Δημήτρης Βερύκιος: Ένας Λευκαδίτης ηθοποιός με ψυχή, ελεύθερη κι αληθινή!


Παρασκευή, 14 Ιανουαρίου 2011











Τον ηθοποιό Δημήτρη Βερύκιο τον γνώριζα από τις καλλιτεχνικές του δουλειές, αφού πρόκειται για έναν ηθοποιό με πλούσιο βιογραφικό και σημαντικές συμμετοχές σε θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές ταινίες κι εκλεκτές τηλεοπτικές σειρές. Ήμουν, επίσης, εξοικειωμένη με τη φυσική του παρουσία, λόγω του γεγονότος ότι αρκετές φορές, συνήθως τα καλοκαίρια, τον συναπαντούσα στην πλατεία της Λευκάδας, την αγορά, την παραλία. Επιπλέον, είχα πάρει μία πρώτη γεύση από το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής του στην ηχογραφημένη ποιητική συλλογή του Δημήτρη Σολδάτου «1000 δίστιχα», την οποία ο Λευκαδίτης ηθοποιός Δημήτρης Βερύκιος απήγγειλε- πραγματικά- μαγευτικά.
Στις 27 Δεκεμβρίου, οπότε πραγματοποιήθηκε η εορταστική εκδήλωση του Κέντρου Εκπαίδευσης “Morfosi”, μου δόθηκε η ευκαιρία να τον γνωρίσω πια από κοντά και να εξασφαλίσω την ακόλουθη συνέντευξη, η οποία εξελίχθηκε σαν μία συζήτηση μεταξύ φίλων, άμεσα κι αβίαστα. Με σημασία και ουσία.


- Μ.Β.: Κύριε Βερύκιε, καλημέρα. Ήρθατε στη Λευκάδα με αφορμή την εορταστική εκδήλωση του Κέντρου Εκπαίδευσης “Morfosi”, κατά την οποία βραβευθήκατε για την προσφορά σας στην υποκριτική τέχνη, καθώς και στην ιδιαίτερη πατρίδα σας τη Λευκάδα, μα και για το ήθος σας. Συνάμα παρουσιάσατε- με τις συνεργάτιδες σας- και μέρος της μουσικό-ποιητικής παράστασης «Δος μου το χέρι σου». Οι εντυπώσεις σας από τη χθεσινοβραδινή εκδήλωση?
- Δ.Β.: Η εκδήλωση που οργανώνει ο Ανδρέας ο Μαυρομάτης, διευθυντής της “Morfosi”, έχει και ποιότητα και κύρος, τόσο που νομίζω ότι θα γίνει θεσμός. Βέβαια, ότι γίνεται θεσμός συνήθως χάνει και την ουσία του, αλλά ο Ανδρέας είναι ένας άνθρωπος πολύ ζωντανός κι ευφυής και δεν θα επιτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο. Η συγκεκριμένη εκδήλωση αφορά τον κόσμο, κι αυτό το διαπιστώσαμε και χθες από τη μεγάλη προσέλευση που σημειώθηκε. Ήρθα, λοιπόν, να παρουσιάσω την παράσταση που ήδη παρουσιάζω και στην Αθήνα, και στην οποία είμαι ταγμένος εδώ και δύο, τρία χρόνια περίπου, στην ποίηση μαζί με τη μουσική, συνδυασμένη σε διάφορες μορφές. Επιμένω σε αυτή την παράσταση κόντρα στο πνεύμα των καιρών, κόντρα σε αυτή την παρακμιακή κατάσταση που επικρατεί- και ψυχολογικά και πραγματικά. Και σκοπεύω να επιμείνω, γιατί πιστεύω ότι η ποίηση δεν είναι κάτι βαρύγδουπο. Είναι κάτι που αφορά όλο τον κόσμο.

- Μ.Β.: Η συγκεκριμένη μουσικό-ποιητική παράσταση ανεβαίνει την τρέχουσα περίοδο στην Αθήνα?
- Δ.Β.: Εδώ και ενάμιση περίπου μήνα, κάθε Πέμπτη, ανεβαίνει στη μουσική σκηνή «Κόμης», στα Άνω Πατήσια. Υπάρχουν και κάποιες άλλες προτάσεις από άλλες μουσικές σκηνές στην Αθήνα. Θα πάμε κι εκεί. Το καλοκαίρι σκέφτομαι να την «ανοίξω» πιο πολύ, γιατί τώρα έχει μόνο ένα πιάνο, που παίζει η Τζέφη-Σοφία Ζαχαροπούλου, τραγουδά η Νίκη Φραγκούλη, κι εγώ που ερμηνεύω ποίηση και τραγουδάω κιόλας. Σκέφτομαι να την «ανοίξω» με μεγαλύτερη ορχήστρα για να μπορέσει το καλοκαίρι να πάει όπου μπορεί και υπάρχει χώρος για μία τέτοια- επιτρέψτε μου να τη χαρακτηρίσω- ποιοτική παράσταση.


- Μ.Β.: Έλκετε την καταγωγή σας από τη Λευκάδα. Ποια είναι τα συναισθήματά σας για το νησί?
- Δ.Β.: Το είπα και χθες που μου έκαναν την τιμή να με βραβεύσουν. Με τη Λευκάδα αισθάνομαι όχι απλά δεμένος. Είναι μέρος της ζωής μου. Δεν έρχομαι απλά για διακοπές πέντε μέρες το Πάσχα και δέκα μέρες το καλοκαίρι. Φεύγω από το ένα σπίτι μου και πάω στο άλλο. Αγαπάω πάρα πολύ τους ανθρώπους στη Λευκάδα και πιστεύω ότι η Λευκάδα έχει κάτι πολύ σημαντικό. Έχει λαϊκό πολιτισμό. Νομίζω πως τον έχει παντού. Από τους ανθρώπους που περνάνε στην αγορά, τους ψαράδες, όλους -αν και ζούμε όλοι σε μία κατάσταση που μας έχει πάρει λιγάκι από κάτω. Αισθάνομαι, λοιπόν, ότι ανήκω στη Λευκάδα.


- Μ.Β.: Ζείτε κι εργάζεσθε στην Αθήνα. Πώς είναι τα πράγματα στην πρωτεύουσα σήμερα, που η οικονομική κρίση δείχνει να την έχει χτυπήσει αλύπητα?
- Δ.Β.: Είναι μία κρίση που προσωπικά την είχα προβλέψει από καιρό. Όχι επειδή είμαι μάγος, αλλά πολύ απλά γιατί τα πράγματα εκεί πηγαίνανε. Φούσκωνε, φούσκωνε ένα μπαλόνι και τελικά έσκασε. Κι αναρωτιόμαστε όλοι γιατί έσκασε. Μα γιατί ήταν ένα φουσκωμένο μπαλόνι που δεν άντεχε άλλο. Θα φανεί ίσως παράδοξο να το πω, αλλά προτιμώ που ήρθε αυτή η κρίση, παρά να συνεχιζόταν η προηγούμενη κατάσταση. Σε όλους τους τομείς. Καταρχήν, στον οικονομικό τομέα, αν και προσωπικά δεν τον θεωρώ σημαντικό. Είμαι πολύ λιτός σαν άνθρωπος. Δεν με απασχολούν αυτά. Όλη μου η ζωή έχει βασιστεί στη λιτότητα. Κατά τ’ άλλα, η κρίση υφίσταται στον πολιτικό χώρο, τον πολιτιστικό, τον κοινωνικό, στον τομέα των σχέσεων. Ζούσαμε σε ένα ψέμα όλοι μας. Αυτό δεν έχει να κάνει με αυτό που είπαν κάποιοι ότι «μαζί τα φάγαμε», γιατί δεν τα φάγαμε μαζί. Με τίποτα. Έχει να κάνει, όμως, με μία παθητική αντίληψη και στάση του κόσμου τόσα χρόνια, που τον βόλευε, αλλά δεν έβλεπε πιο πέρα. Αυτό, λοιπόν, έπρεπε να σταματήσει. Πώς να σταματήσει? Γινόταν αλλιώς? Έπρεπε να υπάρξει μια κρίση. Και κρίση, μην ξεχνάμε, σημαίνει ότι τα πράγματα κρίνονται. Δηλαδή, είναι σαν τις εξετάσεις. Σπουδάζουμε, μελετάμε και δίνουμε εξετάσεις. Κρινόμαστε. Έτσι κρινόμαστε κι εμείς αυτή τη στιγμή γι’ αυτό που έρχεται. Πιστεύω σε αυτούς τους καιρούς ότι πρέπει να ξαναανακαλύψουμε τα αυτονόητα. Πολύ δύσκολο, προφανώς. Και χρειάζεται μεγάλη δύναμη κι εξυπνάδα. Και να ανακαλύψουμε αξίες της ζωής. Διαφορετικά, χαθήκαμε όλοι. Όταν ένας λαός έχει περάσει τόσα, μέσα σε διακόσια χρόνια- καταστροφές, εμφυλίους, δικτατορίες-, τώρα ξαφνικά θα μας πονέσει που δεν θα φάμε μπριζόλα πέντε φορές την εβδομάδα και θα φάμε μία ή δύο? Το βρίσκω πολύ υπερφίαλο και κενόδοξο όλο αυτό. Ευκαιρία να αναδειχθούν οι αξίες της ζωής και οι άξιοι άνθρωποι. Αυτοί θα οδηγήσουν τα πράγματα μπροστά.



- Μ.Β.: Έχετε μία φωνή ιδιαίτερη. Βαθιά κι αισθαντική. Θεωρείτε ότι ένα έμφυτο ταλέντο χρήζει καλλιέργειας?
- Δ.Β.: Η ιδιαιτερότητα της φωνής κάποιου δεν καλλιεργείται. Την έχει από εκεί που την έχει. Από τη μητέρα του, τον πατέρα του, τη φύση.


- Μ.Β.: Εσείς?
- Δ.Β.: Η αλήθεια είναι ότι στην οικογένεια μου είναι καλλίφωνοι. Ο παππούς μου ήταν ψάλτης. Ο πατέρας μου είχε μια εξαιρετική φωνή. Ο αδελφός μου, επίσης. Φαίνεται ότι πήρα κι εγώ. Έχει πλάκα, πάντως, που όταν βραχνιάζω λίγο κι αγχώνομαι για τις ερμηνείες και την απόδοση των ρόλων μου, τότε μου λένε όλοι ότι είναι ακόμα καλύτερη. Δεν νομίζω πως το θέμα είναι η φωνή σαν μέσο, σαν όργανο. Από μόνο του δεν έχει αξία. Αν δεν καταθέσεις την ψυχή σου, την αλήθεια σου, δεν βγαίνει τίποτα. Όταν μου λένε για τη φωνή μου, χαίρομαι, γιατί τότε καταλαβαίνω ότι έχω δώσει την ψυχή μου. Και δεν εννοώ μόνο τεχνικά, σε μια παράσταση, αλλά και στην καθημερινή κουβέντα, όπως τώρα που μιλάμε μαζί. Σε όλα. Προσπάθησα πάντα να είμαι αληθινός. Αυτό κάνω στις παραστάσεις μου, αυτό κάνω κάθε μέρα. Αν αυτό αρέσει, δεν το εκλαμβάνω σαν κομπλιμέντο για τη φωνή μου, αλλά ως κατόρθωμα, ως επίτευγμα ότι μπόρεσα να επικοινωνήσω με τον άλλον. Και γι’ αυτό το χαίρομαι.



- Μ.Β.: Πώς είναι η καθημερινότητα- η οποία δείχνει κυρίως το σκληρό της πρόσωπο σε όλους μας- για μία φύση καλλιτεχνική? Πώς ανταποκρίνεστε στο κατεστημένο και τις συμβάσεις του? - Δ.Β.: Τον σχοινοβάτη τον ξέρεις? Αυτό ακριβώς κάνουμε. Μια να πέσουμε από δω, μια να πέσουμε από κει. Αν κρατιέσαι καλά από το σχοινί ή αν μπορείς να ξανανέβεις νομίζω ότι είναι ένας μικρός, αλλά ενδεικτικός, ορισμός του καλλιτέχνη και της καθημερινότητας του. Πνίγεσαι, σε πνίγουν τα πάντα, έρχεται μια στιγμή, όμως, που νιώθεις ότι πρέπει να συνεχίσεις. Η φύση σου είναι τέτοια που πρέπει να παραμείνεις εκεί και να αντιλαμβάνεσαι μία άλλη διάσταση των πραγμάτων. Ζώντας με την τέχνη- και όχι για την τέχνη- νιώθεις τα τραύματα σου να επιδένονται από αυτήν κι έτσι μπορείς να συνεχίσεις.


- Μ.Β.: Ως καλλιτέχνης, με ανεπτυγμένες ευαισθησίες κι ένστικτα, πώς αφουγκράζεσθε κι αισθάνεστε τον έρωτα στις μέρες μας?
- Δ.Β.: Ο έρωτας δεν έχει μέρες. Ο έρωτας δεν έχει εποχές. Δεν έχει τίποτα. Προσωπικά, έχω ζήσει όχι για τον έρωτα, αλλά με τον έρωτα. Γιατί αν δεν ζεις με έρωτα, μην το ψάχνεις… Κυνηγώντας τον έρωτα δεν θα τον βρεις ποτέ. Ζώντας με έρωτα, θα είσαι πάντα με τον έρωτα. Βέβαια, εγώ που το λέω, τον «κυνήγησα» τον έρωτα υπό την έννοια ότι έχω ταξιδέψει πολύ κι όλα μου σχεδόν τα ταξίδια τα πέρασα επειδή ερωτεύθηκα. Όταν έζησα στα Πυρηναία, στη Γαλλία, ήταν από έρωτα. Στη Ρώμη, από έρωτα. Στο Άμστερνταμ, από έρωτα. Αλίμονο αν πάψουμε να ζούμε με έρωτα. Ο έρωτας είναι η ίδια η ζωή, η κίνηση. Είναι αυτό που μας διαφοροποιεί από τη νεκρή φύση. Ζήτω ο έρωτας! Δεν υπάρχει τίποτα άλλο.


- Μ.Β.: Αν και διανύουμε μέρες εορτών, η θρησκευτική τους διάσταση δεν γίνεται πλέον αισθητή. Ποια είναι η δική σας σχέση με τα θεία?
- Δ.Β.: Αυτό είναι ένα σύμπτωμα μιας ευρύτερης, αποπνευματοποίησης- να το πω έτσι- του ανθρώπου. Κατά τη γνώμη μου, ο Θεός δεν είναι τίποτα άλλο από το να συλλάβεις την ενότητα, την ολότητα της κατάστασης που υπάρχει γύρω μας και μέσα μας. Γιατί ο Θεός είναι μέσα μας. Δεν είμαι θρήσκος, με τη στενή έννοια του όρου, αλλά όπως είδες και χθες στην παράσταση, ξεκίνησα με τον «Ύμνο στην Αγάπη» του Αποστόλου Παύλου. Γιατί πιστεύω ότι ο Θεός- ο κάθε Θεός- είναι αγάπη. Αν δεν αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη του Θεού με αυτήν την έννοια, τότε δεν βλέπουμε πραγματικά. Είμαστε τυφλοί. Λένε μερικοί: «Ας κάνει ένα θαύμα, ας μου δείξει κάτι ο Θεός, για να πιστέψω». Και δεν βλέπουν ότι όλα γύρω είναι ένα θαύμα. Ο πλανήτης μας: ένα στρογγυλό πραγματάκι, μέσα στο απέραντο σύμπαν που γυρίζει. Είμαστε εδώ. Σου μιλάω, με ακούς. Σε βλέπω, με βλέπεις. Όλα αυτά είναι πολλαπλά θαύματα. Πιστεύω, λοιπόν, όχι στον Μεγάλο Κριτή, αλλά σ’ αυτό το μεγάλο χωνευτήρι που γεννάει, δημιουργεί και τελικά απορροφά- χωρίς τίποτα να εξαφανίζεται- τα πάντα, γύρω μας και μέσα μας. Αυτός πιστεύω ότι είναι ο Θεός.


- Μ.Β.: Υπάρχουν κάποια μελλοντικά, δικά σας σχέδια?
- Δ.Β.: Σύντομα, ή το Πάσχα ή το καλοκαίρι, θα επανέλθω στη Λευκάδα με κάτι διαφορετικό, αλλά πάντα ανήσυχο, ψαγμένο και δοσμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να επικοινωνεί με τον κόσμο. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στην τύχη τους. Προτιμώ να ακολουθώ τη ζωή, παρά να την ορίζω.


- Μ.Β.: Σας ευχαριστώ πολύ που μοιραστήκατε μαζί μας τις σκέψεις και τις ανησυχίες σας. Αδημονώ για την επόμενη καλλιτεχνική σας εμφάνιση, εδώ στη Λευκάδα.
- Δ.Β.: Κι εγώ σ’ ευχαριστώ.


Διαβάζοντας τη συνέντευξη ξανά, νιώθω σαν ν’ αντηχεί… κάπου από μακριά… η βαθιά του η φωνή…


Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com


Αναρτήθηκε από Ματίνα Βεντούρα στις 8:18 π.μ.
http://matinaventura.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: