"Κύριε η εν πoλλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή..".


Κασσιανή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Κασσιανή
Η Κασσιανή ή Κασ(σ)ία, ή Εικασία, ή Ικασία (μεταξύ 805 και 810 -
 πριν το 865)
ήταν βυζαντινή ηγουμένηποιήτριασυνθέτρια, και υμνογράφος στην
 οποία και
 αποδίδεται το ψαλλόμενο την Μεγάλη Τρίτη τροπάριο που αρχίζει
με τις λέξεις:
 "Κύριε η εν πoλλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή..".
Η ζωή και το έργο της καλύπτεται από μια ασάφεια. 
Αρχικά, το όνομά της, το οποίο απαντάται στις πηγές με τις τέσσερις
 προηγούμενες παραλλαγές. Το πρώτο, (Κασσιανή), προέκυψε
 επειδή ίσως
 το όνομά της
 δεν ήταν συνηθισμένο και της δόθηκε όνομα καλογερικό, δηλαδή
τη θηλυκή
 μορφή του
 γνωστού καλογερικού ονόματος Κασσιανός. Το δεύτερο, (Κασ(σ)ία)
, χρησιμοποιείται 
                                                          
από την ίδια στην ακροστιχίδα του μοναδικού σωζόμενου κανόνα της. 
Τέλος οι δύο τελευταίες παραλλαγές, (Εικασία ή Ικασία), προέκυψαν
 από το λάθος ενός αντιγραφέα που προσέθεσε το γράμμα «Ι».[1]
Πρώτος βυζαντινός χρονογράφος που παρέχει στοιχεία περί της ζωής
 της Κασσιανής
 είναι ο Συμεών ο Μάγιστρος,
 τον οποίο και
 ακολουθούν πολλοί άλλοι
μεταξύ δε 
 κ.ά. 
Η Κασσιανή είναι μία από 
τους πρώτους μεσαιωνικούς
 συνθέτες τα έργα των
 οποίων σώζονται αλλά και
 μπορούν να ερμηνευτούν
 από σύγχρονους 
ειδικούς και μουσικούς.


 Περίπου   50 από τους ύμνους
 έχουν διασωθεί 
και 23 από αυτούς 
περιλαμβάνονται στα λειτουργικά βιβλία της
. Ο ακριβής αριθμός τους είναι εξαιρετικά δυσχερές να
 προσδιοριστεί,
 καθώς πολλοί ύμνοι αποδίδονται σε διαφορετικά
 πρόσωπα σε διάφορα 
χειρόγραφα, 
ενώ συχνά δε σώζεται το όνομα του υμνογράφου.
Επιπλέον, σώζονται 789 μη λειτουργικοί της στίχοι.
 Πρόκειται κυρίως για «γνωμικά»,
 όπως για παράδειγμα το παρακάτω:
«Απεχθάνομαι τον πλούσιο άντρα που γκρινιάζει
σαν να ήταν φτωχός.»
Τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία σαν αγία στις 7 Σεπτεμβρίου.[2]

Η ζωή της [Επεξεργασία]

Γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 στην Κωνσταντινούπολη
και ήταν γόνος φεουδαρχικής
 οικογενείας.[3] Ο πατέρας της Κασσιανής, επιφανές μέλος αυτής
της οικογένειας φαίνεται πως 
του είχε απονεμηθεί ο τίτλος του Κανδιδάτου στην αυλή της
 Βασιλεύουσας.[4] Όταν μεγάλωσε
 συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της.
Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών
 ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός,
 αναφέρουν ότι έλαβε μέρος 
στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο,
 την οποία είχε οργανώσει η μητριά του 
Ευφροσύνη. Σε αυτή, που τοποθετείται χρονικά ή στο 821 ή στο 830,[5]
 ο αυτοκράτορας 
επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο.
Θαμπωμένος από την 
ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε:
 «Ὡς ἂρα διά γυναικός ἐῤῥρύη τὰ φαῦλα» «Από μία γυναίκα 
ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]»
, αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα.
 Η Κασσία, ετοιμόλογη,
 του απάντησε: «Ἀλλά καὶ διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω»
 «Και από μία γυναίκα [ήρθαν
 στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα
της σωτηρίας από την
 ενσάρκωση του Χριστού μέσω τηςΠαναγίας.
 Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν:
-Εκ γυναικός τα χείρω. 
-Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.
Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να
 απορρίψει την Κασσιανή και 
να επιλέξει τη Θεοδώρα από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας
για σύζυγό του.
Πάντως το επεισόδιο αυτό αμφισβητείται από τους νεώτερους ιστορικούς.
 Τα κύρια επιχειρήματα είναι ότι οι διηγήσεις του επεισοδίου
 εμφανίζονται 100 περίπου χρόνια 
αφού έζησε οΘεόφιλος,το διήγημα περιέχει μοτίβα από την
 περιοχή του μύθου και της 
μεταγενέστερης δημώδους παράδοσης η οποία δημιουργήθηκε
σταδιακά μέσα στους 
εικονολατρικούς κύκλους ως αντίδραση ενάντια στο
 μεροληπτικό εγκώμιο
Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την
Κασσιανή είναι ότι το 843 ίδρυσε
ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης,
 κοντά στα τείχη της πόλης, του 
οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη.[7] Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν
 την επιλογή της αυτή
 στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή
 του Θεόδωρου του 
Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. 
Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου,
 η οποία έμελλε 
να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση
βυζαντινών λειτουργικών 
βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα, με αποτέλεσμα
τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).
 Στη συνέχεια η Κασσιανή εξαφανίζεται από το ιστορικό
προσκήνιο, 
αν και καμιά βυζαντινή ή άλλη πηγή, κοσμική ή
εκκλησιαστική δεν μας πληροφορεί 
αν εξορίστηκε από τους εικονομάχους ή τους
 εικονόφιλους αυτοκράτορες.

To Υμνογραφικό της έργο [Επεξεργασία]

Στην Κασσιανή αποδίδονται μια σειρά από λειτουργικά ποιήματα:
 ένας κανόνας Περί των νεκρών ο οποίος σώζεται μόνο σε ένα χειρόγραφο
 και στην ακριστιχίδα του αναφέρεται το όνομα της ποιήτριας.
Επίσης στην ποιήτρια αποδίδεται το τετραώδιο του Μεγάλου Σαββάτου
 Άφρων γηραλέε. Σώζονται επίσης 21 Στιχηρά Ιδιόμελα, δηλαδή
μικρότερα ποιήματα προς τιμήν διαφόρων Αγίων για ορισμένες μέρες
του εκκλησιαστικού έτους, από τα οποία σήμερα χρησιμοποιούνται
 στην επίσημη λειτουργία μόνο 7. Γενικά είναι δύσκολο να διαπιστωθεί
 η συγγραφική αυθεντικότητα των κομματιών
, γιατί δεν μπορούν να στηριχθούν στοιχεία πάνω
στα χαρακτηριστικά του συγγραφικού ύφους.
Εκτός από τα λειτουργικά ποιήματα η Κασσιανή συνέταξε
 μια σειρά από πνευματώδη ημιθρησκευτικά επιγράμματα, που τους έχει αποδοθεί
 ο χαρακτηρισμός Γνώμαι κι έτσι εμφανίζονται στα χειρόγραφα.
 Έχουν γραφεί στον βυζαντινό 12σύλλαβο, ο οποίος ρυθμίζεται
σύμφωνα με τον τονισμό της λέξης και σπάνια υπερβαίνουν
τις δύο γραμμές σε έκταση. Σ΄αυτές περιγράφονται ανθρώπινες
 ιδιότητες και χαρακτήρες. Σε αυτά εξυμνείται η φιλία,
 η εξυπνάδα η σιωπή κατά την κατάλληλη στιγμή.
 Επίσης καυτηριάζονται διάφορες ανθρώπινες
αδυναμίες όπως η φιλαργυρία, η ανοησία, το ψεύδος κ.α.
[8]

Το Τροπάριο της Κασσιανής [Επεξεργασία]

Wikisource logo
Στη Βικιθήκη υπάρχει υλικό που έχει σχέση με το θέμα:
Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος
συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της,
 επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν
 πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι 
όπου βρισκόταν. Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της
 γράφοντας το τροπάριο της όταν 
αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας.
 Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον 
είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι αυτό και κρύφτηκε,
 μη επιθυμώντας να αφήσει
 το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο.
 Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο
 πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της
και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. 
Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε
μέσα από μία ντουλάπα στην
 οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε
 και μετάνιωσε που για μία στιγμή 
υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. 
Στη συνέχεια βρήκε τα 
χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε.
 Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε
 ένα στίχο στον ύμνο.
 Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν
«ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ 
Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα
, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». 
Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν
στην ντουλάπα 
αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της.
 Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά
 την αναχώρηση του αυτοκράτορα, 
διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια
ολοκλήρωσε τον ύμνο.

Η Κασσιανή και…το τροπάριό της

Η Κασσιανή και…το τροπάριό της


«Ελεύθερο Βήμα»
Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.
Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωσή τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το « Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.
Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», ένα επίκαιρο άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα με θέμα:
«Η Κασσιανή και…το τροπάριό της»
  
Κάθε χρόνο το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στους Ορθόδοξους Ναούς το τροπάριο της Κασσιανής, ένας από τους πιο δημοφιλείς ύμνους μετανοίας, που συγκινεί κάθε πιστό και αναφέρεται στη μνήμη μιας πόρνης, την οποία γλίτωσε ο Ιησούς από το λιθοβολισμό και εκείνη άλειψε αργότερα με μύρο τα πόδια του και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Σε αυτή τη γυναίκα αναφέρεται το τροπάριο και έχει σκοπό να τονίσει την αξία της μετάνοιας στη ζωή μας, μετάνοια που προαπαιτείται και για τη σωστή συμμετοχή μας στα Πάθη του Κυρίου.
«Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος». (μεταγραφή Φώτη Κόντογλου)

Εάν ρωτήσουμε σε ποια αμαρτωλή γυναίκα αναφέρεται το τροπάριο, οι περισσότεροι θα απαντήσουν, εσφαλμένα, ότι αναφέρεται στην ίδια την Κασσιανή ή στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Μεγάλο λάθος! Σε ποια γυναίκα, αλήθεια, αναφέρεται και ποια ήταν η Κασσιανή;
Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος. Αγιογραφία σε Ξύλο Αυγοτέμπερα. Έργο της αγιογράφου Αγγελικής Τσέλιου.
Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος. Αγιογραφία σε Ξύλο Αυγοτέμπερα. Έργο της αγιογράφου Αγγελικής Τσέλιου.
Η αμαρτωλή γυναίκα του ύμνου αυτού είναι ανώνυμη, μια μοιχαλίδα, που ο Χριστός την έσωσε, όταν το έξαλλο πλήθος των Φαρισαίων ήθελε να την  λιθοβολήσει για το ηθικό της παράπτωμα, με την περίφημη φράση του: «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω επ’ αυτήν». Και η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα, όταν αργότερα ο Ιησούς βρέθηκε στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου του λεπρού, αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της στον σωτήρα της Χριστό. Αγοράζει αρώματα, ντύνεται σεμνά και ταπεινωμένη, με δάκρυα στα μάτια, έρχεται και πλένει τα πόδια του Ιησού και τα σκουπίζει με τα ξέπλεκα μαλλιά της.
Το περιστατικό αναφέρουν οι τρεις από τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (κστ`, 6-7),  ο Μάρκος (ΙΔ` 3) και ο Λουκάς που γράφει (ζ. 37-38): «Και ιδού γυνή εν τη πόλει, ήτις ην αμαρτωλός, και επιγνούσα ότι ανάκειται εν τη οικία του Φαρισαίου, κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα, ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω». Κανένας από τους τρεις δεν αναφέρει το όνομά της από σεβασμό, ίσως, στη μνήμη της και για να αποφύγουν τη δημόσια διαπόμπευσή της.
Η Κασσιανή ήταν βυζαντινή ποιήτρια που έζησε τον 9ο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με στοιχεία για τη ζωή της, που αντλούμε από Βυζαντινούς χρονογράφους (Κωδινός, Γλυκάς, Πτωχοπρόδρομος, Ζωναράς, Γεώργιος Αμαρτωλός κ.α.), επειδή δεν την επέλεξε ως σύζυγό του ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, έγινε μοναχή και αφιερώθηκε στη λατρεία του Θεού και την ποίηση.
Ο Θεόφιλος (813-842) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας και η βασιλεία του χαρακτηρίζεται από την τελευταία εικονομαχική ακμή. Σύμφωνα με τους βυζαντινούς χρονογράφους το 830 μ.Χ., η δεύτερη γυναίκα του πατέρα του, η Ευφροσύνη, θέλοντας να βρει άξια σύζυγο στο θετό γιο της διοργάνωσε ένα είδος καλλιστείων, στέλνοντας εντολή σε όλα τα θέματα, τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας, να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες, που κατάγονταν από τις ευγενέστερες οικογένειες, σε μια αίθουσα του Παλατιού κι έδωσε στο Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο για να το δώσει σ’ αυτήν που θα προτιμούσε.
Δώδεκα «κάλλιστοι παρθέναι» ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και κατέφθασαν στο Παλάτι. Ανάμεσα στις υποψήφιες ξεχώρισαν δύο: η Κασσία, κόρη εξαίσιας ομορφιάς, η οποία καταγό-ταν από οικογένεια ευπατρίδων, και η επίσης αρχόντισσα Θεοδώρα.
Ο νεαρός αυτοκράτορας θαμπώθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής και θέλοντας να δοκιμάσει την ευφυΐα της τη ρώτησε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» δηλαδή ότι «από τη γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα», υπονοώντας την Εύα και το προπατορικό αμάρτημα. Η Κασσιανή όμως αποστόμωσε τον Θεόφιλο ανταπαντώντας του «αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττω», δηλαδή ότι «και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα, τα ευγενέστερα», υπονοώντας την Παναγία και τη γέννηση του Χριστού. Η απάντηση κακοφάνηκε στον αυτοκράτορα που της είπε «ω γύναι! Είθε να εσίγας» και διάλεξε για σύζυγό του την ωραία, αλλά σεμνή Θεοδώρα από την Παφλαγονία δίδοντάς της το χρυσό μήλο της εκλογής.
Η Κασσιανή απογοητεύθηκε από την αποτυχία της και πήρε την απόφαση να αποτραβηχτεί από τον κόσμο και να μονάσει. Λέγεται μάλιστα ότι μετά την αποτυχία της είπε: «Επειδή δεν έγινα βασίλισσα του πρόσκαιρου τούτου κόσμου, θα γίνω υπήκοος της αιώνιας Βασιλείας του Χριστού». Έκτισε με δικά της χρήματα ένα μοναστήρι, που πήρε αργότερα το όνομά της, ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και αφιερώθηκε στη λατρεία του Χριστού και στην ποίηση.
Εκεί στο μοναστήρι εκδήλωσε το έμφυτο καλλιτεχνικό της ταλέντο και το βαθύ θρησκευτικό της συναίσθημα συνθέτοντας εκκλησιαστικούς ύμνους, τροπάρια και Ιδιόμελα. Στην ήσυχη ατμόσφαιρα του μοναστηριού συνέθεσε και το περίφημο «Τροπάριο της Κασσιανής» από το όνομά της, που αργότερα η Ορθόδοξη Εκκλησία το καθιέρωσε ως Δοξαστικό του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.
Σύμφωνα με μια ρομαντική, αλλά καθόλου αληθινή παράδοση, ο Θεόφιλος δε λυτρώθηκε ποτέ από τον έρωτα που του ενέπνευσε η ομορφιά της Κασσιανής και την αναζητούσε στα Μοναστήρια της αυτοκρατορίας του. Κάποτε που έφτασε στο μοναστήρι της, η Κασσιανή κρύφτηκε για να αποφύγει την ανεπιθύμητη αυτή συνάντηση. Ήταν τότε που συνέθετε το ιδιόμελο της. Το κείμενο βρισκόταν στο αναλόγιο μισοτελειωμένο, ως τη φράση: “ών (ποδών) έν τώ παραδείσω Εύα το δειλινόν”.
Ο Θεόφιλος διάβασε το τροπάριο, αναγνώρισε το ύφος της Κασσίας, και θέλησε να την πειράξει για μια ακόμα φορά. Πήρε τη γραφίδα και συμπλήρωσε τη φράση“κρότων τοίς ωσίν ηχηθείσα τώ φόβω εκρύβη”, κάνοντας έτσι υπαινιγμό στο φόβο που αυτή ένιωσε όταν άκουσε τον θόρυβο των βημάτων του. Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η Κασσία γύρισε στο κελί της και με έκπληξη είδε την επέμβαση του Θεόφιλου. Χωρίς όμως να απαλείψει τη φράση, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον ύμνο της.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι εκτός από τη θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με κοινωνική ποίηση, γνωμικά και επιγράμματα. Τα θέματά της αναφέρονταν στο χαρακτήρα του ανθρώπου, στους καλούς τρόπους, τη γυναίκα, τη φιλία, την ευτυχία, το ήθος κ.α. Η Κασσιανή εκοιμήθη στις 7 Σεπτεμβρίου στην ιδιαίτερη πατρίδα της την Κάσο. Μέχρι σήμερα υπάρχει η λάρνακα και το ψηφιδωτό, καθώς και εντοιχισμένη πλάκα με χρονολογία 890 μ.Χ. Τα λείψανα της Αγίας Κασσιανής μεταφέρθηκαν αργότερα στην Ικαρία.
Το επεισόδιο της Κασσιανής με το Θεόφιλο ήταν φυσικό να περάσει και στην περιοχή της νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, όπου γράφηκαν πολλά ποιήματα και τρυφερά διηγήματα και μυθιστορήματα. Το θέμα της Κασσιανής επηρέασε έντονα πολλούς Βυζαντινούς χρονογράφους, ιστορικούς και φιλολόγους, όπως τον Κωστή Παλαμά, τον Ψυχάρη, τον Πολίτη κ.α.
Φιλόλογος – Συγγραφέας


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΣΩΜΑΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΥΚΕΡΗΣ


                                     
                                         



Στα Νοτιοδυτικά της ΒΥΚΕΡΗΣ και σε απόσταση 1.500 μέτρα 
από το χωριό βρίσκεται το μοναστήρι Του Ασώματου Μιχαήλ 
μέσα σε καταπράσινο περιβάλλον.
Χτίστηκε τον 12ο αιώνα από μοναχούς από τα γύρω χωριά
 Βαυκέρη-ΕγκλουβήΝεοχώριο.
 Η πρώτη εκκλησία που
 κτίστηκε τότε δεν είναι η σημερινή, αλλά άλλο κτίσμα 
που βρίσκεται α-νατολικά του σημερινού ναού όπου 
υπάρχει ακόμη ερειπωμένος ναός με τα πέτρινα κελιά της 
τότε εποχής. 
Λόγω όμως ότι η προσέλευσις των μοναχών 
στην τότε εποχή ήταν μεγάλη, τον 16ο αιώνα, 
άρχισαν να
 κτίζουν μεγαλύτερο ναό και με πε-ρισσότερα 
κελλιά στο σημείο που είναι σήμερα ο ναός με
 την βοήθεια των μοναχών και εύπορων 
οικογενειών των γύρω χωριών και ειδικά από 
Βαυκέρη και Εγκλουβή. Λόγω δε της Τουρκοκρατίας 
στην μονή εγένετο από τους κατοίκους μεγάλη 
προσφορά σε κτήματα και ζώα.

 Η κτηματική περιουσία της μονής υπήρχε μέχρις το 1935.
 0 τελευταίος που έφυγε από το μοναστήρι ήταν η
 Οικογένεια του Λάμπρου Θερμού (Καουζάρη) 
που ζει σήμερα στην Παλιοκατούνα.
 Το 1680 ιερομόναχος ήταν ο Βαυκερίτης Γαζής Δ. 

Το 1701 το μοναστήρι είχε 19 κελιά, και προσωπικό
 45 άτομα, επίσης 82 χωράφια, 7 αμπέλια, 5 νερόμυλους, 
ένα σπίτι στην Εγκλουβή, 50 ζώα χοντρά και 500 γιδοπρόβατα. 

Το 1783 έγινε μεγάλος σεισμός και έκανε μεγάλες ζη-μιές
 στο μοναστήρι και στα γύρω χωριά και γενικά σε όλο το νησί.
 Οι μοναχοί όμως δεν το έβαλαν κάτω, αποκατέ στησαν 
τις ζημιές τόσο στον ναό όσο και στα κελιά
και συνέχισαν την ζωή τους. 

Στην μονή του Ασώματου Μιχαήλ παραχωρήθηκε
 και η μονή του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου 
στο Ροδάκι, όπως και άλλες μονές για επιβίωση τους 
λόγω ότι το μοναστήρι της Βαυκέρης ήταν ένα 
εκ των πλουσιοτέρων στο νησί την τότε εποχή..

 0 ηγούμενος της μονής των Ασωμάτων 
«Παρθένιος Κονιδάρης» το 1799 γίνεται 
Μητροπολίτης Λευκάδος, αφού ψήφισαν περίπου
 168 παπάδες και έλαβε ψήφους (ναι) 109 και (όχι) 59.
 0 Μητροπολίτης Παρθένιος αφιέρωσε την ζωή του
 για την πνευματική, εθνική και κοινωνική ζωή του νησιού.

 Η μονή του Ασωμάτου Μιχαήλ προσέφερε το 1803
 τάλληρα (80) για την ενίσχυση της δημόσιας παιδείας. 
Το πρώτο σχολείο της Βαυκέρης άρχισε με
 πρωτοβουλία της μονής το 1810.

 Από το 1890 και μετά η πορεία του μοναστηρίου 
δεν ή ταν όπως τα προηγούμενα χρόνια, άρχισε να
 παίρνει τα κάτω και ειδικά όταν η περιουσία του 
παραχωρήθηκε σε ιδιώτες με νόμους του κράτους. 

Μέχρι και το 1930 ο ναός και όλα τα κελιά που 
σήμερα είναι ερειπωμένα βρίσκονταν σε άριστη
 κατάσταση, ως επίσης ο μανδρότειχος και η
 μεγάλη είσοδος με το ξύλινο πορτόνι και το καμπαναριό.

Στο μοναστήρι υπήρχε μεγάλη βιβλιοθήκη που εκλάπη 
από διαφόρους κατά την περίοδο του πολέμου 1940-1944, 
ως επίσης κειμήλια μεγάλης αξίας, τα οποία εκλάπησαν
 και αυτά, μερικά όμως περισώθηκαν και βρίσκονται
 στο μουσείο Λευκάδος.

 Σήμερα όλα τα κελιά είναι ερειπωμένα καιτο μόνο που
 σώζεται είναι ο ναός χάρις στην προσπάθεια του Ιερέα
 Παπα Σπύρου Γαζή και των Βαυκεριτών.
 Κάθε χρόνο στις 6η Σεπτεμβρίου που γιορτάζει
 ο Άγιος γίνεται πανήγυρις, όπου μετά το τέλος της
 Θείας Ευχαρι-στίας ακολουθεί παραδοσιακό γλέντι . 
Παρότι ο δρόμος είναι χωματόδρομος πολύς κόσμος
 ε-πισκέπτεται το μοναστήρι για να Θαυμάσει 
τον ιερό αυτό χώρο.

 Για περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από το
 μοναστήρι Θα βρείτε στο βιβλίο
 «'Ιερά Μονή Ασωμάτου Μιχαήλ» 
που έγραψε ο Παπα-Γεράσιμος Ζαμπέλης το 2003. 


                                             Β. Γαζής (Πλοίαρχος Ε.Ν.)


Λευκαδοτρόπιο /2005
Τριμηνιαίο περιοδικό ¨οργανο της Ομοσπονδίας των απανταχού Λευκαδίτικων Συλλόγων 

Περί Νηστείας

H  λέξη  νηστεία είναι σύνθετη και προέρχεται από το αρνητικό 
μόριο νη και το ρήμα εσθίω, που είναι άλλος τρόπος του έσθω
 και του έδω και που σημαίνει τρώγω. Νήστις – η πρώτη λέξη
 που δημιουργήθηκε – σημαίνει αυτός που δεν εσθίει, που δεν τρώγε
. Από την λέξη αυτή στη συνέχεια προήλθε το ρήμα νηστεύω και

 το αφηρημένο ουσιαστικό νηστεία, που αρχικά σήμαινε την 
πλήρη αποχή από τροφές και ποτά, δηλαδή την ασιτία και ατροφία.
Αργότερα, με την αύξηση της χρονικής διάρκειας και την
 προοδευτική διαμόρφωση του θεσμού της νηστείας, νηστεία
 δεν σήμαινε μόνο την πλήρη αποχή από στερεές ή υγρές
 τροφές, αλλά και την μερική αποχή, την αποχή δηλαδή από
 ορισμένες τροφές και την λήψη άλλων, συγκεκριμένων τροφών.
 Έτσι έχουμε την διάκριση σενηστήσιμες και αρτυμένες ή 
αρτύσιμες τροφές.
Κατά την διάκριση αυτή νηστήσιμες τροφές θεωρούνται
 το ψωμί, τα λαχανικά, οι καρποί και μάλιστα οι ξηροί
, οι ελιές και άλλα.
Αρτύσιμα, αντίθετα, θεωρούνται τα διάφορα φαγητά
 που μαγειρεύουμε με την χρήσι ελαίου ή βουτήρο
υ και διαφόρων καρυκευμάτων, όπως και το κρασί
 (Όταν δεν τρώμε λάδι, δεν πίνουμε και κρασί)

ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
  • Της Μεγάλης Τεσσαρακοστής
  • Της Μεγάλης Εβδομάδος
  • Των Αγίων Αποστόλων (Δευτέρα Αγ. Πάντων – 28 Ιουνίου)
  • Του Δεκαπενταυγούστου
ΗΜΕΡΕΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
  • Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή
  • 5 Ιανουαρίου (παραμονή Θεοφανείων)
  • 14 Σεπτεμβρίου (Ύψωση Τιμίου Σταυρού)
  • 29 Αυγούστου (Αποτομή τιμίας κεφαλής Αγ. Ιωάννου Προδρόμου)
ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ ΕΙΣ ΠΑΝΤΑ
Η πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου (από Κυριακή Τελώνου και
 Φαρισαίου μέχρι Κυριακή Ασώτου) επιτρέπεται στις εξής περιπτώσεις:
Η τρίτη εβδομάδα του Τριωδίου (από Κυριακή Απόκρεω
 μέχρι Κυριακή Τυρινής – εκτός από κρεατικά)
Η Διακαινήσιμος εβδομάδα (από Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή του Θωμά)
Η εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή (από Κυριακή Πεντηκοστής μέχρι Κυριακή Αγ. Πάντων)
Το Άγιο Δωδεκαήμερο (25 Δεκεμβρίου – 6 Ιανουαρίου, πλην παραμονής Θεοφανείων)
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΤΑΛΥΣΗΣ ΙΧΘΥΟΣ
  • 7 Ιανουαρίου
  • 2 Φεβρουαρίου
  • 25 Μαρτίου
  • Κυριακή Βαίων
  • Τετάρτη Μεσοπεντηκοστής
  • Τετάρτη απόδοσης του Πάσχα
  • Νηστεία Αγ. Αποστόλων, πλην Τετάρτης και Παρασκευής
  • 24 Ιουνίου
  • 29 Ιουνίου
  • 6 Αυγούστου
  • 15 Αυγούστου
  • 8 Σεπτεμβρίου
  • 14 Νοεμβρίου
  • 21 Νοεμβρίου
  • Νηστεία Χριστουγέννων (έως 17/12), πλην Τετάρτης και Παρασκευής
  • http://www.imli.gr



























































Συγκρότηση σε Σώμα του νέου Δ.Σ. του Συλλόγου

               


                                                       ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
                       

                            Συγκρότηση σε Σώμα

             του νέου   Δ.Σ   του Συλλόγου Λευκαδίων Πάτρας    «  Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ   »

               Την 23 -3 - 2015  συνήλθε σε σύσκεψη το Νέο Δ.Σ του Συλλόγου μας ,
     
                όπως αυτό    αναδείχθηκε από τις εκλογές της 1ης Μαρτίου 2015 και 
    
                συγκροτήθηκε σε σώμα   με την κάτωθι σύνθεση :

            Πρόεδρος :         Σίδερης Ιωάννης
             
              Γραμματέας :      Περδικάρη Ελένη 

              Αντιπρόεδρος: Μαραγκός Νικόλαος 
             
              Ταμίας,                  Κατσιγιάννη Ελευθερία με αναπληρωτή  Ταμία  την  κ. Αργυρού Γεωργία                         
            Σύμβουλος  Δημοσίων σχέσεων    Κατσιγιάννη Αγγελική        
         
                        Έφορος  Πνευματικών                       
                        Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων  :  Μαυρομάτη Νίκη
Μ                
                        Μέλη :            Αποστόλου Γεράσιμος ,   Μακρυγιώργος Βασίλειος




Σ

Για γυναίκες που αγαπούν την ποίηση Νέο Βιβλίο του Δημήτρη Ε. Σολδάτου


Νέο Βιβλίο του Δημήτρη Ε. Σολδάτου

 1

Μόλις κυκλοφόρησε απ’ το Βιβλιοπωλείο Τσιρίμπαση το βιβλίο
 «Για γυναίκες που αγαπούν την ποίηση», το οποίο περιέχει 
ένα ερωτικό ποίημα που έγραψα σ’ επτά ενότητες το 2012. 
Εδώ, θα σας πω, ελπίζοντας να μην χαθεί η 
αναγνωστική μαγεία, την μικρή του ιστορία.
Συναντήθηκα στην Ναύπακτο (εξού και το έμβλημα του Δήμου 
Ναυπακτίας στο οπισθόφυλλο) με μια γυναίκα που γνώρισα 
μέσω διαδικτύου. Είχαμε καιρό που επικοινωνούσαμε, 
στην αρχή με ηλεκτρονική αλληλογραφία και κατόπιν 
στο τηλέφωνο. Αυτή εργαζόταν σε καθημερινή εφημερίδα 
των Αθηνών και αγαπούσε την ποίηση και ειδικότερα
τον Ελύτη. Στην μοναδική φωτογραφία της που είχε
 αναρτημένη, έμοιαζε στην Κάρολ, την γυναίκα του 
Τζο Ίγκλις απ’ «Το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι»,
 την σειρά που βλέπαμε μικροί στην τηλεόραση. 
Εξέπεμπε γλυκύτητα και απλότητα, 
είχε ευγενικά χαρακτηριστικά,
 «γαλήνιο μέτωπο κι αμίλητα μαλλιά».
DSC_3863
Επιλέξαμε την Ναύπακτο ως μέρος συνάντησης για να
 μοιράσουμε την απόσταση. Συν τοις άλλοις ήταν και μια 
όμορφη παραθαλάσσια πόλη. Πήγα απ’ το πρωί, αν και
 θα συναντιόμαστε αργά το απόγευμα, και νοίκιασα
 ξενοδοχείο πλάι στην θάλασσα, με θέα την γέφυρα 
του Ρίου. Το δωμάτιο διέθετε ένα μεγάλο
 κρεβάτι κι ένα μικρότερο. 
Σε περίπτωση που όλα δεν πήγαιναν κατ’ ευχήν, 
θα είχαμε μια κάποια εναλλακτική λύση. 
Ήταν το τριήμερο της Αποκριάς, Φεβρουάριος μήνας,
 κόσμος πολύς στην πόλη, συννεφιά, διαστήματα 
με ψιλόβροχο και κατά το απόγευμα αρκετή ψύχρα. 
Για να περάσω την ώρα μου, τριγύριζα σε στενά
και σοκάκια αναζητώντας ωραία μαγαζιά που θα την
 πήγαινα και όμορφα μέρη για περίπατο. Ένιωθα ένα 
περίεργο σφίξιμο στην καρδιά, δύσπνοια, και ρίγη 
διαπερνούσαν το κορμί μου: ήταν ολοφάνερο πως
 ήμουν ήδη ερωτευμένος… με μια φωτογραφία! 
Έφτιαχνα σενάρια με την φαντασία μου κι ευχόμουν
 να ήμουν στο σωστό σημείο, την σωστή στιγμή και με
 τον σωστό άνθρωπο. Μα τι τρέλα κι αυτή!
 Ν’ αφήσω τον εαυτό μου τόσο ευάλωτο απέναντι 
στο άγνωστο, κυριευμένος ολοσχερώς από 
σφοδρά συναισθήματα κι έμμονες φαντασιώσεις!
 Αν ερχόταν και ήταν όπως στην φωτογραφία και 
χωρίς να μιλήσουμε καθόλου πηγαίναμε στο ξενοδοχείο 
και κατατρώγαμε ο ένας τον άλλον ως τα χαράματα, 
θα μου φαινόταν απολύτως φυσιολογικό!
 Όλα τ’ άλλα μου φαινόταν αφύσικα! Καφέδες,
 φαγητά, ποτά, λόγια: μάταια, μάταια! 
Εγώ δεν ήρθα εδώ για κουβέντες, 
αλλά για να συναντήσω το πεπρωμένο μου!
DSC_3838
Οι ώρες περνούσαν βασανιστικά… Αργόσυρτες σαν χελώνες…
 Ο ήλιος πίσω απ’ τα σύννεφα αιμόφυρτος βασίλευε!
 Το σούρουπο σέρνονταν στα νύχια του. 
Τ’ ακόνιζε πάνω στο κορμί μου! 
Ξαφνικά, χτύπησε το τηλέφωνό μου! 
Την είχε αφήσει το λεωφορείο στο πορθμείο Ρίου – Αντιρρίου. 
Ρωτούσε αν μπορούσα να πάω να την πάρω. 
Σκοτώθηκα να φτάσω!
 Πήρα βαθιά ανάσα κι άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου.
 Κατέβηκα και κοίταξα γύρω μου: δεν ήταν πουθενά! 
Τότε, μια γυναίκα με σχεδόν κόκκινα μαλλιά 
με πλησίασε και μου είπε: «Δεν μοιάζω και πολύ 
με την φωτογραφία, ε; Αυτήν που έχω αναρτήσει μου
την τράβηξε πριν χρόνια ένας φίλος μου στο Λονδίνο»
. Έμεινα σύξυλος! Όχι πως δεν είχε κι αυτή την γοητεία της,
 αλλά δεν ήταν η άλλη: αυτή που τόσον καιρό φαντασιονόμουν! 
Κι όχι μόνον δεν ήταν αυτή, αλλά η άλλη δεν υπήρχε πουθενά! 
Ήταν απλώς χάρτινη, ηλεκτρονική, 
αλλά πάντα φωτογραφία! Προσπάθησα, ενώ οδηγούσα,
 ν’ ανιχνεύσω χαρακτηριστικά πάνω της που
 θα μου θύμιζαν την φωτογραφία: λίγα πράγματα!
 Μόνον τα μάτια της ίσως, σκούρα καστανά 
προς πράσινα: «Ό,τι μου απόμεινε το πόνταρα
 στην πράσινη τσόχα των ματιών της».
Δεν ήθελε να πάμε στο ξενοδοχείο αμέσως. 
Άφησε τα πράγματά της στο αυτοκίνητο 
και πήγαμε για ποτό. Ήταν γραφικό το λιμανάκι 
καθώς βράδιαζε, και πόσο οικείο μου φάνηκε
 το άγαλμα του Θερβάντες¹! Σαν τον Δον Κιχώτη
 κι εγώ: κυνηγούσα ανεμόμυλους και δινόμουν
 σε φανταστικά κατορθώματα για μιαν ανύπαρκτη 
Δουλτσινέα! «Κάτω απ’ τον τρούλο 
του απογεύματος ο πόνος ο παντοκράτορας 
κι η ερημιά η νεφελοκρατούσα.».
 Ήδη άρχιζα να σχεδιάζω το ποίημα από τότε. 
Σαν ίαση για την πληγή που ερχόταν. 
Η κουβέντα κυλούσε αρκετά δύσκολη.
 Σαν να έδινα εξετάσεις. Νύχτωσε πλέον 
και «φως» δεν έβλεπα πουθενά! Ξαφνικά, 
μου είπε: «Ψύχρα κάνει!». Τότε άπλωσα το
 χέρι μου και την έσφιξα τρυφερά πάνω μου.
«Κι όταν την κράτησα αγκαλιά να μην 
κρυώνει έτρεμα εγώ, σαν το Φύλλο του Σεφέρη –
 πώς να μην με πάρει ο άνεμος;» 
Στην αρχή ανταποκρίθηκε κάπως, 
αλλά κατόπιν τραβήχτηκε διακριτικά 
λέγοντας κάποιο αστείο. 
Το ποίημα στο μυαλό μου συνεχιζόταν, 
με την παραποίηση του Σεφέρη: 
«Όπου και να σε χαϊδέψω, το κορμί σου με πληγώνει».
 Δεν είχαμε μείνει πάνω από ώρα, όταν 
μου είπε κάπως βαριεστημένα:
«Πάμε; Είμαι κουρασμένη απ’ το ταξίδι!».
Δεν μου άρεσε καθόλου η λέξη «κουρασμένη»
, αλλά τι να κάνω; Την ακολούθησα αποκαρδιωμένος. 
Τα υπόλοιπα τα φαντάζεστε: δεν της «έβγαινε» 
να κοιμηθούμε μαζί, ούτε καν να κοιμηθώ 
στο πλαϊνό κρεβάτι. Με παρακάλεσε 
να νοικιάσω το δίπλα δωμάτιο και προθυμοποιήθηκε
 να το πληρώσει εκείνη, μιας κι αυτό που 
νοίκιασα το είχα πληρώσει εγώ. 
Καληνύχτισα και βγήκα, ξέροντας πως
θα κοιμηθώ στο αυτοκίνητο: πού να βρεις 
δωμάτιο αποκριάτικα; 
Την νύχτα η θερμοκρασία έπεσε
 στους τρεις βαθμούς. Κάθε λίγο άναβα την
 μηχανή για να ζεσταίνομαι. Μαύρος ύπνος! 
«Τώρα και φτερά να μου έδιναν για να πετάξω,
θα τα χρησιμοποιούσα για επιτάχυνση 
στην πτώση μου». Χειρότερα δεν γινόταν! 
Ή μήπως όχι; Την άλλη μέρα ξύπνησα
 από τις έξι. Μήπως κοιμήθηκα δηλαδή; 
Ώσπου ν’ ανοίξει κάποιο μαγαζί να πιω καφέ,
 έκανα «μαύρα μάτια». Μέχρι, δε, να 
ξυπνήσει η κυρία, πήγε μαύρο μεσημέρι! 
Με πήρε τηλέφωνο ν’ ανέβω για πρωινό, 
ενώ, ώρα που ήταν, έπρεπε να με προσκαλέσει σε… γεύμα,
 κι εκεί μου ανακοίνωσε πως
 δεν θα έμενε και το βράδυ, γιατί, λέει, 
προέκυψε μια συνέντευξη που δεν είχε
 υπολογίσει κι έπρεπε να φύγει το απόγευμα.
«Αλλά, μην στεναχωριέσαι, μου είπε,
 θα πάμε μια βόλτα στο Κάστρο!».
DSC_3849
«Το κάστρο πέτρινο φίδι στον λαιμό του λόφου. Ανεβαίναμε λες και κατεβαίναμε στον Άδη και στα χείλη της κόχλαζαν κάτι νερόβραστες λέξεις. Είπε πως έκανε ζέστη. Δεν είπα πως έκανε θλίψη. Είπε είναι όμορφη η θέα. Δεν είπα είσαι όμορφη σαν θεά. Τι να πω σε μια γυναίκα που κοιτάζει το πεπρωμένο της και με βρίσκει απ’ έξω;». Η πληγή εξακολουθούσε να αιμορραγεί και το ποίημα ήδη στο μυαλό μου συνεχιζόταν. «Με μια μακρύκανη σιωπή καρτέραγα τ’ αποδημητικά της λόγια. «Τί έχεις;». Δεν έχω εσένα. «Τι με κοιτάς;». Μ’ ακρωτηρίασες ολόκληρο με το μισώ που μ’ αγαπάς». Ήπιαμε έναν καφέ (της παρηγοριάς) στην καφετερία του κάστρου χωρίς άλλες μάταιες λέξεις. «Τα λόγια σε λάθος χείλια μοιάζουν περίστροφα σε λάθος χέρια. Εύκολα σχίζεται τ’ όνειρο, σαν τσιγαρόχαρτο στα δάχτυλα άπειρου καπνιστή.». Γι’ άλλη μια φορά, σκέφτηκα πως «οι μεγαλύτερες αποστάσεις είναι εκείνες που μας ενώνουν. Κι οι μικρότερες εκείνες που μας χωρίζουν». Κατεβήκαμε απ’ τον λόφο σιωπηλοί σαν να κηδεύαμε τ’ όνειρο. Πήγαμε για φαγητό. Κι εκεί, μην έχοντας πια τίποτα να χάσω, της μίλησα για την ποίηση, για την ζωή, για μένα, την ρώτησα για κείνη, γελάσαμε, ήπιαμε, πήραμε τους δρόμους… «Περπατήσαμε πολύ – ωραία που θα ήταν να πετούσαμε λιγότερη ώρα σε αναζητήσεις για να μας μείνει ένα λεπτό να φιληθούμε. Η μοναξιά κολλημένη σαν τ’ αλάτι κόβει τα χείλια κόβει τα βλέφαρα κι αποθηκεύεται στις αλυκές των στίχων να νοστιμίζουν τις ανάλατες ζωές τους οι αναγνώστες. Όταν έφευγε άρχισε να ψιχαλίζει, μα εγώ πνίγηκα στα μάτια της καθώς αποδακρύνονταν…».
DSC_3849
Με τι καρδιά να γυρίσω πίσω; Η βρεγμένη άσφαλτος, ο ουρανός που εγκυμονούσε καταιγίδα: «Τώρα μην νοιάζεσαι ποιος θα πτωχεύσει τον ουρανό απ’ τ’ αστέρια του αν δεν είσαι ούτε αστέρι ούτε ουρανός», η νύστα απ’ το ξενύχτι στο αυτοκίνητο και τα διακόσια πενήντα χιλιόμετρα μοναξιάς μέχρι την Λευκάδα! Είναι κάτι στιγμές που θέλεις να ξαπλώσεις κάτω και να ξεψυχήσεις! Ούτε κλάματα, ούτε παρηγοριές. Να ξαπλώσεις κάτω και να ξεψυχήσεις! Εμένα μ’ έσωσε αυτό το ποίημα, που έναν μήνα έγραφα κατόπιν, μιας κι «έβρεχε μοναξιά κι έπρεπε ν’ αδιαβροχοποιηθώ ερωτοφλεγόμενος». Το ποίημα, στην γυναίκα που αγαπούσε την ποίηση, σε μια πρώτη μορφή, της το έστειλα: «Γυναίκες που αγαπούν την ποίηση και μισούν τους ποιητές. Που σχίζουν την καρδιά σου σαν τις άκοπες σελίδες. Που κρέμονται απ’ τα χείλη σου αλλά όχι απ’ τον λαιμό σου. Που κρατούν τα χειρόγραφά σου κι αποδιώχνουν τα χέρια σου. Που κοιμούνται πιο εύκολα με τα βιβλία σου στο μαξιλάρι τους παρά μ’ εσένα πλάι τους. Γυναίκες που αγαπούν την ποίηση για να την μισήσεις εσύ». Εκείνη φάνηκε μάλλον να χάρηκε που με ενέπνευσε παρά να λυπήθηκε μ’ αυτά που διάβασε. Μου έστειλε μάλιστα ως αντίδωρο το βιβλίο «Συν τοις άλλοις» του Ελύτη, με αφιέρωση απ’ «τα ερωτοκαταδιωκτικά της χέρια». Κατόπιν φρόντισε να χαθούμε στην «ονειροφάγα πραγματικότητα». Κάποια στιγμή, είδα πως έκανε αιτήματα φιλίας και σε άλλους φίλους ποιητές! Ξέρετε υπάρχουν γυναίκες που έχουν λόξα να γνωρίζουν καλλιτέχνες! Κι ίσως να έχουν και λόξα να τους απορρίπτουν, νομίζοντας πως «χωράνε στην παλάμη τους μόνον αυτοί που τσαλακώνουν». Το βιβλίο ξεκίνησα να το γράφω ραντίζοντας τους στίχους μ’ ένα διακριτικό άρωμα Ελύτη, μιας και τόσο της άρεσε ο ποιητής αυτός. Στην πορεία, όμως, άλλαξαν πολύ οι στίχοι. Σε κάποια σημεία «τα λόγια σαν κομμάτια» μέλανος καρυωτακικού βελούδου: «Το τελευταίο καράβι της γραμμής ήταν το κορμί σου». Αλλού ρέουν σαν απ’ την καλλίκρουνη πηγούλα του δημοτικού τραγουδιού: «Χείλια με χείλια πίναμε από την ίδια βρύση κι έκαψε εμένα το νερό που εσένα είχε δροσίσει». Πάντα, όμως, θεωρώ τους στίχους αυτούς, απ’ τους πιο ειλικρινείς που έγραψα ποτέ.
Αυτή ήταν η μικρή μου ιστορία. Περίεργος τρόπος, μα την αλήθεια, για να παρουσιάσει κανείς ένα βιβλίο! Μα οι εξομολογήσεις, «τα τινάγματα του μέσα βίου, έξω», όπως θα έλεγε κι η Δημουλά, είναι ενίοτε λυτρωτικές. Να και το επιμύθιο:
«Αχ, αδερφή μου ύαινα, στου κόσμου αυτού την γύμνια,
πάντα πεινάω για έρωτα και πάντα τρώω ψοφίμια.» ²
line1
¹ Στην Ναυμαχία της Ναυπάκτου, που διεξήχθη στις 7/10/1571 και στην οποία πολέμησαν ενωμένες οι ευρωπαϊκές δυνάμεις κατά των Οθωμανών, ο Θερβάντες (συγγραφέας του Δον Κιχώτη) πολέμησε ηρωικά ως δεκανέας και πληγώθηκε βαριά με δύο τραύματα στο στήθος κι ένα στο αριστερό χέρι, που «έμεινε παράλυτο προς δόξα του δεξιού». Εξού και το άγαλμά του στο λιμάνι της Ναυπάκτου.
² Τα κλεισμένα σε εισαγωγικά αποσπάσματα είναι στίχοι που είτε χρησιμοποιήθηκαν στο ποίημα είτε απορρίφθηκαν στην τελική έκδοση.