Βαλαωρίτης Αριστοτέλης

 http://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/education/literature_history/search.html?details=38

                                         
                              Προτομή του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη στη Λευκάδα

                                            

                                           Σκίτσο του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
                                         (από το «Ημερολόγιον Σκώκου», τ. 5, 1890

                                                 
                                                   Σκίτσο του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
                                              (από το «Ημερολόγιον Σκώκου», τ. 5, 1890

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Για τη ζωή και το έργο του.

εγραψαν ....

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης κατέχει μια ιδιαίτερη θέση μέσα στην Εφτανησιώτικη Σχολή. […] γεννήθηκε το 1824 στη Λευκάδα (το νησί των Εφτανήσων που περισσότερο συνδέεται με τη Στερεά), σπούδασε στην Ιταλία και στη Γαλλία, και το 1848 γύρισε στα Εφτάνησα, όπου πήρε ενεργό μέρος στην πολιτική και πριν και μετά την ένωση με την Ελλάδα. Είναι ένας άνθρωπος με ισχυρή κράση και αθλητικό παράστημα, βίαιος στις αντιδράσεις του, οξύς στις διαμάχες και στους αγώνες. Αλλά τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του αποσύρεται σ’ ένα μικρό νησί της πατρίδας του, τη Μαδουρή, και συγκεντρώνεται στη μελέτη και στη δημιουργία. Εκεί πεθαίνει κάπως πρόωρα το 1879.

Η πρώτη του συλλογή, Στιχουργήματα (1847), είναι ασήμαντη. Την εμφάνισή του την κάνει κυρίως με τα Μνημόσυνα, δημοσιευμένα το 1857, τη χρονιά που πέθανε ο Σολωμός. Τα σημαντικότερα και τα πιο γνωστά του λυρικά ποιήματα βρίσκονται κιόλας εδώ: «Νεκρική ωδή», «Θανάσης Βάγιας», «Ο Σαμουήλ», «Η φυγή», «Ευθύμιος Βλαχάβας». Ο Βαλαωρίτης είναι μια περίεργη εμφάνιση· είναι βέβαια Εφτανησιώτης, αλλά οι προσανατολισμοί του τον φέρνουν περισσότερο προς το δημοτικό τραγούδι και τον γαλλικό ρομαντισμό παρά προς το Σολωμό και τα ιδανικά της σχολής του. Τα θέματά του είναι παρμένα το περισσότερο από την Επανάσταση και την προεπαναστατική εποχή, τους αγώνες των κλεφτών, των αρματολών και των Σουλιωτών. Οι ήρωες ενεργούν μέσα σ’ ένα κλίμα αφύσικα υψωμένο, όπου το υπερφυσικό στοιχείο συνδυάζεται με μια ρομαντική μεγέθυνση. Αντίθετα ωστόσο προς τους ρομαντικούς της Αθήνας, ο Βαλαωρίτης, σαν Εφτανησιώτης, χρησιμοποιεί τη δημοτική, αδιάφορο αν δεν τη μεταπλάθει δημιουργικά, κατά το δίδαγμα του Σολωμού, αλλά ακολουθώντας εξωτερικά τον τύπο του δημοτικού τραγουδιού, αλλοιωμένον και πάλι με πολύ στόμφο ρομαντικό. Στα ωριμότερα έργα του, τον Αστραπόγιαννο και προπάντων στον Αθανάση Διάκο (1867), πολλά από τα ελαττώματα αυτά υποχωρούν· αλλά και πάλι, στο δεύτερο ιδίως, αξιολογότερο έργο, τονίζεται αφύσικα μια συμβολική αλληγορική απόχρωση, που κάνει λιγότερο ευδιάκριτη την καθαρά ανθρώπινη ουσία στη μορφή του ήρωα-μάρτυρα. […]

Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 164-165.

                                                                  &
Ζούσε ακόμα ο Βαλαωρίτης, και ήταν μάλιστα στις πιο μεγάλες του δόξες, όταν ο κομματάρχης του σολωμισμού [Ιάκωβος Πολυλάς] […] έθεσε πλαγίως το άγονο, νεοσχολαστικό δίλημμα: Διονύσιον ή Αριστοτέλην; Για μας, σήμερα, δεν χωρεί αμφιβολία για την πνευματικήν υπεροχήν του Ζακυνθινού. Αλλά πόσοι συνειδητοποιούν ότι ο Λευκαδίτης στάθηκε η «εδαφικότερη» και η πιο ανδρωμένη ποιητική προσωπικότητα του ελληνικού αιώνα του; Ή, ακόμα, αν όλοι συμφωνούμε ότι ο «βασιλικός δρόμος» της ποίησής μας, αυτός που ξεκινάει από το Δημοτικό Τραγούδι και τους Κρητικούς, ξαναπιάνει από τον Σολωμό για να φτάσει στον Παλαμά και στον Σικελιανό, και εκείθε ως τον Σεφέρη — πόσοι από μας παραδέχονται πως η μετάβαση αυτή θα ήταν ολότελα προβληματική χωρίς την σταθμική παρουσία του Βαλαωρίτη; Ή, τέλος (παίζοντας πάνω στην φωνητική δυνατότητα του γνωστού στίχου του Αλέξανδρου Σούτσου), ότι αν ο Σολωμός είναι ο μεγάλος «οδοποιός» της νεώτερης ποίησής μας, ο Βαλαωρίτης βέβαια είναι ο μεγάλος της γεφυροποιός.

Γ.Π. Σαββίδης, «Ο Φωτεινός, για μας, σήμερα». Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Φωτεινός, επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Ερμής, Αθήνα 1976, 9-10.

                                                               &

το 1879, τη χρονιά του θανάτου του, αποσυρμένος στο κτήμα του της Μαδουρής, θα δημιουργήσει τον Φωτεινό, το τελευταίο και πιο σημαντικό του έργο, που δυστυχώς δεν πρόφτασε να το τελειώσει. Το θέμα είναι παρμένο από την παλαιότερη ιστορία της Λευκάδας, μια εξέγερση των Ελλήνων κατοίκων εναντίον του φράγκου δυνάστη στον 14ο αιώνα. Ο Φωτεινός, ο ήρωας, ένας γέρος ξωμάχος, αποσύρεται, ύστερ’ από ένα επεισόδιο με τον φράγκο άρχοντα, στα βουνά της πατρίδας του. Εκεί τον βρίσκουμε με την κόρη του, στη φτωχική του καλύβα, να μελετά την επανάσταση. Μια ανθρώπινη καλοσύνη, μια ήρεμη, σταθερή αποφασιστικότητα και μια αρχοντική υπερηφάνεια χαρακτηρίζουν τον γερασμένο αγωνιστή της ελευθερίας. Όλο το ποίημα κυριαρχείται από αυτή τη θερμή, ανθρώπινη παρουσία· ο Βαλαωρίτης δε θέλει πια να μας καταπλήξει με το υπερφυσικό· το ύφος, ο στίχος, είναι απαλλαγμένα από στόμφο και ρητορισμό, όλα έχουν γίνει απλούστερα, και μαζί θερμότερα και πιο ανθρώπινα. Λες και ο Βαλαωρίτης περίμενε το τέλος της ζωής του για να απαλλαγεί από τα ελαττώματα που βάραιναν τα άλλα του έργα — ελαττώματα που ήταν, κατά ένα μεγάλο μέρος, και ελαττώματα της εποχής. Ή λες και γύρευε τη μόνωση και την περισυλλογή για να ανακαλύψει τον αληθινότερο εαυτό του. Ο Φωτεινός, διαφορετικό από τα άλλα έργα του Βαλαωρίτη, έχει μια θέση ολότελα ξεχωριστή μέσα στη νέα ελληνική ποίηση.



Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 165-166.