Νίτσα Παπαδάκη – Σταύρακα: Η «Κυρία» της Λευκάδας και το Εθνικό Ωδείο




Βιολέττα Σάντα22 Νοέμβριος, 2014
Share 1


Η Νίτσα Παπαδάκη γεννήθηκε στη Νάξο το 1915 από οικογένεια πολιτικών της εποχής (ο πατέρας της γιατρός στο επάγγελμα, υπήρξε δημοκρατικός βουλευτής Κυκλάδων). Το σπίτι της ήταν τόπος συνάντησης ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης. Τελείωσε με άριστα τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (γλωσσολογικό τμήμα) σε ηλικία μόλις 20 ετών. Στο νησί μας έφτασε τα δύσκολα χρόνια της κατοχής με τον άνδρα της συμπολίτη μας γιατρό Ξενοφώντα Σταύρακα.1948: Νίτσα Παπαδάκη, Ξενοφώντας Σταύρακας

Εγκατέλειψε τον Πύργο της Νάξου, άφησε και ξέχασε τις συμμαθήτριές της από τη σχολή καλογραιών, ξέχασε τις γλώσσες της και ακολούθησε στην Καρυά τον εκλεκτό της και «άτακτο» γιατρό. Μου θύμισε τη «Λόλα Μοντέζ» που βρήκε το μάστορά της από ένα βεδουίνο καμηλιέρη. Ήξερε όμως να προσαρμόζεται, να αγαπά και ν’ αγαπιέται, αφιλοκερδής και γενναιόδωρη καθώς ήταν.



Στην ιδιαίτερη πατρίδα του γιατρού την Καρυά, ασχολήθηκε με την οργάνωση και καθοδήγηση του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των γυναικών του χωριού, δημιούργησε παράρτημα του Γυμνασίου Λευκάδος, όπου τα παιδιά κέρδισαν τη συνέχεια των σπουδών τους όταν τα σχολεία ήταν κλειστά. Πολλοί μαθητές της περιόδου εκείνης έγιναν διαπρεπείς επιστήμονες και πολιτικοί.

Έργο ζωής της υπήρξε το ΩΔΕΙΟ (παράρτημα του Εθνικού Ωδείου), του οποίου ήταν ιδρυτής και πρόεδρος.


Το ζεύγος Σταύρακα με τις 2 κόρες του Άννα και Σούλα, η θειά Τασούλα, μάνα του γιατρού και το ζεύγος Περδικάρη

Εμείς είμαστε μεγάλοι για να την έχουμε καθηγήτρια. Τη γνωρίσαμε σα συνάδελφο στο Γυμνάσιο (1945-1960) και σαν αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής Λευκάδας. Θαυμάσαμε την καλοσύνη της, την ευγένειά της, τη μόρφωσή της, τον πολιτισμό της. την αισθητική της και απολαύσαμε σε χρόνους χαλεπούς το ανοικτό σπίτι της.

Κωστής, αδελφός της Νίτσας Παπαδάκη, αξιωματικός, η Νίτσα Παπαδάκη, Ζωή Σταματέλου,








Κατερίνα και Γιάννης Περδικάρης.Η Νίτσα Παπαδάκη με τα κοριτσάκια της Άννα και Σούλα Σταύρακα και το ζεύγος Περδικάρη με το νεογέννητό τους




Εκεί στη γωνία της πλατείας μας περίμενε ένα φιλόξενο σπίτι, ανοιχτό σε όλους. Εκεί απολαύσαμε συντροφιά, θαλπωρή. συζήτηση και πολιτισμό. Εκεί φιλοξενήθηκαν μεγάλοι μουσικοί, έγιναν σχεδιασμοί για το Ωδείο, γράφτηκαν σάτιρες, απαγγέλθηκαν ποιήματα. Ήταν το πολιτιστικό κέντρο της πόλης. Μόνη παραφωνία η πράσινη τσόχα. Σκέφτομαι με τα σημερινά κρατούντα πόσες «τηλεοπτικές» ώρες χάθηκαν και μάλιστα με συζητήσεις ποιότητας.

Δεν ήταν μια συνηθισμένη φιλόλογος καθηγήτρια της γραμματικής και του συντακτικού. Η διδασκαλία της άνοιγε ορίζοντες και οδηγούσε τους μαθητές έξω από τα κείμενα της τάξης. Όταν η «Κυρία» επέστρεφε από τα συχνά ταξίδια της στην Αθήνα. οι μαθητές περίμεναν να φέρει στις αποσκευές της τον πολιτισμό. Ήταν τα δώρα της. Περίμεναν να τους πει για την κινηματογραφική, θεατρική και μουσική κίνηση της πρωτεύουσας.




Εικονίζονται από αριστερά: Βούλης Βρεττός, Θανάσης Βελέντζας, Διονύσιος Κονιδάρης, Νίτσα Παπαδάκη, Γιώργος Θέμελης (τυφλός πιανίστας), ο τότε Δήμαρχος Λευκαδίων, Γιαννουλάτος, Ελπίδα Αργύρη- Σάντα, Αντώνης Καλυβιώτης, Βραδής (καθηγητής Βιολιού).
Μαθήτριες: Μαργαρίτα και Όλγα Σάντα, Βάντα Πολίτη, Λουκία Γουρζή.

Δεν περιοριζόταν όμως στην περιγραφή των γεγονότων. έκανε την κριτική της και μάθημα αισθητικής. Με αφορμή τα κινηματογραφικά έργα (π.χ. Κλέφτης ποδηλάτων) τους μιλούσε για το κίνημα του νεορεαλισμού του Ντε Σίκα και των άλλων Ιταλών σκηνοθετών της εποχής κλπ. Μετέφερε στα παιδιά της τότε απομονωμένης μικρής πόλης όλη την πολιτιστική ζωή της πρωτεύουσας. Οι μαθητές του Γυμνασίου καταλάβαιναν την προσφορά της και τιμητικά τη βάπτισαν «Κυρία». Έτσι την ήξερε πλέον όλη η Λευκάδα.

Μέσα από τη διδασκαλία της έγινε φορέας πολιτισμού και πιστεύω πως έργο της ζωής της υπήρξε το Ωδείο της πόλης του οποίου υπήρξε ιδρυτής και πρόεδρος. Όλοι θυμούνται τις μεγάλες συναυλίες που δόθηκαν στην πόλη επί προεδρίας της, με κορυφαίους μουσικούς, που ήταν πράγματα αδιανόητα για οποιαδήποτε επαρχιακή πόλη της εποχής.



Παρέλαση 25 Μαρτίου 1962



Δεν καθοδηγούσε μόνο τα παιδιά του Ωδείου αλλά τα προστάτευε, το σπίτι της το αισθανόντουσαν δικό τους. Θυμάμαι, όταν κάποια από αυτά δεν τα κατάφερναν στα Μαθηματικά. έκανε τις παρεμβάσεις της λέγοντας «μουσικός θα γίνει» κι εμείς δεν την παίρναμε στα σοβαρά.

Ήταν η εποχή που, όταν στην ταυτότητα του τετραγώνου αθροίσματος ξεχνούσες το διπλάσιο γινόμενο, το καταλογίζαμε σαν έγκλημα. Αυτή όμως μας δίδαξε πως κάθε παιδί κρύβει μέσα του σπίθες που πρέπει να τις βοηθήσουμε να γίνουν φως. Αυτή έκανε πραγματική και ευρεία εκπαίδευση.



Βοηθούσε κάθε μαθητή να φανερώσει και να καλλιεργήσει το ταλέντο του. Καταλάβαινε πως υπάρχουν άνθρωποι που γεννιούνται με τη σφραγίδα της θείας δωρεάς. Εμείς αν και κάναμε εκπαίδευση, αργήσαμε να το καταλάβουμε. Μα προσωπικά κατά την εκπαιδευτική διαδρομή μου τη θυμόμουνα πάντα και σα διευθυντής σχολείων προσπαθούσα να περάσω στους καθηγητές πως δεν είναι έγκλημα η «παράλειψη του διπλασίου γινομένου».




Το Ωδείο έδωσε μουσικούς με πανελλήνια αναγνώριση και προβολή,όπως τον Κ. Σφέτσα. Π. Φίλιππα. Π. Σταματέλο κ.α. Τους συναντάμε με συγκίνηση και καμαρώνουμε που υπήρξαν μαθητές μας.Η καλοσύνη της την οδηγούσε πάντοτε να παρουσιάζει την καλή εκδοχή της κοινωνίας.

Δίδαξε στα Γυμνάσια Λευκάδας και έφθασε στο βαθμό του Λυκειάρχη.

Έλαβε μέρος στις Γιορτές Λόγου και Τέχνης στα Φεστιβάλ της Λευκάδας, έδωσε διαλέξεις πολιτιστικού και επιστημονικού περιεχομένου, επιμελήθηκε την παρουσίαση σοβαρών θεατρικών παραστάσεων (αρχαία τραγωδία και λοιπές πολιτιστικές εκδηλώσεις).

Γνώστης της γερμανικής γλώσσας ασχολήθηκε με μεταφράσεις «περί της Ομηρικής Ιθάκης» του ΔΑΙΡΠΦΕΛΔ, που δημοσιεύτηκαν σε τοπική εφημερίδα.


Στην κηδεία του μουσικού Φώτη Βλάχου, 1962, οι μαθητές του Ωδείου.



Έφυγε νωρίς. Υπάρχει πάντα όμως μια συνέχεια. Οι κόρες της, λαμπρές επιστημόνισσες, αρχιτεκτόνισσα η μία και καθηγήτρια της Ιατρικής η άλλη ξέρουν να αγαπούν και να σέβονται. Κληρονόμησαν την καλοσύνη της και την αισθητική της. Στα σπίτια τους υπάρχει όλη εκείνη η ατμόσφαιρα του παλαιού σπιτιού της πλατείας και όταν εκεί βρεθούν παλαιοί Λευκαδίτες, με τις Λευκαδίτικες ιστορίες, τις παρλάτες και τα ανέκδοτα, μεταφερόμαστε στις παλιές καλές μέρες του πατρικού τους σπιτιού. Εμείς απολαμβάνουμε τη συντροφιά της νέας γενιάς και διατηρούμε την καλή μνήμη της «Κυρίας».Θωμάς Κατωπόδης ( Ναύαρχος), Σούλα Περδικάρη (Γιατρός)



Το παράρτημα του Εθνικού Ωδείου ιδρύθηκε το 1955. Στεγαζόταν σε κτίριο επί της οδού Αγίας Μαύρας (δίπλα από το σημερινό ξενοδοχείο «Νήρικος»). Σταμάτησε να λειτουργεί το 1965;


Μαθητές του Ωδείου: Κυριάκος Σφέτσας (συνθέτης) Λούλα Σφέτσα (πιανίστρια), Χρήστος Σφέτσας (μουσικός), Στράτος Σφέτσας (μουσικός), Άρια Βλάχου, Σούλα Σταύρακα (γιατρός, καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών), Σούλα Περδικάρη (γιατρός), Γιώργος Περδικάρης (Υπουργείο Οικονομικών), Νίτσα Περδικάρη (πολιτική Επιστήμων), Βλάχου Γιάννα (διακοσμίτρια), Βασούλα Κονιδάρη (πρόεδρος Κοινότητας), Παντελής Σταματέλος (ζωγράφος βιολονίστας), Λουκία Γουρζή (Οδοντογιατρός), Νώντας Γαζής (γεωπόνος –ερευνητής), Θόδωρος Μπόρσας, Ντίνα Σέρβου (μουσικός), Νίκος Βανδώρος (Γιατρός), Δάφνη Κακιούση, Κώστας Σταματέλος (πρώην Δήμαρχος Λευκαδίων), Πίτσα Μαυροκέφαλου, Θωμάς Κατωπόδης (Ναύαρχος), Παναγιώτης Φίλιππας (βιολονίστας).παρέλαση 25 Μαρτίου 1963



Τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν περιέχονται στα βιβλία: «Αφιέρωμα στο Γυμνάσιο Λευκάδας» Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2002.
«Νίτσα Παπαδάκη – Σταύρακα, Γουλιέλμος Διαίρπφελδ» Πνευματικό κέντρο Δήμου Λευκάδας, Αθήνα 2006.

Ευχαριστώ θερμά την Ελένη Περδικάρη (Αντιπρόεδρο του Συλλόγου Λευκαδίων Πάτρας) για τις φωτογραφίες και τις πολύτιμες πληροφορίες μου παραχώρησε.

Νίτσα Παπαδάκη – Σταύρακα: Η Ναξιώτισσα «Κυρία» της Λευκάδας και το Εθνικό Ωδείο





Νίτσα Παπαδάκη
Η Νίτσα Παπαδάκη γεννήθηκε στη Νάξο το 1915 από οικογένεια πολιτικών της εποχής (ο πατέρας της γιατρός στο επάγγελμα, υπήρξε δημοκρατικός βουλευτής Κυκλάδων). Το σπίτι της ήταν τόπος συνάντησης ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης. Τελείωσε με άριστα τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (γλωσσολογικό τμήμα) σε ηλικία μόλις 20 ετών. Στην Λευκάδα έφτασε τα δύσκολα χρόνια της κατοχής με τον Λευκαδίτη άνδρα της γιατρό Ξενοφώντα Σταύρακα.

Εγκατέλειψε τον πύργο της στην Νάξο, άφησε και ξέχασε τις συμμαθήτριές της από τη σχολή καλογραιών, ξέχασε τις γλώσσες της και ακολούθησε στην Καρυά τον εκλεκτό της και «άτακτο» γιατρό . Ήξερε όμως να προσαρμόζεται, να αγαπά και ν’ αγαπιέται, αφιλοκερδής και γενναιόδωρη καθώς ήταν.

Στην ιδιαίτερη πατρίδα του γιατρού την Καρυά, ασχολήθηκε με την οργάνωση και καθοδήγηση του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των γυναικών του χωριού, δημιούργησε παράρτημα του Γυμνασίου Λευκάδος, όπου τα παιδιά κέρδισαν τη συνέχεια των σπουδών τους όταν τα σχολεία ήταν κλειστά. Πολλοί μαθητές της περιόδου εκείνης έγιναν διαπρεπείς επιστήμονες και πολιτικοί.





η Νίτσα Παπαδάκη και ο σύζυγός της Ξενοδώντας Σταύρακας



μαθητές Ωδείου Λευκάδας 1962
Έργο ζωής της υπήρξε το ΩΔΕΙΟ ΛΕΥΚΑΔΑΣ (παράρτημα του Εθνικού Ωδείου), του οποίου ήταν ιδρυτής και πρόεδρος. Το Ωδείο έδωσε μουσικούς με πανελλήνια αναγνώριση και προβολή,όπως τον Κ. Σφέτσα. Π. Φίλιππα. Π. Σταματέλο κ.α. Η καλοσύνη της την οδηγούσε πάντοτε να παρουσιάζει την καλή εκδοχή της κοινωνίας.

Δίδαξε στα Γυμνάσια Λευκάδας και έφθασε στο βαθμό του Λυκειάρχη.

Έλαβε μέρος στις Γιορτές Λόγου και Τέχνης στα Φεστιβάλ της Λευκάδας, έδωσε διαλέξεις πολιτιστικού και επιστημονικού περιεχομένου, επιμελήθηκε την παρουσίαση σοβαρών θεατρικών παραστάσεων (αρχαία τραγωδία και λοιπές πολιτιστικές εκδηλώσεις).

Γνώστης της γερμανικής γλώσσας ασχολήθηκε με μεταφράσεις «περί της Ομηρικής Ιθάκης» του ΔΑΙΡΠΦΕΛΔ, που δημοσιεύτηκαν σε τοπική εφημερίδα.

πηγή http://aromalefkadas.gr/%CE%BD%CE%AF%CF%84%CF%83%CE%B1-%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%B4%CE%AC%CE%BA%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%8D%CF%81%CE%B1%CE%BA%CE%B1-%CE%B7-%CE%BA%CF%85%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%84/
Δημοσιεύτηκε 30th December 2014 από τον χρήστη Ορεινός Αξώτης

Να φυλάξτε πέντε φελιά πίτα και για το δάσκαλο…


Βιολέττα Σάντα12 Δεκέμβριος, 2016
Share 4


Γράφει ο Θοδωρής Γεωργάκης

-Για ακουρμαστείτε δω, ένα … αλώνι λαδόπιτα να φκιάσω δεν σας δ(ι)κάει, να τη σπαρανιάρετε τη πίτα, απόδιαβα τσ’ γιορτές, θέλομε να πάρομε δυο φελιά και μεις τσ’ ελιές, και να μη ξεχάστε κιόλας, έχομε να στείλομε και πέντε φελιά πίτα στο δάσκαλο…

Μα, κι αυτή η ευλογημένη η μάνα μου, έφτιαχνε μια Αϊβασιλιάτικη λαδόπιτα που γλείφαμε και τα δάχτυλά μας! Την παπάρωνε πεκιμέζι και ήταν ένα γλυκό απόλαυση! Ήταν, όπως θα λέγανε κα οι σημερινοί σεφάδες, με όλη της την υγρασία μέσα, όχι σαν τα σημερινά βιομηχανοποιημένα ξερακιανά ομοιώματα λαδόπιτας, που τα χτυπάς στον … τοίχο και γυρνάνε πίσω! Γι’ αυτό, όπου και να την πίθωνε, είτε μέσα στο αρμάρι, ή στον κομό, ή στο φορτσέρι, ή στην καναβέτα, εμείς τα παιδιά την μυριζόμαστε από μακριά, όπως ο καρχαρίας το υποψήφιο θήραμά του, έτσι την εντοπίζαμε!!!

Ξέρεις, τώρα, να έρχεσαι απ’το γηπεδάκι απ΄την Λότζα, εκεί που κλωτσάγαμε το νάϋλον τοπάκι, που κερδίζαμε στις «τύχες», μέσα στα χώματα και στις πέτρες, ή απ’ το αλώνι του Σελινάκη, που στήναμε δυο καλάμια με ένα σχοινί στην κορυφή σαν … φιλέ και δήθεν παίζαμε βόλεϋ, ή απ’ το τρίγωνο του Μπουλούτα, που παίζαμε στο «βόλι» τα λίγα χρήματα που βγάζαμε απ’ τα Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, απ’ όλα τούτα τα παιγνίδια, εκεί στις διακοπές του Δωδεκαημέρου, που ξεχνούσαμε μαθήματα και σχολειό, να γυρνάς απ΄τα παιγνίδια πεινασμένος και να οσμίζεσαι σαν λαγωνικό μέσα στο σπίτι, μήπως εντοπίσεις την λαδόπιτα, μήπως έμεινε λίγο Ξτοκούλουρο με μαύρες σταφίδες, ή μήπως έμεινε κανένα κομμάτι απ’ τον σταυρό και τις μπαλούμπες που έφτιαχνε η μάνα μου για μας τα αγόρια και για τα κορίτσια!



Δωδεκαήμερο! Τι να πρωτοθυμηθείς, τι να στολγήσεις και τι να αναπολήσεις. Βάλε την ανέμη του χρόνου να γυρίσει και άσφαλτα θα σε πάει εκεί που χαράζει η Πολιτεία του … Ποτέ! Θα σε σεργιανίσει εκεί που έπεσε στα γόνατα ο χρόνος, να υποκληθεί στην δίψα μας για ζωή! Μια ζωή μαντρωμένη μέσα στον ελάχιστο ορίζοντα των Σταυρωτών και των Ακαρνανικών, μα έγνεφε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης!!! Ε, εσείς γωνιές του κόσμου, από εδώ ξεκίνησε ο Οδυσσέας τον πολυμήχανο ταξίδι του, από τούτη τη γωνιά φάνηκε το τεράστιο άστρο της Βηθλεέμ να ξεπηδάει μέσα απ’ το χαμόγελο του Σπύρου, του Κώστα, του Αντώνη, της Μαρίας, της Όλγας, της Αντιγόνης! Μας έπαιρνε ο φτερωτός Πήγασος και μας πήγαινε στην χώρα των Λοτοφάγων, μα πόσο γλυκείς να ήταν εκείνοι οι καρποί, πιο γλυκείς να ήταν , άραγε, απ’ την λαδόπιτα της Κυρά – Ξένης;

Η τρυφερή της γλύκα με κάνει να ξεχάσω την σημερινή μου … πατρίδα, τα εδάφη της ενηλικίωσης και μόνο να θυμάμαι…
Σε θυμάμαι στο σκαφίδι την παραμονή των Χριστουγέννων, με την τσίπα στενά δεμένη στο κεφάλι, ξεμπράτσωτη, αλέγρα, κατακόκκινη σαν την φωτιά, με το φουστάνι δεμένο πίσω κόμπο, να ζυμώνεις το Ξτοκούλουρο για την ημέρα των Χριστουγέννων και να μας φτιάχνεις τους σταυρούς για τα αγόρια και τις μπαλούμπες για τα κορίτσια.

-Βάλε μου πολλές σταφίδες, μάνα, μέσα στον δικό μου τον σταυρό, μου αρέσουν τόσο μέσα στο ψωμί..
Μα δεν με δ(ι)κάνε, θέλω να φτιάξω τόσα πράγματα με τις σταφίδες που έχω.

-Θα πάω εγώ στην θειά – Κωσταντία να σου αγοράσω. Έχω λεφτά. Έβγαλα δέκα δραχμές με τα κάλαντα, γύρισα όλα τα χωριά των Σφακιωτών να τα πω!!!

Μ’ ένα σάλτο αλαχτό, και μένα γρήγορο σκλημίδι στο καντούνι, βρισκόμουν στο μπακαλικάκι της θειά – Κωσταντίας. «Βενιζέλο» την λέγαμε, μ’ εκείνα τα στρογγυλά γυαλιά, που πάσχιζε, κοιτώντας πάνω απ΄δαύτα, να βρει το κιβωτιάκι, που τόχε καταχωνιασμένο, με τις μαύρες σταφίδες…

Σε θυμάμαι, ανήμερα των Χριστουγέννων, στο μέσον του σπιτιού. Ποδήρη χιτώνα, ασάλευτη Καρυάτιδα, ιέρεια του φωτός, με το γιορτιάτικο χωριάτικο φουστάνι, να ετοιμάζεις τα πάντα!

-Καθίστε όλοι στο τραπέζι. Έλα προγιαστέ να σταυρώσεις και να κόψεις το Ξτοκούλουρο, τόβαλα πάνω στο μαστραπά με το κρασί. Ακουμπήστε το όλοι. ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ. ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΝΑΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ.

Σε θυμάμαι, να μου φέρνεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τις κ(ου)τσούνες που μάζεψες στην Αρκολαγγάδα, για να βγω θαμπά την Πρωτοχρονιά να τις πάω για γούρι στα συγγενικά σπίτια.

Σε θυμάμαι την παραμονή των Φώτων, να σηκώνεσαι νωρίς, πριν ρήξει ο ήλιος, και να ρίχνεις την στάχτη της βραδινής φωτιάς στα τέσσερα τσούπια του σπιτιού, για να φύγουν, όπως έλεγες, τα παγανά…

Σε θυμάμαι, σαν σε όνειρο, την επομένη των Φώτων, με το πρώτο λάλημα του κοκοτού, να σηκώνεσαι για τις ελιές, για την τίμια βιοπάλη, για το έρμο το ψωμί, όπως λέει και ο Βαλαωρίτης. Και πριν φύγεις για το ξεμόνιο να μου ψιθυρίζεις γλυκά στ’ αυτί:

-Σου έχω έτοιμο το πιάτο με πέντε φελιά πίτα για το δάσκαλο! Το έδεσα σταυρωτά με μια καθαρή μπόλια. Και όπως είπαμε, όμορφα – όμορφα στο σχολειό. Να τον ακούς τον δάσκαλο, να μάθεις γράμματα, να μη γίνεις σαν και μένα τυραγνισμένη ψυχή…

(Αφιερωμένο στην Μάνα – Παναγιά του καθενός μας, που κάθε χρόνο την 25η Δεκεμβρίου, μας γεννά, μας ξαναγεννά…)

                                              ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΟΛΟΝ
http://aromalefkadas.gr/