Ο Κολοκοτρώνης πλοίαρχος στη Λευκάδα

Νίκος Ασπρογέρακας, Φιλόλογος

Το ακόλουθο κείμενο είναι μια ελάχιστη απόδοση φόρου τιμής στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, τον αρχιστράτηγο του ΄21, τους-πέρα από ταξικές διακρίσεις-Λευκαδίτες και σε όσους έλληνες συνέδραμαν στη σωτηρία του νησιού μας από τους τουρκαλβανούς του Αλή-πασά, κατά την περίοδο 22/5 έως 6/7 του 1807.

Ο φετινός εορτασμός της 2ης εκατονταετηρίδας της επανάστασης του 1821 φέρνει στο νου μας τα ηρωικά κατορθώματα των προγόνων μας αλλά και τις ιστορικές φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών του αγώνα. Ηγετική μορφή του ο Γέρος του Μοριά, ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης. Οι περισσότεροι γνωρίζουν τη συμβολή του στην έκρηξη της επανάστασης, στις μάχες του Βαλτετσίου, των Δερβενακίων, στην άλωση της Τριπολιτσάς, στην αντιμετώπιση του Ιμπραήμ. Ακόμη την περιπέτεια της φυλάκισής του στον εμφύλιο, την ανυστερόβουλη βοήθειά του στον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας και τέλος την καταδίκη και τη φυλάκισή του στην Ακροναυπλία επί Αντιβασιλείας, καθώς και τις τιμητικές διακρίσεις από την πολιτεία την τελευταία δεκαετία της ζωής του.



Γνωρίστηκαν το 1807 στη Λευκάδα, αλληλοεκτιμήθηκαν και έγιναν αδελφοποιτοί




Στο παρόν κείμενο θα αναφερθώ στο πρώτο από τα δύο περιστατικά-θεωρώ ότι δεν είναι ευρέως γνωστά-στα οποία έδρασε ο Κολοκοτρώνης και τα οποία σχετίζονται με την ιδιαίτερή μου πατρίδα, τη Λευκάδα. Στο πρώτο ενήργησε ως πλοίαρχος στην άμυνα της Λευκάδας για να αποκρούσει την επίθεση του Αλή Πασά στα 1807 και στο δεύτερο, το 1810, συμμετείχε στο πλευρό της Αγγλίας στην κατάληψη του νησιού και την εκδίωξη των Γάλλων.

Τα Επτάνησα μετά την άλωση του 1204 πέρασαν διαδοχικά στην κυριαρχία Φράγκων και Βενετών έως το 1797. Από το 1797 έως το 1800 περιέρχονται στους Γάλλους του Ναπολέοντα. Από το 1800 μέχρι το 1807 δημιουργείται η ημιαυτόνομη Ιόνια Πολιτεία από τους Τούρκους και Ρώσους. Η δεύτερη γαλλική κυριαρχία διαρκεί από το 1807 έως το 1814. Τέλος για 50 χρόνια (από το 1814 μέχρι το 1964) υπόκεινται στην αγγλική προστασία, ενώ το 1864 ενώνονται με την Ελλάδα. Μόνο η Λευκάδα στη διάρκεια της Ενετοκρατίας (1386-1797) υπέστη και την τουρκική κατοχή για 205 χρόνια (1479-1684).



α. Σημαία της Επτανήσου Πολιτείας. Σε κυανό ύφασμα το κίτρινο φτερωτό λιοντάρι της Βενετίας. Κλειστό ευαγγέλιο με 7 λόγχες (=τα επτά νησιά). Υψωνόταν στα Επτάνησα από το 1800 έως το 1807

β. Γεώργιος Μοντσενίγος (1765-1836). Ζακυνθινός κόμης βενετικής καταγωγής, πληρεξούσιος του Τσάρου στην Ιόνιο Πολιτεία




Βρισκόμαστε στα 1807. Από το 1801, με τη συνθήκη της Κων/λης, αφού προηγήθηκε η ήττα του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, ιδρύεται, με τη σύμπραξη Ρώσων και Τούρκων, νέο κράτος στα Επτάνησα με την ονομασία «Πολιτεία των Επτά Ηνωμένων Νήσων» υπό την επικυριαρχία της Τουρκίας και προστασία της Ρωσίας. Ενεργό ρόλο στην οργάνωση του ενιαίου κράτους και στη σύνταξη νέου συντάγματος παίζει ο Ι. Καποδίστριας, ως γραμματέας της γερουσίας.



α. Αλή Πασάς Τεπελενλής-το Ασλάνι (λιοντάρι)-των Ιωαννίνων. (1740-1822). β. Αντώνης Κατσαντώνης (1775-1809). Αναγνωρισμένος από τον Καποδίστρια ως γενικός αρχηγός των κλεφτών της Δυτικής Ελλάδας.




Ο Αλή Πασάς παρακινούμενος από τον Ναπολέοντα, ο οποίος αντιμετώπιζε τη συμμαχία Ρώσων-Άγγλων-Αυστριακών, και θέλοντας να τιμωρήσει την Αγία Μαύρα (Λευκάδα), που λειτουργούσε ως καταφύγιο των καταδιωκόμενων αρματολών της Ηπείρου, σχεδίαζε από καιρό την κατάληψή της «υποσχόμενος εις τας αγρίας ορδάς του, γέρας της νίκης, τας γυναίκας και τας περιουσίας των Λευκαδίων και ομνύων επί του Κορανίου, ότι θα διέτεμνε τας κοιλίας των μητέρων, ίνα μη υπάρξη ουδ’ εν τω μέλλοντι ίχνος των εχθρών του και ότι εν Λευκάδι δεν θα έμενε λίθος επί λίθον…». ΄Ετσι το 1806 καταλαμβάνει Πρέβεζα και Βόνιτσα, οχυρώνει τα δυο φρούρια στην απέναντι Ακαρνανική ακτή, το Φρούριο του Τεκέ ή του Γρίβα και του Αγίου Γεωργίου, και το 1807 επιχειρεί με μια μεγάλη δύναμη Αλβανών (5.000 πεζών και 6.000 ιππέων) υπό την ηγεσία του γιου του Βελή, ο οποίος ενισχύεται με 18 κανόνια, 50 γάλλους τεχνικούς και 30 πυροβολητές, την κατάληψη του νησιού.



Κάστρο του Αγ .Γεωργίου στην Πλαγιά (το πρώτο) και του Τεκέ ή Γρίβα. Κατασκευάστηκαν το 1806-1807 από τον Αλή Πασά ως ορμητήρια κατά της Λευκάδας.

Μπροστά στον επικείμενο κίνδυνο η Ιόνιος Γερουσία με διαταγή της (22/5/1807 -παλαιό ημερολόγιο) ανέθεσε την κεντρική ευθύνη και τον όλο συντονισμό των αμυντικών και πολεμικών επιχειρήσεων στον Ι. Καποδίστρια, ως έκτακτο στρατιωτικό διοικητή της Αγίας Μαύρας, ανώτατο επόπτη της άμυνας. Ο Καποδίστριας αποδέχτηκε με μετριοφροσύνη το ρόλο του: «Θα υπηρετήσω εις Αγίαν Μαύραν… αισθάνομαι ότι αι δυνάμεις μου είναι απεριορίστως κατώτεραι της υπηρεσίας εις την οποίαν εκλήθην. Δεν θα παραλείψω εντούτοις να ασχοληθώ μετ΄ ακραιφνούς ζήλου και δραστηριότητος εις το να ανταποκριθώ εις την εμπιστοσύνην δια της οποίας με τιμά η εξοχοτάτη γερουσία μετά γενναιοφροσύνης»



Από αριστερά: α. Ενετικό φρούριο Αγ. Μαύρας. Υπέστη συνολικά 12 πολιορκίες. β. Οχυρό Αλεξάνδρου ή torretta, Στις αλυκές των Καρυωτών. Το όνομά του χάριν του Τσάρου Αλεξάνδρου. γ. Οχυρό Κωνσταντίνος, το μικρότερο, κοντά στο Καλλιγώνι. Το όνομα προς τιμήν του αναδόχου του Τσάρου Αλεξάνδρου. Τρία αμυντικά οχυρά για την άμυνα της Λευκάδας




Ο Καποδίστριας οργανώνει την «Άμυνα της Λευκάδας» με την κατασκευή οχυρωματικών έργων, με τη συνεργασία του με τους αρματολούς της Ηπείρου (Κατσαντώνη, Μπότσαρη, Τζαβέλα, Λεβεντάκη, Καραΐσκο, Βαρνακιώτη, Μπουκουβαλαίους), την πρόσκλησή του προς επώνυμους φίλους του και αγωνιστές (Περραιβό, Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας), και τέλος με τη στρατολόγηση τριών νέων λόχων από Ρουμελιώτες καθώς και δύο ταγμάτων από την Πελοπόννησο: ενός μανιάτικου (με επικεφαλής τον Πιεράκη Ζανέτ-μπέη) και ενός μικτού μοραΐτικου (επικεφαλής ο Αναγνωσταράς).



Από αριστερά α. Φώτος Τζαβέλας (1770-1809). Σουλιώτης οπλαρχηγός. β. Γεώργιος Βαρνακιώτης (1778-1842) Ξηρομερίτης οπλαρχηγός. γ. Νότης Μπότσαρης (1756-1841). Σουλιώτης οπλαρχηγός. Υποστράτηγος επί ΄Οθωνα

Επίσης ο Καποδίστριας θεωρούσε πρωταρχικής σημασίας ζήτημα τη δημιουργία ναυτικής δύναμης όχι μόνο για την άμυνα του κράτους και την εξασφάλιση των θαλασσών του, αλλά και για την ευπρέπεια του εμπορικού ναυτικού του και την επιδίωξή του να φανεί αντάξιο της ρωσικής προστασίας. Γι αυτό και συστήνει τη ναυτική δύναμη της Ιονίου Πολιτείας εκμισθώνοντας συνολικά εννέα πλοία. Επειδή όμως η οικονομία του κράτους δεν ήταν ανθηρή για να εκμισθώνει και να εξοπλίζει τα πλοία και να συντηρεί τα πληρώματά τους ο έκτακτος επίτροπος πρότεινε στους καπετάνιους η πολιτεία να περιοριστεί στα έξοδα για τη συντήρηση και διατροφή των πληρωμάτων των πλοίων τους και αντί για τη δαπάνη της ναύλωσής τους τα πλοία να εξασφαλίσουν έσοδα από καταδρομικές επιχειρήσεις. Τα λάφυρα θα διανέμονταν: τα μισά θα ήταν των πλοιάρχων και θα τα μοιραζόταν όλο το προσωπικό σε ίσες μερίδες και τα άλλα μισά θα δίνονταν στην κυβέρνηση. Ο έκτακτος επίτροπος θα ζητούσε από τη γερουσία να δοθούν, μέσω της ρωσικής ναυτικής διοίκησης, σε όλους ρωσικά έγγραφα αναγνωρίσεως και να ρυθμιστεί με ασφαλή τρόπο η εξέταση και η κρίση «περί των λειών». Οι πλοίαρχοι αποδέχτηκαν την πρόταση του Καποδίστρια κι έτσι τα τρία μεγάλα πλοία αυξήθηκαν σε τέσσερα και προστέθηκαν άλλα πέντε μικρότερα.

Σε ένα από αυτά Κυβερνήτης είναι ο Θ. Κολοκοτρώνης. Ενώ ετοιμαζόταν να συστρατευθεί ως καπετάνιος της ξηράς με το μικτό μοραΐτικο τάγμα υπό τον Αναγνωσταρά αναβαθμίστηκε σε πλοίαρχο. Ο ίδιος στα απομνημονεύματά του όπως τα υπαγόρευσε στον Τερτσέτη: «όταν ετοιμαζόμουν δια να υπάγω εις την Αγίαν-Μαύρα με έπεσαν επάνω ο Αναγνωσταράς, οι Πετιμεζαίοι ….και λοιποί οφφικιαλέοι και με είπαν ότι ¨μην πηγαίνης και ημεις έχομεν την άδειαν να έχωμεν ένα πλοίον και εάν θέλεις εμβαίνεις εις αυτό¨. Και έτζι εύρηκαν ένα σαμπέκο τούρκικο με δέκα κανόνια, το αγοράσαμεν και εμβήκα Καπετάνιος εις αυτό. Επήρα διαβατήριον, επήγα στους Κορφούς, εκεί με έδωσαν την άδειαν να χτυπώ στεριάς και θαλάσσης τους τούρκους».



α. Αναγνωσταράς (1760-1825). ταγματάρχης στα Επτάνησα. β. Σιαμπέκο: μικρό ιστιοφόρο ή και κωπήλατο, με στενό σκαρί. Κατάλληλο για καταδρομές, πειρατεία, αποβατικές επιχειρήσεις, βοηθητικές αποστολές ή μεταφορά μηνυμάτων. Παρόμοιο με το «Άγιος Γεώργιος» του Κολοκοτρώνη.




Το ελαφρό τρικάταρτο καταδρομικό με πλήρωμα 37 ναύτες και 80 πεζοναύτες βαφτίστηκε «Άγιος Γεώργιος». Με αυτό ο Κολοκοτρώνης κατέπλευσε στη Λευκάδα. Εκεί άλλοτε υπερασπιζόταν το νησί από ενδεχόμενη επίθεση και άλλοτε απέπλεε σε καταδρομικές επιχειρήσεις. Απέκτησε μεγάλη ναυτική πείρα, την οποία θα αξιοποιήσει αργότερα στις επιχειρήσεις με τον αγγλικό στόλο στο Αιγαίο και στη μοίρα ΜΟΡΙΑΣ, η οποία αντιμέτωπη με τον τουρκικό στόλο θα σώσει την Ύδρα από την καταστροφή. Ο Κολοκοτρώνης βελτίωσε τις ικανότητές του στη ναυτική τέχνη αφού στις επιχειρήσεις του στην Αγία Μαύρα συνεργάστηκε με εμπειρότατους καπετάνιους-κυρίως Κεφαλλονίτες:

-τον Ιωάννη Κούπα, καπετάνιο στη «Μεγάλη Δούκισσα Μαρία», σκαρί με 16 πυροβόλα και 60 ναύτες.

-τον Σπυρίδωνα Καλλιγά, πλοίαρχο της «Αγίου Γερασίμου», με τον ίδιο εξοπλισμό και πλήρωμα.

-τον Διονύσιο Κουντουρή, κυβερνήτη της «Αγίας Ευαγγελίστριας», σαμπέκο με 18 πυροβόλα και 60 ναύτες.

-τους Βουτσινά, Ποταμιάνο, Ριτσαρδόπουλο , Σαρακηνό και Καραβιά.

Έχοντας την άδεια για καταδρομικές επιχειρήσεις κατά των τούρκων επέδραμε στις Αχαγιές, τοποθεσία κοντά στην Πάτρα, όπου έκαψε τα σπίτια, τους μύλους, τα μαγαζιά και τα κτήματα του Σαϊτ- Αγά, τούρκου μεγαλογεωκτήμονα της περιοχής, με περιουσία που εκτεινόταν από την Πάτρα μέχρι την Ηλεία. Συνέλαβε ως ομήρους υπηκόους του και απέσπασε πλούσια λάφυρα. Με την επιχείρηση αυτή πέτυχε δύο στόχους: και τους τούρκους εκδικήθηκε, για όσα κακά του είχαν προξενήσει, και προσόδους απέκτησε για το πλήρωμά του και την Επτάνησο Πολιτεία.

Επιστρέφοντας θριαμβευτικά στη Λευκάδα αντί για επαίνους και τιμές, τον περίμενε η φυλακή. Η επιδρομή του προκάλεσε τα αντίποινα των τούρκων, οι οποίοι απαγόρευσαν το εμπόριο τροφίμων από την Πελοπόννησο προς τα Επτάνησα-κυρίως τη Ζάκυνθο- ενέργεια που έβλαπτε τους εμπόρους και προκάλεσε την καταγγελία του Κολοκοτρώνη στην Επτανησιακή Γερουσία και τη ρωσική Αρχή. Με εντολή της τελευταίας ο Κολοκοτρώνης φυλακίστηκε στη ναυαρχίδα του ρωσικού στόλου «την Ευαγγελίστρια». Έγκλειστος στα αμπάρια του πλοίου υπέβαλε την αναφορά του στον Καποδίστρια:

Προς τον εξοχώτατο κόντε Ιωάννη Καποδίστρια, Κομισσάριο, Στραορδινάριο εις την νήσον της Αγίας Μαύρας . Παρά του καπετάν Κολοκοτρώνη, ραπόρτο (αναφορά).

Σας ειδοποιώ, ότι δια προσταγής του Τζενεράλε Παπαδοπούλου, ευρίσκομαι εις το αρέστο, (φυλακή)μέσα εις το καράβι του Αρχηγού μου Μαγιόρ κ. Ελευθερίου Κυριακοβίτσι όθεν παρακαλώ να μου δοθούν οι πάγες (τακτικές οφειλές-μισθοί)) μου και το κοντράτο (συμφωνία, συμβόλαιο) ως ταις 20 του παρόντος, όπου μου λείπουν 1500 γρόσια. Προσέτι σας φανερώνω, ότι δεν είμαι άξιος της δουλεύσεως και κατά το κοντράτο μου ζητώ τη λιτσέντζα μου ( άδεια απουσίας, απόλυση) δίδοντας σας το αβίζο (προειδοποίηση) από την σήμερον έως να συμπληρωθούν αι ημέραι είκοσι της σταλίας, (αναμονής) όπου διαλαμβάνεται το κοντράτο. (συμφωνία).


Τη 20 Ιουλίου 1807.

Δούλος ταπεινός




Ο Καποδίστριας στην πρόταση του Γραμματέα της Επικρατείας επί των εξωτερικών υποθέσεων για την τιμωρία του Κολοκοτρώνη απαντά στις 8/7: «Ανέγνων το πολύτιμον έγγραφον της Υ. Εκλαμπροτάτης Αυθεντίας, το οποίον ομιλεί περί του συνεπειών τούτων, περί της εξεταζομένης τιμωρίας του. Είδον το επίσημον έγγραφον της Α.Ε. του Πληρεξουσίου και την απάντησίν σας, τα οποία περί το θέμα τούτο αναστρέφονται, και επαναλαμβάνω εις την Υ. Εκλαμπροτάτην Αυθεντίαν ό,τι υποβάλλω επίσης επί τη ευκαιρία ταύτη προς την Εξοχωτάτην Γερουσίαν, ότι θα εφαρμόσω την τακτικήν του να συμπέσουν <αι επιδιώξεις μου> μετά των επιδιώξεων του Κράτους διά την διόρθωσιν του Κολοκοτρώνη ……….μετά της ενταύθα Στρατιωτικής Διοικήσεως».

Ο Καποδίστριας σε συνεννόηση με το στρατηγό Παπαδόπουλο ικανοποιούν το αίτημα του Κολοκοτρώνη και δεν του επιβάλλουν κάποια ποινή:

«Προς την Εξοχωτάτην Γερουσίαν Ο εν Αγία Μαύρα Έκτακτος Επίτροπος

Εκ του Εκτάκτου Επιτροπείου τη 29 Ιουλίου 1807.

Ο Εκλαμπρότατος Γραμματεύς της Επικρατείας του εκείσε Τμήματος με τιμά <αποστέλλων> τας διαταγάς των Υ.Υ.Ε.Ε. εν σχέσει προς τον Πλοίαρχον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην διά του εγγράφου του της 23 Ιουλίου:

«Την 20ήν ο Κολοκοτρώνης έλαβε τον μηνιαίον μισθόν του και με ειδοποίησεν ούτος κατά το συμβόλαιόν του ότι επεθύμει να απαλλαγή των υποχρεώσεών του. Η κατακράτησις του μηνιαίου μισθού του, προταθείσα εις την Εξοχωτάτην Γερουσίαν υπό της Αυτού Εξοχότητος του κυρίου Πληρεξουσίου Υπουργού, δεν είναι μέτρον το οποίον δυνατόν να εκτελέσωμεν ευκόλως. Το πλήρωμα, μη έχον ευθύνην διά την διαγωγήν του Πλοιάρχου, θα θελήση τους μισθούς του ή θα ζητήση τουλάχιστον την διατροφήν του ή θα θελήση να λάβη άδεια…….. . Έπειτα, κατόπιν της δοθείσης μοι εντολής διά μέσου του εκείσε Τμήματος Εξωτερικών Υποθέσεων, ο Κολοκοτρώνης υπέστη την φυλάκισιν ολίγων ημερών, και ο μοναδικός Τούρκος τον οποίον ούτος είχεν επί του πλοίου του απεστάλη εις Ζάκυνθον· ο έτερος είχεν ήδη αποσταλή προηγουμένως εις Κέρκυραν. Ας μη φανή ελαφρά η ποινή διά της οποίας επεδιώχθη να διορθώσωμεν τον προειρημένον Πλοίαρχον.»

Αλλά ας επιστρέψουμε στο μέτωπο των επιχειρήσεων. Η παλλαϊκή άμυνα που εφάρμοσε ο Καποδίστριας, ο έλεγχος της θάλασσας και της διαύλου από το ναυτικό της Επτανήσου Πολιτείας και τα ρωσικά πλοία, η ενδυνάμωση του ενετικού κάστρου και των οχυρωμάτων Αλεξάνδρου και Κωνσταντίνου, η αποχώρηση των Τούρκων από τη συμμαχία με τους Γάλλους, ο βομβαρδισμός του φρουρίου του Τεκέ από το ρωσικό ναυτικό αλλά κυρίως η φθορά των στρατευμάτων του Αλή από τις επιθέσεις των οπλαρχηγών Αντώνη Κατσαντώνη και Νότη Μπότσαρη, οι οποίοι πραγματοποιούσαν επιθέσεις στα νώτα των Τουρκαλβανών και εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό τους, ανάγκασαν τον Αλή Πασά να αποσυρθεί και να εγκαταλείψει την επιχείρηση κατάληψης του νησιού τέλη Ιουνίου- αρχές του Ιουλίου του 1807.

«Ο αυτοπροσώπως τοποτηρητής του εν Λευκάδι πολέμου, Καποδίστριας, την διχόνοιαν και παραλυσίαν ταύτην του Τουρκικού στρατοπέδου θεωρών, συνεννοήθη μετά των εv Ακαρνανία και Αιτωλία αρματολών, όπως ούτοι καταδιώκοντας τας χώρας του Αλή, απασχολήσωσι την προσοχήν του στρατού αυτού εκ της Λευκάδος εις άλλα πολεμούμενα μέρη. Χάριτι των λεηλασιών αυτών και επιδρομών εις τας Τουρκικάς απέναντι χώρας, ένθα καίουσι χωρία και κώμας των εχθρών»……. «το ήμισυ του Τουρκικού στρατού, το ανθηρότερον και εκλεκτότερον εγκατέλειψε την πολιορκίαν της Λευκάδος, επιδοθέν εις τον καταδιωγμόν των ανδρείων τούτων. Αλλ’ οι ανδρείοι ούτοι, εκτελούντες το σχέδιον του επιτηρητού, και παροτρυνόμενοι υπό των προτροπών του αρχιεπισκόπου Άρτης Ιγνατίου, επίφερον παντού πυρ και μάχαιραν, ουδεμίαν άνεσιν δίδοντες προς τους καταδιώκοντας αυτούς».

Η Μεγάλη αυτή επιτυχία των επτανησιακών και ελληνικών δυνάμεων γιορτάστηκε στις 7 Ιουλίου με συμπόσιο και γλέντι και με τη συμμετοχή πολλών αγωνιστών. Θα παραθέσω και εγώ, όπως και οι άλλοι που έχουν αναφερθεί στο γεγονός, αυτολεξεί την περιγραφή από τον Καποδίστρια: «Ο Σεβασμιώτατος Ιγνάτιος, μολονότι εις κακήν κατάστασιν υγείας, μετέβη εις την εξοχήν, εις την θέσιν «Μαγεμένο», και υπό τα δένδρα των κήπων τούτων κατεσκήνωσε μεταξύ των γενναίων του, οι οποίοι υπερβαίνουν τον αριθμόν των τετρακοσίων. Η ημέρα ήτο λαμπροτάτη. Καθήμενοι υπό την μεγάλην σκιάν πυκνοφύλλου καρυάς ο Σεβασμιώτατος Ιγνάτιος, η Α.Ε. Ο Στρατηγός κύριος Παπαδόπουλος και εγώ ευρέθημεν εν μέσω οπλαρχηγών, και ιδιαιτέρως του συνετού και ανδρείου Μπότσαρη, του αρειμανίου Κατσαντώνη και άλλων, των οποίων η συγκράτησις των ασυνήθων ονομάτων των δεν είναι εύκολον πράγμα. Τον πρώτον τούτον κύκλον επλαισίωνον, καθήμενοι επίσης εις κύκλον, όλοι οι άλλοι.



α. Ιγνάτιος ο Ουγγροβλαχίας (1765-1828). Αρχικά Μητροπολίτης Άρτας, μετέπειτα Βουκουρεστίου. Συμμετείχε στην άμυνα της Λευκάδας επικεφαλής 400 Ηπειρωτοσουλιωτών, β. Η ιστορική συνάντηση, στου «Μαγεμένου», 7/7/1807

Η πρωΐα ηναλώθη διά την ακρόασιν παρά των πλέον ευγλώττων της διηγήσεως των κατορθωμάτων των. Ηκολούθησε γεύμα, το οποίον είχεν όλα τα χαρακτηρστικά των γευμάτων των ηρωικών χρόνων, των αδομένων υπό του Ομήρου. Τελικώς η μουσική, το άσμα, ο χορός. Περί της ημετέρας πολιτείας και περί της προστασίας ήτις την υποστηρίζει έγινεν αναφορά δι’ ολίγων, και ούτοι πείθονται πλέον ότι η Πολιτεία θα μείνη πάντοτε πατρίς των, αφού έδωσαν εις την πατρίδα ταύτην δείγματα συμπαθείας και αφού της παρέχουν κατά τον παρόντα πόλεμον διακεκριμένας και σημαντικωτάτας υπηρεσίας. Ούτοι πρόκειται να αναχωρήσουν εντός ολίγων ημερών με καλλιτέραν εκπαίδευσιν και κατόπιν του καθορισμού μερικών κανόνων, εκ των οποίων δύναται να προσδοκάται ότι ίσως παρωθηθή εις μεγαλύτερα γεγονότα η αληθώς εις βαθμόν ηρωισμού γενναιότης των ανδρών τούτων, των μοναδικών εις την δύναμιν της ψυχής και εις την καρτερίαν των εις τον αγώνα και εις το να υπομένουν παν είδος στερήσεως.».

Σε αυτή τη συγκέντρωση δε διαπιστώνεται η παρουσία του Κολοκοτρώνη. Απλώς εικάζεται.. Ούτε ο Καποδίστριας, ούτε ο Ιγνάτιος αναφέρονται σε αυτήν, αν και παρόντες στην εκδήλωση, αλλά ούτε και ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης μνημονεύει το γεγονός. Λευκάδιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι την ημέρα της συνάθροισης κατέπλευσε με το «Αγιος Γεώργιος» και μάλλον ήταν παρών. Είναι πιθανόν όμως λόγω της καταγγελίας σε βάρος του να απουσίαζε ή να είχε ήδη κρατηθεί.

Ο βίος δυστυχώς της Επτανήσου Πολιτείας υπήρξε σύντομος (επτά έτη) και το τέλος της θλιβερό. Μία μέρα μετά τον πανηγυρικό εορτασμό συνέβη «ανατροπή που κατέπνιξε την Ιόνιο Πολιτεία στα σπάργανα». Η συνθήκη του Τιλσίτ ανάμεσα στον Αυτοκράτορα της Γαλλίας Ναπολέοντα και τον Τσάρο Αλέξανδρο της Ρωσίας και ειδικότερα με το άρθρο 2 καθόριζε: « Η Α.Μ. ο αυτοκράτωρ Ναπολέων θα κατέχει ως απόλυτος κτήτωρ και κυρίαρχος τας επτά Ιονίους νήσους». Η συνθήκη αυτή που κοινοποιήθηκε στην Ιόνιο Πολιτεία στις 30 Ιουλίου, άφησε εμβρόντητο τον Καποδίστρια, ο οποίος διατάσσονταν στις 6 Αυγούστου να παραδώσει το νησί στη Γαλλική φρουρά και να επιστρέψει στην Κέρκυρα.

Ο Κολοκοτρώνης επέστρεψε στη Ζάκυνθο γιατί δεν άντεχε να αλλάξει πάλι σημαία. ΄Όμως δε θα μείνει άπραγος. Τους επόμενους μήνες θα συνεχίσει τον αγώνα κατά των τούρκων στη θάλασσα, όταν στη σύναξη της Σκιάθου θα συνεργαστεί με τους Σταθά, Λαζαίους, Νικοτσάρα, ως Διοικητής της μοίρας του Μοριά, που αποτελούνταν από δέκα πλοία.

Μετά τις θαλάσσιες δράσεις του, τη μύησή του στη Φιλική Εταιρία το 1818, θα επιστρέψει τον Ιανουάριο του 1821 στον αγαπημένο του τόπο, το Μοριά και συγκεκριμένα τη Μάνη, για να ηγηθεί της επανάστασης και να ελευθερώσει τον τόπο του. Δε θα λησμονήσει όμως την προεπαναστατική ναυτική του θητεία , την οποία θα αξιολογήσει με τα θυμόσοφα λόγια του: «από τα δυο στοιχεία, γη και πέλαγος, το δεύτερο είναι το πολυτιμότερο δι’ ημάς: Φεύγουν οι στεριαίς, από παντού αγναντεύομε θάλασσα».

Σημείωση: Για το άρθρο αυτό λήφθηκαν υπόψη οι πηγές:

- Τερσέτη, διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής, υπαγόρευσε Θεόδωρος Κ. Κολοκοτρώνης, ΑΘΗΝΗΣΙΝ 1846, τυπογραφείο Νικ. Φιλαδελφέως

- ΑΡΧΕΙΟΝ Ι. Καποδίστρια, τόμος Β΄ Κέρκυρα 1978

- Παναγιώτη Χιώτη, σειράς ιστορικών απομνημονευμάτων, Αθήνα 1979. Εκδόσεις Καραβία.

- Αρχείο Μητροπολίτου Ιγνατίου Ουγγροβλαχίας GRGSA-CA- PRI085.01 1799-1836 (Γ.Α.Κ.)

- και 14 βοηθήματα, που λόγω στενότητας χώρου δεν παρατίθενται εδώ, είναι όμως στη διάθεση των αναγνωστών στο e-mail Aspronik@sch.gr.

Δεν υπάρχουν σχόλια: