Κουζούντελη


Ο δρόμος της Κουζούντελης – 

Γράφει ο Νίκος Βαγενάς



κουζουντελη1Ποιος, άνω των …ήντα, δεν θυμάται με νοσταλγία εκείνον τον ρομαντικό δρόμο που ξεκινούσε από το «Χαντάκι» και απέληγε πιο πάνω από το γνωστό καστανέρυθρο καφενείο του Πάπιου;
Στενός ήταν τότε, σκάρσο πέντε μέτρα πλάτος, πλαισιωμένος από φυλλοβόλα δένδρα, ιδίως λεύκες και κάπου-κάπου στα ενδιάμεσα από νεαρά πλατάνια, που το καλοκαίρι σχημάτιζαν μια καταπράσινη βαθύσκιωτη στοά, αποφέροντας και την σχετική δροσιά, ενώ τον χειμώνα τα γυμνά κλαδιά άφηναν τον ήλιο να ζεσταίνει με γλυκειά θέρμη τους περιπατητές.
Τότε τις μικρές χαρές της ζωής ο κόσμος τις απολάμβανε περισσότερο από σήμερα, επειδή στον συνήθη περίπατο προς το κάστρο ή την Κουζούντελη, τα Σαββατο-κύριακα κυρίως, ένοιωθε ν’ απελευθερώνεται από τα τετριμμένα της καθημερινότητας.
Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς τον αριθμό των περιπατητών στο δρόμο της Κουζούντελης, είτε για να λοξοδρομήσουν μετά προς στα αγροτικά μονοπάτια, είτε να «ξεμουδιάσουν» πριν καθήσουν στο καφενείο. Η πλειονότητα των εξερχομένων, προς την εξοχή, αποτελείτο από άτομα μιας ορισμένης ηλικίας και άνω είτε κατά παρέες (3 – 4 φίλοι), είτε συνοδεύοντας την οικογένειά των. Μάλιστα εάν το ζεύγος είχε και κάνα-δυο κόρες, τότε αυτές προπορευόνταν δυο-τρία βήματα, υπό την άγρυπνη ματιά του αυστηρού ( και δη μουστακαλή) πατέρα και της συζύγου, η οποία αμίλητη κρεμόνταν, αγκαζέ, από το μπράτσο του.
Η Χώρα, τότε, «σταματούσε» στο «Χαντάκι» και από ’κει και πάνω άρχιζε η εξοχή, όπου και αριστερά του χωματοδρόμου, κατασκευάστηκαν μικρά, ξυλόπηκτα, ισόγεια σπιτάκια για την στέγαση των Μικρασιατών προσφύγων, ύστερα από την απομάκρυνσή των από το κάστρο της Αγιομαύρας όπου τους είχαν εγκαταστήσει προσωρινά. Τα σπιτάκια αυτά, ήταν επενδεδυμένα με ίσια φύλλα λάτας (λαμαρίνα- τσίγκος) βαμμένα στο χρώμα της ώχρας και σε κάθε ένα διέμεναν δυο οικογένειες χωριστά.
Η δόμηση εκείνων των κτισμάτων αντιστοιχούσε στο «πανταχόθεν ελεύθερον» οικοδομικό σύστημα και εξεκινούσε από τη θέση όπου, άλλοτε, η ταβέρνα «Adriatica» και απέληγε στη διασταύρωση με τη σημερινή οδό Καποδιστρίου, που περνά απ’ έξω του γηπέδου.
βολτα στη κουζουντελη 2Τα πλαϊνά του δρόμου ήσαν πρανή, με ομαλή κλίση (όπως και αντιθέτως), ώστε τα τρεχούμενα νερά που ερχόνταν από τις σούδες της εξοχής και τις αυλές των σπιτιών να κυλούν ομαλά προς τον πυθμένα απορροής ο οποίος είχε διαμορφωθεί σε ανοιχτή V σχημή διατομή. Σε κάνα-δυο μεριές υπήρχαν οι λεγόμενοι πόντοι, δηλαδή οι πλατειές και χοντρές σανίδες (μαδέρια) στο ρόλο γεφυριού. Μάλιστα ο ένας βρισκόνταν στη συμβολή με τη σημερινή οδό Κέννεντυ και οδηγούσε προς τα «Καραμελλέϊκα».
Όταν έγινε η επέκταση του σχεδίου πόλεως, μέσω του οποίου τερατοποιήθηκε η Νεάπολη, εκείνη η ειδυλλιακή εικόνα του δρόμου, χάθηκε για πάντα. Ο νέος δρόμος-έκτρωμα, χαράχτηκε πάνω στον παλιό αρκετά διευρυμένος, με αποτέλεσμα να καταστραφούν τα δένδρα, όλα ανεξαιρέτως.
Επειδή, εσχάτως η κοπή δένδρων και δη υπεραιωνοβίων, έχει πάρει ανεπίτρεπτες διαστάσεις, μήπως οι φιλοδοξούντες του «ν’ αφήσουν έργο» θά’πρεπε πρώτα να διδαχθούν περιβαλλοντολογία, λαογραφία και πρωτίστως αισθητική; Θα μπορούσε, κάλλιστα, εκείνος ο ανατόμος-πολεοδόμος να διατηρήσει τη μία σειρά των δένδρων, είτε στο μέσον της νησίδας ή στο αριστερό πλαϊνό του δρόμου, αλλά πού τέτοιος προβληματισμός. Ένα μόνον κατάφερε! Να μην τον ξέρει κανένας!!!
Κι αν υπάρχει κάποιο επώνυμο, δεν μας λέει τίποτα! Φαίνεται ότι τα εναπομείναντα δένδρα των, πάλαι ποτέ, δημοτικών αλσυλίων, βρήκαν άσυλο στην αυλή της Δικαιοσύνης, δηλαδή στο χώρο των Δικαστηρίων και υπάρχει, βάσιμα, η ελπίδα ότι θα προστατεύονται για πάντα από το τσεκούρι του δημίου-πολεοδόμου και τη βουλιμία των μασητικών εντόμων, που θα περιβληθούν τον μανδύα των τοπικών αρχόντων.
Το θέμα κλείνει με την έμμετρη κατάληξη ενός σατιρικού τραγουδιού, με τον αμίμητο Χάρυ Κλυν, όπου προφητικά (από την δεκαετία του 1970) προεβλέπετο το αδιόρθωτο χάλι των σημερινών πόλεων, καθώς οι διακατεχόμενοι, τότε, υπό ασυγκρατήτου… δημοκρατικού μένους, βάλθηκαν να συνεχίσουν το ίδιο έργο, «αποφασίζοντες και διατάσσοντες» με ευρείες συναινέσεις, βλέπε πλειοψηφίες κομματο-ομοϊδεατών. (Διαφέρει σε τίποτα; Το θέμα είναι να συμφωνήσει και ο αντίπαλος).
………………..
………………….
Κόψτε τα δένδρα
που μου κρύβουν τα ντουβάρια,
φέρτε χαβούζες, τσιμινιέρες
και νταμάρια !!!
(1) Χαντάκι: Έτσι απεκαλείτο η θέση της «Καινόργιας Χώρας», κοντά στο εκκλησάκι του Αγ. Παντελεήμονος. Η ονομασία «Χαντάκι» οφείλεττο στην περιμετρική τάφρο τη πόλης που κατεσκεύασαν οι Γάλλοι του Μεγάλου Ναπολέοντα, όταν κατείχαν τα Επτάνησα (1807 – Απρίλιος 1810). Η τάφρος αυτή ένωνε τα νερά του Ιβαριού με τα νερά των αλυκών και περνούσε λίγο έξω από την εκκλησία του Αγίου Μηνά. Ο λόγος της κατασκευής της ήταν αμυντικός σε τυχόν επίθεση κατά της πόλης από τη μεριά της εξοχής.
——————–
Σημείωση: Η πρώτη φωτογραφία είναι απο την έκθεση φωτογραφίας που οργάνωσε η κυρία Ειρήνη Δουβίτσα στην ARTηρία, τον Δεκέμβρη του 2012 με τίτλο: «Εμείς του ’60 οι εκδρομείς».
Η δεύτερη φωτογραφία περιλαμβάνεται στο βιβλίο « Αφιέρωμα στο Γυμνάσιο Λευκάδας» της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2002

 2013http://www.kolivas.de


Δεν υπάρχουν σχόλια: