᾿Ανέστη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν, λύσας θανάτου τα δεσμά, ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλη, αινείτε ουρανοί Θεού την δόξαν


᾿Ανέστη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν, λύσας θανάτου τα δεσμά, ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλη, αινείτε ουρανοί Θεού την δόξαν

Πανηγυρίζει μεγαλοπρεπῶς καί μέ πνευματική εὐφροσύνη ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Θεοῦ τήν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, διότι μέ τήν ἐκ νεκρῶν τριήμερο ἐξανάστασί Του ἔλυσε τά δεσμά τοῦ θανάτου καί ἀπελευθέρωσε τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν τυραννία του, «ὁδοποιήσας πάσῃ σαρκὶ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν». ῾Η ἐκ νεκρῶν ἀνάστασις τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ προανάκρουσμα τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. ῾Ο Χριστός μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ θανάτου, ἔγινε, «ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος», δηλαδή ὁ Χριστός, ἐνῶ ἦταν ἐλεύθερος ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου καί ὁ θάνατος δέν εἶχε τήν δύναμι νά τόν κυριεύσει, ἐν τούτοις πέθανε καί νεκρώθηκε, προκειμένου νά ἐλευθερωθοῦμε ἐμεῖς ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου καί νά ἔχουμε ἐλπίδα ἀναστάσεως. ῾Ο δέ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀναφερόμενος σ’ αὐτή τήν ὑπερφυῆ εὐεργεσία τοῦ φιλανθρώπου Κυρίου, μᾶς λέει χαρακτηριστικά, ὅτι ὁ Χριστός «δέν ἀρνήθηκε τήν γεῦσι τοῦ θανάτου. Πέθανε σωματικά καί μέ τόν θάνατό Του καταργεῖ τόν θάνατο, στήν φθορά χαρίζει τήν ἀφθαρσία καί κάνει τήν νέκρωσι πηγή τῆς ἀναστάσεως».
Αὐτή ἡ θεμελιώδης χριστολογική διδασκαλία, μέ τίς ἀνθρωπολογικές καί σωτηριολογικές διαστάσεις της, ἀποτελεῖ τήν αἰτία τῆς ἀνέκφραστης χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως τῶν πιστῶν. Καί γιά νά ἔχουμε τήν χαρά αὐτή πληρωμένη καί ὁλοκληρωμένη στήν καρδιά μας, θά ἐμβαθύνουμε στό ψαλμικό λόγιο «ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος» (Ψαλμ. 88, 5).
῾Ο λόγος αὐτός λέγεται ἀπό τόν Χριστό καί σημαίνει·

1. ῎Αν καί νεκρώθηκα καί εὑρισκόμουν στόν τάφο, ἤμουν ἐλεύθερος, ἀπό τήν διαφθορά καί τήν διάλυσι τοῦ σώματός μου. Γι’ αὐτό καί τό σῶμα Του δέν διαλύθηκε στόν τάφο, οὔτε σάπισε, οὔτε ἀνέδιδε δυσωδία, σύμφωνα μέ τήν ῾Αγία Γραφή (Πράξ. β´ 31).
2. ᾿Εγώ μόνος κατέβηκα θεληματικά στόν ῞ᾼδη καί δέν ὁδηγήθηκα ἀπό ἄλλους ἐκεῖ. ῾Ο ἅγιος Κύριλλος ῾Ιεροσολύμων σχολιάζει αὐτό τό χωρίο καί λέει·
«᾿Ενῶ ὅλοι σπουδαῖοι καί φαῦλοι ὁδηγοῦνται στόν ῞ᾼδη ἀπό κάποιους, ὅπως ὁ Λάζαρος ἀπό τούς ᾿Αγγέλους, ὅπως ὁ ἄφρων πλούσιος ἀπό τούς “ἀπαιτοῦντες τήν ψυχήν αὐτοῦ”, ἐγώ θέτω αὐτήν ἀπό μόνος μου· διότι μόνος ἀπέθανεν ὁ ᾿Ιησοῦς γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ, ὁδηγούμενος στόν θάνατο, κατά τήν φωνή τοῦ ῾Ησαΐου, καί ἐνῶ ἦταν νεκρός, ἦταν ὁ μόνος ἐλεύθερος μεταξύ τῶν νεκρῶν, διότι δέν εἶχε ἁμαρτία, ἡ ὁποία νά τόν ἐξουσίαζε, γι’ αὐτό καί ἔλεγε· “᾿Εγώ θυσιάζω τήν ζωή μου, ὥστε νά τήν ξαναπάρω πίσω. Κανείς δέν μοῦ τήν παίρνει· ἐγώ μόνος μου τήν προσφέρω. ᾿Από μένα ἐξαρτᾶται νά τήν προσφέρω κι ἀπό μένα ἐξαρτᾶται νά τήν ξαναπάρω πίσω”» (᾿Ιωάν. ι´ 17-18). ῞Ολοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν αἰτία θανάτου τήν ἁμαρτία, ἐπειδή καί ἐπιτίμιο καί τιμωρία τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ θάνατος, μόνος δέ ὁ Χριστός ἦτο ἀναίτιος θανάτου ἐπειδή ἦταν ἀναμάρτητος.
3. Εἶμαι ἐλεύθερος, διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀποθνήσκουν στανικῶς, χωρίς νά τό θέλουν, γι’ αὐτό καί εἶναι ὑποδουλωμένοι στόν θάνατο καί στόν φόβο τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό τό θέμα ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος γράφει στήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή· «καὶ ἀπαλλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας». (β´ 15).
4. ῾Ο Χριστός δέν κρατήθηκε ἀπό τά δεσμά τοῦ ῞ᾼδου, ἀλλ’ ἐλεύθερα καί ἐξουσιαστικά ἀναστράφηκε σ’ αὐτόν καί ἔλυσε τά δεσμά τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. ῾Η ὑμνολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας, ἐξυμνώντας τήν θριαμβευτική καί ἔνδοξο κάθοδο τοῦ Κυρίου στόν ῞ᾼδη, συνέθεσε θρῆνο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στόν προσωποποιημένο ῞ᾼδη καί τόν βρίσκουμε αὐτόν τόν θρῆνο σέ ἕνα ἐκφραστικώτατο ἑσπέριο στιχηρό τοῦ Μεγάλου Σαββάτου· «Σήμερον ὁ ῞ᾼδης στένων βοᾷ· Κατελύθη μου ἡ ἐξουσία· ἐδεξάμην θνητόν, ὥσπερ ἕνα τῶν θανόντων· τοῦτον δὲ κατέχειν ὅλως οὐκ ἰσχύω, ἀλλ’ ἀπολῶ μετὰ τούτου ὧν ἐβασίλευον· ἐγὼ εἶχον τοὺς νεκρούς ἀπ’ αἰῶνος, ἀλλὰ οὗτος ἰδοὺ πάντας ἐγείρει». Οἱ πιστοί ζοῦμε στήν ᾿Εκκλησία μέ τήν ἐλπίδα, ὅτι ὁ ἀναστημένος Χριστός θά ἐλευθερώσει καί ἐμᾶς ἀπό τά δεσμά τοῦ ῞ᾼδου καί τοῦ θανάτου. ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἐγγυᾶται, ὥστε νά ἔχουμε βεβαία καί ἰσχυρά πεποίθησι, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀναστάσεως ὅλων μας. Πράγματι δέ, τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπειδή εἶναι «υἱοὶ τῆς ἀναστάσεως», εἶναι ἐλεύθερα ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ θανάτου. Οἱ μέν ψυχές εὑρίσκονται «ἐν ἀναπαύσει» μέχρι τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, ὁπότε θά ἑνωθοῦν μέ τά ἀναστημένα σώματά τους γιά νά ζήσουν αἰωνίως. «Δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος» (Σοφ. Σολομ. γ´ 1). Προανάκρουσμα τῆς ὑπαρξιακῆς μας ἐλευθερίας εἶναι καί αὐτοί οἱ λόγοι· «Δίκαιοι δὲ εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὁ μισθὸς αὐτῶν, καὶ ἡ φροντὶς αὐτῶν παρὰ ῾Υψίστῳ. διὰ τοῦτο λήψονται τὸ βασίλειον τῆς εὐπρεπείας καὶ τὸ διάδημα τοῦ κάλλους ἐκ χειρὸς Κυρίου, ὅτι τῇ δεξιᾷ σκεπάσει αὐτοὺς καὶ τῷ βραχίονι ὑπερασπιεῖ αὐτῶν» (Σοφ. Σολομ. ε´ 15-16). ῾Ομοίως καί τά σώματα μετέχουν σ᾿ αὐτή τήν ἐλευθερία, ἀφοῦ θά ἀναστηθοῦν ἔνδοξα κατά τήν ἐσχάτη ἡμέρα. ᾿Απόδειξις τῆς ἐλευθερίας τῶν σωμάτων ἀπό τήν δύναμι τοῦ θανάτου εἶναι τό ὅτι πολλά σώματα ἁγίων μένουν ἀδιάφθορα στόν τάφο, εὐωδιάζουν ἄρρητη εὐωδία καί θαυματουργοῦν ἐπειδή καταλύουν τήν δύναμι τοῦ θανάτου. Γιά νά συμμετέχουμε σ’ αὐτό τόν θρίαμβο καί τήν νίκη τοῦ Κυρίου κατά τοῦ ῞ᾼδου καί τοῦ θανάτου, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, θά πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι ἀπαιτοῦνται δύο ἀπαραίτητες προϋποθέσεις. ῾Η πρώτη εἶναι ἡ συμμετοχή μας στά Μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας μας· Τό Βάπτισμα, τό Χρῖσμα, τήν ῾Ιερά ᾿Εξομολόγησι καί τήν Θεία Κοινωνία. Χωρίς αὐτά ὁ ἄνθρωπος παραμένει στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή καί κατάστασι. ᾿Ενῶ, ἄν συμμετέχει κάποιος σ’ αὐτά, γίνεται μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ «καί συγκοινωνός τῆς ρίζης καὶ τῆς πιότητος τῆς ἐλαίας» (Ρωμ. ια´, 17). Τρέφεται δηλαδή ἀπό τήν πλούσια καί παχειά ρίζα τῆς θείας ζωῆς, πού εἶναι ὁ Χριστός. Χωρίς νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἐλεύθερος ἀπό τόν ῞ᾼδη καί τόν θάνατο. ῾Η δεύτερη προϋπόθεσις εἶναι ἡ νέκρωσις τῆς δυνάμεως τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία ἐπέρχεται μέσα μας μέ τόν προσωπικό μας πνευματικό ἀγώνα. Εἶναι πυκνές οἱ προτροπές τῶν ᾿Αποστόλων γι’ αὐτή τήν ζωοποιό νέκρωσι. «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. ε´ 24).᾿Αγωνιζόμενοι τόν καλό ἀγώνα, γιά νά ἐπιτύχουμε τήν ζωοποιό νέκρωσι τῆς δυνάμεως τῆς ἁμαρτίας μέσα μας, καί ἑνωμένοι μέ τόν ἔνδοξο ἀναστημένο καί νικητή τοῦ ῞ᾼδου Κύριό μας ᾿Ιησοῦ Χριστό σ’ ἕνα Σῶμα, τήν ῾Αγία ᾿Εκκλησία, ψάλλουμε· «Τοῖς ἐν ῞ᾼδῃ καταβάς Χριστὸς εὐηγγελίσατο· θαρσεῖτε, λέγων, νῦν νενίκηκα. ᾿Εγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις, ἐγὼ ὑμᾶς ἀνάξω, λύσας θανάτου τὰς πύλας» (῾Εσπερινό στιχηρό ἀναστάσιμο γ´ ἤχου).Καί τοῦτο·«῾Ο τὴν ἀνάστασιν διδοὺς τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη. ῎Εφριξαν τοῦτον οἱ ἄρχοντες τοῦ ῞ᾼδου, καὶ ἐπῄρθησαν πύλαι ὀδυνηραί. Εἰσελήλυθε γὰρ ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης Χριστός, λέγων τοῖς ἐν δεσμοῖς· ᾿Εξέλθετε, καὶ τοῖς ἐν τῷ σκότει· ᾿Ανακαλύπτεσθε» (῾Εσπερινό στιχηρό ἀναστάσιμο πλαγίου α´).

Θεολογικό σχόλιο στην Ανάσταση του Κυρίου, του κ Λάμπρου Σκόντζου

Η λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία ἐορτολογικὴ ἐκδήλωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Μόνη Αὐτή, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν αἱρετικὴ ἐτεροδοξία, βιώνει ἀδιάκοπα τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὴν πιὸ χαροποιὸ καὶ ἐλπιδοφόρα ἐμπειρία τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὁ κάθε ὀρθόδοξος πιστὸς δὲν ἑορτάζει ἁπλὰ τὴν Ἔγερση τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ζεῖ τὸ συγκλονιστικὸ αὐτὸ γεγονός, ὡς μιὰ προσωπικὴ μεταμόρφωση καὶ ἀνάσταση!
Τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, τὴν «ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν πανήγυρη τῶν πανηγύρεων» κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο τοῦ Πάσχα ἐορτάζεται ἡ νίκη τοῦ Ἀγαθοῦ κατὰ τοῦ Κακοῦ, ἡ ἐπικράτηση τοῦ φωτὸς στὸ νοητὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς φθορᾶς, ἡ κατάργηση τοῦ Ἅδη καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ἀναίρεση τοῦ θανάτου, τοῦ χειρότερου ἐχθροῦ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. «Ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (1Κορ.15:26) ἀναφωνεῖ ἐνθουσιωδῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος!
Ἡ εἴσοδος τοῦ κακοῦ στὸν κόσμο μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα μύρια κακά, ἔφερε καὶ τὸν θάνατο, ὡς τὴν φυσικὴ κατάληξη μιᾶς ἀφάνταστα μαρτυρικῆς ζωῆς. Ὁ πικρὸς Ἅδης ὑπῆρξε ὁ τόπος κατάληξης ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν. Ἡ ἔννοια τῆς ἀθανασίας, ὡς τὸ σπουδαιότερο ἀρχέγονο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, ἔμεινε ὡς μιὰ μακρινὴ ἀνάμνηση στὴν ἀνθρώπινη σκέψη καὶ ὡς μιὰ ἀμυδρὴ προσδοκία ἀνάκτησής της στὸ μέλλον.
Ἡ λαχτάρα γιὰ τὴν νίκη τοῦ θανάτου ἐκφράστηκε ποικιλότροπα μέσα στὶς διάφορες μυθολογίες τῶν λαῶν. Οἱ προφῆτες καὶ οἱ συγγραφεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὡς ὄργανα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία, προείδαν πιὸ καθαρὰ τὴν μελλοντικὴ νίκη τῆς ζωῆς κατὰ τοῦ θανάτου. Ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ δοκιμάσει τὸ πικρὸ ποτήρι τοῦ θανάτου καὶ θὰ νικήσει τὸν Ἅδη, θὰ τὸν συλήσει ἀπὸ τοὺς ἀπ’ αἰῶνος δεσμίους τοῦ νεκροὺς καὶ θὰ κλείσει ὁριστικὰ τὸ δρόμο τοῦ θανάτου γιὰ τοὺς πιστούς Του. Ὁ μοναδικὸς ζωντανὸς Θεὸς εἶναι ὁ Ἴδιος ἡ ζωὴ καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς σὲ ὅλα τὰ ὄντα. Αὐτὸς «θανατοὶ καὶ ζωογονεῖ, κατάγει εἰς ᾄδου καὶ ἀνάγει» (1Βασιλ.2:6). Ὁ Ἠλίας καὶ ὁ Ἐλισαῖος ἀνασταίνουν νεκροὺς στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου (3Βασιλ.17:23, 4Βασιλ.4:33). Ὁ προφήτης Ὠσηέ, προβλέποντας τὴν εἰς ᾄδου κάθοδον τοῦ Μεσσία, τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του καὶ τὴν συντριβὴ τοῦ θανάτου διακηρύσσει στοὺς ἄπιστους συμπατριῶτες τοῦ «Πορευθῶμεν καὶ ἐπιστρέψωμεν πρὸς Κύριον! … Ὑγιάσει ἡμᾶς μετὰ δυὸ ἡμέρας, ἐν τῇ τρίτῃ ἡμέρα ἐξαναστηθώμεθα καὶ ζησόμεθα ἐνώπιον αὐτοῦ» (Ὠσηὲ 6:1) καὶ γι’ αὐτὸ σκιρτώντας ἀπὸ ἄκρατο ἐνθουσιασμὸ φωνάζει νὰ τὸ ἀκούσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι «Ποῦ σου ἡ δίκη σου, θάνατε, ποῦ τὸ κέντρον σου ᾄδη;» (Ὠσηὲ 13:14).
Στὸ θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ βρῆκε τὸ ἀνθρώπινο γένος τὸν πραγματικὸ λυτρωτή του. Αὐτός, ὡς ὁ σαρκωμένος Θεός, ὑλοποίησε τὸ θεῖο σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Πέτυχε τὴ σωτηρία μας ὡς διδάσκαλος, ὡς ἱερεὺς καὶ ὡς βασιλεύς. Δίδαξε πρωτόγνωρη διδασκαλία, ἀποκάλυψε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ καὶ ἔδωσε νέο τρόπο ζωῆς στοὺς ἀνθρώπους. Ἱερούργησε τὴν πιὸ ἀποτελεσματικὴ θυσία ὅλων τῶν ἐποχῶν, μὲ ἱερεῖο ἄμωμο τὸν ἴδιό Του τὸν ἑαυτό, πάνω στὸν φρικτὸ Γολγοθὰ καὶ πέτυχε τὴν περιπόθητη καταλλαγῆ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό. «Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὧν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἢν ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοὶς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ… καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθησεν ἐν τοὶς ἐπουρανίοις» (Ἔφ.2:4-6). Τέλος ὡς θριαμβευτικὸς νικητής, νίκησε τὶς ἀντίθεες δυνάμεις καὶ τὸ κακό, νίκησε τὸ θάνατο καὶ ἀνέστη ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἀνελήφθη στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, συνεχίζοντας τὸ ἀπόλυτο καὶ ἀναντικατάστατο μεσιτικὸ Τοῦ ἔργο. Ἀποτέλεσμα: «Νυνὶ δὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὑμεῖς οἱ ποτὲ ὄντες μακρὰν ἐγγὺς ἐγενήθητε ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς γὰρ ἐστὶν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἐν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν κόσμον τῶν ἐντολῶν ἐν δογμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δυὸ κτίση ἐν ἐαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην» (Ἔφ.2:13-15).
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς διακήρυξε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κᾶν ἀποθάνη ζήσεται» (Ἰωάν.11:25). Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος, ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νὰ νικήσει τὸν θάνατο. Μὲ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του πραγματοποίησε αὐτὴ τὴν λαμπρὴ νίκη, ἀνάστησε τὸ σῶμα Του καὶ μαζὶ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση, δηλαδὴ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὡς κύτταρα τοῦ σώματός Του. «Ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ Ἀδὰμ πάντες ἀποθνήσκουσιν, οὕτω καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζωοποιηθήσονται» (1Κορ.15:22). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἤδη ἀναστημένος δυνητικὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Εἶναι μιὰ δυνητικὴ κατάσταση τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἀποδεχτεῖ καὶ νὰ ἀξιοποιήσει. Ὁ βιολογικὸς θάνατος, ὡς προσωρινὴ κατάσταση, δὲν αἴρει τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς, διότι «ἔρχεται ὥρα καὶ νῦν ἐστίν, ὅτι οἱ νεκροὶ ἀκούσουσι τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσονται» ( Ἰωάν.5:25). «Ὁ ἐγείρας τὸν Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ζωοποιήσει καὶ τὰ θνητὰ σώματα ὑμῶν διὰ τὸ ἐνοικοῦν αὐτοῦ Πνεῦμα ἐν ὑμίν» (Ρωμ.8:11). Αὐτὴ εἶναι (πρέπει νὰ εἶναι) ἡ μόνιμη χαρὰ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τοῦ Χριστοῦ, διότι ἔχουμε τὴ βεβαιότητα, ὅτι χάρις στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, «μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (1 Ἰωάν.3:14) καὶ « Πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνη εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν.11:26).Ἀπτὰ παραδείγματα τῆς ἀναστάσεώς μας εἶναι οἱ θαυμαστὲς νεκραναστάσεις ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἐπὶ τῆς γῆς παρουσίας Του, τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου (Μάρκ.5:21-42, τοῦ γιοῦ τῆς χείρας στὴ Ναϊν (Λουκ.7:11-17), τοῦ Λαζάρου (Ἰωάν.11:1-44). Ἐπίσης ἡ ἀνάσταση τῶν «κεκοιμημένων ἁγίων» (Ματθ.27:52) κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου εἶναι οἱ προάγγελοι καὶ τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως.
Ἡ λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος μας σημαίνει ἀκόμα καὶ τὴν ὀντολογικὴ ἀλλαγῆ τοῦ κόσμου. Ὁ παλαιὸς πτωτικὸς κόσμος τῆς φθορᾶς ἄλλαξε κυριολεκτικᾶ σύσταση, διότι μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου νικήθηκαν οἱ ἀντίθεες δυνάμεις τῆς φθορᾶς καὶ ἁπαλλάχτηκε ἀπὸ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου. Χάρη στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ξαναβρῆκε ὁ κόσμος τὴν πραγματικὴ τοῦ θέση μέσα στὴ θεία δημιουργία. Τὴ φθορά, ποὺ δημιούργησε ἡ πτώση, διαδέχτηκε ἡ ἀφθαρσία. Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος δὲν ζεῖ πλέον γιὰ νὰ πεθάνει, ἀλλὰ ζεῖ γιὰ νὰ μεταβεῖ στὴν αἰωνιότητα καὶ νὰ συμβασιλεύει αἰώνια μὲ τὸν Χριστό.
Τὸ μέγα καὶ ἀνεπανάληπτο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς Τοῦ μιὰ διαρκὴς χαρὰ καὶ ἀτέλειωτη αἰσιοδοξία. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔγιναν οἱ διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου στὰ ἔθνη χάρις στὴν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Τὰ νέφη τῶν Μαρτύρων θυσίασαν τὴν πολύτιμη ζωὴ τοὺς χάρις στὴν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ζοῦσαν τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως ὡς μιὰ ἀτέρμονη προσωπικὴ συγκλονιστικὴ ἐμπειρία.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀναστάσιμη χαρὰ καὶ αἰσιοδοξία θέλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ μεταδώσει καὶ σὲ μᾶς σήμερα. Μᾶς καλεῖ νὰ ἀποβάλλουμε τὸ ἄγχος τῆς καθημερινότητας καὶ κυρίως τὸ φόβο τοῦ θανάτου καὶ νὰ διαποτίσουμε τὴν ὕπαρξή μας μὲ τὴν μακάρια ἐλπίδα καὶ τῆς δικῆς μας ἀνάστασης, τῆς ὁποίας τεκμήριο καὶ ἀπαρχὴ ὑπῆρξε ἡ Ζωηφόρος Ἀνάσταση τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ

Η Θεολογία της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού, στην περί ανακεφαλαιώσεως διδασκαλία του Αγίου Ειρηναίου

Το θεσπέσιο γεγονός της εκ νεκρών Αναστάσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί για τη συνείδηση της Αγίας μας Εκκλησίας την φλόγα και τη ζέση, η οποία δίνει τη δύναμη και την ενέργεια σε Αυτή να πορεύεται αταλάντευτη στους αιώνες. Στην αντίθετη περίπτωση « ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών. Ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, ότι εμαρτυρήσαμεν κατά του Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, όν ουκ ήγειρεν» (Α΄Κορ.15,14-15). Εάν έλειπε από την Εκκλησία το γεγονός της Αναστάσεως, Αυτή θα ήταν καταδικασμένη να σβήσει συγχρόνως με τη γέννησή της! Γι’ αυτό το λόγο η Ανάσταση του Κυρίου μας είναι για ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο, και ιδιαίτερα για την Ορθοδοξία μας, η «εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων» και όλοι οι πιστοί «αγαλομένω ποδί» προσέρχονται να απολαύσουν την πλούσια πνευματική τράπεζα του Αναστάντα Λυτρωτή μας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας με εμφανή ενθουσιασμό έδωσαν στα συγγράμματά τους την αληθινή διάσταση στο μεγάλο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού μας. Ο άγιος Ειρηναίος επίσκοπος Λουγδούνου (Λυώνος),(+199) είναι ένας από αυτούς. Στην περίφημη περί ανακεφαλαιώσεως θεολογία του εντάσσει το γεγονός αυτό στο γενικότερο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Στο θεανδρικό Πρόσωπο του Ιησού Χριστού συντελέσθηκε η αναδημιουργία του πεπτωκότος ανθρώπου και ολοκλήρου της κτίσεως (Ειρην. C.H.. III,16,6). Η Ενανθρώπηση και η Ανάσταση του Λυτρωτή είναι οι δύο κορυφαίοι σταθμοί του έργου της απολυτρώσεως. Δια της Ενανθρωπήσεως του Λόγου ο Θεός εισέρχεται στην ιστορία, δια της Αναστάσεώς Του ο άνθρωπος εισέρχεται στην αιωνιότητα! Η Ενανθρώπηση είναι η ευλογημένη αρχή η Ανάσταση είναι το θριαμβευτικό πέρας του θείου έργου της σωτηρίας του κόσμου.
Ο πρώτος Αδάμ, ο χοϊκός προπάτοράς μας, σύμφωνα με τον ιερό Πατέρα, εξαιτίας του πονηρού και της δικής του συγκαταθέσεως εξέπεσε και έγινε φορέας του κακού και της αμαρτίας και υποκείμενος του θανάτου. Ο Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ (Α΄Κορ.15,45) επειράσθη και Αυτός από τον πονηρό για την ικανοποίηση της φυσικής ανάγκης της τροφής ( Γεν.3, 15 ). Όμως Αυτός δεν υπέκυψε, όπως ο πρώτος Αδάμ, στην παγίδα του πονηρού. Έμεινε υπάκουος στο θέλημα του «πέμπψαντός του Πατρός» (Ιωάν.4,34). Η έπαρση του χοϊκού Αδάμ απέκοψε το ανθρώπινο γένος από τη ζωή και το οδήγησε στο θάνατο. Αντίθετα η έσχατη υπακοή και η ταπείνωση (Φιλιπ.2,8) του Χριστού νίκησε το θάνατο και επανένωσε την ανθρωπότητα με τη ζωή,
Ο θάνατος δεν είναι στοιχείο της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά είναι προϊόν της αμαρτίας (Ρωμ.6,23 ). Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό να ζει αθάνατος. Η αμαρτία όμως εισήγαγε τον θάνατο στην ανθρώπινη φύση ως αφύσικη κατάσταση. Η νίκη του Χριστού κατά του θανάτου και του Άδη θεράπευσε την ανθρώπινη φύση από το ξένο και αφύσικο αυτό στοιχείο. Η Ανάσταση δε του Λυτρωτή « απαρχή (της αναστάσεως) των κεκοιμημένων εγένετο» (Α΄Κορ.15,20 ). Η Ανάσταση του Κυρίου κατέρριψε όλους τους φραγμούς που εμποδίζουν τον άνθρωπο να εισέλθει στην αιωνιότητα,(Ειρην. C.H.V.23, 2, P.G.7, 1182-1183). Η εν Χριστώ σωτηρία είναι ουσιαστικά «εκκένωσις του θανάτου» και χορήγηση της ζωής (Ειρην. C.H.III,23,7).
To ξύλο της Εδέμ (Γεν.2ο κεφ) έγινε η αιτία της πτώσεως του πρώτου ανθρώπου. Δι’ αυτού ο γενάρχης ξέπεσε και κατεστάθη θνητός. Το ξύλο του Σταυρού έγινε αιτία να ξαναγίνει πάλι ο άνθρωπος αθάνατος. «Η αμαρτία, γράφει ο ιερός πατήρ, η οποία προήλθεν εκ του ξύλου, εξηλείφθη δια του ξύλου της υπακοής, επί του οποίου εσταυρώθη ο Υιός του ανθρώπου, υπακούων εις τον Θεόν, καταργήσας ούτω την γνώσιν του κακού συνετέλεσεν, ώστε να ανθίση εις τας ψυχάς των ανθρώπων η γνώσις του καλού. Επειδή δε το κακόν συνίσταται εις την ανυπακοήν κατά του Θεού, το καλόν συνίστα εις την υπακοήν. . . Ώστε δια της μέχρι θανάτου, και δη θανάτου Σταυρού, υπακοής του εξιλέωσε την αρχαίαν διά του ξύλου προκληθείσαν ανυπακοήν. . . Ήτο δίκαιον και αναγκαίον αυτός, ο οποίος κατέστη ορατός, να οδηγήση όλα τα ορατά πράγματα εις την εις την συμμετοχήν του Σταυρού Του και ούτως υπό την ορατήν Του μορφήν η επίδρασίς Του εγένετο αισθητή εις όλα τα ορατά πράγματα» ( Ειρην. Επίδ. Αποστ. Κηρύματος 34).
Το μέγα γεγονός της Αναστάσεως του Σωτήρος ο άγιος Ειρηναίος το συνδυάζει με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η πραγματικότης της Αναστάσεως συνδέεται με την πραγματικότητα της αληθούς μεταβολής του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού (Ειρην. C.IV,18,4-5). Ο κοινωνών του αναστημένου και αυθαρτοποιημένου Σώματος του Κυρίου, καθίσταται και ο ίδιος δυνάμει αναστηθείς και αφθαρτοποιηθείς εν Χριστώ (C.IV,5,5 και 33,2).
Η πίστη στην Ανάσταση του Κυρίου, κατά τον ιερό πατέρα, αποτελεί το θεμελιώδες κεφάλαιο της χριστιανικής σωτηριολογίας. «Εάν (ο Χριστός) δεν εγεννήθη, άρα δεν απέθανε, και εάν δεν απέθανε, δεν ανέστη εκ νεκρών, δεν εθριάμβευσεν άρα επί του θανάτου και δεν κατήργησε το κράτος του, και εάν δεν εθριάμβευσεν επί του θανάτου, πως θα δυνηθώμεν να υψωθώμεν μέχρι της ζωής ημείς, οι οποίοι εξ αρχής υποκείμεθα εις τον θάνατον, Όσοι λοιπόν δεν παραδέχονται την σωτηρίαν του ανθρώπου, και δεν πιστεύουν, ότι ο Θεός θα τους αναστήση εκ νεκρών, ούτοι περιφρονούν την γέννησιν του Κυρίου ημών. Ο Λόγος του Θεού, ευδοκήσας να σαρκωθεί, εδέχθη αυτήν την γέννησιν, δια να μας αποδείξη την ανάστασιν της σαρκός και να προηγηθή όλων ημών εις τον ουρανόν» ( Ειρην. Επίδ. Αποστ. Κηρυγμ. 39).
Ο Θεός Λόγος με την θεία Ενανθρώπησή Του έγινε όμοιος με τον άνθρωπο κατά πάντα εκτός της αμαρτίας. Αυτήν την ανθρώπινη τραυματισμένη και αμαυρωμένη από την αμαρτία εικόνα με την Ανάστασή Του την αυθαρτοποίησε και τη θέωσε, έτσι ώστε «και την εικόνα έδειξεν αληθώς, αυτός τούτο γενόμενος όπερ ήν εικών αυτού, και την ομοίωσιν βεβαίως κατέστησε, συνεξομοιώσας τον άνθρωπον τω αοράτω Πατρί» (Ειρην. C.H.IV,16,2). H νέα αναδημιουργηθείσα εν Χριστώ ανθρώπινη φύση είναι η ίδια η ένδοξη μεταναστάσιμη ανθρώπινη φύση του Χριστού. Ο «κολλώμενος τω Κυρίω» (Α΄Κορ.6,17) μετέχει αυτής της θεωμένης και δοξασμένης φύσεως. Χάρη στο σωτηριώδες έργο του Χριστού, με επιστέγασμα την Ανάστασή Του, «ο γεννητός και πεπλασμένος άνθρωπος κατ΄εικόνα και ομοίωσιν του αγεννήτου γίνεται Θεού» (Ειρην. C.H.IV, 38,3).
Ο Αναστάς Χριστός, όπως ευστοχότατα θεολόγησε ο μεγάλος αυτός πατέρας της αρχαίας Εκκλησίας μας, ανακεφαλαίωσε στον εαυτό του τον πεπτωκότα άνθρωπο και δια του εκουσίου Πάθους και της Αναστάσεώς Του συνέτριψε ολοκληρωτικά και μόνιμα το κράτος του διαβόλου και κατήργησε τον «ολετήρα της κτίσεως». Η Ανάσταση του Σωτήρος μας είναι το επιστέγασμα της αποκαταστάσεως και ανακεφαλαιώσεως του μεταπτωτικού ανθρώπου και ολοκλήρου της δημιουργίας. Γι’ αυτό δικαιολογημένα η αγία μας Εκκλησία μας καλεί να «Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι, τω προϊόντι Χριστώ εκ του μνήματος, ως νυμφίω, και συνεορτάσωμεν, ταις φιλεόρτοις τάξεσι, Πάσχα Θεού το σωτήριον»

Δεν υπάρχουν σχόλια: