πολλά μέρη της Ελλάδας) κι έτσι στα στενά της πόλης που σήμερα περπατάμε, κάποτε περπάτησε κι εκείνος. Πολύ αργότερα ο Καρυωτάκης, σαν δημόσιος υπάλληλος, ύστερα από ανοιχτή ρήξη, λόγω της αδέκαστης συνείδησής του, με τον τότε υπουργό Μιχάλη Κύρκο, μετατέθηκε στην Πρέβεζα, απ’ όπου ξαναεπισκέφτηκε την Λευκάδα, γράφοντας μάλιστα στον αδερφό του: «Την περασμένη Κυριακή επήγα στην Λευκάδα και είδα τι διαφορά μπορεί να υπάρχει μεταξύ ανθρώπων που χωρίζονται με ταξίδι μισής ώρας. Εδώ δεν βλέπει κανείς παρά χωριάτες».
Είναι πράγματι αξιοπρόσεκτο πως λίγες μέρες πριν την αυτοκτονία
του ο Καρυωτάκης μπορούσε να διακρίνει την διαφορά πολιτισμού
ανάμεσα στα δύο αυτά μέρη - έτσι καταρρέει η άποψη κάποιων
που ιχυρίζονται ότι στην ψυχική κατάπτωση που βρισκόταν θα
έβλεπε "μαύρο" ακόμα και... το Παρίσι!Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως ένας τόσο ευφυής
άνθρωπος θα αυτοκτονούσε απλά και μόνο για μια δυσμενή
μετάθεση που δεν κράτησε ούτε ένα μήνα.
* * *

75 χρόνια αργότερα (2003) η Πρέβεζα πασπαλίζει με σκόνη το αίμα του Καρυωτάκη, αφήνοντας το σπίτι που διέμενε (Δαρδανελίων 12) στα νύχια της εγκατάλειψης. Το τραπεζάκι που έγραψε τα τελευταία του ποιήματα – κόσκινο απ’ το σαράκι κι απ’ την φθορά – μου το παραχώρησε η κυρία Πόπη, η τότε σπιτονοικοκυρά του ποιητή, που κοντά εκατό χρονών σήμερα θυμάται:

«Τα βράδια τον ακούγαμε που περπατούσε πάνω κάτω μέσα στην κάμαρη. Ύστερα άνοιγε το συρτάρι του τραπεζιού κι εκείνο έτριζε… Μετά ησυχία! Φαίνεται θα ’γραφε. Σε λίγο σηκωνόταν κι άρχισε πάλι να βηματίζει πάνω κάτω… Εγώ με την θεία μου κοιμόμαστε δίπλα… Μια πόρτα μάς χώριζε… Ήτανε το πάτωμα από σανίδες και τον ακούγαμε. Κι αυτό κάθε βράδυ… Πολλές φορές ως το πρωί…»

Η κυρία Πόπη καταγόταν απ’ την Καρυά Λευκάδας. Όταν της ζήτησα το τραπέζι για να το επισκευάσω και να το εκθέσω στην Δημόσια Βιβλιοθήκη Λευκάδας, με την υπόσχεση αν ποτέ γίνει Μουσείο Καρυωτάκη στην Πρέβεζα να επιστραφεί, με κοίταξε και είπε: «Εγώ για την ιδιαίτερη πατρίδα μου θα έδινα και την ψυχή μου, αλλά τι να το κάνεις αυτό το πράγμα, δεν είναι για παρουσιασμό!»



Μάζεψα λοιπόν έναν σωρό από σαρακοφαγωμένα ξύλα – έτσι έγινε ύστερα από τόσα χρόνια το τραπέζι, παρατημένο στην αυλή, έρμαιο στις καιρικές συνθήκες, βαμμένο με τρεις στρώσεις λαδομπογιάς – και προσπάθησα, εγώ ο άσχετος από πάσης φύσεως τεχνική εργασία να το επισκευάσω. Στα περισσότερα σημεία, τρίβονταν λες κι ήταν από φελιζόλ!..



Ήταν κυριολεκτικά σαν να προσπαθούσα ν’ αναστήσω έναν νεκρό! Έξι μήνες κράτησε η επισκευή και οι εργασίες συντήρησης, οι οποίες ποιος ξέρει πόσο θα κρατούσαν ακόμα αν δεν υπήρχε η πολύτιμη και αφιλοκερδής συνδρομή του Ανδρέα Δ. Μεταξά και του Θωμά Π. Σολδάτου.

Μετά το πέρας των εργασιών, απευθύνθηκα στον δήμο Λευκαδίων και συγκεκριμένα στον συνθέτη κύριο Κυριάκο Σφέτσα, ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή υπεύθυνος για τα πολιτιστικά του δήμου, προκειμένου να μεσολαβήσει ώστε να εκτεθεί το τραπέζι στην Βιβλιοθήκη ή όπου αλλού έκρινε ότι θα ήταν εφικτό.
Εισέπραξα αοριστίες, μιας και «οι επερχόμενες εκλογές», όπως είπε, «δεν μας επιτρέπουν τέτοιες ενέργειες τώρα» (δηλαδή ποιος ασχολείται με τραπέζια, όταν το ζήτημα είναι… τα κουτάλια!).

Απευθύνθηκα και στον Αριστοτέλη Χαραμόγλη. Ιδρυτή της «Χαραμόγλειου Ειδικής Λευκαδιακής Βιβλιοθήκης» (Χ.Ε.Λ.ΒΙ.) Πρόκειται για μια συλλογή 29.000 τίτλων με τα έργα 714 Λευκαδίων και άλλο υλικό που καλύπτει 60 ενότητες λευκαδίτικων θεμάτων τα οποία υπερβαίνουν τις 34.000 και συνεχώς εμπλουτίζεται με νέο υλικό.
Το 1984 δωρήθηκε από τον ίδιο τον συλλέκτη στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας. Το 1987 η Ακαδημία Αθηνών βράβευσε τον Α. Χαραμόγλη για το έργο του.
Αργότερα η Βιβλιοθήκη (Χ.Ε.Λ.ΒΙ.) αναγράφτηκε στο Bιβλίο των Pεκόρ GUINNSS 1994 ως η μεγαλύτερη βιβλιοθήκη αποκλειστικού θέματος παγκοσμίως.

Ο Χαραμόγλης ενθουσιάστηκε! Όχι μόνο ήθελε το τραπέζι, αλλά και όποιο άλλο αντικείμενο υπήρχε του Καρυωτάκη. Στο σπιτάκι της Πρέβεζας διατηρούνται ακόμα το κρεβάτι του ποιητή (το στρώμα εξαφανίστηκε από τους θαυμαστές του, αφού όταν επισκέπτονταν το σπίτι… έκοβαν κρυφά κι από ένα κομμάτι!)



ένας μεγάλος καθρέφτης με επίχρυση κορνίζα, ένα ωραίο έπιπλο με νιπτήρα και μια κανάτα. Ευτυχώς που δεν κουβάλησα όλα αυτά τα πράγματα στον Χαραμόγλη, ο οποίος την άλλη μέρα είπε πως το ξανασκέφτηκε και… δεν το θέλει το τραπέζι! Κι όταν του είπα, εκνευρισμένος, πως εγώ ξόδεψα χρόνο και χρήμα για υλικά συντήρησης κι η Λευκάδα δεν έχει ούτε μια γωνίτσα για το τραπεζάκι, υποτιμητικά έβαλε το χέρι στην τσέπη… να μου δώσει τα λεφτά που χάλασα!
Όλα αυτά μ' έκαναν να πιστεύω πως στις μέρες μας δεν υπάρχει και πολύ μεγάλη διαφορά «μεταξύ ανθρώπων που χωρίζονται με ταξίδι μισής ώρας»!
Κρίμα, γιατί ο Χαραμόγλης ήταν ένα μεγάλο κεφάλαιο για την Λευκάδα!

Τελικά, μετά από πολλές προσπάθειες… κατάφερα (!!!) να εκθέσω το τραπεζάκι στην Δημόσια Βιβλιοθήκη. Αφού του άλλαξαν χίλιες τοποθεσίες – μέχρι που το έκρυψαν κάτω από το μεγάλο τραπέζι του συμβουλίου –, αφού του έβγαλε κατά λάθος η καθαρίστρια το ένα πόδι, τώρα τυγχάνει κάποιας καλύτερης μεταχείρισης, κατόπιν και της συμβολής της διευθύντριας κυρίας Μαρίας Ρούσσου.

Σαν ελάχιστο φόρο τιμής στο αίμα και στο έργο του Καρυωτάκη, εμείς οι εναπομείναντες Λευκάδιοι «Δον Κιχώτες», «σκοντάφτοντας στην λογική και στα ραβδιά των άλλων» υιοθετούμε αυτό το… εξόριστο τραπεζάκι, παραδίδοντάς το, ως λείψανο ιερό, στο οστεοφυλάκιο της Ιστορίας.



Δημήτρης Ε. Σολδάτος
Περιοδικό «Νέα Λευκάδα», τεύχος 1
Άνοιξη 2003 



ΕΠΙΜΕΤΡΟ
 
Η κυρία Πόπη, η τότε σπιτονοικοκυρά του ποιητή, ίσως ο μόνος άνθρωπος που ζει ακόμα (2003) απ' όσους γνώρισαν προσωπικά τον Καρυωτάκη, μου είπε κάποιες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες γι' αυτόν, για την εποχή εκείνη, αλλά και για τις τελευταίες μέρες του:

α) «Ήταν τζέντλεμαν! Όμορφος (ένα δεκαεφτάχρονο κορίτσι της επαρχίας ήταν φυσικό να βλέπει έτσι ένα δημόσιο υπάλληλο, ντυμένο με την τελευταία λέξη της παρισινής μόδας, γιατί ο Καρυωτάκης δεν ήταν "Άδωνις"), ολιγόλογος, ευγενέστατος και καλοντυμένος! Όταν ήρθε φορούσε ένα ωραίο, καφέ σκούρο κοστούμι με λεπτές μαύρες ρίγες! Όλες οι κουβέντες του ήταν «καλημέρα σας» όταν του πηγαίναμε το γάλα του και «καλησπέρα σας» αν μας συναντούσε στην σκάλα καθώς επέστρεφε αργά το απόγευμα. Κόσμο δεν έφερνε ποτέ στο σπίτι…

β) Λίγες μέρες πριν αυτοκτονήσει ήρθε και μας προπλήρωσε αρκετά νοίκια και μας έδωσε και χρήματα για τα ρούχα που του πλέναμε, αφού μας ευχαρίστησε για την όμορφη φιλοξενία μας, όπως είπε. Εμείς όταν πέθανε ξοδέψαμε μέρος των χρημάτων αυτών για λαμπάδες στην κηδεία και για μνημόσυνα, γιατί δεν μας έκανε καρδιά να τα κρατήσουμε. Όταν έφτασε ο αδερφός του στην Πρέβεζα, είπαμε να του δώσουμε τα υπόλοιπα λεφτά πίσω. Εκείνος όμως δεν τα δέχτηκε...

γ) Λίγο καιρό αφότου πέθανε ο Κωστάκης, ήρθε ένας υπάλληλος της νομαρχίας που ήταν μαζί του στο ίδιο γραφείο και μου έφερε κάτι ποιήματα που βρήκε σ’ ένα συρτάρι. Τα κρατούσα για ενθύμιο πολλά χρόνια. Ζήλευε ο άντρας μου όμως και αναγκάστηκα να τα κάψω! Αυτός ο υπάλληλος μου είπε πως ο Κωστάκης έλαβε ένα γράμμα μια βδομάδα πριν πεθάνει κι απ’ όταν το διάβασε ήταν σε άλλο κόσμο...

δ) Αυτά που γράφει στo ποίημα "Πρέβεζα" είναι όλα αλήθεια. Είχε τόσες κάργιες εδώ τότε, που φέραμε τον στρατό για να τις σκοτώσει, γιατί έπεφταν πάνω στα σπίτια των νοικοκυραίων, έσπαγαν τα τζάμια κι έμπαιναν μέσα.
Εδώ πιο κάτω στην γειτονιά υπήρχε μια γυναίκα που της έδιναν απ' το εστιατόριο κρεμμύδια για να τα καθαρίζει. Κι όταν περνούσες έξω απ’ το σπίτι της την έβλεπες στο κατώφλι, συνήθως, να μην κάνει άλλη δουλειά κι όλο το στενό βρομούσε απ’ τα κρεμμύδια κι έτρεχαν δάκρυα απ’ τα μάτια σου.»



Η κυρία Πόπη, 2003 ___________________


ΔΑΡΔΑΝΕΛΙΩΝ 12




Στην Πρέβεζα, σ' ένα στενό υπάρχει ένα σπιτάκι
γωνιακό στην αγορά, φτωχό και ξεχασμένο.
Ογδόντα χρόνια αργότερα την σκάλα ανεβαίνω
που αντήχησαν τα βήματα του Κώστα Καρυωτάκη.

Στην πόρτα μ' υποδέχεται η σπιτονοικοκυρά του
γριούλα - τότε θα 'τανε παιδούλα στα δεκάξι.
"Τις πόρτες και τα έπιπλα σαράκι έχει ρημάξει..."
μου λέει καθώς μπαίνουμε, "αυτή είναι η καμαρά του!"

Ανοίγω το παράθυρο και το γερτό πατζούρι
και βλέπω - με τα μάτια του - τις κάργιες να χτυπιούνται,
γυναίκες καθαρίζοντας κρεμμύδια ν' αγαπιούνται...

Κι ο ήλιος δύει, σαν πληγή ανοιχτή της Πολυδούρη.

Κάθομαι στο κρεβάτι του, ζεστά είναι τα σεντόνια
λες μόλις να σηκώθηκε! Κοιτιέμαι στον καθρέφτη
και μια σκιά ξωπίσω μου στο τζάμι μέσα πέφτει,
σαν να χαμήλωσε το φως και γύρισαν τα χρόνια...

Τον βλέπω στο γραφείο του - ένα παλιό τραπέζι.
Στο βάζο το τριαντάφυλλο, που απόψε το 'χει κόψει
γιατί γελώντας κοίταζε την αυστηρή του όψη,

 και δίπλα τα βιβλία του - αντί χαρτιά να παίζει...

Παντού η εγκατάλειψη! Και υγρασία στον τοίχο,
σαν δάκρυ που μαντήλι του τ' ασβέστη έχει την στρώση.
Γράφει το δάχτυλο σταυρούς: σκόνη - απουσία τόση -
στα πράγματα που απόμειναν! Μ' έναν δικό του στίχο

τα έπιπλα τριγύρω μου μιλούν με τον τριγμό τους -
λες κι απ' τα χείλη εκεινού τα λόγια ετούτα βγαίνουν:
"Σύμβολα εμείναμε καιρών που απάνω μας βαραίνουν
άλυτοι γρίφοι, που μιλούν μονάχα στον εαυτό τους".


Δημήτρης Ε. Σολδάτος, 2003
 

 FORUM  ΠΡΕΒΕΖΑΣ (για τον Καρυωτάκη και το Τραπέζι)

http://forumprevezas.wordpress.com/tag/%ce%ba%ce%b1%cf%81%cf%85%cf%8e%cf%84%ce%b1%ce%ba%ce%b7%cf%82/


Εφημερίδα 'ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" (Για την Πρέβεζα, τον Καρυωτάκη και το Τραπέζι)

http://trans.kathimerini.gr/4Dcgi/4dcgi/_w_articles_taxgreece_1_12/05/2011_390500


ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ

«Αφτί ήνε η αγάπη»!

<p>Σερφ στα νερά της Βασιλικής</p>
    «Αφτί ήνε η αγάπη»!
    Κείμενο: Ολγα Χαραμή
    Φωτογραφίες: Ηρακλής Μήλας

    http://www.thetravelbook.gr/a

    Παραλίες εξωπραγματικές, ορεινά χωριά, στοιχειωμένα ακρωτήρια. Φημισμένα μαχαίρια, διάσημες βελονιές κι ακόμη πιο διάσημες φακές. Και μια φράση ενός γέροντα γραμμένη σε χασαπόχαρτο που ίσως να συμπυκνώνει τελικά όλη την ουσία.

    Το Πόρτο Κατσίκι συγκαταλέγεται στις ομορφότερες παραλίες της Μεσογείου




    Τέλος. Θα μείνεις εδώ για πάντα. Με χέρια και πόδια βυθισμένα όσο πιο βαθιά γίνεται στα μικροσκοπικά βότσαλα. Σφηνωμένος εκεί, σαν αναιδές SUV που ξεπέρασε τα όρια. Κι όλο το χρυσάφι του κόσμου και να σου δώσουν, αυτήν τη στιγμή αρνείσαι τη ρυμούλκηση. Και να φανταστείς ότι είσαι «ταμένος» αιγαιοπελαγίτης. Ναι, μας τα 'παν κι άλλοι.

    Πευκούλια, Μύλος, Κάθισμα, Γιαλός, Εγκρεμνοί, Πόρτο Κατσίκι... Χρώματα στην πιο απόλυτη εκδοχή τους, σχεδόν φωσφορίζοντα, εκμηδενίζουν κάθε άλλη χρωματική πιθανότητα και μετατρέπουν σε χαρτοπόλεμο κάθε εξωτική καρτ ποστάλ.

    Λευκά βράχια, πράσινα βουνά, μπλε νερά και κάτι άλικα ηλιοβασιλέματα -χτυπήματα κάτω από τη μέση- που σε λίγο θα σε κάνουν κομματάκια. Τι άλλο να ζητήσει κανείς, Θεέ μου;

    Ανασυγκρότηση μήπως; Μαζεύεις τα κομμάτια σου όπως όπως και σκαρφαλώνεις στα ορεινά. Πάνω από την κατακρημνισμένη, την καταβραβευμένη, την κατάμεστη, την κατάφωρα όμορφη δυτική ακτογραμμή της Λευκάδας, γράφεται μια άλλη λευκαδίτικη ιστορία που σε συνεφέρνει...

    Κάνει την κάψα δροσιά· στα φαράγγια, στα πυκνόφυτα βουνά, κάτω από τους κορμούς των ελιών, ή των πλατάνων στις πλατείες των χωριών. Ανταλλάσσει την ανωνυμία με τη φροντίδα· σε καφενεδάκια απόρθητα από τον τουρισμό, σε λουλουδιασμένες αυλές με γελαστούς νοικοκυραίους, στα χωράφια της φακής και στις πλαγιές με τις αμέτρητες ξερολιθιές που αγκαλιάζουν τ' αμπέλια.

    Η Εξάνθεια είναι από τα ομορφότερα χωριά της Λευκάδας. Οι Ξαθείτες δε, φημίζονται για την εργατικότητά τους




    Μετατρέπει τη βαβούρα σε πρωτόγνωρη ησυχία· στους αυλόγυρους των ξεχασμένων χωριών και μονών που έχουν παραδοθεί δίχως αντίσταση στα αναρριχητικά φυτά, στις κορυφές των βουνών απ' όπου η θέα χαρτογραφεί κάθε σπιθαμή του νησιού, στις ζούγκλες των ρεματιών όπου άοπλος δέχεσαι άνανδρες επιθέσεις από στρατιές εντόμων. Κάνει κι άλλα, θα δεις.

    Αρωμα καλοκαιρινό

    Δεν είναι ψέμα, μύθος, διαφημιστικό τερτίπι. Δεν είναι καν υπερβολή. Η δυτική ακτογραμμή της Λευκάδας, με τα λεύκα μισοφέγγαρα, τουλάχιστον ενός χιλιομέτρου το καθένα, στις ρίζες θεόρατων γκρεμών, είναι μια απέραντη παραλία.

    Καλώς ήρθατε στο φαράγγι της Μέλισσας



    Αλλοτε φασαριόζικες σαν το Κάθισμα με τα beach bars, άλλοτε ερημικές σαν τον Μύλο που απαιτεί τον κόπο και τον ιδρώτα σου, άλλοτε εύκολες στην πρόσβαση σαν τον Γιαλό κι άλλοτε επίπονες σαν τους Εγκρεμνούς με τα 350 απότομα σκαλοπάτια.

    Ποιος τα έβγαλε τόσα, αλήθεια; Εσύ πάντως με τη γλώσσα έξω αδύνατον να τα μετρήσεις. Αν δεν μπορείς και να τα περπατήσεις, υπάρχουν και τα καραβάκια από το Νυδρί, τη Βασιλική ή τον Αγιο Νικήτα που κάνουν στάση στις περισσότερες. Πάνω από το λευκό θαύμα, στις πλαγιές των βουνών η βλάστηση είναι τόσο πυκνή, που όταν τα σπίτια ενός οικισμού εμφανιστούν μπροστά σου σχεδόν τρομάζει.

    Θα σου συμβεί αρκετές φορές: Δρυμώνας, Εξάνθεια, Καλαμίτσι (οι παραλίες Αβάλι και Καβαλικευτά είναι υπέροχες και πιο ήσυχες από τις γύρω σταρ), Χορτάτα, Κομήλιο, Δράγανο, Αθάνι κρέμονται στις πλαγιές, απολαμβάνουν απεριόριστη θέα προς το πέλαγος και προσφέρουν απλόχερα δροσιά και όμορφους περιπάτους σε στενοσόκακα με ωραία χαμηλά και ενισχυμένα για τους σεισμούς σπίτια.

    Μοναδικός παραλιακός οικισμός ο Αγιος Νικήτας στα βορειοδυτικά, όπου το ελληνικό καλοκαίρι, το φτιαγμένο με τα πιο απλά υλικά, εκτιμάται δεόντως από ξένους και Ελληνες επισκέπτες. Το χταπόδι που ψήνεται στα κάρβουνα, τα πλαστικά φτυαράκια μισοβυθισμένα στα βότσαλα, οι βάρκες και τα φουσκωτά που λικνίζονται στον κόλπο, τα γέλια που υψώνονται πάνω από τον αμφιθεατρικά χτισμένο διατηρημένο οικισμό, τα «βγες πιο έξω να πατώνεις» και τα «πιάσε άλλη μια παγωμένη», ο ρεμβασμός στο καφέ με τις πολυεθνικές μουσικές: ένα απόλυτα υγιές παζλ του οποίου θες να γίνεις κομμάτι, αν όχι για πάντα, τουλάχιστον για όσο κρατάει το καλοκαίρι. Να τα μας... Αρχισε πάλι!


    350 σκαλιά οδηγούν στη φημισμένη παραλία των Εγκρεμνών



    Σου 'χουν πει για τα όμορφα χωριά των Σφακιωτών που διατηρούν παραδοσιακά σπίτια και ωραίες εκκλησίες με καμπαναριά, για τα παλιά πηγάδια έξω από τα Ασπρογερακάτα, για τα Λαζαράτα, την πολυπληθή πρώην έδρα, για το εξαίρετο Κοντομίχειο Λαογραφικό Μουσείο και τον ανεμόμυλο Κοσπέτου στον Κάβαλλο, γενικά για το οροπέδιο Σφακιωτών, που όπως υποδηλώνει το όνομά του εποικίστηκε από Κρητικούς, τον 16ο και τον 17ο αιώνα, και υπήρξε διαχρονικά εστία εξεγέρσεων.

    Μπαίνεις στο Κάβαλλο με επαναστατικό αέρα κι έτοιμος να πάρεις όλες τις απαντήσεις. Η μυρωδιά από τις σούβλες του κυρ Βαγγέλη Κοντομίχη σε αποστομώνει και η επανάσταση πνίγεται στο βερτζαμί, το φημισμένο ντόπιο κρασί. Χρόνια τώρα, κάθε Κυριακή ψήνει κοντοσούβλι, σπληνάντερο, φριγαδέλι (συκώτι τυλιγμένο σε μπόλια), και το κόβει στο ετοιμόρροπο τραπεζάκι του για τους περαστικούς και τους θαμώνες του καφενείου, έτσι, «δώσε-πάρε επιτόπου» γιατί «αφτί ήνε η αγάπη», όπως αναγράφει σ' ένα κομμάτι χαρτί εν είδει πινακίδας.

    «Αλλος τις μπίρες κι άλλος τα ψητά» λένε και σε καθίζουν στο καφενείο, ανάμεσά τους. «Ε, τώρα ντροπή, ακούρευτος, αξύριστος να καθίσω μαζί σας» λες, γιατί ξέρεις πως δύσκολα θα ξεκολλήσεις από εδώ... Μη σκας, ο Στάθης Λιβιτσάνος, ο καφετζής, θα αλλάξει ρούχα και ιδιότητα στο άψε σβήσε και θα επιμεληθεί την εμφάνισή σου. «Αυτός τα κάνει όλα για όλους» σου λένε οι χωριανοί κι όταν πια σ' αποχαιρετούν και με ένα «viva la libertad!» ξέρεις με βεβαιότητα πως θα 'χετε καλή αντάμωση.

    Λίγα χιλιόμετρα έξω από το χωριό, στέκεσαι δύσπιστος μπρος στην ξύλινη αψίδα που οδηγεί στο φαράγγι της Μέλισσας. Πέτρινα και ξύλινα γεφυράκια, ερειπωμένοι νερόμυλοι και μια οργιαστική βλάστηση σε εισάγουν σε έναν παραμυθένιο κόσμο, μα ύστερα από τέτοιο φαγοπότι πού να περπατήσεις 30 λεπτά ως το Κακό Λαγκάδι!

    Βελονιές και τέντζερες

    Χτισμένη πάνω από το εύφορο Λιβάδι με τη λιμνοδεξαμενή και το εγκαταλειμμένο ιστορικό μοναστήρι του Αϊ-Γιάννη του Προδρόμου, η Καρυά σε καλοδέχεται με τσιρίδες. Ενα τσούρμο παιδιά είναι που παίζουν στη μεγάλη πλατεία, επιβεβαιώνοντας τις φήμες που θέλουν το χωριό, των 800 πάνω κάτω κατοίκων, το μεγαλύτερο και πιο ζωντανό της Λευκάδας.

    Το ειδυλλιακό λιμανάκι του Αγίου Νικήτα, ενός από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς της Λευκάδας





    Παίρνεις στο κατόπι κάθε παππού που θα περάσει από μπροστά σου - δεν μπορεί, σε κάποια κυρά θα σε οδηγήσει ικανή να σου διδάξει την περίφημη καρσάνικη βελονιά και να σου δείξει τα διάσημα κεντήματα που δεν γνωρίζουν «καλή» κι «ανάποδη». Τα εμπορεύονται παντού. Ψάχνεις τα σπιτικά, για να είσαι σίγουρος ότι είναι γνήσια.

    Εξω από το λαογραφικό μουσείο αφήνεις τους παππούδες στην ησυχία τους. Εφτασες στον σωστό χώρο. Καφασοβελονιά, πλακέ, σταυρογάζι... Σχέδια σε κούπα, ψαράγκαθο, ρόδες, σφραγίδα… Ολα τα βλέπεις εδώ, σε παλιές φωτογραφίες και γνήσια κεντήματα της Μαρίας Σταύρακα, της «Κουτσοχέρως», η οποία εμπνεύστηκε και δίδαξε την ιδιαίτερη τεχνική (με ένα χέρι) στα κορίτσια του χωριού.

    Φαντασμαγορικό ηλιοβασίλεμα στη δυτική ακτογραμμή (Ακρωτήρι του Λευκάτα)





    Βλέπεις και τα εξαρτήματα της τέχνης και ένα όμορφο παραδοσιακό σπίτι και αφήνεις τον κ. Θοδωρή Κατωπόδη, δημιουργό του όλου εγχειρήματος, να ξεδιπλώσει τη σκηνοθετημένη με κάθε λεπτομέρεια ξενάγησή του. Εχοντας μάθει όλη την ιστορία αλλά με τίποτα τη βελονιά, κάθεσαι στην πλατεία και δέχεσαι καλέσματα για τον παραδοσιακό γάμο.

    Προσπαθούν να πείσουν και να γεμίσουν την αντιφολκλορική σου συνείδηση με συρτούς χορούς, με «τέντζερες» που μεταφέρονται στο κεφάλι και ακριβές φορεσιές με τσιμπέδες και χρυσοκέντητα φέσια. Αποψη δεν γίνεται να έχεις. Εχεις όμως καλή πίστη και υπόσχεσαι να ξανάρθεις τον Αύγουστο. Σε λίγο θα σε πάρει και η μυρωδιά: Η Καρυά φημίζεται για τις σούβλες της.
    Οταν η φακή έχει όνομα

    Το ορεινότερο χωριό της Λευκάδας είναι η Εγκλουβή. Κι από τα ωραιότερα, επίσης. Είναι αυτή που παράγει τις διάσημες, βραβευμένες φακές. Ελάχιστα βήματα διασταυρώνονται με τα δικά σου – που να 'ναι όλοι οι Γκλουβισάνοι μεσημεριάτικα; Στα χωράφια όλη μέρα σχεδόν. Πάνω από το χωριό στο οροπέδιο του Αγίου Δονάτου, στα 950 υψόμετρο, «βοτανίζουν» τέτοια εποχή τις φακές τους, τις ωραιότερες της Ελλάδας.

    Μα και τον μισό χρόνο του έτους μ' αυτές ασχολούνται. «Είναι που δε θέλουν πότισμα, ό,τι βρέξει… Κι ούτε χημικά, ούτε τίποτε» λέει ο καλλιεργητής Μαρίνος Κοντοπρίας, μα μια γυναίκα θα ξέρει καλύτερα… «Το καλό προϊόν και το νερό είναι που κάνουν τη διαφορά στο βράσιμο και στη γεύση» λέει η κυρία Κούρτη. Ε, δεν μπορεί, κυρία Λούλα μου, θα 'ναι και η τοπική συνταγή!

    Δεν θα το δεχτεί, μα θα τη δοκιμάσεις στο πανηγύρι της... φακής, τον Αύγουστο, που γίνεται για χάρη του Αγίου Δονάτου, στο εκκλησάκι του. Μέχρι τότε έχεις καιρό να μετρήσεις πλάι του τα εν λειτουργία πηγάδια και κυρίως να χωθείς στα βάτα για να ανακαλύψεις τα δεκάδες αλώνια και τους περίφημους βόλτους, τα πρωτότυπα θολωτά κτίσματα, που χρησιμοποιούνταν για τη φύλαξη προϊόντων και ζώων κατά τη συγκομιδή και το αλώνισμα της φακής, αλλά και… ανθρώπων, επαναστατών και ανταρτών.

    «Βοτάνισμα» στα χωράφια της φακής




    Πίσω στο όμορφο χωριό, τα καφενεία της ωραίας πλατείας σε περικυκλώνουν, κάθεσαι κάτω από τα σκιερά πλατάνια θες δεν θες (που θες!) και παρατηρείς τον κατάλογο με πρωτόγνωρο ενδιαφέρον – μα σοβαρά τώρα, τι ψάχνεις τόση ώρα; Είναι δυνατόν να ήλπιζες πως σερβίρει φακές;

    Εχοντας χορτάσει θέα μέσω της ορεινής διαδρομής στην Ελάτη, και έχοντας πειστεί πως οι Λευκαδίτες «αμπελουργούν» ακόμη, τρυπώνεις στον καφενέ του Αγίου Ηλία και οι λιγοστοί γέροντες σου ψιθυρίζουν πως ναι, πέτυχες διάνα, εδώ βρίσκεται ένας από τους τελευταίους μαχαιροποιούς της Λευκάδας, ο Σπύρος Αργυρός!

    Η Καρυά, το λιβάδι της, η λιμνοδεξαμενή της... Απέναντι οι Ακαρνανικές ακτές





    Σε υποδέχεται στο σπίτι του με σπινθηροβόλα βλέμματα και μια γλυκιά κυρά που βγάζει στη φόρα όλα της τα κεντίδια. Ούτε εδώ θα μάθεις τη γυναικεία λευκαδίτικη τέχνη καθώς η αντρική, εκείνη του παραδοσιακού μαχαιριού υπερισχύει τώρα. Οι σκαλιστές λαβές, οι κοφτερές, αστραφτερές λεπίδες, οι σκαλισμένες ρίμες, τα μυστικά της ανθεκτικότητας και της ευλυγισίας τους, των ιδιοτήτων που τα έκαναν κάποτε φημισμένα στα πέρατα του κόσμου, σε γοητεύουν.

    Τα χαϊδεύεις απαλά γιατί ξυρίζουν, φυλάς ένα στον κόρφο σου, αχρείαστο να 'ναι, και κατηφορίζεις προς νότο. Κάποτε φτάνεις στη Βασιλική. Το ψαροχώρι και νότιο λιμάνι του νησιού έχει εξελιχθεί σε δημοφιλές θέρετρο και σε μία από τις καλύτερες παραλίες του κόσμου για σερφ, χάρη στους θερμικούς ανέμους της.

    Το ακρωτήρι του Λευκάτα, σε όλο του το μεγαλείο. Από αυτό το σημείο φέρεται να πήδηξε η Σαπφώ για να λυτρωθεί από τον έρωτά της για τον Φάωνα




    Εγκαταλείπεις την πολύβουη παραλία όμως με συνοπτικές διαδικασίες, ο ήλιος έχει αρχίσει να γέρνει και πρέπει να σε βρει στα δυτικά. Ο Αγιος Πέτρος σε υποδέχεται από νότο στον παράδεισο της δυτικής ακτής. Βγαίνεις πάνω από τις διάσημες παραλίες, προσπερνάς τα κιόσκια με τα εξαιρετικά λευκαδίτικα μέλια, ταβερνάκια με θέα σε ηλιοβασιλέματα γεμάτα αναμνήσεις, και μένεις, με δυσκολία είναι η αλήθεια, προσηλωμένος στον στόχο σου, οδηγώντας προς το νοτιότερο σημείο της Λευκάδας, το ακρωτήριο Λευκάτα ή Κάβο Κυράς.
    Οι θρύλοι μπλέκονται στο μυαλό σου: Εδώ τοποθετείται η «Λευκάς Πέτρη», το θρυλικό ομηρικό πέρασμα, εδώ υπήρχε ιερό του Απόλλωνα όπου λάμβαναν χώρα ανθρωποθυσίες, από εδώ κατακρημνίζονταν εγκληματίες, ιερείς ή πιστοί για εξαγνισμό και γκρεμίζονταν εκούσια όσοι ήθελαν να λυτρωθούν από τον χωρίς ανταπόκριση έρωτα, σαν τη Σαπφώ που πήδηξε στα βράχια με τον καημό του Φάωνα...

    Πεύκα, λευκή άμμος, κρυστάλλινα νερά και στα Πευκούλια




    «Αγια μου Μαύρα, ξόρκισε τα στοιχειά!» αναφωνείς καθώς ο ήλιος «ματώνει» τα κοφτερά λευκά βράχια, τον μοναχικό φάρο. Ασε τις επικλήσεις και τα σταυροκοπήματα. Στης «Σαπφούς το πήδημα» τέτοια ώρα, ήθελες και τα 'παθες. Θυμάσαι όλους σου τους ανεκπλήρωτους έρωτες; Νιώθεις την ανάγκη να σπάσεις τα δεσμά; Να ροβολήσεις στο πέλαγος; Πού πας, μωρέ; Λίγο να κάνεις πως ξανοίγεσαι, κουτούλησες στην Κεφαλονιά!


  • Το Πόρτο Κατσίκι συγκαταλέγεται στις ομορφότερες παραλίες της Μεσογείου
  • Η Εξάνθεια είναι από τα ομορφότερα χωριά της Λευκάδας. Οι Ξαθείτες δε, φημίζονται για την εργατικότητά τους
  • Καλώς ήρθατε στο φαράγγι της Μέλισσας
  • 350 σκαλιά οδηγούν στη φημισμένη παραλία των Εγκρεμνών
  • Το ειδυλλιακό λιμανάκι του Αγίου Νικήτα, ενός από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς της Λευκάδας
  • Φαντασμαγορικό ηλιοβασίλεμα στη δυτική ακτογραμμή (Ακρωτήρι του Λευκάτα)
  • «Βοτάνισμα» στα χωράφια της φακής
  • Η Καρυά, το λιβάδι της, η λιμνοδεξαμενή της... Απέναντι οι Ακαρνανικές ακτές
  • Το ακρωτήρι του Λευκάτα, σε όλο του το μεγαλείο. Από αυτό το σημείο φέρεται να πήδηξε η Σαπφώ για να λυτρωθεί από τον έρωτά της για τον Φάωνα
  • Πεύκα, λευκή άμμος, κρυστάλλινα νερά και στα Πευκούλια
  • Ο κ.Σπύρος Αργυρός, ένας από τους τελευταίους μαχαιροποιούς της Λευκάδας
  • «Δόσε πάρε επιτόπου, αφτί ήνε η αγάπη» μας μηνύει ο κ. Βαγγέλης Κοντομίχης στον Κάβαλλο
  • Εβίβα σκέτο ή «viva la libertad!» από τον Στάθη Λιβιτσάνο
  • <p>Σερφ στα νερά της Βασιλικής</p>