Σπύρος Σκιαδαρέσης τού Νικολάου













                                                   Ο Σπύρος Σκιαδαρέσης γυιός 
τού πατέρα Νικολάου
 γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1976
 αλλά μεγάλωσε στη Πάτρα
 όπου και διαμένει.
 Είναι παντρεμένος με τη Γεωλόγο Βαλεντίνη 
Κορέντζελου και έχουν μαζί δύο παιδιά
 την Σοφία και τον Νικόλα.
Σπούδασε Θεολογία και Βυζαντινή Μουσική
 στη Θεσσαλονίκη.
 Από το 2000 έως το 2003 εργάστηκε 
ως Γραμματέας
 τής Ι. Μ. Πετράκη 
τής Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών. 
Από τον Σεπτέμβριο τού 2003 
υπηρετεί ως Καθηγητής Θεολόγος
 στο Αρσάκειο Γυμνάσιο & Λύκειο Πατρών. 
Διδάσκει Βυζαντινή Μουσική
 και παράλληλα εκπονεί 
το Master του στο Ε.Α.Π. 
Από το 2006 έως το 2010 
ήταν Μέλος των Δ.Σ.
 τού Κοινωνικού Τομέα τού Δήμου Πατρέων. 
Είναι Μέλος του Δ.Σ. τής Διακιδείου 
Σχολής Λαού Πατρών.
Το 2010 συμμετείχε για πρώτη φορά 
στις Αυτοδιοικητικές 
εκλογές στο Δήμο Πατρέων ως υποψήφιος
 Δημοτικός Σύμβουλος,
 καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση 
στο Ανατολικό Διαμέρισμα.
 Επίσης ήταν Μέλος της ομάδας εργασίας 
«Κοινωνικής Πολιτικής και της
 Παιδείας – Νεολαίας & Άθλησης»
 με συντονιστή τον αείμνηστο Άμπετ Χασμάν.
Στις δραστηριότητές του συγκαταλέγονται: 
οι σπουδές του στην Βυζαντινή Αγιογραφία
 λαμβάνοντας το αντίστοιχο Πτυχίο το 2011,
 η συμμετοχή του σε χορωδιακά
 σύνολα τής πόλης μας,
 καθώς επίσης και ως Πρωτοψάλτης 
τού Ι. Ν. Αγίας Τριάδος Ζαρουχλεϊκων Πατρών,
 δραστηριοποιήθηκε δε και ως Γ. Γραμματέας 
τού Συλλόγου Ιεροψαλτών Πατρών και περιχώρων.

Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ Χαρά Παπαδάτου Γιαννοπούλου



                                Χαρά Παπαδάτου Γιαννοπούλου
                       
                           ΣΤ  Διεθνές  πανιόνιο Συνέδριο  Ζάκυνθος 1997
                         
                         

Η κατασκευή των κτιρίων στην Λευκάδα (Χώρα), είναι μια από τις πιο 
ενδιαφέρουσες στον ελλαδικό χώρο αλλά και εκτός από αυτόν.
 "Η επιβίωση οικιών, από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι σήμερα, 
ύστερα από τις πολλές και μεγάλες καταστροφές λόγω σεσμών 
που έχουν γίνει, αποδεικνύει ότι τα ταπεινά αυτά σπίτια που δεν έχουν 
να επιδεί-ξουν εντυπωσιακές εμφανίσεις, κρύβουν μέσα τους το 
μυστικό της αντοχής στην επαναλαμβανόμενη φθορά. 
Ο τρόπος αυτός κατασκευής των κτιρίων και η απορρέουσα από
 αυτόν μορφολογία, έγιναν αντικείμενο ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος 
και έρευνας, τα τελευταία χρόνια'.-1
 Στο κεφάλαιο που ακολουθεί 
δεν έχουμε σαν κύριο σκοπό την παρουσίαση των, γνωστών 
εξ άλλου, λεπτομερειών της ιδιοφυούς και ιδιότυπης αντιμετωπίσεως
 ενός πολύ-πλοκου, δομικού προβλήματος, εξ αιτίας των περιβαλλοντικών 
προβλημάτων του χώρου. Βασική μας επιδίωξη είναι, μέσα 
από την παρουσίαση και ανάλυση του τρόπου αυτού δομήσεως, 
να επαναπροσδιορίσουμε την ιστορική του προέλευση. Ως συνόλου
 και ως επί μέρους στοιχείων. Κι αυτό, γιατί επιφανειακές κρίσεις 
οδήγησαν στην παραδοχή ότι όλη αυτή ή προηγ-μένη τεχνολογία, 
που εφαρμόζεται αιώνες τώρα στην Λευκάδα, είναι προϊόν κάποιων 
εξελιγμένων κατακτητών, οι οποίοι συνεδέθησαν με την
 ιστορία του Νησιού τα τελευ-ταία 400 περίπου χρόνια.
 Ήτοι οι Ενετοί και οι Άγγλοι. Περιέργως οι Άγγλοι πιστεύεται
 ότι πολλά προσέφεραν στην κατασκευαστική ευστάθεια των κτιρίων
 της Λευκάδας. 
Η άποψή μας, την οποία Θα τεκμηριώσουμε παρακάτω, είναι ότι
 η κατασκευή   των κτιρίων είναι βαθύτατα ελληνική, ότι είναι 
εξέλιξη κατασκευαστικών  και μορφολογικών διεργασιών,
 οι οποίες από τα βάθη της αρχαιότητας 
έφθασαν αυτούσιες μέχρι τις μέρες μας.

 Η Λευκάδα παρά το ότι
 χωροταξικά ανήκει στην Επτάνησο, παρέμεινε και παραμένει 
όμως πάντα στραμμένη προς την κυρίως Ελλάδα, σε όλες τις 
περιόδους της Ιστορίας της, από την αρχαιότητα μέχρι το
 Βυζάντιο, του οποίου η παράδοση εξακολουθεί να ζει μέχρι σήμερα - 2
. "Ετσι η παράδοση σε όλους τους τομείς της ζωής παραμένει
 αδιάσπαστη και αναλλοίωτη. Ο Γεώργιος Βερύκιος στο έργο του
 "Απομνημονεύματα περί της πρώην Ιονίου Πολιτείας, κυρίως 
δε περί του εν ταυτώ επικρατήσαντος ριζοσπαστικού φρονήματος,
 Κεφαλληνία 1870" γράφει 'ΕΕπεί η Λευκάς ένεκεν της γεωγραφικής
 αυτής Θέσεως και της προς τους Φράγκους μικράς
 επιμιξίας, διετήρησε yνησιώτερον το ηπειρωτικόν αυτής ήθος.
 Ώσπερ δε εν τη αρχαία Ελλάδι τους μεν Ιωνας διέκρινε το 
οξύρροπον και το φιλόκαινον, τους δε Δωριείς το περίσεμνον,
 και το των καθεστώτων ευσταθές καί αμετάπτωτον, ούτω 
διττόν το είδος παρείχε η νησιωτική κοινωνία.
 Εν Λευκάδι 
επήνθει Δώριον ήθος ταις μεταβολαίς και ταις καινοτομίαις
 απαρεσκόμενον. Ουδέποτε παρά Λευκαδίοις τα εν ταις
 άλλαις νήσοις κόμματα έκράτησαν, αλλ' ενταύθα το
 πάτριον φρόνημα διεσώζετο ατάρα-χον καί ακλυδώνιστον, 
ο δε απέριττος Ελληνικός βίος αγήρως διέλαμφεν...- 3.
 Χαρακτηριστικά πρέπει να αναφέρουμε ότι με την πράξη 
της 2ας Ιουνίου (&Ζ. Ι. αρ. 496 /1827)  - 4 ορίζονται από τους 
Άγγλους για πρώτη φορά κανονισμοί, σχετικοί με τον τρόπο 
κατασκευής των οικοδομών για όλα τα νησιά πλην της Λευκάδος.-5

Και αυτό επαναλαμβάνεται και σε άλλες περιπτώσεις.
Οιεξηγήσεις για το γεγονός αυτό δεν μπορεί βέβαια να 
είναι αυτές που αναφέρονται στην Ερευνητική Εργασία της 
Σχολής Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Ο.-6, ότι δηλαδή ή Λευκάδα 
ήταν φτωχότερη από τα άλλα νησιά, ότι είχε ζήσει 200 χρόνια τουρκικής
 κατοχής και ότι δεν είχε Libro d' στο, μια καί όλα αυτά δεν έχουν καμία 
με το Θέμα μας, ούτε και τέτοιοι λόγοι θα μπορούσαν να εμποδίσουν 
τους Άγγλους να Θεσπίσουν και στην Λευκάδα τους κοινούς όρους
 δομήσεως και κατασκευής, όπως και στα άλλα νησιά.

 Εξαίρεσαν την Λευκάδα για ένα απλούστατο λόγο. 
Διότι δεν μπορούσαν να 
επέμβουν στην ήδη πλήρως διαμορφωμένη κατασκευή 
των κτιρίων, 
εφ' όσον δεν μπορούσαν να διατάξουν και τους σεισμούς να σταματήσουν. 
Ανεγνώρισαν, με την μη επέμβασή τους, την ιδιορρυθμία και πληρότητα 
της τοπικής οικοδομικής παραδόσεως. 

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ 

Η κατασκευή των κτιρίων της Χώρας 
είναι μίκτή. 
Πέτρα, ξύλο και πλίνθες, αντίθετα με την κατασκευή
 των κτιρίων των χωριών που είναι μόνον από πέτρα.
 Το ισόγειο είναι σχεδόν πάντα από πέτρα. 
"Ο όροφος ή οι όροφοι είναι ξύλινοι. Τα κενά της 
ξυλοδεσιάς στους εξωτερικούς κυρίως τοίχους πληρώνονται
με πλίνθες. Η ξυλοδεσιά των εσωτερικών διαχωριστικών τοίχων 
πληρώνεται με σrrάρτο και μετά επιχρίονται. 
ξύλινοι τοίχοι 
εξωτερικώς επενδύονται με ξύλο, εσωτερικώς δε επιχρίονται.
 Εχουμε λοιπόν μια μικτή κατασκευή. Τόσο στην "Ηπειρο όσο και στην
Θεσσαλία, την Μακεδονία, αλλά και στο ανατολικό Αιγαίο, 
έχουμε ανάλογες μικτές κατασκευές πέτρας και ξύλου.
 Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ των μικτών κατασκευών της 
Χώρας της Λευκάδας και των αναλόγων κατασκευών στον 
λοιπό ελλαδικό χώρο είναι ότι στην Λευκάδα
 έχουμε μεν μια
 ταυτόχρονη χρήση ξύλου και πέτρας, αλλά τα δύο υλικά
 χρησιμοποιούνται
 αυτοτελώς.
Στην ουσία έχουμε μια πλήρη και αυτόνομη ξύλινη
 κατασκευή, η οποία πλαι-σιώνεται στο ισόγειο από μία λίθινη 
κατασκευή.
Οι μικτές κατασκευές στην υπόλοιπη Ελλάδα 
χαρακτηρίζονται, από το ότι το ξύλο χρησιμοποιείται σε τμήματα
 της λίθινης κατασκευής (Σαχνίσια). "Ετσι λοιπόν ο τρόπος χρήσεως 
των δύο υλικών στην Λευκάδα και η καθαρότητα της κατασκευής 
είναι μοναδι-κή στον ελλαδικό χώρο. Μια ιστορική αναδρομή 
προσδιορίζει μονοσήμαντα την προέλευση της κατασκευής αυτής. 
Οι μικτές κατασκευές κτιρίων είναι γνωστές από την 
νεολιθική εποχή.
 Η ελληνική παράδοση από την εποχή αυτή 
παρουσιάζει την ευρεία 
χρήση του ξύλου, του λίθου και του πηλού σαν 
βασικών υλικών 
δομής' 7 και μάλιστα για αντισεισμικούς λόγους. 
Ιδίως το ξύλο, που
 πρώτο χρησιμοποιήθηκε σε όλους τους τύπους των κτιρίων, ιδιωτικών
 και δημοσίων. Είναι γνωστό εξ άλλου, ότι οι μαρμάρινες 
αρχιτεκτονικές 
λεπτομέρειες των ναών της αρχαιότητας είναι απλώς 
μεταφορά στο 
μάρμαρο της ξύλινης κατασκευής. 
μεγαλύτερο μέρος των 
διασωθέντων μνημείων είναι οι ναοί που είχαν κατασκευασθεί
από πέτρα και ξύλο αναφέρει χαρακτηριστικά ο J. Durm"- 8. 
Το ξύλο στην αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για οικοδομικούς 
σκοπούς. Αλλά ακόμα και όταν τα κτίρια ήταν πλίνθινα ή λίθινα καί 
πάλι το ξύλο έχρησιμοποιεϊτο δι' ορισμένα μέρη ως π.χ. "δια τάς
 θεμελιώσεις, τας ξυλοδεσίας, τα πατώματα, τας Θύρας, τα 
παράθυρα, τας στέγας, τας όροφάς κλπ.'-9
. Οι μαρτυρίες πού 
μας παρέχει ή αρχαιολογική ερευνά είναι πολλές καί καταλυτικές:
 Στήν νεολιθική εποχή: "Οι πλίνθινοι τοίχοι κτίζονται κανονικά χωρίς 
θεμελίωση, διαθέ-τουν όμως λίθινο κρηπίδωμα ύψους 40-60 εκ. από
 αδούλευτες πέτρες δεμένες με πηλο-κονίαμα. συχνά παρεμβάλλονται 
επιμήκη ξύλα πού σχηματίζούν ξυλοδεσιά"--10.
 Ακόμα κατά την μέση 
Χαλκοκρατία σημειώνεται: 'Το οικοδόμημα που αποκαλύφθηκε στο
 Λευκαντί (Εύβοια), στην θέση Τούμπα, έχει διαστάσεις 50 χ 10 μ.
 Για την στήριξη των  
πλινθίνων τοίχων έχουν τοποθετηθεί πάσσαλοι κατά μήκος της εσωτερικής
 παρειάς του"17. 'Εχουμε δηλαδή μια διπλή παράλληλη 
κατασκευή. 
'Εξω πλίνΘες μέσα ξύλο. "Οπως ακριβώς 
συμβαίνει με το 
ποντελάρισμα (ή στήλευση) στην Λευκάδα, όπως 
Θα αναλύσουμε παρακάτω. "Την χρήσιν ξυλοδεσιών εις 
πλίνθινα τείχη των πόλεων συνιστά και ο Βιτρούβιος (Ο arth. I.S. 3)
, όστις μάλιστα ορίζει και το είδος του ξύλου (αγριελαίας) τον οποίου
 πρέπει να yίνη χρήσις"--12.
 Τελος, ο Α. Ορλάνδος συνοψίζοντας αναφέρει:
 "Το δέσιμον των παχέων πλινθοτοί-χων δεν επετυγχάνετο μόνον
 δια της εντέχνου πλοκής των πλίνθων αλλά και δια ξυλοδε-σιών
 ή ξυλοδεμάτων, των οποίων χρήσις ευρεία εγίνετο ήδη κατά τους
 προϊστορικούς χρόνους εν Ελλάδι, ακόμη και δια 
λίθινους τοίχους, 
εξηκολούθησε δε κατά τε τους χρόνούς της Τουρκοκρατίας και 
μάλιστα εις λιθόκτιστους τοίχους και μέχρι της σήμερον ακόμη 
εις τα χωριά μας"-13. Με την μικτή κατασκευή των σπιτιών της 
Χώρας συνεχίζεται αυτούσια και αναλλοίωτη, η από αρχαιοτάτων 
χρόνων ελληνική δομική παράδοση. 
Η πρωτοτυπία
 της κατασκευής
 των κτιρίων της Χώρας, όπως ήδη παραπάνω
 αναφέραμε,
 έγκειται στον τρόπο με τον όποιο συνδυάσθηκαν τα δύο αυτά υλικά, 
έτσι ώστε τα κτίρια να είναι ασφαλή και ελαφρά για να αντέχουν στους
 σεισμούς. 'Εχουμε λοιπόν δύο παράλληλες κατασκευές. Η μία είναι
 ή λίθινη, η οποία καταλαμβάνει το ισόγειο. Η τοιχοποιία έχει πλάτος
 από 50 εκ, έως και 70 εκ. Υπάρχουν και περιπτώσεις που υπερβαίνει το 1 μέτρο--14. 
Ο ξύλινος όροφος επι κάθηται πάνω στο πέτρινο ισόγειο,
 συγχρόνως όμως 
στηρίζεται σε έναν ξύλινο σκελετό, ο οποίος υπάρχει παράλληλα
 με αυτό.
 Είναι το λεγόμενο ποντελάρισμα" . Ο ξύλινος σκελετός δημιουργεί
 ένα δεύτερο σύστημα στηρίξεως του ξύλινου ορόφου, (ή ξύλινων ορόφων) 
με αποτέλεσμα να ανεξαρτητοποιείται κατα-σκευαστικά και στατικά από
 το πέτρινο ισόγειο.
 Οι κολόνες λέγονται και στήλες,
 στήλευση δε -15το "ποντελάρισμα".
 Η ανεξάρτητη κίνηση των ορόφων έχει ευεργετικά 
αποτελέσματα κατά την διάρκεια του σεισμού. 
 'Εχει  συμβεί πολλές φορές, να  πέφτουν ολόκληροι 
οι τοίχοι του 
ισογείου και ο όροφος ή οι όροφοι να μένουν άθικτοι, 
στηριζόμενοι  στο δικό τους  
 σύστημα υποστηλωμάτων  -16.  
Η κατάρρευση των λίθινων 50εκ.μέχρι70εκατ. τοίχων είναι ευεξήγητη.
 Το λίθινο ισόγειο δρα σαν βάση για την  ξύλινη 
κατασκευή, περιφερειακά του κτιρίου. Ως εκ τούτου, δεν διαθέτει
 τις αναγκαίες εγκάρσιες συνδέσεις των τοίχων μιας τυπικής
 λιθοδομής
, ώστε να είναι στατικά επαρκής. 'Ετσι, παρά το πάχος τους και το βάρος 
τους, έπεφταν με μεγαλύτερη ευκολία, αντίθετα με την 
ξύλινη ανωδομή
 πού άντεχε. Τα διώροφα λίθινα σπίτια των χωριών αντέχουν σχετικά
 περισσότερο στους σεισμούς, μια και στην περίπτωση αυτή έχουμε
 ακραιφνείς λίθινες κατασκευές, οι όποιες ακολουθούν τους 
νόμους της λίθινης κατασκευής.
 Η ανάγκη ενδιάμεσων υποστηλωμάτων 
για την στήριξη του Α' ή Β' ορόφου ήταν επιβεβλημένη, μια και τα 
ανοίγματα ήταν αρκετά μεγάλα.
Η ακραιφνής λίθινη κατασκευή 
επιβάλλει μικρά σχετικώς ανοίγματα μεταξύ των τοίχων, ώστε 
να είναι δυνατή η επικάλυφη του χώρου με ξύλινους δοκούς, 
οι οποίοι δεν ξεπερνούσαν ένα ορισμένο μήκος, αλλά και από τις
 στατικές ανάγκες της λιθοδομής αυτής καθ' εαυτήν. 

Στην δεδομένη περίπτωση, οπού οι τοίχοι του ισογείου δρουν σαν
 βάση για το ανώγειο, χτίζονται στο επιθυμητό περίγραμμα του κτιρίου, 
ανεξάρτητα από το μέγεθος του, οι δε ξύλινοι όροφοι στηρίζονται αυτοτελώς,
 λύνοντας έτσι το πρόβλημα των μεγάλων ανοιγμάτων σε ένα λίθινο κτίριο.
 Η επιλογή ξύλινων υποστηλωμάτων, αντί λίθινων, είναι αυτονόητη,
 λόγω της κατά πολύ μικρότερης διατομής τους, έτσι ώστε να μένει στην
 ουσία ο χώρος ελεύθερος. Αντίθετα η χρήση λίθινων υποστηλωμάτων
 λόγω του μεγαλυτέρου όγκου τους, θα ήταν εντελώς ασύμορφη και
 Θα διασπούσε την αυτονομία της ξύλινης υπερκατασκευής που ήταν
 το ζητούμενο. Το σύστημα αυτό δομήσεως, το όποιο επιτρέπει να
 κατασκευάζονται χώροι μεγάλων διαστάσεων από πέτρα, των οποίων όμως
 ή ξύλινη οροφή στηρίζεται σε υποστηλώματα καταλλήλως τοποθετημένα στον 
χώρο, είναι ένα σύστημα πού χρησιμοποιήθηκε συχνότατα στην
 αρχαία Ελλάδα. 
Κατά την Μέση Χαλκοκρατία (2000 π.Χ. -1600 π.Χ.)
 μαρτυρεϊται ότι: "ορισμένες φορές ή στέγη υποβαστάζεται από 
ένα ή περισσοτέρους ξύλινους πασσάλους που πατούν 
πάνω σε λίθινη ή πήλινη δάση "Π.
 Επίσης: "Κατά την "Υστερη Μινωική περίοδο
 κάθετοι δοκοί εισήχθησαν σαν υποστηρίγματα για τους επάνω
 ορόφους οι οποίοι ταυτόχρονα ανακούφιζαν τους τοίχους των ισογείων
 χώρων από το βάρος. Τέτοια κάθετα στηρίγματα βοήθησαν στην
 κατασκευή ελαφρότερων και ταυτόχρονα υιμηλότερων 
υπερκατασκευών" αναφέρει ο J.W. Shaw στο βιβλίο του
 Μινωική Αρχιτεκτονική και
ακόμα ο ιδιος παρατηρεί ότι "εφ' όσον δεν έχουμε βρει μεγάλους 
λίθινους κίονες στα Μινωικά κτήρια παρά μόνον τις λίθινες 
βάσεις τους τότε προφανώς συμπεραίνουμε ότι οι κίονες
 ήταν ξύλινοι". Τα παραδείγματα είναι πολλά και καλύπτουν όλες τις περιόδους,
με έμφαση στην κλασική εποχή, οπού το σύστημα χρησιμοποιείται κυρίως
 για την κατασκευή χώρων μεγάλης επιφανείας. 
Η ομοιότητα του  δομικού συστήματος είναι προφανής. 
Οι μικτές κατασκευές των   κτιρίων στην Λευκάδα δεν διαιωνίζουν
μόνον τον μικτό χαρακτήρα   της κατασκευής, διαιωνίζουν επίσης τον
 τρόπο διαμορφώσεως  ισογείων χώρων, διαστάσεων μεγαλυτέρων
 αυτών πού μπορούν να   γίνουν από μια τυπική λιθοδομή και
τον τρόπο στηρίξεως   της οροφής.
 Κυρίως όμως διασώζουν τον κάναβο σαν λειτουργική,
 και κατασκευαστική βάση. 
Βεβαίως το λίθινο ισόγειο ήταν απόλυτα αναγκαίο, για 
ένα ξύλινο κτίριο. Και αυτό, διότι το ξύλο 
πρέπει να έχει κάποια απόσταση από το έδαφος για λόγους
 προστασίας  και ασφαλείας.
Για τις ανάλογες κατασκευές στην αρχαιότητα ο Αν. Ορλάνδος 
παρατη ρεί: "Προς αποτροπήν της επιδράσεως της υγρασίας
 επί των ωμών πλίνθων και προστα-σίας των ξυλοδεσιών 
από του πυρός αφ' ενός μεν ή κρηπίς, ήτοι το κάτω μέρος των
 τειχών, κατεσκευάζετο λίθινον καί ελέγετο λιθολόγημα... "-18
. Το ύφος του λιθολογήματος ποικίλλει από 1.18 μέχρι 1.60 μ.
, όπως εν υποσημειώσει της ιδίας σελίδας αναφέρεται.
 Το σύστημα λοιπόν αυτό της κατασκευής, λίθινο ισόγειο,
 που στα πολύ παλιά σπίτια της Χώρας όντως δεν υπερβαίνει 
το 1.60 μ. και εν συνεχεία ξυλοδεσιά με τούβλα, δεν είναι 
κάτι το νέο. Αρχαιότατες πρακτικές οικοδομήσεως σώζονται
 αυτούσιες και αναλλοίωτες μέχρι σήμερα. 
Αυτό το οποίο Θα πρέπει πιθανόν να θεωρήσουμε σαν εξέλιξη,
είναι η συνέχιση της ξύλινης κατασκευής σε έναν και δύο ακόμα
 υπέργειους ορόφους, η ανεξαρτητοποίηση στατικά και κατασκευαστικά 
ισογείου  και ορόφων, καθώς και ο τρόπος κατασκευής 
της ξυλοδεσιάς, ο οποίος παρουσιάζει αξιοσημείωτες
 στατικές γνώσεις   ως προς την σύλληψη του και την εφαρμογή του. 

Την πρώτη γραπτή μαρτυρία, για την ύπαρξη κτιρίων μικτής
 κατασκευής στην Χώρα έχουμε στην περιγραφή του σεισμού
 της 2ας Οκτωβρίου 1613, όπου αναφέρεται ότι "όσα σπίτια ήτον 
από ξυλοδεσιά έπεσαν τα κεραμιδια και εσυντρίφθησαν, και όσα
 ήτον πέτρινα ερράyησαν από πάνω έως κάτω, και έπεσαν 
και τα κεραμιδια και εσυντρίφθησαν..--19. 
Την εποχή αυτή (1613), η πρωτεύουσα του νησιού είναι στο Φρούριο
 της Αγίας Μαύρας και γύρω από αυτό. 
Η μεταφορά της πρωτεύουσας
 από την Νήρικο στο Φρούριο, είχε εκτός των άλλων επιπτώσεων και 
επίδραση στην κατασκευή των σπιτιών. Ιδίως αυτών που ήταν έξω
 από το Φρούριο, που κυριολεκτικά ήταν χτισμένα μέσα στην Θάλασσα.
 Οι σεισμοί και το ασταθές έδαφος Θεμελιώσεως, οδήγησαν
 μονοσήμαντα σε κατασκευές όσο γίνεται ελα-φρές
. Η παραπάνω 
μαρτυρία είναι σημαντική, διότι δεν καταγράφει μόνον την ύπαρξη 
λίθινων και ξύλινων σπιτιών, αλλά και την μεγαλύτερη αντοχή 
των ξύλινων στον σεισμό, στην περιοχή αυτή με τα δεδομένα
 περιβαλλοντολογικά χαρακτηριστικά. 
Καμία σχέση λοιπόν δεν  έχουν με το γεγονός αυτό οι Ενετοί ή οι Άγγλοι. 
Οι αναφορές αυτές επαναλαμβάνονται και σε μετέπειτα 
καταγραφές σεισμών. Σημαντικότατη επίσης μαρτυρία
 για την κατασκευή των κτιρίων της Χώρας, παίρνουμε 
από έκθεση του μηχανικού Παύλου Μάστρακα, ο οποίος
 κατ' εντολήν του Γενικού Προνοητού Λαυρεντίου Σοράντσο,
 κατέγραψε και αξιολόγησε τις ζημίες που επέφεραν 
οι αλλεπάλληλοι καταστροφικοί σεισμοί της ανοίξεως του 1783. 
Το απόσπασμα της εκθέσεως που άφορα στα κτίρια της Χώρας έχει ως εξής:
 "Λύται είναι αι ζημάαι, ας υπέστησαν οι κάτοικοι των χωρίων της 
Λευκάδος, χωρίς να υπολογίζωμεν τ' απαιτούμενα ποσά προς 
επιδιόρθωσιν των βεδλαμένων οικιών και 
Ναών και χωρίς να  συμπεριλαμβάνω μεν εις ταύτας και τας ζημίας της πόλεως,
 αίτινες είναι  σημαντικώτεραι, λόγω της ειδικής κατασκευής των εν ταύτη οικιών,
 μη δυναμένης να συγκριθή προς την των οικιών των χωρίων.. ". 


Αυτό σημαίνει, ότι από το 1783 έχουμε ήδη μια ειδική κατασκευή
 των κτιρίων, διαφορετική και μεγαλύτερης αξίας από τις
 κατασκευές των κτιρίων των χωριών. Αυτή, βέβαια, δεν 
είναι άλλη, από την γνωστή ιδιότυπη μικτή κατασκευή. 
Αυτό υπο-νοεί το επίθετο "ειδική". Μια εξειδικευμένη κατασκευή.
 Πράγμα που σημαίνει, ότι οι Λευκαδίτες, από τότε είχαν 
τελειοποιήσει σε μεγάλο βαθμό το είδος αυτό της κατα-σκευής.
 Και αυτό, πριν από τους Άγγλους, οι οποίοι
 για κάποιο λόγο  Θεωρούνται οι εμπνευ-στές της αντισεισμικής αυτής κατασκευής,
 με αναφορά στα δύο όντως σημαντικά κτί-ρια, που έγιναν επί 
των ημερών τους. Μόνο που τα κτίρια αυτά
 μπορεί να έγιναν  με μεγαλύτερη προσοχή, αλλά ακολούθησαν
την προϋπάρχουσα  κατασκευαστική μέθοδο. 

ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ 

Άξια προσοχής είναι η Θεμελίωση των σπιτιών της Χώρας.
 Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πόλη της Λευκάδας είναι χτισμένη πάνω 
σε έδαφος προσχωσιγενές, το οποίο καταλήγει σε Θαλάσσια λάσπη 
και το υψόμετρό του ελάχιστα διαφέρει της επιφάνειας 
της Θάλασσας. 
Η πόλις προστατεύεται έναντι του Ιονίου από αμμώδη έκταση, η οποία
 περικλείει την λιμνοθάλασσα και την πεδιάδα της Λευκάδας. 
Στις εκσκαφές Θεμελίων βρίσκουμε σε 20-30 εκ. νερό, κάτω 
από την επιφάνεια του εδάφους.
 Σ' όλα αυτά Θα πρέπει να
 προστεθεί και ο μεγαλύτερος συντελεστής σεισμικότητας 
της Ελλάδας, πράγμα που έδρασε και δρα καταλυτικά στις 
κατασκευές. Η Θεμελίωση, εκ των πραγμάτων, ήταν 
και είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στην κατασκευή 
ενός κτιρίού. Η λύση που δόθηκε ήταν ιδιοφυής. 

Κάτω από την Θεμελίωση 
τοποθετούσαν ένα πλέγμα από ξύλινα δοκάρια 
αγριοξύλων, σε δύο ή τρία επίπεδα, επάνω στα οποία 
τοποθετούσαν την κυρίως Θεμελίωση:
 μείγμα (λάντζα) από ψιλή άμμο, από πελεκητές πέτρες
 και από σκόνη πορσελάνης.
Τα ξύλα πριν από την χρήση τους ετοποθετούντο, 
για 7 περίπου εβδομάδες, στην "μούτελη", 
την Θαλάσσια δηλαδή λάσπη. 
Το σύστημα αυτό βέβαια σήμερα είναι κατανοητό. 
Η χρήση του μπετόν και η δυνατότητα της χρήσεως πεδιλοδοκών, 
ανάλογα με την ποιότητα του εδάφους, είναι κάτι το πολύ σύνηθες.
 Δεν ήταν όμως αυτονόητο για τις τότε συνθήκες.
 'Εχοντας δεδομένο το πολύ χαλαρό έδαφος,
 η Θεμελίωση αυτή  ήταν η μόνη σωστή αντιμετώπιση. Εξασφάλιζε
 και διατηρούσε  σταθερό το επίπεδο εδράσεως της Θεμελιώσεως,
 που αλλιώς θα  ήταν αδύνατον. 'Ετσι σε περίπτωση σεισμού,
όλη η θεμελίωση κινείται σαν ενιαίο σύνολο, ελαχιστοποιώντας
τον κίνδυνο διαρραγής της και τμηματικής καθιζήσεώς της.
Η ιδιοφυής αυτή αντιμετώπιση 
ενός τόσο περιπεπλεγμένου στατικού προβλήματος προκάλεσε, 
πολλές φορές, την ανάγκη διερευνήσεως της προελεύσεως του. 
"Η εύκολη απάντηση ήταν πάντα ότι οι λύσεις αυτές προέρχονται είτε
 από τους Ενετούς είτε από τους Άγγλους. Οι μαρτυρίες όμως χρήσεως
 ξύλων στην θεμελίωση είναι κάτι, που συναντάμε και σε άλλες περιοχές
 εκτός της Λευκάδας, από όπου δεν πέρασαν οι Ενετοί ή οι Αγγλοι. 
'Ετσι η μέθοδος εμφανίζεται ως απόρροια της ελληνικής δομικής
 παραδόσεως. Συγκεκριμένα, εντελώς τυχαία πληροφορήθηκα ότι 
στα χωριά της Αιγιαλείας, σε περίπτωση Θεμελιώ-σεως σε χαλαρό 
έδαφος χρησιμοποιείται ξύλο.
Υπάρχει επίσης ή μαρτυρία ότι στην
 Θεμελίωση των γεφυριών της Ηπείρου, επίσης χρησιμοποιείται ξύλο20. 
Ακόμα χρήση ξύλου στην Θεμελίωση βρέθηκε σε αγροτικό οικι-σμό 
στα Κύθηρα στην Θέση Αμμούτσες - 21. Σέ γράμμα πού βρέθηκε στο
 αρχειοφυλακείο Λευκάδας χρονολογούμενο από 7.10.1821, κάποιος 
πού βρίσκεται στην Πρέβεζα ζητά από τον αδελφό του στην Λευκάδα 
να του στείλει "τα ματέρια που ήταν στην μούτελη για να συνεχίσει την 
δουλειά του"22. Η κατανόηση του τρόπου Θεμελιώσεως τόσο των
 λευκαδίτικων σπιτιών, όσον και των άλλων περιπτώσεων, που αναφέραμε, 
είναι πιο εύκολη, σχεδόν αυτονόητη, εάν κάνουμε μια στροφή στο 
παρελθόν και φθάσουμε πάλι στην αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο 
ότι τα μνημεία της αρχαιότητας, ιδίως οι ναοί, σώζονται 
μέχρι σήμερα. Και αν δεν υπήρχαν οι αν θρώπινες επενέργειες - 23, 
Θα είχαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους σω θεί μια και ή 
κατασκευή τους, ιδίως ή θεμελίωση, ήταν τέτοια,
πού μπορούσαν να αντισταθούν αποτελεσματικά 
σε κάθε μορφή φυσικής επενέργειας, ιδίως δε των σεισμών. 

Η θεμελίωση ήταν μια ολόκληρη επιστήμη, η οποία αποσκοπούσε,
 πρώτον στην εξυγίανση του εδάφους και δεύτερον στην σωστή 
Θεμελίωση του υπό ανέγερσιν κτιρίου.
Είναι χαρακτηριστική ή περιγραφή θεμελιώσεων στην Μινωική εποχή
(U. R. Shaw Minoan Architecture). 
"Τα θεμέλια κτίζονται από ακατέργαστους λίθους. 
Οι Μινωΐτες έδειχναν  ιδιαίτερη φροντίδα στη Θεμελίωση των σπιτιών
που κτίζονταν σε επικλινές έδαφος. Διαμόρφωναν ειδικά βαθμιδωτά κρηπιδώματα 
ή βάσεις. Καμμιά φορά τα Θεμέλια τοίχων έφταναν 
σε βάθος 7 μ. Οι βάσεις κιόνων και οι στυλοβάτες είχαν επίσης
βαθειά θεμελίωση από τεράστιους λίθους". Ακόμα, όταν το έδαφος ήταν
ελώδες ή διαπερατό  από φλέβες υδάτων,
 η εξυγίανση του εδάφους και η θεμελίωση ήταν
 ιδιαίτερα προσεκτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Θεμελίωση 
του ναού της Αθηνάς στην Τροία, ο οποίος χρονολο-γείται από την
 ελληνιστική εποχή, και ο οποίος Θεμελιώθηκε 
σ' ένα τέτοιο χαλαρό έδαφος. Η διαστρωμάτωση της
θεμελιώσεως αποτελείται από 
κοιτοστρώσεις ύφους 3.5 μ. και πλάτους από 2.6 μέχρι 3.6 μ. 
Επάνω σ' αυτές διαμορφώνεται h λίθινη Θεμελίωση ύφους 5.0 μ
. Η λίθινη αυτή Θεμελίωση είναι πιο στενή από το πλάτος των 
κοιτοστρώ-σεων. Οι κοιτοστρώσεις και μέρος της λίθινης 
Θεμελιώσεως από τις δύο πλευρές εγκιβωτί-ζονται από ξύλινους 
πασσάλους, διατομής 0,15 εκ. χ 0,15 εκ. 
τοποθετημένους σε απόσταση 45 εκ. ο ένας από τον άλλο. 
Ο χώρος ανάμεσα από τις ξύλινες αυτές κολόνες είναι γεμισμένος 
με μικρές πέτρες.
 Το ολικό βάθος της Θεμελιώσεως φθάνει τα 8.5 μ. 
Αξιοσημείωτη είναι η χρήση ξύλου στην Θεμελίωση.
 Μία άλλη περίπτωση υποδειγματικής Θεμελιώσεως είναι η 
Θεμελίωση του ναού του Απόλλωνα στους
 Δελφούς. Ο ναός θεμελιώθηκε πάνω σε βράχο. Η Θεμελίωση συνίσταro 
σε ένα σύστημα καθέτως διασταυρουμένων λαξευτών λίθων (κρατεντών).
 Επάνω στην εσχαροειδή αύτη Θεμελίωση ή οποία κατελάμβανε όλη την
 επιφάνεια του ναού, τοποθετήθηκαν οι πλάκες δαπέδου διαστάσεων
2,07 μήκους 1,71 μ. πλάτους και 0,39 μ. ύφους και εν συνεχεία τα λοιπά
στοιχεία του ναού-24. Ανάλογη περίπτωση θεμελιώσεως
έχει ευρεθεί στο  Πεισιστράτειον 
Τελεστήριον της Ελευσίνος -  25 και στον
βωμό της  Περγάμου. 
Το σύστημα βέβαια αυτό της Θεμελιώσεως
 γίνεται σήμερα με μπετόν και όταν πρω-τοχρησιμοποιήθηκε, στην δεύτερη
 δεκαετία του αιώνα, θεωρήθηκε μεγάλη πρόοδος. 
Αυτό πού γίνεται στην Λευκάδα σαν σύστημα είναι το ίδιο, 
μόνο που αντί για πέτρα χρησιμοποιείται ξύλο. 
Η πέτρινη εσχάρα αντικαθίσταται εδώ από ξύλινη, 
μια και η στε-γάνωση του ξύλου έχει εξασφαλισθεί. 
Επάνω δε σε αυτήν γίνεται ή λίθινη Θεμελίωση
 των κτιρίων--26  . Εξ' άλλου τα φορτία ενός ισογείου ή διωρόφου ή
 και τριώροφου κτιρίου κατά μεγάλο μέρος ξύλινου,
 δεν είναι μεγάλα. Τα παραδείγματα πού αναφέραμε 
αφορούν μνημεία σημαντικού όγκου και μεγάλων φορτίων, 
στα οποία τα Θεμέλια έπρεπε να είναι εξ' ίσου δυναμικά σε 
υλικό, σε δομή, σε διαστάσεις και σε βάθος.
 Αυτό το οποίο πρέπει από τα παραπάνω δύο μόνο παραδείγματα
 να συναγάγουμε είναι ότι για τους αρχαίους, κανένα έδαφος
 δεν ήταν από μόνο του ικανό για Θεμελίωση. 
Ούτε δίσταζαν να χτίσουν
 κτίρια και μάλιστα μεγάλων διαμετρημάτων σε οποίο έδαφος είχαν--27.
 Αυτό που άλλαζε ήταν ο τρόπος θεμελιώσεως που δεν 
Θα μπορούσε να είναι καλλίτερος όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο J. Durm. 
Το ίδιο ακριβώς Θα μπορούσαμε να πούμε και για την θεμελίωση 
των κτιρίων στην Λευκάδα. (Η παραπάνω συνοπτική παρουσίαση 


αποτελεί τμήμα ευρύτερης μελέτης ή όποια είναι υπό έκδοσιν)