Παρακλαυσίθυρον ἤ οἱ καντάδες στήν ἀρχαία Ἑλλάδα



Βραδιά (24.10.2011) στό Ρεγάντο, στήν μνήμη τοῦ Βούλη Βρεττοῦ μέ καντάδες, στά δέκα χρόνια ἀπό τόν θανάτό του. (Θοδωρής Βρεττός, Θανάσης Καλαφάτης, Τούλα Σκληροῦ, Ἀριστείδης Κατω­πόδης, Βασίλης Προδρομίτης, Κώστας Ντζίντζας, Θανάσης Σίδερης, Στέλιος Ζαβιτσάνος).

Πιστεύουμε ἐμεῖς οἱ ἐπτανήσιοι, πού στήν μουσική παράδοσή μας εἶναι οἱ ρομαντικές καντάδες, ὅτι τό εἶδος προέρχετιαι ἀπό τήν Ἰταλία. Τό λέει ἐξ’ ἄλλου καί ἡ λέξη. Canto = τραγουδῶ. Ἀλλά προσοχή, καραδοκεῖ πάντα ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα. Καί τελικά καί γιά πράγματα πού θεωροῦμε προφανῆ, πρέπει πρῶτα νά ἀνατρέχουμε στό ἀνεξάντλητο παρελθόν μας γιά νά εἴμαστε σίγουροι.Ἔτσι καί στήν προκειμένη περίπτωση.

Παρακλαυσίθυρον λοιπόν κατά τόν Πλούταρχο εἶναι «Τό ἆσμα πάθους πλῆρες ἁδόμενο ὑπό ἐραστοῦ παρά την θύραν τῆς ἐρωμένης του», Πλούταρχος 2.753 Β. Ὁ ἐραστής δηλαδή κλαίει τραγουδῶντας μπροστά στήν θύρα τῆς ἀγαπημένης του. Καί ἔχουμε πολλά παραδείγματα ἀπό την ἑλληνική γραμματεία. (Σαπφώ, Ἀριστοφάνης Έκκλησιάζουσες 960, Θεόκριτος 3.23 κ.λπ.)

Ἐνδεικτικό παρακλαυσίθυρον ἐπίγραμμα τῆς Παλατινῆς Ἀνθολογίας (Συλλογή ἀρχαίων καί βυζαντινῶν ἐπιγραμμάτων καί Ποιημάτων) εἶναι το παρακάτω:

«Μέχρι τίνος͵ Προδίκη͵ παρακλαύσομαι; ἄχρι τίνος σε γουνάσομαι͵ στερεή͵ μηδὲν ἀκουόμενος; ἤδη καὶ λευκαί σοι ἐπισκιρτῶσιν ἔθειραι͵ καὶ τάχα μοι δώσεις ὡς Ἑκάβη Πριάμῳ». (V 103 Ρουφίνου s:Παλατινή Ανθολογία/V/103 Ρουφίνου). Καί ἡ μετάφραση:

«Ὥς πότε πιά, Προδίκη, θέ νά κλαίω; Ὥς πότε πιά, σκληρή, θά σέ ικετεύω χωρίς καμμιά ἀνταπόκριση· πιά τώρα ἀρχίσανε ν’ ἀσπρίζουν τά μαλλιά σου καί θέ νά μοῦ δοθεῖς σύντομα, ὅπως ἐδόθηκε στόν Πρίαμο ἡ Ἐκάβη».

Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα. Ἀλλά αὐτό πού εἶναι ἄξιον προσοχῆς, εἶναι ὅτι δέν ἔκαναν μόνον οἱ ἄνδρες καντάδες στίς ἀγαπημένες τους, ἀλλά καί οἱ γυναῖκες στούς ἀγαπημένους τους. Ἀκόμη τά κείμενα τῶν τραγουδιῶν ἦταν πολύ τολμηρά γιά τήν ἐποχή μας. Ἧταν σέ ὅλα πιό προχωρημένοι ἀπό ἐμᾶς.

Ἀργότερα, οἱ Ρωμαῖοι, πού παραδέχθηκαν ὅτι κατέκτησαν μέν τήν Ἑλλάδα ἀλλά στήν οὐσία κατακτήθηκαν ἀπό αὐτήν πολιτιστικά, ἀντιγράφουν καί στήν περίπτωση αὐτή τήν Ἑλλάδα. Ἔχουμε λοιπόν ἕνα Παρακλαυσίθυρον ἆσμα ἀπό τόν Ὀβίδιο πού μεταφέρει στήν Ἰταλία τήν ἑλληνική αὐτή συνήθεια.

Τουτέστιν οἱ Ἰταλοί ἀπό ἐμᾶς τό πήρανε καί αὐτό.

Σημ.: Ἔμεινε παροιμιώδης ἡ φράση τοῦ Ὀράτιου, (Ἐπιστολές 2.1, 156-157) : «Graecia capta ferum victorem cepit et artis intulit agresti Latio» δηλαδή:
«Ἡ κατακτημένη Ἐλλάδα κατέκτησε τόν νικητή καί εἰσήγαγε τίς τέχνες στό ἀγροῖκο Λάτιο».

https://charapapadatou.gr/paraklaysithyron-o-kantades-stin-rchaia-llada/